Κύριε Τσίπρα, ξεκινήσατε την παρέμβασή σας με ύβρεις και χαρακτηρισμούς. Είναι ξεκάθαρο ότι δεν επιδιώκατε να αξιοποιήσετε τη δυνατότητα που σας δίνει ο Κανονισμός για να συζητήσουμε νηφάλια μία επίκαιρη ερώτηση.
Θέλατε -για άλλη μια φορά- να πέσουμε σε μία παγίδα έντασης και ανταλλαγής χαρακτηρισμών. Σας λέω λοιπόν από τώρα, αν θέλετε εσείς να κινηθείτε σε αυτήν την κατεύθυνση, είναι δικαίωμά σας. Εγώ δεν πρόκειται να ακολουθήσω. Έχω μια χώρα να κυβερνήσω και ένα λαό να ενημερώσω.
Προσέρχομαι, κυρίες και κύριοι βουλευτές -για τρίτη σε διάστημα λιγότερο από πέντε μήνες από τη ψήφο εμπιστοσύνης προς την Κυβέρνηση- στη Βουλή για να αξιοποιήσω τη διαδικασία της «Ώρας του Πρωθυπουργού». Και επειδή κ. Τσίπρα με χαρακτηρίσατε δειλό και ότι αποφεύγω να έρχομαι στη Βουλή και να απαντώ στα ερωτήματά σας, θα ήθελα απλά, χάριν της ιστορίας, να καταθέσω στα πρακτικά τα δικά σας τα στατιστικά στοιχεία που αφορούν τον τρόπο που εσείς αξιοποιήσατε την «Ώρα του Πρωθυπουργού». Είχαν κατατεθεί κατά τα 4,5 χρόνια που κυβερνούσατε, κ. Τσίπρα, 319 ερωτήσεις προς τον Πρωθυπουργό. Απαντήσατε συνολικά σε 4,5 χρόνια, στις 11. Μία κάθε 5,5 μήνες. Ποσοστό 3,5%. Κάτι σας θυμίζει αυτό το ποσοστό. Μου φαίνεται σας καταδιώκει λίγο. Μπορεί να μην απαντούσατε ως Πρωθυπουργός, όμως ως βουλευτής αποφασίσατε να ρωτήσετε. Δεν λέω, είναι και αυτό ένα κάποιο βήμα, αλλά και εδώ κ. Τσίπρα -για άλλη μια φορά- είστε και θεσμικά αδιάβαστος και πολιτικά επιπόλαιος.
Το άρθρο 129 του Κανονισμού της Βουλής επιβάλλει οι επίκαιρες ερωτήσεις, να είναι σύντομες, το πολύ για δύο θέματα. Η κυρία Γεννηματά πρέπει να πω ότι τήρησε αυτόν τον κανόνα. Εσείς καταθέσατε μία τρισέλιδη ερώτηση -περιέχει πέντε διαφορετικά ζητήματα- η οποία συνοδεύεται μάλιστα και με μια σειρά από ανύπαρκτες παραδοχές. Κοιτάξτε λοιπόν εδώ τι γίνεται κ. Τσίπρα, έχει πολύ ενδιαφέρον αυτό. Καταθέσατε αυτή την ερώτηση πράγματι πριν ψηφιστεί ο Ποινικός Κώδικας. Δεν μπορούσα να σας απαντήσω την προηγούμενη εβδομάδα, διότι είχα ανειλημμένες υποχρεώσεις. Βρίσκομαι όμως αυτήν την εβδομάδα εδώ για να σας απαντήσω.
Επανακαταθέσατε κ. Τσίπρα ακριβώς την ίδια ερώτηση. Στο τρίτο υπό-ερώτημα αναφέρετε επί λέξει: «Τι ωθεί την Κυβέρνηση να θέσει νέο χρονικό όριο χωρίς να προβλέπεται», προσέξτε, εσείς το ρωτάτε αυτό, «χωρίς να προβλέπεται μεταβατική περίοδος εφαρμογής». Δεν προβλέπεται; Πάλι αδιάβαστος, κ. Τσίπρα; Μα, εδώ δεν έχετε δει το άρθρο 15; Με μεγάλα γράμματα γράφει εδώ: «Μεταβατική διάταξη».
Όταν ξανακαταθέτετε, λοιπόν, την ίδια ερώτηση φροντίστε παρακαλώ, φροντίστε, και για την ασυλία των τραπεζικών υπάρχει μεταβατική διάταξη και εκεί πάλι είστε αδιάβαστοι. Λοιπόν, φροντίστε τουλάχιστον όταν πρόκειται να επανακαταθέτετε μία ερώτηση να την προσαρμόζετε στην πραγματικότητα. Διαβάστε την εσείς ο ίδιος τουλάχιστον. Διαβάστε την εσείς ο ίδιος, να έχετε προσωπική άποψη για αυτά τα οποία καταθέτετε.
