«To τέλος του μυκηναϊκού ανακτορικού συστήματος υπό το πρίσμα ενός ερμηνευτικού επαναπροσδιορισμού»: Yποδοχή του ξένου εταίρου κ. Joseph Maran, Τρίτη, 7 Μαΐου 2019 και ώρα 7 μ.μ.
Κατά τη δημόσια συνεδρία της Ακαδημίας Αθηνών, την Τρίτη, 7 Μαΐου 2019 και ώρα 7 μ.μ. θα πραγματοποιηθεί η υποδοχή του ξένου εταίρου κ. Joseph Maran, καθηγητού προϊστορικής αρχαιολογίας και πρωτοϊστορίας του πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης.
Το νέο μέλος θα προσφωνήσει ο Πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών, κ. Στέφανος Δ. Ήμελλος και, στη συνέχεια, ο Γενικός Γραμματεύς κ. Βασίλειος Χ. Πετράκος θα παρουσιάσει το επιστημονικό του έργο. Θα ακολουθήσει ομιλία του κ. Joseph Maran με θέμα: «To τέλος του μυκηναϊκού ανακτορικού συστήματος υπό το πρίσμα ενός ερμηνευτικού επαναπροσδιορισμού».
Ο κ. Joseph Maran είναι διαπρεπής ερευνητής της αιγαιακής προϊστορίας και ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του κλάδου αυτού διεθνώς.
Ακολουθεί συνοπτικό βιογραφικό του νέου Ακαδημαϊκού.
Ο κ. Joseph Maran σπούδασε προϊστορική αρχαιολογία και πρωτοϊστορία, κλασική αρχαιολογία και εθνολογία στο πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης από το 1976 έως το 1985 και έγινε διδάκτωρ του εκεί πανεπιστημίου με θέμα «Η κεραμική της Μέσης Εποχής του Χαλκού από την Μαγούλα στα Πευκάκια Βόλου». Εργάστηκε ως επιστημονικός συνεργάτης στα πανεπιστήμια της Χαϊδελβέργης και του Marburg και στη συνέχεια ως υπεύθυνος της συλλογής του Ινστιτούτου προϊστορικής αρχαιολογίας και πρωτοϊστορίας του πανεπιστημίου της Βόννης. Έγινε υφηγητής του πανεπιστημίου της Βόννης το 1995 με το θέμα «Πολιτισμική μεταβολή στην ηπειρωτική Ελλάδα και τις Κυκλάδες στα τέλη της 3ης χιλιετίας π.Χ.» To 1996 ανακηρύχθηκε τακτικός καθηγητής της προϊστορικής αρχαιολογίας και της πρωτοϊστορίας στο πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης. Από το 2005 είναι μέλος της Κεντρικής Διεύθυνσης (Zentraldirektion) του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου. Το 2006 εκλέχτηκε μέλος της Ακαδημίας των Επιστημών της Χαϊδελβέργης. Από το 2013 είναι συνδιευθυντής του Cluster of Excellence «Asia and Europe in a Global Context» στο πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης.
Τα κύρια επιστημονικά του ενδιαφέροντα αφορούν τη μελέτη των σχέσεων της Ευρώπης με την Ασία κατά την περίοδο ανάμεσα στην 4η και την 2η χιλιετία π.Χ. και ειδικότερα τα θέματα που αφορούν (α) ζητήματα σχέσεων των πολιτισμών και αλλαγής του τρόπου ζωής στις κοινωνίες των περιοχών αυτών, (β) τη σχέση αρχιτεκτονικής και κοινωνίας και (γ) τη σχέση υλικού πολιτισμού και κοινωνικής μνήμης.
Από τις πολλές του μελέτες και δραστηριότητες σε ανασκαφές και έρευνες που αφορούν τη Νεολιθική Εποχή και κυρίως την Εποχή του Χαλκού τόσο στην κεντρική Ευρώπη (π.χ. Griesheimer Moor στην περιοχή του Darmstadt στη νότια Γερμανία) όσο και στην Ελλάδα ξεχωρίζουν το περιβαλλοντικό/αρχαιολογικό του πρόγραμμα στη λεκάνη του Φλειούντα στην Κορινθία και κυρίως οι ανασκαφές του στην Τίρυνθα. Στην Τίρυνθα διευθύνει εδώ και 22 χρόνια (από το 1994) υπό την αιγίδα και για λογαριασμό της Κεντρικής Διεύθυνσης του γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου τις ανασκαφές στη μυκηναϊκή ακρόπολη και τον οικισμό.
