Η βάση της Δημοκρατίας είναι η ευνομία. Η βάση κάθε ευνομούμενης κοινωνίας είναι η τάξη. Το κλειδί για την εξασφάλιση της τάξης είναι η τιμωρία του παραβατικού. Όταν η τιμωρία είναι “χάδι”, το έγκλημα συμφέρει και γίνεται όλο και πιο αδίστακτο.
Οδύρονται τώρα, πολιτικοί, δημοσιογράφοι και σχολιαστές των social media για τη δολοφονία της 20χρονης μητέρας στα Γλυκά Νερά, αλλά σχεδόν όλοι υποστηρίζουν (ή ψηφίζουν τα κόμματα που την υποστηρίζουν) μια αγαπησιάρικη σωφρονιστική φιλοσοφία η οποία τάχα μου θα παραλάβει τα κτήνη των Γλυκών Νερών και, με στοργή και προδέρμ, θα τους παραδώσει μετά από λίγα χρόνια χρήσιμους στην κοινωνία και εθελοντές πυροσβέστες.
Σεντόνια τα δακρύβρεκτα ρεπορτάζ, για το πώς οι υπάνθρωποι έδεσαν τον τραγικό σύζυγο και πατέρα, απείλησαν με το όπλο το μωρό του και έπνιξαν την γυναίκα του, αν όμως o 32χρονος οπλοφορούσε και τους είχε ξαπλώσει κάτω, η Δικαιοσύνη θα τον έσερνε στα δικαστήρια, κατηγορώντας τον ότι δεν εφάρμοσε “αναλογική βία” και όλοι οι “προοδευτικούληδες”, πολιτικοί και δημοσιογράφοι θα λέγαν “μα, να τους σκοτώσει για 15.000 ευρώ;”
Αν μάλιστα, ήταν και αλλοδαποί, δεν τον ξέπλενε τίποτε. Θα ξεσηκώνονταν ο εθνικός μηνυτής, οι αλληλέγγυοι και όλη η προοδευτικουριά κολλώντας του επιπλέον τη ρετσινιά του ρατσιστή και “με σύμφωνη γνώμη ανακριτού και εισαγγελέως” θα είχε προφυλακιστεί, όπως έγινε με τον ταλαίπωρο αγρότη στη Λέσβο που του είχαν ρημάξει οι “μπολιαστές” το κτήμα.
Το έγκλημα στα Γλυκά Νερά έχει συνενόχους: ανθρώπους, ιδέες και πρακτικές.
Πρώτον, την ηλίθια, ληστοπροστατευτική νομοθεσία. Σύμφωνα με τις νομικές αρχές της αναλογικότητας και της αναγκαιότητας που ο βλακώδης νόμος τις εφαρμόζει ακόμα κι όταν δέχεσαι επίθεση από δυνητικό δολοφόνο μέσα στο σπίτι σου, οφείλεις πρώτα να εξαντλήσεις κάθε περιθώριο να… τα βρεις (!) με τους ληστές με “υποχώρηση, συζήτηση και πειθώ”! Αν ο εισβολέας… επιμένει να σε ληστέψει, θα τον αντιμετωπίσεις “αναλογικά”. Κατσαβίδι εκείνος, κατσαβίδι κι εσύ. Καλάσνικωφ εκείνος; Καλάσνικωφ κι εσύ.
Αλλά να μην πυροβολήσεις πρώτος, διότι το όπλο μπορεί να το έχει προς εκφοβισμό. Μόνο αν σε πυροβολήσει, τότε μπορείς να ανταποδώσεις. Αν, βέβαια, είσαι ζωντανός. (Κι αν έχεις όπλο, πράγμα απίθανο.) Αν κρατάει μαχαίρι θα πρέπει να διαλέξεις κι εσύ ένα ίδιου μήκους. Να του ζητήσεις να σου το δείξει, να το μετρήσετε, και του πεις “μισό λεπτό να πεταχτώ στην κουζίνα να πάρω ένα παρόμοιο”.
Αν αυτοί είναι τρεις κι εσύ ένας; Χμ, νομικό κενό. Ο νόμος δεν προβλέπει ούτε τι θα γίνει στην περίπτωση που ο μπουκαδόρος δεν έχει “σιδερικό” αλλά είναι με γυμνά χέρια. Απαγορεύεται να τον χτυπήσεις, ας πούμε, με ένα μπουκάλι μπύρας που μπορεί να βρεις πρόχειρο ή με έναν σελιδοκόφτη. Χέρια με χέρια, τίμια πράγματα. Αλλά ποιος είναι πιο δυνατός; Ίσως θα πρέπει να κάνετε μπρα-ντε-φερ ώστε να είσαι σίγουρος πως δεν υπερτερείς σε δύναμη, γιατί, μετά, την έβαψες, καθώς ο ΠΚ τιμωρεί την “υπέρβαση” άμυνας.
Νιώθω άσχημα που χρησιμοποιώ σκωπτικό ύφος όταν ένα ευτυχισμένο σπίτι ρημάχτηκε και ένα 20χρονο κορίτσι, μια νέα μανούλα, στολίζεται για να μπει στο χώμα, αλλά δεν μπορώ αλλιώς να καταδείξω την ουρανομήκη γελοιότητα αυτής της νομικής διαστροφής που όλες οι κυβερνήσεις έχουν διατηρήσει και τη στηρίζει νομολογία πλήθους δικαστικών αποφάσεων. Υπάρχουν μάλιστα και περιπτώσεις στις οποίες οι διαρρήκτες όταν αντιμετώπισαν αντίσταση και “τις έφαγαν”, μήνυσαν τα παρ’ ολίγον θύματά τους και η αστυνομία τα συνέλαβε!
Δεύτερον, τις ποινές-χάδι. Όταν οι υπάνθρωποι των Γλυκών Νερών συλληφθούν, θα διαπιστώσουμε ότι δεν ήταν αυτή η πρώτη εγκληματική πράξη της “καριέρας” τους. Έχουν συλληφθεί, έχουν αφεθεί ελεύθεροι, έχουν ξανασυλληφθεί, έχουν αφεθεί ξανά ελεύθεροι ή καταδικάστηκαν σε μερικούς μήνες με αναστολή ή, αν κάποια στιγμή πέρασαν την πύλη της φυλακής, ένας υπουργός με ευεργετικές διατάξεις τους απελευθέρωσε.
Έτσι κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το έγκλημα στην Ελλάδα είναι μια προσοδοφόρα ατιμώρητη δραστηριότητα. Αν ήξεραν ότι από τη στιγμή που θα ακουστεί στο δικαστήριο η λέξη ισόβια, στην υπόλοιπη ζωή τους θα βλέπουν τέσσερις τοίχους μέχρι να τους βγάλουν από εκεί μέσα οριζόντιους, θα το σκεφτόντουσαν καλύτερα.
Τρίτον, την εισαγωγή εγκληματιών. Ναι, κάθε κοινωνία έχει τους παραβατικούς της. Αλλά γιατί θα πρέπει να εισάγει κι άλλους; Και, μάλιστα, με ποσοστά παραβατικότητας πολύ μεγαλύτερα των αυτοχθόνων; Οι φυλακές είναι γεμάτες αλλοδαπούς εγκληματίες. Είναι περισσότεροι από τους Έλληνες, ενώ προέρχονται από πολύ μικρότερη (μέχρι στιγμής…) πληθυσμιακή ομάδα. Εσύ τους πληρώνεις.
Ένας τυχοδιώκτης που ήρθε από την άλλη άκρη του κόσμου, προσποιούμενος τον κατατρεγμένο για να μπει στην Ελλάδα, το πιθανότερο είναι, βλέποντας ότι τίποτε δεν λειτουργεί σ’ αυτή τη χώρα, να στρατολογηθεί στο έγκλημα. Θα ξεκινήσει από πορτοφολάς και βαποράκι και θα ανεβεί στην ιεραρχία. Κι όταν μαχαιρώνονται μεταξύ τους, πάλι εσύ πληρώνεις τα νοσήλια.
Τέταρτον, τη διαδεδομένη αντίληψη, αριστερής προελεύσεως, πως ο παραβατικός είναι κατά βάθος ένα χρυσό παιδί που οι κοινωνικές συνθήκες, ο καπιταλισμός, τα μονοπώλια, το κακό το ριζικό μας – η ζωή που μας μισεί, οδήγησαν “στον κακό τον δρόμο”, ενώ μέσα του υπάρχει ο καλός άνθρωπος του Σετσουάν, που λίγο αλληλεγγύη και κατανόηση να του δείξεις, θ’ αρχίσει τις αγαθοεργίες.
Αν δεν θέλουμε να ζούμε μόνιμα στο φάσμα του φόβου, αν δεν θέλουμε η κτηνωδία στα Γλυκά Νερά να είναι ακόμα μια χάντρα στο κομπολόι της εγκληματικότητας (σαν χθες, πριν δέκα χρόνια, σκοτώθηκε από μαχαίρι αλλοδαπού ο Μανώλης Καντάρης την ώρα που πήγαινε στο μαιευτήριο για τη γέννα της γυναίκας του) πρέπει εδώ και τώρα να αλλάξει το νομικό και σωφρονιστικό σύστημα (η νοοτροπία και οι αντιλήψεις θέλουν περισσότερο χρόνο) ως εξής:
– Το σπίτι μου είναι το φρούριό μου. Μπούκαρες μέσα; Σε αντιμετωπίζω με κάθε μέσον που διαθέτω. Εάν προκαλέσω τον θάνατό σου, λυπάμαι, ας πρόσεχες.
– Παράβαση που επαναλαμβάνεται να δικάζεται με κλιμακούμενη αυστηρότητα. Δεν είναι δυνατόν η δέκατη κλοπή πορτοφολιού να έχει την ίδια ηθική απαξία με την πρώτη. Στην πρώτη, μπορεί να είναι και μια περίπτωση Γιάννη Αγιάννη, στη δέκατη δεν είναι. Αν οι ποινές είναι συνεχώς αστείες, ο πορτοφολάς αργά ή γρήγορα θα ανέβει “επίπεδο δυσκολίας”.
– Η ποινή της φυλάκισης για αδικήματα κατά της ζωής και της περιουσίας να συνεπάγεται… φυλάκιση! Ούτε εξαγορά, ούτε αναστολή, ούτε ανασταλτικός χαρακτήρας της έφεσης. Από το εδώλιο στην “ψειρού”.
– Τα ισόβια για ειδεχθή εγκλήματα να είναι ισόβια. Ούτε άδειες, ούτε αγροτικά καταστήματα. Φυλακές υψίστης ασφαλείας και σε βγάζουν, όταν αποφασίσει ο γιαραμπής, τέσσερεις.
– Αλλοδαπός που παρανόμησε, μετά την έκτιση της ποινής απελαύνεται. Το να συνεχίζουμε να κρατάμε στη χώρα ανθρώπους που, δεν φτάνει ότι μπήκαν παράνομα, αλλά κάνουν καριέρα στην παρανομία, είναι εθνικό έγκλημα.
– Κάμερες παντού. Δεν παθαίνεις τίποτε, αν είσαι νόμιμος, από την καταγραφή της δημόσιας παρουσίας σου σε ψηφιακό υλικό, που σε 30 μέρες, αν δεν προκύψει κάτι, θα σβηστεί. Αντιθέτως, είσαι περισσότερο ασφαλής, αν οι εγκληματίες ξέρουν πως όπου και να παν, κάποια κάμερα θα τους πιάσει.
Και τέλος, το καταθέτω ως τροφή για σκέψη: εφαρμογή του συστήματος της Ελβετίας. Δηλαδή, νόμιμη οπλοκατοχή μετά από εκπαίδευση, με προϋποθέσεις προτέρου εντίμου, χωρίς περιστατικά βίας, βίου και με γνωμάτευση ψυχιάτρου, ΜΟΝΟ μέσα στο σπίτι και μόνο για άμυνα, με τήρηση όλων των κανονισμών ασφαλείας για τη φύλαξη και τη χρήση του όπλου. Ξέρω, υπάρχει μεγάλος αντίλογος.
Αλλά να αρχίσουμε να το συζητάμε, καθώς και η Ελλάδα και η Ευρώπη έπαψαν να είναι οι ασφαλείς περιοχές που ήταν κάποτε, τότε που οι εγκληματικές ενέργειες ήταν τόσο λίγες που γινόντουσαν τραγούδια, σαν τον “καημένο Αθανασόπουλο”. Το έγκλημα είναι ένα “επάγγελμα”. Αν έχει πολύ κέρδος και ελάχιστο ρίσκο, θα βρεθούν κάποιοι που θα το προτιμήσουν. Πρέπει να ανεβάσουμε το ρίσκο. Μην ξεχνάτε πως η απαγόρευση κατοχής όπλου ισχύει μόνο για τους νόμιμους!
Πολύ φοβάμαι, όμως, ότι και το έγκλημα στα Γλυκά Νερά θα μας απασχολήσει μερικές μέρες και μετά θα ξεχαστεί όπως ξεχάστηκαν τόσα άλλα, για να συνεχίσει να κυριαρχεί στον δημόσιο βίο η αντίληψη πως η σκληρή τιμωρία του παραβατικού είναι “αυταρχισμός” και όποιος την υποστηρίζει, “φασίστας”, διότι πρέπει να δώσουμε στους κακοποιούς μια δεύτερη και τρίτη και τέταρτη ευκαιρία. Η μωρομάνα όμως, που έχασε τη ζωή της από τα χέρια των ληστών, δεν θα έχει καμία άλλη ευκαιρία να κρατήσει στην αγκαλιά της ένα παιδί που θα μεγαλώσει ορφανό, όπως μεγάλωσαν ορφανά τα παιδιά του Μανώλη Καντάρη, ρωτώντας “γιατί;”.
Να το πούμε ξεκάθαρα: μια κοινωνία που “χαϊδεύει” την εγκληματικότητα είναι συνένοχη στα εγκλήματά της.