Κατηγορείτε εσείς, ο ΣΥΡΙΖΑ, τη Νέα Δημοκρατία για επιεική στάση στη διαφθορά. Μάλιστα. Εγώ θα μιλήσω -για άλλη μια φορά- κ. Τσίπρα, με πολύ συγκεκριμένα στοιχεία. Το 2012, η Ελλάδα πού βρισκόταν στην κατάταξη της Διεθνούς Διαφάνειας; Στην 94η θέση. Το 2015 βρέθηκε στην 58η θέση για να ξανακυλήσει το 2018 στην 67η θέση. Αυτά είναι έργα και ημέρες της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, με στοιχεία. Ξέρετε, είναι πολύ υποκριτικό, κ. Τσίπρα, να αναμασάτε διαρκώς αυτή την καραμέλα περί λευκών κολάρων. Μας τους είπατε τώρα και «μπαχαλάκηδες» των λευκών κολάρων, τους διακρίνατε από άλλους μπαχαλάκηδες. Κοιτάξτε, εμείς δεν θέλουμε ούτε «μπαχαλάκηδες» λευκών κολάρων, ούτε «μπαχαλάκηδες» στα Πανεπιστήμια. Ο νόμος σε αυτή τη χώρα θα εφαρμόζεται για όλους, είτε είναι δυνατοί, είτε είναι αδύνατοι. Αν σας αρέσει. Αν βλέπετε την εφαρμογή του νόμου ως εμπόδιο για την τήρηση της δημοκρατικής νομιμότητας, να μας το πείτε, κύριε Τσίπρα, να το καταλάβουμε και εμείς.
Λοιπόν, πάμε να δούμε τι έγινε επί δικών σας ημερών για τα εγκλήματα του λευκού κολάρου. Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Στην 4η Έκθεση Ενισχυμένης Εποπτείας -ναι αυτή που δημοσιεύτηκε πριν από λίγες ημέρες και ενέκρινε απόλυτα την κυβερνητική πολιτική ανοίγοντας το δρόμο και για την απελευθέρωση των SΜPs και ANFAs και χωρίς αστερίσκους και υποσημειώσεις- ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός κατά της Διαφθοράς αλλά και η GRECO σας εγκαλούν και σας εγκαλούσαν, κ. Τσίπρα, γιατί ακριβώς; Να το πούμε, για να το καταλάβουν και οι Έλληνες πολίτες. Ότι μετατρέψατε τη δωροδοκία σε απλό πλημμέλημα από βαρύ κακούργημα.
Αυτά κάνατε, κ. Τσίπρα. Μήπως δεν τα γνωρίζατε, κ. Τσίπρα; Μήπως έγιναν ερήμην της δικής σας δηλωμένης βούλησης να πολεμήσετε τη διαφθορά; Αυτά κάνατε, κ. Τσίπρα και αυτά διορθώνουμε με τον Ποινικό Κώδικα. Και τα διορθώνουμε κατόπιν εισήγησης της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής, κ. Τσίπρα. Προσέξτε, λοιπόν, τα λόγια σας όταν μιλάτε για λευκά κολάρα. Μπορεί ενίοτε να είναι και λερωμένα και γραβάτα να μη φοράνε.
Έρχομαι τώρα στα συγκεκριμένα τρία ερωτήματα τα οποία θέσατε. Μας ρωτάτε για άλλη μία φορά -θα έχετε βέβαια και τη δυνατότητα να το κάνετε και σήμερα και τη Δευτέρα στη συζήτηση στην Ολομέλεια- γιατί δεν υιοθετούμε την ερμηνευτική δήλωση στο άρθρο 86 περί ευθύνης υπουργών. Σας έχουμε απαντήσει επισταμένα στην Επιτροπή, ο κ. Τζαβάρας, οι βουλευτές που πήραν το λόγο, ο κ. Γεραπετρίτης. Σας έχουμε εξηγήσει τη στάση μας για το ζήτημα αυτό. Θα την επαναλάβω για άλλη μια φορά. Η ερμηνευτική σας δήλωση διακρίνει τα αδικήματα σε αυτά τα οποία τελούνται κατά την άσκηση και επ’ ευκαιρία των υπουργικών καθηκόντων. Αυτό το επιχείρημα είναι ένα φτηνό πυροτέχνημα κ. Τσίπρα και είναι ληγμένο μάλιστα. Διότι αν συμβουλευόσασταν κάποιους νομικούς θα μπορούσαν ίσως να σας είχαν προστατέψει για αυτά που εισηγείστε.
