ΕΡΩΤΗΣΗ
Του: Κυριάκου Βελόπουλου, Προέδρου Κόμματος, Βουλευτή Λάρισας
ΠΡΟΣ: Την κ. Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων
ΘΕΜΑ: «Διακριτική δυσμενής μεταχείριση μαθητών Λυκείου»
Κυρία Υπουργέ,
Εκ της αναγνώσεως αλλά και εκ της πρακτικής εφαρμογής της υπ’ αρ. «Δ1α/Γ.Π.οικ. 22437» ΚΥΑ: «Εφαρμογή του υποχρεωτικού μέτρου του διαγνωστικού ελέγχου νόσησης (δωρεάν αυτοδιαγνωστικός έλεγχος) από τον κορωνοϊό COVID-19 σε μαθητές/τριες, εκπαιδευτικούς, μέλη Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (ΕΕΠ) και Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού (ΕΒΠ), διοικητικού και λοιπού προσωπικού των σχολικών μονάδων των ημερησίων και εσπερινών Γενικών Λυκείων (ΓΕ.Λ.) και Επαγγελματικών Λυκείων (ΕΠΑ.Λ.), Λυκειακών Τάξεων των Γυμνασίων με Λυκειακές Τάξεις της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης» διαπιστώθηκε ότι, μολονότι λαμβάνεται μέριμνα για τους μαθητές με αναπηρίες και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, ωστόσο, δεν λαμβάνεται μέριμνα για τους μαθητές, οι οποίοι για ανεξάρτητους λόγους δεν επιθυμούν, κατόπιν απόφασης των κηδεμόνων τους, να κάνουν την εν λόγω εξέταση.
Οι λόγοι αυτοί ανάγονται ενδεικτικά σε επιφυλάξεις των κηδεμόνων των τελευταίων, σχετικά με τη διενέργεια της ως άνω ιατρικής πράξης, την αποτελεσματικότητά της, την διαχείριση των προσωπικών δεδομένων τους και ασφαλώς, ζητήματα που άπτονται της συνταγματικότητας των παραπάνω διατάξεων. Οι τελευταίοι μαθητές δεν γίνονται δεκτοί στα μαθήματα και δεν τους παρέχεται η δυνατότητα σύγχρονης ταυτόχρονης τηλεκπαίδευσης, η οποία, ωστόσο, συνεχίζει να παρέχεται στους μαθητές, που διαπιστωθούν ότι είναι φορείς του ιού και μάλιστα, χωρίς η παρακολούθηση γι’ αυτούς να είναι υποχρεωτική.
Κατόπιν των παραπάνω, δημιουργείται μια αναιτιολόγητη και ιδιαίτερα δυσμενής διάκριση σε βάρος των μαθητών, οι οποίοι δεν θέλουν να κάνουν το άνω διαγνωστικό τεστ, στους οποίους δεν παρέχεται η δυνατότητα να συνδεθούν στην σύγχρονη ταυτόχρονη τηλεκπαίδευση, μολονότι, παραμένουν σπίτι τους και δεν συντρέχει, επομένως, ως προς αυτούς φόβος να συγχρωτιστούν με άλλους μαθητές και συνεπώς, λόγοι Δημόσιας Υγείας. Η διάκριση αυτή δημιουργεί σοβαρή διακινδύνευση στην προσωπική, μαθησιακή και κοινωνική τους εξέλιξη, καθώς, πέραν των άλλων, ο αποκλεισμός τους, τόσο από την δια ζώσης εκπαίδευση, όσο και από την τηλεκπαίδευση, συνεπάγεται γι’ αυτούς συνεχιζόμενες απουσίες.
Με δεδομένα όλα τα παραπάνω,
Ερωτάται η κ. Υπουργός:
1. Σε ποια επιστημονική ή άλλη εισήγηση βασίστηκε ο αποκλεισμός των μαθητών που δεν θα κάνουν το άνω διαγνωστικό τεστ από τη δυνατότητα παρακολούθησης της σύγχρονης ταυτόχρονης τηλεκπαίδευσης, η οποία συνεχίζει να λειτουργεί και να παρέχεται;
2. Τι προτίθεσθε να πράξετε, σχετικά με τις απουσίες των ως άνω μαθητών, που δεν υποβλήθηκαν για τους ανωτέρω λόγους στο εν λόγω διαγνωστικό τεστ, οι οποίες μετράνε, ήδη, από τη Δευτέρα 12/04/2021, την στιγμή, μάλιστα, που για τους μαθητές που νοσούν, η υποχρέωση παρακολούθησης δεν είναι υποχρεωτική, άρα, σε αυτούς δεν λογίζονται απουσίες, ακόμη και αν δεν παρακολουθήσουν την παρεχόμενη τηλεκπαίδευση;
3. Πέρα από τυχόν ιατρικές εισηγήσεις, υπήρξε ή ζητήθηκε εισήγηση αναφορικά με την συνταγματικότητα εκείνων των διατάξεων, που αποτελούν αναιτιολόγητη και ιδιαίτερα δυσμενή διάκριση κατά των μαθητών που δεν θα κάνουν το άνω διαγνωστικό τεστ, ενόψει, ιδίως, του γεγονότος ότι, η άρνησή τους αυτή δεν δημιουργεί διακινδύνευση σε τρίτους, επομένως, δεν εδράζεται σε λόγους Δημόσιας Υγείας;
4. Προτίθεσθε να επιτρέψετε την πρόσβαση των μαθητών, που δεν θα κάνουν το άνω διαγνωστικό τεστ στην σύγχρονη ταυτόχρονη τηλεκπαίδευση, η οποία συνεχίζει να παρέχεται;
Ο ερωτών Βουλευτής
ΒΕΛΟΠΟΥΛΟΣ ΚΥΡΙΑΚΟΣ
Διαβάστε την απάντηση εδώ