«Έφυγε» κι η Αρλέτα!
Ένας θρύλος του νέου κύματος, που ξεπέρασε κατά πολύ την προσωπική της ατομικότητα κι έγινε συνώνυμο μιας εποχής, μαζί με τον Γιάννη Σπανό, τον Νότη Μαυρουδή, την Πόπη Αστεριάδη, τον Μιχάλη Βιολάρη, την Καίτη Χωματά, τον Γιώργο Ζωγράφο, τον Γιάννη Πουλόπουλο, τον Λάκη Παππά…
Την Αρλέτα τη γνώρισα από τον Γιάννη Σπανό και τις πολλές ραδιοφωνικές εκπομπές στην οποία την είχα προσκεκλημένη κάθε φορά που ένιωθε ότι κάτι είχε να πει. «Δύσκολος» άνθρωπος βίωνε με δυσκολία τη δημοσιότητα. Το πιο σωστό είναι να πούμε ότι την απεχθανόταν. Προτιμούσε τις παρέες σε σπίτια με φίλους, όπου μιλούσε ασταμάτητα… Μέχρι σημείου να εκνευρίζει τους άλλους με την πολυλογία της…
Ήταν μια σημαντική καλλιτεχνική προσωπικότητα, που διόλου τυχαία την αποκάλεσαν Τζοάν Μπαέζ.
Ιδιαίτερος χαρακτήρας, «δύσκολος» μα και γλυκός άνθρωπος, ζούσε σε έναν δικό της κόσμο που τον οραματιζόταν τελείως διαφορετικό από τα ειωθότα.
Οι παλαιότεροι που την έζησαν στις μπουάτ της Πλάκας στα τέλη της δεκαετίας του ΄60, έλεγαν ότι πολλές φορές αισθανόταν άβολα εκεί, είτε από την αστυνόμευση και λογοκρισία της χούντας είτε λόγω της σχετικής συμβατικότητας του κοινού που πήγαινε και την άκουγε.
Πρακτικός άνθρωπος, ίσως και λίγο τεμπέλα, δεν μπόρεσε ποτέ να αξιοποιήσει τα μαθήματα που της έκανε ο Νότης Μαυρουδής στην κιθάρα και κυρίως στο πώς να τοποθετεί τα δάκτυλά της σ’ αυτή, για μεγαλύτερη ευκολία. Δεν διάβαζε, δεν είχε υπομονή, δεν έβρισκε… χρόνο. Ωστόσο, κατάφερε με τον δικό της τρόπο να δημιουργήσει τον προσωπικό της ήχο και ν’ αποκτήσει το δικό της στίγμα. Κι ήταν ιδιαίτερη συγκινητική η τελευταία της επιθυμία: Να πάρει μαζί της την πρώτη της κιθάρα!
Λάτρευε τον σκύλο της, τα γατιά της, τα έκανε στιχουργικά θέματα σε κάποια τραγούδια της.
Λάτρευε και τον Χατζηδάκι. Λέει ο Γιάννης Σπανός, ότι κάθε φορά που η Αρλέτα ήταν να συναντηθεί με τον «μεγάλο ερωτικό», ένιωθε ότι είχε ραντεβού με το θείο, το επουράνιο!
Λάτρευε και κάτι ακόμη: Την ιστορία και την παράδοση. «Χώθηκε» στα βάθη του Χατζηδάκι, του Θεοδωράκη, του Αττίκ, του ρεμπέτικου. Και το έκανε με τεράστιο σεβασμό μα με τη δική της ερμηνευτική σφραγίδα.
Ακόμη κι όταν άρχισε να μπαινοβγαίνει στα νοσοκομεία, το έκανε με μοναδική αξιοπρέπεια. Μόνο ο πιο καλός της φίλος, ο Λάκης Παπαδόπουλος, βίωσε μαζί της την πορεία της στο αναπόφευκτο.
Πορεύτηκε στο μουσικό στερέωμα 51 χρόνια με τον απαράμιλλο λυρισμό της και τις χαμηλόφωνες – εσωτερικές – ποιητικές ερμηνείες της. Κι αυτό αποτελεί το μέγα της εύσημο. Ειδικά στο ξεκίνημά της που κυριαρχούσε παγκοσμίως η ροκ υστερία, εκείνη επέμενε στο δικό της ύφος. Και στη συνέχεια, όμως, ουδόλως ενέδωσε στα μεγάλα φώτα και τον καταναλωτισμό της μουσικής και του τραγουδιού.
Η Αρλέτα έφυγε, μα με την προσωπικότητα, τη φωνή, τους στίχους και τις μουσικές της θα εξακολουθήσει να εξιτάρει τις αισθήσεις της Βαλκάνιας και Μεσόγειας ανθρωπογεωγραφίας μας…
Μέσα από όλα αυτά, δεν μπορούμε παρά να πούμε με ρεαλισμό ότι και για εμάς και για εκείνη η ζωή συνεχίζεται στο πέρασμα του χρόνου.
Καλό ταξίδι νάχει…