Αυτή η διάκριση, την οποία υποκριτικά εισηγείστε, ξέρετε πολύ καλά ότι έχει ήδη οριοθετηθεί από το Ειδικό Δικαστήριο. Και βεβαίως δεν διαφοροποιεί -ούτε θα μπορούσε να το κάνει- τη σαφή νομολογία για το τι συνιστά άσκηση καθηκόντων και τι συνιστά επ’ ευκαιρία άσκηση καθηκόντων. Αν πάλι όμως επιδιώκετε κάτι άλλο με την ερμηνευτική σας δήλωση -και θα ήθελα να το ξεκαθαρίσετε- όπως η αναβίωση αδικημάτων για την οποία έχει παρέλθει η αποσβεστική προθεσμία για την άσκηση δίωξης, να μας πείτε αν θέλετε να κάνετε αυτό, αν αυτό επιδιώκετε. Τότε, να μας πείτε και να μας εξηγήσετε πώς αυτό δεν καταλύει κάθε έννοια κράτους δικαίου, διότι θα οδηγούσε πολύ απλά σε αναδρομική εφαρμογή ποινικού νόμου και θα διάβρωνε ένα θεμέλιο λίθο του δικαίου που ισχύει από τον 17ο αιώνα. Αν εννοείτε αυτό να το εξηγήσετε τουλάχιστον.
Σταματήστε, κ. Τσίπρα, αυτή την υποκρισία γύρω από την ευθύνη των Υπουργών γιατί υπάρχει και η ιστορία. Να σας θυμίσω -ακόμα μια φορά- ότι το Νοέμβριο του 2006, στην πρώτη μου θητεία στη Βουλή, μαζί με έξι συναδέλφους από τη Νέα Δημοκρατία και τον κ. Λοβέρδο από το ΠΑΣΟΚ είχαμε υπογράψει πρόταση για την αναθεώρηση του άρθρου 86.
Τη χαρακτηρίζαμε τότε, διακομματικό εργαλείο ατιμωρησίας και ασυλίας των πολιτικών, το οποίο δεν επιτρέπει την ενδελεχή έρευνα των επιλήψιμων πράξεών τους. Πράγματι δεν είχε τότε το θάρρος το πολιτικό σύστημα, ούτε το δικό μου κόμμα, να κρίνει το άρθρο 86 ως αναθεωρητέο. Δεν είδα και κανέναν βέβαια από την Αριστερά τότε να υποστηρίζει την πρότασή μας. Κανείς δεν υπέγραψε από το δικό σας χώρο, ούτε ένας. Αφήστε, λοιπόν, τους συνταγματικούς λεονταρισμούς και ας κρατήσουμε, κ. Τσίπρα, ως μια κατάκτηση του πολιτικού συστήματος ότι μπορούμε να συμφωνήσουμε επιτέλους.
Θα πω κι εγώ πρώτος, ότι υπήρξε μεγάλη καθυστέρηση στην αλλαγή του άρθρου 86 έτσι ώστε να καταργηθεί, επιτέλους, η αποσβεστική προθεσμία η οποία στην ουσία δίνει τη δυνατότητα σε υπουργικά αδικήματα να παραγραφούν πρακτικά μετά από δύο χρόνια. Είναι μια κατάκτηση για το πολιτικό σύστημα, έστω και με μεγάλη καθυστέρηση, ότι το άρθρο 86 αλλάζει. Αφήστε λοιπόν όλα τα υπόλοιπα. Nα κρατήσουμε τη μεγάλη κατάκτηση της αλλαγής του άρθρου 86 και να προχωρήσουμε επιτέλους κοιτάζοντας το μέλλον.
Πάμε τώρα στο ζήτημα της άσκησης δίωξης εναντίον τραπεζικών στελεχών κατ’ έγκληση και όχι αυτεπαγγέλτως. Αυτό υποτίθεται ότι καταγγέλλετε. Εδώ η απάντηση στηρίζεται στην κοινή λογική. Οι τράπεζες δρουν στο χώρο της ιδιωτικής οικονομίας και κάθε παράβαση που διαπράττουν τα στελέχη της τράπεζας ενδιαφέρει πρωτίστως τα ίδια τα ιδρύματα. Αυτά ζημιώνονται και αυτά θα πρέπει να ενεργοποιούν το μηχανισμό ποινικής διερεύνησης. Παλιά πρακτική να γίνονται δικαστικές έρευνες των εισαγγελέων με αυτεπάγγελτη ενέργεια.