Οι ανασκαφές του στο μεγάλο αυτό κέντρο της μυκηναϊκής Ελλάδος πλούτισαν σε πολύ μεγάλο βαθμό τις αρχαιολογικές και ιστορικές γνώσεις μας. Μας έδωσε νέα εικόνα της Τίρυνθος μετά την καταστροφή των ανακτόρων που έγινε περί το 1200 π.Χ., μελέτησε το μέγα κτίριο που κατέλαβε τη θέση των ανακτόρων και ερμήνευσε την κοινωνική μεταβολή που δημιουργήθηκε από τους διαδόχους του μυκηναίου άνακτος. Διαπίστωσε τις σχέσεις Κύπρου και Κρήτης με την Τίρυνθα, έκανε και συνεχίζει, εκτεταμένες ανασκαφές στην κάτω πόλη της Τίρυνθος και συνέχισε την έρευνα του αποθέτου των τοιχογραφιών πλουτίζοντας τη συλλογή των πολύ σημαντικών μνημείων με νέα έργα της εποχής εκείνης. Συγκεκριμένα :
Από το 2006 το ερευνητικό πρόγραμμα «Bildräume und Raumbilder: Mykenische Paläste als performativer Raum» ασχολείται ειδικά με τις ανακτορικές τοιχογραφίες της Τίρυνθας. Αφορμή για την ενασχόληση αυτή στάθηκαν αρχικώς τα νέα ευρήματα που αποκαλύφθηκαν κατά την ανασκαφή του 1999 κατά τις εργασίες συντήρησης στην περιοχή της δυτικής κλίμακας. Τα τμήματα αυτά των τοιχογραφιών έγινε δυνατόν να συσχετισθούν ως προς τα εικονιζόμενά τους με τα γνωστά από τη δημοσίευση του Gerhart Rodenwaldt παλαιότερα ευρήματα, με αποτέλεσμα να αρχίσουν το 2010 νέες εργασίες αποκατάστασης σε παλαιότερα θραύσματα που βρίσκονται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στην Αθήνα. Το πρώτο σημαντικό στοιχείο που προέκυψε είναι η απόδοση της «μεγάλης γυναικείας πομπής», η οποία είχε ανακαλυφθεί το 1910 στα μπάζα της ανασκαφής, στον κεντρικό τομέα του ανακτόρου. Εξίσου σημαντικές είναι οι νέες πληροφορίες για τη χρονολόγηση και την εικονογραφία, όπως λ.χ. σχετικά με την αντίθετη προς την τρέχουσα αντίληψη αλλά αναμφισβήτητη πλέον χρονολόγηση της πλειονότητος των τοιχογραφιών της Τύρινθας στο τέλος της μυκηναϊκής ανακτορικής εποχής, αλλά και στην ταύτιση μιας μέχρι πρότινος άγνωστης στις εικονογραφικές πηγές ιεροπραξίας με χαρακτήρα μύησης σε θραύσματα τοιχογραφιών που αποκαλύφθηκαν το 1999.
Μελέτησε ακόμη τον περίφημο θησαυρό της Τύρινθος που είχε αποκαλύψει ο Απόστολος Αρβανιτόπουλος και ερμήνευσε τον λόγο της απόκρυψής του και τη σημασία που είχε για τους κατόχους του, κοινωνική και πραγματική.
Έχει δημοσιεύσει πλήθος μελετών και μονογραφιών. Μία από αυτές με τίτλο «Πολιτιστική μεταβολή στην ηπειρωτική Ελλάδα» ( Kulturwandel auf dem griechischen Festlan) αναφέρεται στις πολιτιστικές αλλαγές που έγιναν στο διάστημα της μετάβασης από την ΠΕ ΙΙ στην ΠΕ ΙΙΙ, γύρω στο 2200 π.Χ.) και είναι αυτή που τον καθιέρωσε διεθνώς ως επιστημονική αυθεντία στα ζητήματα της αιγαιακής προϊστορίας.
Ο καθηγητής Joseph Maran ανασκάπτει την Τίρυνθα, το μεγάλο μυκηναϊκό κέντρο και την καλύτερα διατηρημένη ακρόπολη της μυκηναϊκής εποχής εδώ και 22 χρόνια. Χάρη σ’αυτόν έχουμε μιά ολοκληρωμένη εικόνα του σπουδαίου αυτού χώρου. Ερεύνησε πρώτα την κάτω ακρόπολη της Τίρυνθας της οποίας η έρευνα δεν είχε ολοκληρωθεί, ανακάλυψε την τρίτη πύλη της ακρόπολης μέσα στο κυκλώπειο τείχος – ήταν γνωστές μόνο δύο – και διέγνωσε τον προορισμό των διαφόρων κτιρίων, ιερά, κατοικίες ιερέων κ.λπ. Στη συνέχεια προχώρησε στην κάτω πόλη της Τύρινθας, ουσιαστικά στην πόλη, επειδή η ακρόπολη ήταν μόνο διοικητικό κέντρο, κατοικία του άνακτα και κτίρια εξαρτημένα από το ανάκτορο, και την απεκάλυψε σχεδόν ολόκληρη. Η ανασκαφή συνεχίζεται. Προήλθε από αυτήν πλήθος πληροφοριών κυρίως για την ζωή και την οργάνωση της πόλης μετά από την καταστροφή των ανακτόρων , τις πολιτιστικές και εμπορικές επαφές της με τα νησιά του Αιγαίου, την Κρήτη, την Κύπρο και τα Δωδεκάνησα και ακόμη πιο μακρυά, και διέγνωσε την συνέχεια χωρίς κενό από την προϊστορική εποχή στα ιστορικά χρόνια. Η ανασκαφή αυτή έγινε ένα πρότυπο για αυτούς που ασχολούνται με την μεταβατική αυτή εποχή, πολύ σημαντική γιατί άλλοτε η πολιτισμική συνέχεια είχε αμφισβητηθεί. Τέλος σε νέα έρευνα στην άνω ακρόπολη, σε μια καινούργια ανασκαφή σε παλαιό αποθέτη ήλθε στο φως μια νέα πομπική τοιχογραφία εξαιρετικής καλλιτεχνικής ποιότητας η οποία έδωσε επίσης πολλές πληροφορίες κυρίως για τις τελετουργίες που χαρακτήριζαν την μυκηναϊκή θρησκεία.
Ο κ. J. Maran υπήρξε στενός φίλος του αείμνηστου Σπύρου Ιακωβίδη τον οποίο είχε προσκαλέσει στη Χαϊδελβέργη όπου δίδαξε, έχει ελληνίδα σύζυγο και μιλάει απταίστως τη νέα ελληνική πλην βεβαίως της γνώσης που έχει της αρχαίας ελληνικής και της γραμματείας της. Στις 23 Μαΐου του 2014 έκανε περισπούδαστη ομιλία στην Αρχαιολογική Εταιρεία στη μνήμη του Σπύρου Ιακωβίδη.