
Όποιος παρακολουθεί, έστω και κατ’ ελάχιστο, τα πολιτικά μας δρώμενα ή τις συνεδριάσεις της Βουλής, δεν μπορεί να μη συνειδητοποιεί ότι ο τόπος κινδυνεύει να μείνει ακυβέρνητος μετά τις επόμενες εκλογές, με τα δημοσκοπικά δεδομένα να δείχνουν κατακερματισμό και απουσία καθαρής πλειοψηφίας αυτοδυναμίας. Παρακολουθούμε πολιτικό ακτιβισμό κι όχι πολιτική. Παρακολουθούμε να εκτοξεύεται η τοξικότητα και να ακούγονται εκφράσεις που σε άλλες εποχές –όχι πολύ μακρινές- θα συνιστούσαν λόγο αποβολής από την αίθουσα της Βουλής. Ίσως όχι μόνο.

Είναι σαφές ότι αν οι ψηφοφόροι του Μητσοτάκη (όχι της ΝΔ) που έχουν σήμερα παρκάρει στην κολώνα των αναποφάσιστων, δεν επιστρέψουν να τον ψηφίσουν και πάλι, τότε η χώρα θα μπει σε περιπέτειες. Μπορεί να αντέξει η Ελλάδα μια νέα περίοδο ακυβερνησίας, εν μέσω εξωτερικών πιέσεων και εθνικών προκλήσεων; Κι είναι ξεκάθαρο ότι οι επιλογές κι οι στρατηγικές για να αντιμετωπιστεί αυτό, ανήκουν στον πρωθυπουργό.
Τα ερωτήματα είναι δυο:
Α. Θα επιχειρήσει να επαναπροσεγγίσει κοινωνικά στρώματα που έχουν φορέσει t-shirt αναποφάσιστου, με χειρουργικές κινήσεις στη ΔΕΘ; Θα επαναφέρει αυτό το δίλημμα που συζητάμε, περί κυβερνησιμότητας; Θα είναι ρεαλιστική η προσέγγιση μέσω της ΔΕΘ; Αυτός είναι ο ένας δρόμος, που ουδείς γνωρίζει που βγάζει…
Β. Ο δεύτερος δρόμος είναι σαφώς πιο βατός και κυρίως ωφέλιμος για τη χώρα, για να οδηγήσει σε αυτοδυναμία Μητσοτάκη. Είναι ο δρόμος αλλαγής του εκλογικού νόμου. Για να συμβεί αυτό, πρέπει να αλλάξει τρόπο σκέψης ο Μητσοτάκης. Να ξεφύγει από τα στερεότυπα του πολιτικού ευ αγωνίζεσθαι που ο ίδιος έχει επιλέξει. Και να κατανοήσει ότι αν οδηγηθούμε σε κυβέρνηση δικομματική ή τρικομματική ή ποιος ξέρει τι άλλο, αυτή θα είναι αδύναμη, προβληματική κι αναποτελεσματική.
Τι μπορεί να πει ο Μητσοτάκης με τον Ανδρουλάκη, την Κωνσταντοπούλου, τον Φάμελο και πιθανότατα τον Τσίπρα σε κοινό κυβερνητικό σχήμα; Και, σε τελική ανάλυση, ποια στοιχεία κυβερνησιμότητας διακρίνει κάποιος σε όλους αυτούς, για να υποθέσουμε ότι μπορούν να σταθούν σε μια υποτιθέμενη κυβέρνηση συνεργασίας; Άρα, μια τρύπα στο νερό, αφού μια πολυκομματική Βουλή από θετική ψήφο σε κομματίδια διαμαρτυρίας και πολιτικής ανοησίας, θα είναι καταστροφή για τον τόπο. Αμφιβάλλει κάποιος;
Συνεπώς, είναι κάτι περισσότερο από επιτακτική ανάγκη η αλλαγή του εκλογικού νόμου στην κατεύθυνση της αύξησης του ορίου εισόδου στη Βουλή. Ίσως στο 5%! Κάτι που μειώνει το ποσοστό που απαιτείται να έχει κερδίσει το πρώτο κόμμα, ώστε να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Ισχύει κι αλλού αυτό.
Στο σημείο αυτό, μπορεί κάποιος να καταθέσει ως αντίλογο, ότι πιθανότατα θα αλλοιωθεί η λαϊκή ψήφος κι ότι στη Βουλή δεν θα συμμετέχουν κάποιες κοινωνικές ομάδες. Η απάντηση είναι ότι προέχει όμως η χώρα. Άλλωστε, αυτές οι ομάδες που ίσως να μην εκπροσωπηθούν τελικά, θα έχουν την ευκαιρία να συμμετάσχουν σε κοντινά ιδεολογικά και πολιτικά κόμματα.
Η ουσία, είναι η Ελλάδα. Να μη μπούμε σε περίοδο ασταθών κι αναποτελεσματικών κυβερνήσεων. Να μη μπούμε σε περίοδο που οι υποψήφιοι εταίροι θα εκβιάζουν ακόμη και για το πρόσωπο που θα είναι πρωθυπουργός. Κι ο νοών νοείτο…
Πρέπει να τονίσουμε και κάτι ακόμη. Πλην της επιτακτικής ανάγκης αλλαγής του εκλογικού νόμου, υπάρχει κι η αναγκαιότητα να συμβεί αυτό πριν οι Σαμαράς και Τσίπρας ανακοινώσουν τα νέα τους κόμματα. Ο πρώτος μάλλον το φθινόπωρο κι ο δεύτερος την άνοιξη. Για ευνόητους λόγους.
Κάτι τελευταίο: Δεν είναι πολύ πειστικό το δίλημμα της ακυβερνησίας, χωρίς την αλλαγή του εκλογικού νόμου, με βασικό άξονα το όριο εισόδου στη Βουλή. Η κοινωνία μπορεί να κατανοήσει. Ας μη ξεχνάμε ότι …κατανόησε την πολιτική σκοπιμότητα του εκλογικού νόμου Κουτσόγιωργα – Παπανδρέου που έφερε ακυβερνησία… Δεν θα κατανοήσει τώρα που αποτελεί εθνική ανάγκη να μη συμβεί αυτό;
Η σταθερότητα δεν είναι πολυτέλεια. Είναι προϋπόθεση εθνικής ασφάλειας, κοινωνικής συνοχής και οικονομικής συνέχειας. Έχω την πεποίθηση ότι αν ο πρωθυπουργός δεν δει κατάματα το πρόβλημα, ίσως η ιστορία να τον κρίνει πολύ αυστηρά.