Στην πράξη, κ. Τσίπρα, απεδείχθη επιζήμια, για τους πολίτες κυρίως. Ξέρετε τι έκανε; Οδήγησε τραπεζικά στελέχη σε μία τελείως αμυντική διάθεση απέναντι σε πρωτοβουλίες, όπως μια γενναία ρύθμιση οφειλών. Αυτήν ακριβώς την ακινησία, η οποία «παγώνει τα πάντα», έρχεται να θεραπεύσει η νέα ρύθμιση. Προβλέφθηκε, λοιπόν, η δυνατότητα έγκλησης από τις διοικήσεις των τραπεζών, ενώ για δικαστικές διερευνήσεις -επειδή μας είπατε ότι δεν υπάρχει ούτε σε αυτό μεταβατική διάταξη- που ήδη έχουν ξεκινήσει, παρέχεται μεταβατική διάταξη δύο μηνών να ασκηθεί έγκληση.
Αν πιστεύετε ότι πρέπει να δοθεί και άλλο διάστημα, να το συζητήσουμε. Είμαι ανοιχτός να το κάνουμε. Κι αν τα διοικητικά συμβούλια για οποιοδήποτε λόγο αδρανούν,υπάρχουν και γενικές συνελεύσεις, που μπορούν να αλλάξουν τα διοικητικά συμβούλια κ. Τσίπρα. Καμία υπόθεση, λοιπόν, δεν κλείνει. Οι άμεσα ενδιαφερόμενοι, δηλαδή οι ίδιες οι τράπεζες, διατηρούν ακέραιο το δικαίωμα να ασκήσουν την προβλεπόμενη έγκληση σε περίπτωση παράβασης.
Και να μη ξεχνάμε κ. Τσίπρα, ότι η τραπεζική δραστηριότητα ελέγχεται με συγκεκριμένους κανόνες. Ελέγχεται από συγκεκριμένα όργανα, ελέγχεται πρωτίστως από την Τράπεζα της Ελλάδος. Ό,τι ακριβώς ισχύει στην Ευρώπη, παντού στην Ευρώπη, ισχύει επιτέλους και στη χώρα μας. Κάποια στιγμή θα πρέπει να παραδεχθούμε με τόλμη μερικές πικρές αλήθειες. Μόνο αν τις αντιμετωπίσουμε κατάματα θα μπορέσουμε να τις αλλάξουμε.
Ξέρετε, κ. Τσίπρα, ότι πάρα πολλά τραπεζικά στελέχη σύρθηκαν στα δικαστήρια, ταλαιπωρήθηκαν για πολλά χρόνια, για επιχειρηματικές αποφάσεις τις οποίες πήραν. Το να χορηγήσει κάποιος ένα δάνειο είναι μια επιχειρηματική απόφαση, την οποία παίρνει η τράπεζα. Ελέγχεται αυτή η επιχειρηματική απόφαση από την ίδια την τράπεζα και οι διαδικασίες με τις οποίες λαμβάνεται ελέγχονται από την Τράπεζα της Ελλάδος.
Διασύρθηκαν πολλά στελέχη. Πήγαν στα δικαστήρια. Σχεδόν όλα αθωώθηκαν κ. Τσίπρα. Δεν το ξέρετε αυτό; Δεν γνωρίζετε ότι αυτή είναι η πραγματικότητα σήμερα; Και δεν γνωρίζετε ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα της χώρας σήμερα είναι αυτή η τεράστια αποεπένδυση, η οποία κρατά τη χώρα καθηλωμένη; Ποιο τραπεζικό στέλεχος σήμερα θα έχει το θάρρος να υπογράψει μία γενναία αναδιάρθρωση δανείων που θα σώσει μία επιχείρηση, θα σώσει θέσεις εργασίας;
Διότι με όλα αυτά τα οποία κάνατε, καταστρέφονταν και έκλειναν επιχειρήσεις και έμεναν άνεργοι οι εργαζόμενοι. Δεν είδα να χύνετε κανένα «κροκοδείλιο δάκρυ» για όλες τις επιχειρήσεις που δεν μπόρεσαν να αναδιαρθρωθούν, ακριβώς επειδή τραπεζίτες φοβούνταν να υπογράψουν αναδιαρθρώσεις, διότι ήξεραν ότι μπορεί να βρεθούν αντιμέτωποι με τη Δικαιοσύνη. Λοιπόν, καθαρές κουβέντες κ. Τσίπρα. Εμείς αυτή την εντολή λάβαμε από τον ελληνικό λαό: Να βάλουμε μπροστά την παραγωγική μηχανή της οικονομίας, να διορθώσουμε τις παθογένειες στο τραπεζικό σύστημα, να προσελκύσουμε επενδύσεις, να δημιουργήσουμε δουλειές. Και αυτό θα κάνουμε.
