Η κατανάλωση ακόμη και μέτριων ποσοτήτων αλκοόλ σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο για την υγεία του εγκεφάλου και για την ταχύτερη έκπτωση των νοητικών ικανοτήτων ενός ανθρώπου, σύμφωνα με μια νέα βρετανική επιστημονική έρευνα.
Προηγούμενες μελέτες είχαν δείξει ότι η βαριά κατανάλωση αλκοόλ επιδρά αρνητικά στην υγεία του εγκεφάλου, επιδεινώνοντας τη μνήμη και αυξάνοντας την πιθανότητα άνοιας. Αλλά η νέα έρευνα δείχνει ότι ακόμη και η μέτρια κατανάλωση επιβαρύνει τον εγκέφαλο, ενώ αμφισβητεί τη θεωρία ότι ένα ποτηράκι κρασί τη μέρα μπορεί να κάνει καλό στον εγκέφαλο.
Οι ερευνητές των πανεπιστημίων της Οξφόρδης και του University College του Λονδίνου, με επικεφαλής τη λέκτορα ψυχιατρικής ‘Ανια Τοπιγουάλα, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό “British Medical Journal”, ανέλυσαν στοιχεία για 550 άτομα με μέση ηλικία 45 ετών.
Οι επιστήμονες συσχέτισαν για μια χρονική περίοδο 30 ετών (1985-2015) την εβδομαδιαία κατανάλωση αλκοόλ με τις γνωστικές/νοητικές επιδόσεις των συμμετεχόντων, με βάση τεστ που γίνονταν ανά τακτά διαστήματα, ενώ στο τέλος της έρευνας έγιναν επίσης μαγνητικές απεικονίσεις του εγκεφάλου τους.
Διαπιστώθηκε ότι ο κίνδυνος ατροφίας του ιππόκαμπου του εγκεφάλου, εκείνης της περιοχής που παίζει ζωτικό ρόλο για τη μνήμη, τον προσανατολισμό στον χώρο κ.α., αυξανόταν ανάλογα με την κατανάλωση αλκοόλ. Ενώ μεταξύ όσων δεν έπιναν καθόλου αλκοόλ, το 35% εμφάνισαν συρρίκνωση του ιππόκαμπου τους στη διάρκεια της 30ετίας, το ποσοστό ήταν σχεδόν διπλάσιο (65%) για όσους έπιναν 14 έως 21 μερίδες αλκοόλ και ακόμη μεγαλύτερο (77%) για όσους έπιναν πάνω από 30 μερίδες.
Με άλλα λόγια, όσοι καταναλώνουν πάνω από 30 μερίδες αλκοόλ την εβδομάδα, έχουν τον υψηλότερο κίνδυνο. Αλλά και εκείνοι που κάνουν πιο μέτρια κατανάλωση (14 έως 21 μερίδες αλκοόλ την εβδομάδα), έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν ατροφία στη συγκεκριμένη εγκεφαλική περιοχή-κλειδί, σε σχέση με όσους δεν πίνουν καθόλου αλκοόλ.
Εξάλλου, αυτοί που έπιναν λιγότερο από όλους (έως επτά μερίδες εβδομαδιαίως), δεν εμφάνιζαν κάποιο προστατευτικό όφελος σε σχέση με όσους απείχαν πλήρως από το αλκοόλ. ‘Αρα, αντίθετα με την καρδιά όπου το αλκοόλ με μέτρο φαίνεται να επιδρά ευνοϊκά, στην περίπτωση του εγκεφάλου η μικρή κατανάλωσή του δεν επιφέρει κάποιο πρόσθετο όφελος σε σχέση με την αποχή.
Η μεγαλύτερη κατανάλωση αλκοόλ βρέθηκε επίσης να σχετίζεται με μειωμένη ακεραιότητα της λευκής ουσίας του εγκεφάλου (η οποία παίζει επίσης σημαντικό ρόλο στη νόηση), καθώς και με χειρότερες γλωσσικές ικανότητες, όπως έδειξαν σχετικά τεστ.
Όταν π.χ. οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να αναφέρουν μέσα σε ένα λεπτό όσες περισσότερες λέξεις μπορούσαν που να αρχίζουν με ένα συγκεκριμένο γράμμα, ακόμη και αυτοί που δεν έπιναν πολύ (επτά έως 14 μερίδες αλκοόλ την εβδομάδα), είχαν 14% χειρότερη επίδοση κατά μέσο όρο, σε σχέση με όσους έπιναν μόνο ένα ποτό ή κανένα μέσα στην εβδομάδα.
‘Αλλοι πάντως επιστήμονες εμφανίσθηκαν επιφυλακτικοί, επισημαίνοντας πως, αν και η νέα έρευνα είναι αξιόπιστη στη μεθολογία της, δεν αποδεικνύει μια σχέση αιτίου-αποτελέσματος μεταξύ του μέτριου αλκοόλ και της χειρότερης υγείας εγκεφάλου, αλλά απλώς μια συσχέτιση μεταξύ τους. Οπότε -με λίγη τύχη- ίσως δεν βλάπτει αυτό το ένα ποτηράκι τη μέρα…
Σύνδεσμος για την επιστημονική δημοσίευση: http://www.bmj.com/content/357/bmj.j2353
Παύλος Δρακόπουλος