Παρακολουθώ, στενά, σχεδόν σαράντα χρόνια τα πολιτικά δρώμενα, είτε από προσωπικό ενδιαφέρον είτε από επαγγελματική διαστροφή. Κι ομολογώ ότι όλα αυτά τα χρόνια, ουδέποτε έχω ακούσει πολιτικό που βρίσκεται στο κατώφλι της εξουσίας να μιλά χωρίς να υπόσχεται τίποτα, χωρίς να καλλιεργεί προσδοκίες που δεν μπορεί να υλοποιήσει. Ο πολιτικός ρεαλισμός του Κυριάκου Μητσοτάκη αποτυπώθηκε για άλλη μια φορά στην τηλεοπτική συνέντευξη που παραχώρησε προχθές.
«Δεν πρόκειται να δεσμευτώ δημόσια για τίποτα, για το οποίο δεν είμαι απολύτως σίγουρος ότι μπορώ να εφαρμόσω την επόμενη μέρα», ανέφερε, χωρίς να χαϊδέψει τ’ αυτιά κανενός και χωρίς να καταφύγει στην ανέφικτη υποσχεσιολογία κι ουτοπία της Αριστεράς και του Αλέξη Τσίπρα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δείχνει – το έκανε και στη συγκεκριμένη συνέντευξή του- ότι δεν υπάρχει άλλη οδός από ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις «ελληνικής ιδιοκτησίας». Γνωρίζει, ότι μόνο έτσι μπορεί να επαναδιαπραγματευθεί τα υψηλά – φονικά πρωτογενή πλεονάσματα, ούτως ώστε να κερδίσει περισσότερο και μεγαλύτερο δημοσιονομικό χώρο.
«Ποιον θα πιστέψει ένας απλός πολίτης; Αυτόν που τα συμφώνησε, τα ψήφισε και τα εφάρμοσε ή αυτόν ο οποίος έρχεται -χωρίς να τάζει λαγούς με πετραχήλια- και λέει ότι εγώ, με αξιοπιστία, θα προσπαθήσω να πετύχω το καλύτερο δυνατόν;», ήταν η αναφορά του, που αποτελεί τροχιοδεικτική των προθέσεών του.
Επιπλέον, ο λόγος του δεν ήταν οξύς κι ακόμη κι οι χαρακτηρισμοί του για τους πολιτικούς αντιπάλους ήταν ευπρεπείς. Ανέφερε χαρακτηριστικά:
« Ποιος θα κερδίσει σήμερα αυτό τον οποίο αποκαλούμε τον μεσαίο χώρο; Τον μετριοπαθή, ανένταχτο συμπολίτη μας ο οποίος βλέπει μια κρίση ότι παρατείνεται και ψάχνει από κάπου να πιαστεί; Ο οποίος μπορεί να είχε ψηφίσει ή να μην είχε ψηφίσει στο παρελθόν την Νέα Δημοκρατία ή το ΠΑΣΟΚ ή μπορεί να είχε ψηφίσει και τον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτοί οι πολίτες σήμερα, οι οποίοι τοποθετούνται στο κέντρο του πολιτικού φάσματος θα κρίνουν τις επόμενες εκλογές».
Αναφορικά με το δημόσιο, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επανέλαβε την δέσμευσή του ότι δεν θα απολυθεί ούτε ένας δημόσιος υπάλληλος, όμως ξεκαθάρισε ότι για την πρώτη διετία θα εφαρμόσει την αναλογία μια πρόσληψη ανά πέντε αποχωρήσεις. Στη συνέχεια, είπε, θα διαμορφωθεί νέα αναλογία ανάλογα με τις ανάγκες της δημόσιας διοίκησης. Στόχος της ΝΔ, εξήγησε είναι ένα πιο ευέλικτο και λειτουργικό Δημόσιο, που θα συνεργάζεται στενότερα με τον ιδιωτικό τομέα και δεν θα λειτουργεί ως μηχανισμός πρόσληψης ημέτερων.
Αναφερόμενος στην μέρα μετά τις επόμενες εκλογές, ο πρόεδρος της ΝΔ προανήγγειλε πως θα απευθύνει κάλεσμα για ευρεία διακομματική συνεργασία ακόμα κι αν το κόμμα του εξασφαλίσει αυτοδυναμία. Διευκρίνισε πως το κριτήριο για την επιλογή εταίρων δεν θα είναι εάν πρόσκεινται στη δεξιά ή την αριστερά, αλλά εάν στηρίζουν την μεταρρυθμιστική πρόοδο έναντι του παλιού. Αποσαφήνισε ωστόσο πως σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να αποταθεί στον ΣΥΡΙΖΑ και στους Ανεξάρτητους Έλληνες, τους οποίους χαρακτήρισε δυνάμεις του λαϊκισμού και της καθυστέρησης.
Τέλος, δεν μπορεί να μη σχολιαστεί το πολιτικό κι ευγενικό άδειασμα που έκανε προς τον δήμαρχο Θεσσαλονίκης, Γιάννη Μπουτάρη, λίγες ώρες μετά την παροχή χρίσματος από τον Αλέξη Τσίπρα.
«Σε προσωπικό επίπεδο, μου είναι συμπαθής. Θεωρώ ότι πράγματι βοήθησε τη Θεσσαλονίκη να αποκτήσει μία εξωστρέφεια. Θεωρώ όμως ότι ως Δήμαρχος δεν έχει πετύχει. Δείτε την κατάσταση της πόλης. Και ξέρετε, οι Δήμαρχοι κρίνονται στη βάσανο της καθημερινότητας. Αν είναι καθαρή η πόλη, αν λειτουργούν καλά οι δημόσιες υπηρεσίες. Και θεωρώ, από την εικόνα που έχω, ότι τουλάχιστον ο κ. Μπουτάρης εκεί δεν έχει πετύχει», ανέφερε.