Κλείνω με το τελευταίο θέμα της επίκαιρης ερώτησης, που είναι η περίφημη δέσμευση περιουσιακών στοιχείων από την Αρχή Καταπολέμησης Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες. Ποια είναι η κατάσταση που παραλάβαμε στον τομέα αυτό; Ο Πρόεδρος της Αρχής κ. Τσίπρα είναι ένα διοικητικό όργανο -το επαναλαμβάνω- είχε τη δυνατότητα να δεσμεύει επ’ αόριστον περιουσιακά στοιχεία χωρίς να έχει ασκηθεί καμία ποινική δίωξη.
Βεβαίως αυτό δεν αφορούσε μόνο «γκρίζους» επιχειρηματίες. Αφορούσε και πολλούς απλούς πολίτες. Πολλοί μικροί επαγγελματίες, μισθωτοί, μέχρι να εξεταστεί η υπόθεσή τους, γίνονταν οικονομικά όμηροι, χωρίς να μπορούν να πληρώσουν συνεργάτες τους, να χειριστούν όπως αυτοί ήθελαν τις μεγαλύτερες ή μικρότερες περιουσίες τους. Ακόμα και αν τελικά δικαιώνονταν -και οι πιο πολλοί δικαιώνονται- είχαν στο μεταξύ καταστραφεί, κ. Τσίπρα. Κάτι που διαρκούσε για χρόνια. Αυτό μπορεί να οφειλόταν σε υπερβολικό ζήλο ή απλά σε ευθυνοφοβία του αρμόδιου οργάνου.
Και ξέρετε ότι στην πλειονότητα των υποθέσεων δικαιώνονται τελικά οι ελεγχόμενοι, το ξέρετε αυτό. Αποδίδονται αθώοι, μόνο που πάρα πολλοί μέχρι τότε έχουν χρεοκοπήσει. Προβλέψαμε, λοιπόν, ακολουθώντας στο ακέραιο τις προτάσεις της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής, κ. Τσίπρα, ότι η δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων από εδώ και στο εξής δεν μπορεί να υπερβαίνει τους 18 μήνες. Γιατί 18 μήνες, κ. Τσίπρα; Είναι το συνταγματικά προβλεπόμενο μέγιστο όριο, αυτό που ισχύει μέχρι και για την προσωρινή φυλάκιση. Συμφωνείτε με αυτή τη διάταξη για το τι πρέπει να γίνει για το μέλλον; Συμφωνείτε ή διαφωνείτε; Ή πρέπει να θεωρείτε ότι τα περιουσιακά στοιχεία μπορεί να δεσμεύονται επ’ αόριστον. Να μας το πείτε να το καταλάβουμε.
Ερχόμαστε τώρα -και να σας θυμίσω ότι αυτό αποτελούσε σύσταση του ΟΟΣΑ το οποίο κάναμε- στο ζήτημα τι γίνεται με τις υποθέσεις του παρελθόντος. Για να μην υπάρξει, λοιπόν -και εκεί θα συμφωνήσω μαζί σας- κίνδυνος άκριτης αποδέσμευσης περιουσιακών στοιχείων για τις περιπτώσεις που ήδη υπάρχουν τέτοιες εντολές, προβλέφθηκε μεταβατική διάταξη. Αυτή την οποία δεν γνωρίζατε, γι’ αυτό συμπεριλάβατε, στην ερώτηση που καταθέσατε, ερώτημα για μη ύπαρξη μεταβατικής διάταξης. Λοιπόν, υπάρχει μεταβατική διάταξη, κ. Τσίπρα. Σας την έχω καταθέσει.
Μπορεί πριν τη δευτερολογία σας να τη μελετήσετε. Να τη μελετήσετε ή να σας ενημερώσει -έχετε τον κ. Κατρούγκαλο δίπλα σας, εκλεκτό νομικό- για το τι λέει η μεταβατική διάταξη. Λοιπόν, τι λέει η μεταβατική διάταξη; Λέει ότι μέσα σε τρεις μήνες από την έναρξη ισχύος του νέου Κώδικα ο Πρόεδρος της Αρχής υποχρεούται να προωθήσει τις υποθέσεις για οριστική κρίση στον ανακριτή ή στο Δικαστικό Συμβούλιο. Δηλαδή σε ανεξάρτητους, αμερόληπτους δικαστές. Για να το πω πολύ απλά: Σε τρεις μήνες πρέπει να βάλει όλο το υλικό σε μία κούτα και να το στείλει στη Δικαιοσύνη. Εάν κρίνετε ότι και οι τρεις μήνες δεν είναι αρκετοί για να γίνει αυτή η διαδικασία, να το συζητήσουμε και αυτό.
