
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι από τη στιγμή που εξελέγη ο Μητσοτάκης στην ηγεσία της ΝΔ, άλλαξε το πολιτικό σκηνικό της χώρας. Απαξιώθηκαν πλήρως ο Τσίπρας, η παλαβή Αριστερά και η γραφική, θεσιθηρική κι ανερμάτιστη Δεξιά. Οι Κεντρώοι ψηφοφόροι κι οι φωνές της λογικής που είχαν κινητοποιηθεί το 2015, στάθηκαν δίπλα του, αφού εξέπεμπε σοβαρότητα, γνώση και προσέφερε πολιτικές διεξόδους, απέναντι σε κάθε είδους λαϊκισμό.

Ο Μητσοτάκης κατάφερε (ακόμη συμβαίνει αυτό) να διαθέτει μεγαλύτερη αποδοχή κι αναγνώριση από το κόμμα του. Χωρίς τον Μητσοτάκη, η ΝΔ είναι αμφίβολο αν θα έφτανε στην εξουσία και δη με τεράστια για την εποχή μας ποσοστά, τόσο το 2019, όσο και το 2023.
Αυτό σημαίνει ότι σε μεγάλο βαθμό, άλωσε πολιτικά το Κέντρο και το λεγόμενο εκσυγχρονιστικό ΠαΣοΚ. Η διεύρυνση που έκανε πρώτα στην κοινωνία, επεκτάθηκε και με σοβαρές προσχωρήσεις στη ΝΔ. Πρόσωπα που άλλα ήταν γνωστά από την πολιτική διαδρομή τους (Χρυσοχοΐδης,Φλωρίδης, Μενδώνη κλπ) κι άλλα που αναδείχτηκαν από το κυβερνητικό έργο τους ( Πιερρακάκης, Θεοδωρικάκος, Λιβάνιος, Σκέρτσος, Γεραπετρίτης κλπ).
Η ουσία είναι, ότι χωρίς τη διεύρυνση -για την οποία ακόμη γκρινιάζουν οι δυνάμεις της απραξίας εντός του κόμματός του- η ΝΔ με το γηρασμένο σε νοοτροπία και κουλτούρα μηχανισμό και η χωρίς σοβαρό πάγκο κοινοβουλευτική ομάδα, δεν θα έβλεπαν ποτέ την πόρτα της εξουσίας, Με ότι αυτό συνεπάγεται για την πορεία της χώρας τα τελευταία χρόνια. Πολλοί από τους βουλευτές που σήμερα δημιουργούν εσωστρέφεια στη ΝΔ, επειδή δεν έγιναν υπουργοί (λες και λείπει η προσωπικότητα ή το πολιτικό βεληνεκές κάποιων εξ αυτών από την κυβέρνηση) ΔΕΝ θα ήταν καν βουλευτές χωρίς τον Μητσοτάκη και τους Κεντρώους ψηφοφόρους.
Η δε μεγάλη εικόνα της χώρας κι οι αριθμοί είναι καταλυτικοί, από την περίοδο Μητσοτάκη, είτε αρέσει σε κάποιους είτε όχι.
Από τη μείωση της ανεργίας σε πρωτοφανή χαμηλά, μέχρι τις συνεχείς αυξήσεις μισθών, με ορόσημο τα 950 ευρώ κατώτατο μισθό σε δυο χρόνια. Κι από τις σαφείς αναβαθμίσεις της ελληνικής Οικονομίας από τους διεθνείς Οίκους αξιολόγησης μέχρι την σημαντική θέση, πια, της χώρας στο διεθνές πεδίο. Χώρια η αμυντική θωράκιση της Ελλάδας που την καθιστά πανίσχυρη, ούτως ώστε να μην απειλείται…
Από την άλλη πλευρά, ειδικά στη δεύτερη θητεία της κυβέρνησης, παρουσιάζονται σημαντικές αρρυθμίες. Ειδικά στο πεδίο της καθημερινότητας ή και στη διαχείριση της «τεχνητής» κρίσης των Τεμπών, όπου επιχειρήθηκε από δυνάμεις εντός κι εκτός της χώρας η αποσταθεροποίηση του Μητσοτάκη, με στόχο την πτώση του.
Τα πράγματα είναι ξεκάθαρα και πάλι.
Οι Κεντρώοι ψηφοφόροι έχουν τον λόγο. Οι δημοσκόποι τους προσδιορίζουν σε ποσοστό 15-20% του εκλογικού σώματος, δηλαδή το κρίσιμο ποσοστό που καθιστά πάντα ένα κόμμα ως κυβερνητικό. Κι υπό αυτή την έννοια οι παλινωδίες του Ανδρουλάκη ΔΕΝ μπορεί να καταστήσουν το ΠαΣοΚ σοβαρή εναλλακτική λύση διακυβέρνησης. Χώρια που βλέπει πια την πλάτη της Ζωής Κωνσταντοπούλου, αφού ταυτίστηκε με τον ακραίο και τοξικό λόγο της, τον μη ελκυστικό στους Κεντρώους ψηφοφόρους.
Είναι και κάτι ακόμη: Η πλειοψηφία των Κεντρώων δεν ακούνε τι λέει το ΠαΣοΚ κι ίσως στη Χαριλάου Τρικούπη να πρέπει να θυμηθούν τα λόγια της Μερκούρη στον Ανδρέα Παπανδρέου… «δεν αρέσουμε πια πρόεδρε»… όταν το ΠαΣοΚ κατέρρεε… Να θυμηθούν αυτά τα λόγια και να ερευνήσουν τι είναι αυτό που δεν καθιστά Ανδρουλάκη και ΠαΣοΚ, ελκυστική κι εναλλακτική λύση…
Προσέξτε κι αυτό: Οι εναλλακτικές λύσεις στο ΠαΣοΚ σε επίπεδο ηγεσίας, πλην Διαμαντοπούλου, είναι ακόμη πιο προβληματικές από την υπάρχουσα ηγεσία, συμφώνως με θέσεις και πεποιθήσεις τους. Από τον Γερουλάνο που ζήτησε συνεργασία ακόμη και με τον Βαρουφάκη, μέχρι τον Δούκα των συνιστωσών του ΣΥΡΙΖΑ, των Εξαρχείων και της βρόμικης Αθήνας.
Η διαπίστωση λοιπόν, ότι οι Κεντρώοι ψηφοφόροι παρακολουθούν -σε μεγάλη πλειοψηφία από τη γκρίζα ζώνη των δημοσκοπήσεων- τόσο τον Μητσοτάκη όσο και το ΠαΣοΚ, είναι ξεκάθαρη. Προς το παρόν δεν παντρεύονται κανέναν, αλλά αν κάποιος έβαζε στοίχημα τι θα κάνουν στην τελική ευθεία, καλό θα είναι να μη στοιχηματίσει εναντίον του Μητσοτάκη…