Θεσσαλονίκη: Έρευνα ΕΒΕΘ – Πώς βλέπουν καταναλωτές και επιχειρήσεις το σήμερα και το αύριο των νοικοκυριών και της οικονομίας

Μικρή επιδείνωση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης στην Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης, σε σχέση με το διάστημα Ιανουαρίου – Ιουνίου 2024, καταγράφει η έρευνα «Βαρόμετρο» του Εμποροβιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης (ΕΒΕΘ) για το δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους. Η εικόνα αυτή αποδίδεται κυρίως στην επιδείνωση των προσδοκιών για την εξέλιξη της οικονομικής κατάστασης, τόσο των ίδιων των νοικοκυριών όσο και της χώρας γενικότερα στο επόμενο δωδεκάμηνο και προκύπτει από την προαναφερθείσα έρευνα, που πραγματοποιήθηκε σε συνολικό δείγμα 1.500 ερωτώμενων (800 επιχειρήσεων και 700 καταναλωτών), καλύπτοντας και τους τέσσερις τομείς της οικονομίας (βιομηχανία, μεταποίηση, υπηρεσίες, λιανεμπόριο και κατασκευές).

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, που παρουσιάστηκε σήμερα κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στο ΕΒΕΘ, όπου ανέλυσαν τα ευρήματα ο πρώτος αντιπρόεδρος του ΕΒΕΘ, Εμμανουήλ Βλαχογιάννης και ο διευθυντής ερευνών της «Palmos Analysis», Πασχάλης-Αλέξανδρος Τεμεκενίδης, στη βάση της επιδείνωσης των προσδοκιών βρίσκεται η εκ νέου ενίσχυση της αίσθησης ακρίβειας στο ρεύμα και την ενέργεια, καθώς το ποσοστό όσων θεωρούν τους λογαριασμούς του ρεύματος «φυσιολογικούς» μειώνεται στο 29% (από 40% τον Μάρτιο του 2024). Παράλληλα, μετά τη σημαντική αποκλιμάκωση της ανησυχίας για περαιτέρω αύξηση των τιμών, που είχε παρατηρηθεί τον Μάρτιο του 2024 (ο δείκτης για την εξέλιξη των τιμών στο επόμενο δωδεκάμηνο είχε μειωθεί στο +24 από +50 τον προηγούμενο Σεπτέμβριο 2023), ο προβληματισμός για περαιτέρω αύξηση των τιμών το επόμενο διάστημα ανακάμπτει (ο σχετικός δείκτης ανεβαίνει στο +37).

Οι προθέσεις των καταναλωτών για αγορές και αποταμίευση

– Αρνητική αξιολόγηση της οικονομικής κατάστασης των νοικοκυριών για το διάστημα που προηγήθηκε και αυξημένη απαισιοδοξία για την περαιτέρω εξέλιξή της, σε σχέση με το προηγούμενο εξάμηνο. Συγκεκριμένα, αυξάνεται σημαντικά το ποσοστό των νοικοκυριών που προβλέπουν επιδείνωση (50% από 42%) της κατάστασής τους και μειώνεται το ποσοστό όσων αναμένουν βελτίωση ή σταθεροποίηση (στο 44% από 52%).

– Μειώνεται στο 7% από το 14% το ποσοστό όσων δηλώνουν ότι η γενική οικονομική κατάσταση της χώρας βελτιώθηκε πολύ ή αρκετά κατά το προηγούμενο δωδεκάμηνο. Παράλληλα, μειώνεται το ποσοστό όσων εκτιμούν ότι η γενική οικονομική κατάσταση της χώρας θα βελτιωθεί.

– Η ακρίβεια και η αύξηση των τιμών καταναλωτή ήταν ιδιαιτέρως αισθητές από το σύνολο, σχεδόν, των καταναλωτών, ανεξαρτήτως οικονομικής κατάστασης, ωστόσο στο τελευταίο εξάμηνο η αίσθηση αύξησης των τιμών ήταν ελαφρώς πιο ήπια, καθώς αυξήθηκε ελαφρά το ποσοστό όσων θεωρούν ότι οι τιμές είτε παρέμειναν σταθερές, είτε αυξήθηκαν λίγο (αθροιστικά 15% έναντι 9% το περασμένο εξάμηνο). Στον αντίποδα, όμως, ανοδικό είναι το ποσοστό όσων θεωρούν ότι οι τιμές θα αυξηθούν με παρόμοιο ή μεγαλύτερο ρυθμό στο μέλλον (από 53% τον Μάρτιο του 2024 στο 63% σήμερα).

– Επιδείνωση καταγράφεται και σε σχέση με τις εκτιμήσεις των καταναλωτών για την εξέλιξη της ανεργίας, καθώς το 17% (αθροιστικά) θεωρούν πως το επίπεδο της ανεργίας θα μειωθεί «πολύ» ή «λίγο» (έναντι 24% τον Μάρτιο του 2024), ενώ το 39% (33% τον Μάρτιο) αναμένουν αύξηση (μικρή ή μεγάλη) της ανεργίας κατά το επόμενο εξάμηνο.