Η δικαστική κρίση όμως, κ. Τσίπρα, δεν περιορίζεται χρονικά. Μπορεί να συντελεστεί οποιαδήποτε στιγμή μέσα στο 18μηνο. Δεν το ξέρετε αυτό; Και εδώ αδιάβαστος; Πάλι αδιάβαστος; Και είναι λυπηρό ότι, ενώ έχουν υπάρξει απαντήσεις στη Βουλή, γίνεται επίκληση ενός δημοσιεύματος των «Financial Times» -το οποίο διέψευσε η Κυβέρνηση, γιατί δεν απέδιδε την πραγματικότητα- που θεωρούσε λανθασμένα ότι μέσα σε τρεις μήνες κρίνεται η παράταση της δέσμευσης.
Πράγματι, θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι τρεις μήνες είναι πολύ σύντομο χρονικό διάστημα για να κριθούν όλες αυτές οι υποθέσεις. Μόνο που το δημοσίευμα ήταν λανθασμένο, κ. Τσίπρα. Συμβαίνει αυτό μερικές φορές και στους δημοσιογράφους των «Financial Times». Τι να κάνουμε; Μπορεί να συμβεί και αυτό. Διότι, επαναλαμβάνω -για ακόμα μία φορά για να το καταλάβετε καλά, κύριοι συνάδελφοι του ΣΥΡΙΖΑ- το τρίμηνο αποτελεί προθεσμία μόνο για να σταλούν προς κρίση οι υποθέσεις που εκκρεμούν. Δεν είναι διάστημα για την εξέτασή τους. Αυτό θα γίνεται εντός δεκαοκταμήνου.
Σπεύσατε, λοιπόν, κ. Τσίπρα, εσείς και ο ΣΥΡΙΖΑ, να ταυτιστείτε με το δημοσίευμα. Ένας ξένος δημοσιογράφος μπορεί να κάνει λάθος για έναν ελληνικό νόμο, όχι όμως ένας πολιτικός και δη ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, ο οποίος θα έπρεπε να τον είχε διαβάσει. Ο ερωτών φαίνεται ότι δεν κοίταξε καν το κείμενο του νόμου, γιατί τότε θα διαπίστωνε -όπως είπα προηγουμένως- ότι κανένα περιουσιακό στοιχείο δεν απελευθερώνεται. Η εικόνα την οποία δώσατε, κ. Τσίπρα, είναι ότι περίπου μετά την ψήφιση του νόμου αποδεσμεύτηκαν όλα τα περιουσιακά στοιχεία. Αυτή είναι η εικόνα την οποία θα αποκόμιζε κάποιος ακούγοντας την τοποθέτησή σας. Αυτό, κ. Τσίπρα, είναι ένα ψέμα. Είναι ακόμα ένα ψέμα. Δεν είναι αλήθεια για να το πω αλλιώς για να μην μου πείτε πάλι ότι σας λέω ψεύτη.
Διαβάστε, λοιπόν, το κείμενο του νόμου. Καταλάβετε καλά τι κάνουμε και ασκείστε μας κριτική επί πραγματικών δεδομένων και όχι επ’ αυτών που εσείς φαντάζεστε.Τι να πω λοιπόν. Και κλείνω με αυτό, από την «Deutsche Welle» της κατοχής στους «Financial Times» διαβασμένους ανάποδα. Πάντα χαμένος στη μετάφραση κ. Τσίπρα.
Δευτερολογία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη
Κύριε Τσίπρα, οι επενδυτές ερχόντουσαν τρέχοντας επί δικών σας ημερών. Μου κάνει εντύπωση το γεγονός ότι επιλέξατε, παραθέτοντας στοιχεία για το πόσες ερωτήσεις απαντήσατε, να ισχυριστείτε ότι απαντούσατε μόνο σε ερωτήσεις Αρχηγών κομμάτων. Διαπράξατε σφάλμα κατά την άποψή μου. Η «Ώρα του Πρωθυπουργού» είναι μία ευκαιρία για τον Πρωθυπουργό να απαντάει και σε ερωτήσεις απλών βουλευτών, όπως έχω ήδη κάνει. Εν πάση περιπτώσει, εγώ προτίθεμαι, κ. Τσίπρα, να είμαι στη Βουλή μία φορά το μήνα, όπως έχω δεσμευτεί και το τηρώ. Εσείς ερχόσασταν μία φορά το εξάμηνο. Αυτά λένε τα στοιχεία. Ας κλείσει, λοιπόν, αυτή η υπόθεση και θα με κρίνετε κι εμένα στο τέλος της τετραετίας εάν τήρησα τη δέσμευση την οποία έχω αναλάβει.
Δεν θα επαναλάβω αυτά τα οποία είπα στην πρωτολογία μου. Θα τοποθετηθώ για τα ζητήματα της αναθεώρησης. Θα έχουμε την ευκαιρία να τα ξανασυζητήσουμε στη Βουλή τη Δευτέρα. Θα ήθελα βέβαια να δω και να προσκομίσετε απόψεις έγκριτων συνταγματολόγων που συντάσσονται με τη δική σας προσέγγιση, ότι η ερμηνευτική δήλωση είναι απαραίτητη. Γιατί μέχρι στιγμής δεν έχω βρει πολλούς στη συνταγματική κοινότητα οι οποίοι να ισχυρίζονται ότι αυτό είναι το ορθό. Δεν αναφέρομαι στον κ. Γεραπετρίτη, ο οποίος προφανώς και στο συγκεκριμένο ζήτημα μπορεί να προσέλθει στη συζήτηση με άλλη ιδιότητα.
Θα επανέλθω όμως στο ζήτημα της μεταβατικής διάταξης. Αυτά τα οποία διαβάσατε ποιος τα έγραψε; Νομικός σας τα έγραψε; Ο κ. Κατρούγκαλος συμφωνεί με όλα αυτά τα οποία είπατε; Συμφωνείτε; Είναι σωστή η ερμηνεία; Προσέξτε, είναι ερώτηση παγίδα. Γιατί είναι ξεκάθαρη η διάταξη η οποία παραπέμπει στο άρθρο 42.Το δικαστικό συμβούλιο κρίνει την ουσία της υπόθεσης και έχει τη δυνατότητα, όπως είμαι σίγουρος ότι θα το πράξει, για μια σειρά από όντως προβληματικές υποθέσεις να κρατήσει τους λογαριασμούς δεσμευμένους.
Ρωτήσατε ποιους αφορά. Δεν ξέρω ποιους αφορά. Το ξέρετε εσείς; Γιατί δεν μιλάτε, λοιπόν, με διευθύνσεις και ονόματα, αν τα ξέρετε; Εγώ δεν τα ξέρω. Και να σας θυμίσω ότι όλα αυτά είναι και προσωπικά δεδομένα. Εάν τα ξέρετε εσείς και θέλετε χάριν του δημόσιου διαλόγου να τα προσκομίσετε στη Βουλή και έχετε υπόψιν σας συγκεκριμένους επιχειρηματίες οι οποίοι μπορεί ενδεχομένως να ευνοούνται, γιατί δεν τους ονοματίζετε την επόμενη φορά; Να θυμηθούμε λίγο το ποιόν τους, να ανατρέξουμε στην ιστορία τους και να δούμε μήπως είχαν προνομιακές σχέσεις μαζί σας τελικά.
Από εκεί και πέρα, κ. Τσίπρα, επιτρέψτε μου στη δευτερολογία μου μία λίγο πιο γενική παρατήρηση. Είχατε τη δυνατότητα να αξιοποιήσετε την πρώτη σας ευκαιρία στην «Ώρα του Πρωθυπουργού» να με ρωτήσετε για την πορεία της οικονομίας. Θα μπορούσατε να με ρωτήσετε για το προσφυγικό-μεταναστευτικό ζήτημα. Θα μπορούσατε να με ρωτήσετε για τις παρεμβάσεις που κάνουμε στα Πανεπιστήμια, για την κατάργηση όχι του πανεπιστημιακού ασύλου, αλλά του καθεστώτος μπάχαλου και ασυδοσίας που επικρατεί στα Πανεπιστήμια. Θα μπορούσατε να με ρωτήσετε για την εφαρμογή του αντικαπνιστικού νόμου. Ακόμα περιμένω να ακούσω την άποψή σας, αν καλώς ή κακώς εφαρμόζεται ο νόμος. Με άλλα λόγια, θα μπορούσατε να με ρωτήσετε για ένα σύνολο θεμάτων που αφορούν την τρέχουσα πολιτική κατάσταση, που απασχολούν τους πολίτες πολύ περισσότερο από τα ζητήματα τα οποία θίξατε σήμερα.
Επί τέσσερα χρόνια, κ. Τσίπρα, ως Πρωθυπουργός το αγαπημένο σας θέμα ήταν η διαφθορά, η διαπλοκή, τα δήθεν σκάνδαλα. Επανερχόσασταν συνέχεια σε όλα αυτά για να τραβήξετε με κάποιον τρόπο μια διαχωριστική γραμμή του νέου ΣΥΡΙΖΑ με το παλιό, κακό πολιτικό κατεστημένο, το οποίο κυβερνούσε 40 χρόνια. Αλήθεια, πού είναι ο κ. Ραγκούσης; Δεν τον βλέπω στην αίθουσα. Και όλοι αυτοί οι οποίοι τελικά προσεταιρίστηκαν τις απόψεις του ΣΥΡΙΖΑ; Δεν σας βγήκε σε καλό αυτή η επιμονή.
Διότι κάνοντας μία αναδρομή των συζητήσεων της περασμένης τετραετίας -ήταν οι συζητήσεις που τελικά ανέβηκαν πολύ περισσότερο οι τόνοι, ειπώθηκαν κουβέντες σκληρές, ενδεχομένως κουβέντες που δεν έπρεπε να ακουστούν σε αυτή την αίθουσα- βλέπουμε ότι τελικά αυτό το οποίο έμεινε στην κοινή γνώμη είναι μια συζήτηση η οποία δημιουργούσε μια συνολική αποστροφή για το πολιτικό σύστημα από την οποία δεν ξεφεύγετε ούτε εσείς. Μην νομίζετε δηλαδή ότι μπορείτε, μετά από τέσσερα χρόνια που κυβερνούσατε αυτή τη χώρα, να επιμένετε να εμφανίζεστε ως οι νέοι, οι αμόλυντοι, οι ηθικοί, οι καθαροί, οι αριστεροί. Τελείωσε αυτή η «καραμέλα». Δεν περνάει άλλο.
Εάν εσείς θέλετε να μετατρέψετε τη χώρα σε ένα απέραντο δικαστήριο για το χθες εγώ προτιμώ να τη μετατρέψω σε ένα απέραντο εργοτάξιο για το αύριο. Αυτή λοιπόν είναι μια μεγάλη διαφορά μας. Δεν μπορώ να σας υποδείξω πώς θα ασκείτε τα καθήκοντά σας ως Αξιωματική Αντιπολίτευση. Καταλαβαίνω και συμπάσχω με τις εσωτερικές σας αντιφάσεις. Δεν είναι εύκολο να διαπιστώνετε ότι ένα μεγάλο μέρος των ανθρώπων που στήριξαν το ΣΥΡΙΖΑ στις προηγούμενες εκλογές συμφωνούν με κεντρικές πολιτικές επιλογές αυτής της Κυβέρνησης.
Τώρα, εάν εσείς θέλετε ξανά, κ. Τσίπρα, να ακολουθήσετε μια ακραία ρητορική, αυτό είναι δικαίωμά σας. Μας κάνετε χάρη με αυτή την πολιτική. Μας διευκολύνετε με το να γυρίζετε στην κοιτίδα του 3% ενός ακραίου ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος δεν υπάρχει πια και δεν μπορεί να υπάρχει πια για δύο λόγους: Πρώτον, διότι είστε Αξιωματική Αντιπολίτευση, πήρατε 32%. Δεύτερον διότι, όσο και αν θέλετε να το ξεχνάτε, κυβερνήσατε τέσσερα χρόνια και καταδικαστήκατε από τον ελληνικό λαό. Αυτό δεν διαγράφεται πια.
Η βολική αντιπολίτευση για εμάς όμως είναι κακή αντιπολίτευση για τον τόπο, αλλά αυτό θα είναι δική σας επιλογή. Εύχομαι και ελπίζω να μην ακολουθήσετε αυτό τον τρόπο και αυτό το στιλ και να μπορέσουμε να συζητήσουμε και -γιατί όχι- σε ορισμένα ζητήματα -όπως ελπίζω– να καταφέρουμε να συμφωνήσουμε τουλάχιστον στη δυνατότητα της ψήφου των Ελλήνων οι οποίοι διαμένουν στο εξωτερικό. Θα είναι μια μεγάλη θεσμική κατάκτηση. Αν επιμένετε όμως σε αυτή την ακραία διχαστική ρητορική, το μόνο το οποίο θα αντιληφθείτε στην πορεία είναι ότι θα βρεθείτε σε απόλυτη σύγκρουση με μια κοινωνία η οποία δεν είναι πια εκεί, έχει φύγει μπροστά. Απαιτεί από εμάς να μιλάμε για το μέλλον. Εμείς αυτό θα κάνουμε και αυτή την πολιτική θα συνεχίσουμε να υπηρετούμε.