Αλλιώς σε ό,τι δεν μας αξίζει
Αποτελεί κοινή παραδοχή ότι η Ελλάδα, παρά την πρόοδο που συντελέστηκε τους δύο σχεδόν αιώνες που μεσολάβησαν από την ίδρυση του κράτους μας και τις αδιαμφισβήτητες επιτυχίες μας στο διάστημα αυτό, εξακολουθεί να ταλανίζεται από προβλήματα τα οποία θα μπορούσαν να έχουν λυθεί, θεσμικά και πρακτικά. Οι δομικές παθογένειες στο κράτος μας δεν δημιουργήθηκαν μόνες τους. Προέκυψαν από την έλλειψη της πολιτικής καθαυτό και την υποκατάστασή της από τις παρεκβάσεις της: την μικροπολιτική και τη μεγαλοπολιτική. Αυτή όμως η εξήγηση του γιατί εξακολουθούν να συμβαίνουν στραβά και δεν μπορεί να είναι δικαιολογία.
Η ελληνική πολιτική τάξη έχει συνηθίσει να κινείται ανάμεσα σε δύο άκρα: της μικροπολιτικής -των μικροδιευθετήσεων και του πελατειασμού- με τον περιορισμένο ορίζοντά της∙ και της μεγαλοπολιτικής -των μεγάλων οραμάτων και ιδεολογίων- με ορίζοντα την ουτοπία, χωρίς καμιά γείωση στην πραγματικότητα. Έτσι όμως χάνεται η μεσότητα, η πολιτική καθαυτό. Το έλλειμμα ουσιαστικής πολιτικής εξακολουθεί να συντηρείται από τα κόμματα της Aντιπολίτευσης, μείζονος και ελάσσονος, στηρίζοντας πολιτικά και ηθικά τους πυρήνες του βαθέος κράτους, οι οποίοι ανθίστανται στην ανακατασκευή και την ανανέωση της δημόσιας διοίκησης.
Η πολιτική πρόταση της διακυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι η επικράτηση της πολιτικής καθαυτό έναντι των παρεκβάσεών της. Η πολιτική, για εμάς, συνίσταται στην επίλυση κοινωνικών και εθνικών προβλημάτων, τη δημιουργία προοπτικής για τις νέες γενιές με γνώμονα το κοινό αγαθό, τη στήριξη της Πατρίδας και των ανθρώπων: με τεχνογνωσία, γνώση των δεδομένων, πραγματισμό, υπευθυνότητα, σεβασμό, ανθρωπισμό. Η ανείπωτη τραγωδία στα Τέμπη μας υπενθύμισε, με δραματικό τρόπο, ότι η πολιτική τάξη δεν μπορεί να συνεχίσει ούτε στο δρόμο της μικροπολιτικής, ούτε στο δρόμο της μεγαλοπολιτικής. Είναι αδιέξοδοι και επισωρεύουν προβλήματα.
Αποτελεί απαίτηση της Ιστορίας και της κοινωνίας των πολιτών να γυρίσουμε οριστικά σελίδα. Να σταματήσουμε να γράφουμε σελίδες στο βιβλίο του χθες και να συνεχίσουμε να γράφουμε στο βιβλίο του αύριο. Αν θέλουμε κάτι καλύτερο, από εδώ και εμπρός, επιβάλλεται αλλιώς σε όλα εκείνα που ακόμα δεν άλλαξαν. Να συνεχίσουμε να κάνουμε όσα κάναμε καλά, και να κάνουμε καλύτερα όσα δεν κάναμε όσο καλά θέλαμε και θα έπρεπε.
Η Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει δείξει και αποδείξει τη φύση της: πραγματισμός, σχεδιασμός, επαγγελματισμός, εστίαση στα προβλήματα της κοινωνίας και της πατρίδας, αποτελεσματικότητα, ανθρωπισμός, μέριμνα για όλους.
Αντίθετα, τα κόμματα της Αντιπολίτευσης κινούνται εντός ενός πλαισίου πολιτικής -ιδεολογικά και πρακτικά- που είναι παρωχημένο και δεν μπορεί να ανταποκριθεί στα σημερινά δεδομένα και, κυρίως, στις προσδοκίες και τις απαιτήσεις των πολιτών. Αναγάγουν σε μείζονα τα ζητήματα που ενδιαφέρουν το στενό τους κομματικό πυρήνα και τα ίδια, ως οργανισμούς, και δεν λένε τίποτα ουσιαστικό και πρακτικό για όσα νοιάζουν τους πολίτες.
Όποιο κόμμα θέλει να είναι ειλικρινές και χρήσιμο στον τόπο μας και τους πολίτες, χρειάζεται να επικεντρωθεί στο μεδούλι της πολιτικής: την επίλυση προβλημάτων. Είναι ιστορική και κοινωνική απαίτηση να μπει τελεία και να προχωρήσουμε αλλιώς σε κάθε τομέα και χώρο που έχει μείνει πίσω και δεν ακολουθεί το ρυθμό της εποχής. Για τον τόπο μας και τους ανθρώπους μας, χωρίς συμβιβασμούς. Η ανακατασκευή της δημόσιας διοίκησης, η αναγέννηση της Ελλάδας, δεν μπορεί να γίνει με υλικά του χθες.