– Μόλις 7% των καταναλωτών θεωρούν τη συγκυρία κατάλληλη για σημαντικές αγορές, όπως έπιπλα, ηλεκτρικές/ηλεκτρονικές συσκευές κτλ, όσο και τον Μάρτιο 2024).

– Αποδυναμώνεται η πρόθεση για αποταμίευση (16% σήμερα σε σχέση με 20% τον Μάρτιο 2024), ενώ το επίπεδο όσων δηλώνουν ότι αποταμιεύουν εμφανίζει επίσης μικρή κάμψη (23% από 26%).

– Σχετικά σταθερή παραμένει η πρόθεση αγοράς αυτοκινήτου στον Νομό Θεσσαλονίκης, με μόλις το 4% των καταναλωτών να δηλώνουν ότι είναι πολύ ή αρκετά πιθανό να αποκτήσουν νέο όχημα.

– Σταθερή εμφανίζεται η πρόθεση αγοράς ή ανέγερσης σπιτιού για το επόμενο 12μηνο (στο 2% έναντι 3% τον Μάρτιο 2024), αλλά και ανακαίνισης ή επισκευής-βελτίωσης σπιτιού (στο 12%).

Τι λένε οι επιχειρήσεις

Ο «Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών για τη Βιομηχανία» στην Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης εμφανίζει πτώση και περνάει ξανά σε ελαφρά αρνητικό έδαφος, συνεχίζοντας την ταλάντευσή του γύρω από την απόλυτη ουδετερότητα που καταγράφεται την τελευταία διετία. Παραμένει, ωστόσο, στα υψηλότερα επίπεδα που καταγράφονται από την έναρξη των μετρήσεων του «Βαρόμετρου ΕΒΕΘ» το 2009, ενώ αποτυπώνει και την πρόβλεψη των βιομηχανιών για βελτιωμένες εξαγωγές. Έτσι, το ισοζύγιο θετικών – αρνητικών εκτιμήσεων του «Δείκτη Επιχειρηματικών Προσδοκιών της Βιομηχανίας» βρίσκεται πλέον στις -3 μονάδες στην Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης, έναντι +4 τον Μάρτιο 2024. Με μικρή πτώση και κοντά στο υψηλότερο επίπεδο από την έναρξη των μετρήσεων του Βαρόμετρου καταγράφεται ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στον κλάδο των Υπηρεσιών, που διαμορφώνεται στο +20, έναντι +27 το προηγούμενο εξάμηνο που ήταν και η υψηλότερη ιστορικά τιμή του.

Σχεδόν αμετάβλητο καταγράφεται το κλίμα στις επιχειρήσεις Λιανικού Εμπορίου στην Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης σε σχέση με τον Σεπτέμβριο 2023, με τον «Δείκτη Επιχειρηματικών Προσδοκιών για το Λιανικό Εμπόριο» να βρίσκεται σταθερά σε σχεδόν ουδέτερο έδαφος (στο +1 από +2 τον Μάρτιο 2024). Σταθερά σε θετικό έδαφος και κοντά στο υψηλότερο επίπεδο στην ιστορία των μετρήσεων του «Βαρόμετρου ΕΒΕΘ» που καταγράφηκε το προηγούμενο εξάμηνο, βρίσκεται ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στον κλάδο των κατασκευών στην Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης (στις +9 μονάδες, έναντι +14 τον Μάρτιο του 2024).

«Κατά τα 15 χρόνια που καταρτίζεται το Βαρόμετρο προκύπτει διαχρονικά μια έντονη διάσταση απόψεων μεταξύ των καταναλωτών και των επιχειρήσεων (σ.σ. με τους πρώτους να εμφανίζονται πιο απαισιόδοξοι). Επιπλέον, οι Ελληνες καταναλωτές είναι μονιμότερα πιο απαισιόδοξοι από τους Ευρωπαίους», σημείωσε ο κ. Βλαχογιάννης, υπενθυμίζοντας ότι ο πληθωρισμός -που έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά στην Ελλάδα και την Ευρώπη- επιμένει, ενώ στην Ελλάδα υπάρχουν χαμηλότερα εισοδήματα και τιμές με μεγαλύτερη μεταβλητότητα, ιδίως σε προϊόντα και υπηρεσίες που επηρεάζουν το καθημερινό βαλάντιο των καταναλωτών, όπως τα τρόφιμα, η στέγαση και η ένδυση.

ΑΠΕ-ΜΠΕ
Προηγούμενο άρθροΠανελλήνιος Θεολογικός Σύνδεσμος: Τα Θρησκευτικά είναι μάθημα ελευθερίας, δημοκρατίας και σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων
Επόμενο άρθροΚωστής Χατζηδάκης: Μειώσεις φόρων στην τριετία 2025-2027 με ανάπτυξη και αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής