Από μικρό παιδί, από τότε που θυμάται τον εαυτό του, άκουγε την ιστορία για ένα κανόνι στον βυθό της θάλασσας, της δικής τους θάλασσας, εκεί, στην παραλία της Φούρκας, στο πρώτο πόδι της Χαλκιδικής. Όλοι στο χωριό γνώριζαν για το βυθισμένο κανόνι.
Έτσι το ονόμαζαν, «κανόνι», παρ’ όλο που στην πραγματικότητα ήταν ένα ελαφρύ αντιαεροπορικό πυροβόλο. Είχε ακούσει πολλές φορές την ιστορία για το πώς βρέθηκε στον βυθό της θάλασσας και μάλιστα σε απόσταση 170-200 μέτρων από την ακτή.
Ο καιρός κυλούσε και ο νεαρός Θέμης (Θεμελής) Ιερισσιώτης μεγάλωνε. Μαζί μεγάλωνε και η επιθυμία του να έρθει η ώρα που θα μπορεί να ανασύρει το «κανόνι» από το υγρό «σπίτι» του και να το επιστρέψει στη στεριά. Ναι, αυτό δεν ήθελε να το κάνει κάποιος άλλος, ήθελε να το επιτύχει ο ίδιος! Κι όπως φάνηκε, η ζωή του έκανε το χατίρι!Το «κανόνι» ξαναπάτησε στην ξηρά μετά από 67 χρόνια εγκαταλείποντας τον βυθό όπου παρέμεινε σκαλωμένο και μάλιστα στο ίδιο σημείο, λόγω του βάρους του. Τα τελευταία έντεκα χρόνια βρίσκεται τοποθετημένο στην πλατεία της Φούρκας, μια ανάσα από το σημείο όπου ήταν βυθισμένο για δεκαετίες. Αποτελεί ένα ιστορικό ντοκουμέντο από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την παρουσία των Γερμανών στην περιοχή.
Το ΑΠΕ-ΜΠΕ, με τη διαμεσολάβηση του προέδρου του Οικισμού Πανεπιστημιακών Α.Π.Θ. στη Φούρκα, Νίκου Καρακώστα εντόπισε τον κ. Ιερισσιώτη και συνομίλησε μαζί του ξεδιπλώνοντας ενδιαφέρουσες πτυχές αυτής της ιστορίας. Και πρώτα απ’ όλα, το πώς βρέθηκε το επίμαχο αντιαεροπορικό πυροβόλο στον βυθό της θάλασσας. Και μάλιστα σε σεβαστή απόσταση από την ακτή.
Απ’ όσα άκουσε ο κ. Ιερισσιώτης από γεροντότερους συγχωριανούς του αλλά και από έναν αυτόπτη μάρτυρα, η αρχή του νήματος βρίσκεται στο τελείωμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το 1944, όταν οι Γερμανοί, κατά την αποχώρησή τους από την περιοχή, φόρτωναν τον οπλισμό τους σε κάποιο πλοίο. Ανάμεσα στα άλλα φόρτωσαν και το πυροβόλο. Όμως, κάτι πήγε στραβά και το πυροβόλο έπεσε στη θάλασσα όπου και παρέμεινε για τα επόμενα 67 χρόνια.
Στα χρόνια που ακολούθησαν διάφορα άτομα επιχείρησαν να το ανασύρουν, αλλά δίχως επιτυχία. «Δεν ήξεραν τον τρόπο», σχολιάζει ο κ. Ιερισσιώτης και αποκαλύπτει πως «κάθε φορά που έβλεπε κάποιους να προσπαθούν να το ανασύρουν, προσευχόταν να μην τα καταφέρουν γιατί ήθελε να είναι αυτός που, όταν μεγαλώσει, θα το επιτύχει». Μεταξύ όσων προσπάθησαν ήταν κάποιοι συγχωριανοί του αλλά και μια ομάδα Γερμανών βουτηχτών. Δεν έμαθε ποτέ το πώς και το γιατί βρέθηκαν οι Γερμανοί εκεί. Το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν ότι δεν τα κατάφεραν…
Αποκαλύπτει ακόμη πως «όλα αυτά τα χρόνια, κολυμπούσα συχνά μέχρι το βυθισμένο πυροβόλο για να σιγουρευτώ ότι ήταν στη θέση του». Το 2011 ήταν η χρονιά που ο 45ντάρης πλέον Θέμης, ένοιωσε έτοιμος για να κάνει τη δική του προσπάθεια καθώς απέκτησε γνώσεις που απαιτούνταν για μια τέτοια επιχείρηση. Τις απέκτησε παρακολουθώντας μαθήματα για να γίνει διασώστης και ναυαγοσώστης.
«Ζήτησα την άδεια από τον τότε πρόεδρο της κοινότητας Άγγελο Αγγελάκη (σ.σ. ο πατέρας του προέδρου, ο Γιώργος Αγγελάκης, ήταν ο αυτόπτης μάρτυρας που χρόνια πριν είδε την πτώση του πυροβόλου στη θάλασσα) προκειμένου να προσπαθήσω να ανασύρω το “κανόνι”. Μου την έδωσε. Πήγα με άλλους δύο διασώστες.Χρησιμοποιήσαμε τρία ειδικά μπαλόνια. Δέσαμε, από ένα σε κάθε τροχό και ένα τρίτο στον άξονα ρυμούλκησης του πυροβόλου και τα φουσκώσαμε με τη χρήση φιαλών οξυγόνου. Το πυροβόλο αποκολλήθηκε από τον βυθό και άρχισε να επιπλέει. Το τραβήξαμε με τη βάρκα προς την παραλία, το δέσαμε με σχοινί και με τη βοήθεια ενός τρακτέρ το βγάλαμε στη στεριά. Η χαρά μου ήταν απερίγραπτη. Επιτέλους τα κατάφερα» τονίζει, με ανανεωμένη χαρά, ο κ. Ιερισσιώτης.
Επόμενη κίνηση, όπως μας λέει, ήταν η… περιποίηση του πολεμικού αντικειμένου. Με αμμοβολή απομάκρυναν όλα τα προσκολλημένα αντικείμενα και τους θαλάσσιους οργανισμούς και ακολούθησε η βαφή.
Τότε ήταν που ήρθε η στιγμή μιας ακόμη εντυπωσιακής διαπίστωσης. «Καθαρίζοντάς το προσέξαμε», όπως λέει, «πως το πολυβόλο φορούσε δύο σχεδόν άθικτα ελαστικά, το ένα εκ των οποίων είχε χάσει μέρος του αέρα του ενώ το άλλο ήταν φουσκωμένο πλήρως, προφανώς έτσι όπως ήταν όταν έπεσε στη θάλασσα, πριν από 67 χρόνια».
Όπως κι αν το δει κανείς, είτε με οικολογικά κριτήρια, είτε με ιστορικά, είτε με μουσειακά, το γεγονός παραμένει εντυπωσιακό. Τα λάστιχα (τουλάχιστον το ένα) είχαν στον «πνεύμονά» τους αέρα του 1944!!! Τα ελαστικά γράφουν Made in Germany και είναι μάρκας DUNLOP. Κατά τον κ. Ιερισσιώτη, όταν τα καθάρισαν διέκριναν πως το έτος κατασκευής ήταν το 1941, αυτό όμως σήμερα είναι δυσδιάκριτο.
Εδώ και ένδεκα χρόνια, το αντιαεροπορικό πυροβόλο βρίσκεται εκτεθειμένο στην πλατεία της Φούρκας, προσελκύοντας κόσμο που θέλει να το φωτογραφήσει ή (και) να φωτογραφηθεί μαζί του. Λίγοι όμως γνωρίζουν την ιστορία που κουβαλά και τον τρόπο που «δραπέτευσε» από το γερμανικό πλοίο για να κρυφτεί επί σχεδόν εφτά δεκαετίες στα θαλασσόνερα της Φούρκας. Το κενό στην πληροφόρηση αποφάσισε να καλύψει ο πρόεδρος του Οικισμού Πανεπιστημιακών Α.Π.Θ. στη Φούρκα, Νίκος Καρακώστας, αναλαμβάνοντας την παραγγελία επιγραφής με τα στοιχεία και το ιστορικό του όπλου προκειμένου να τοποθετηθεί στον χώρο.
Μια ακόμη ενδιαφέρουσα πινελιά στην ιστορία του πυροβόλου βάζει, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η πρόεδρος της Φούρκας, Σούλα Καρούτσου, επιθυμία της οποίας είναι να μάθει ο κόσμος την ιστορία του. Μας αποκαλύπτει πως το 2020 δέχτηκε ένα τηλεφώνημα από κάποιον συλλέκτη πολεμικών αντικειμένων από την Αθήνα, ο οποίος της είπε πως έχει στην κατοχή του τον μπροστινό σωλήνα του πυροβόλου (την κάνη) και ότι είναι σε καλή κατάσταση.
Η συμφωνία τους να ξαναμιλήσουν και να δρομολογηθεί η δωρεάν παράδοση του σωλήνα στη Φούρκα δεν ολοκληρώθηκε ποτέ καθώς κάποιο έκτακτο γεγονός συνετέλεσε ώστε η επικοινωνία τους να χαθεί, δίχως καν να ολοκληρωθεί η ανταλλαγή στοιχείων επικοινωνίας. «Προσπάθησα αλλά δεν κατάφερα να τον εντοπίσω» παραδέχεται η κ. Καρούτσου ευχόμενη -μέσα από τη δημοσιοποίηση του θέματος- ο συλλέκτης να ενημερωθεί και να επαναλάβει την κίνησή του. Ο κ. Ιερισσιώτης, άνθρωπος ιδιαίτερα σεμνός, εκτός από διασώστης είναι κατ’ επάγγελμα ψαράς και ιδιοκτήτης παρακείμενης ταβέρνας, που κληρονόμησε από τον πατέρα του Δημήτρη, επίσης (και) ψαρά. «Μην γράψετε το όνομα του μαγαζιού, μην θεωρηθεί διαφήμιση», μας λέει, δείχνοντας με την επιλογή του την ποιότητα του χαρακτήρα του. Και είναι αυτά που μας έκαναν ξεχωριστή εντύπωση, καθώς τον ακούγαμε να ξεδιπλώνει τη ζωή του με αφορμή την υπόθεση του αντιαεροπορικού πυροβόλου. Είναι πολλά αυτά που συνθέτουν την προσωπικότητά του. Θα σταθούμε όμως στο κομμάτι που αφορά στον εθελοντισμό και την αγάπη του για τον συνάνθρωπο. Μια μικρή ιστορία δείχνει ποια ήταν η αφετηρία για να γίνει εθελοντής διασώστης…
«Μια μέρα, όταν ήμουν 14-15 χρονών, πέρασαν από την ταβέρνα μας στην παραλία τρεις συγχωριανοί, ερασιτέχνες ψαράδες. Δύο πενηντάρηδες και ένας 18 χρονών. Πήγαιναν για ψάρεμα. Τους είπαμε να προσέχουν γιατί ο ουρανός είχε αρχίσει να μαυρίζει… Ξανοίχτηκαν στη θάλασσα. Ήταν σε απόσταση που τους βλέπαμε. Λίγο αργότερα ξέσπασε μπουρίνι. Τους έβλεπα ακόμη κάπου εκεί στο βάθος ώσπου… χάθηκαν. Λέω στον πατέρα μου να πάμε με τη βάρκα να δούμε τι γίνεται.
Μου είπε πως είναι επικίνδυνο. Αυτός είχε εμπειρίες, Εγώ είχα άγνοια κινδύνου. Επέμενα! Επέμενε κι αυτός! Του είπα ότι και να μην έρθει, εγώ θα πάω. Πήγα μα ήρθε μαζί και ο πατέρας μου. Πλησιάσαμε κοντά και πετάξαμε το σχοινί για να πιαστούν. Ο ένας είχε αρχίσει να βυθίζεται. Κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή έπιασε το σχοινί… Με κόπο και δυσκολία επιστρέψαμε στην ακτή και ήμασταν όλοι ζωντανοί!
Εκείνο το περιστατικό γράφτηκε τόσο δυνατά μέσα μου… Ήμουν πολύ χαρούμενος που σώθηκαν τρεις άνθρωποι.. Ήταν η στιγμή που είπα μέσα μου θέλω να γίνω διασώστης». Το είπε ο Θέμης και το έκανε!
ΑΠΕ-ΜΠΕ / ΜΠΑΜΠΗΣ ΓΙΑΝΝΑΚΙΔΗΣ