Ρωσία: Η Ρωσία θα απαντήσει στην «απειλητική» ανάπτυξη αμερικανικών πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς στη Γερμανία

Η Ρωσία θα απαντήσει στην σχεδιαζόμενη από τις ΗΠΑ ανάπτυξη πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς στην Γερμανία, ανακοίνωσε σήμερα το Κρεμλίνο, καθώς αντιμετωπίζει τις στρατιωτικές δράσεις του ΝΑΤΟ ως μια σοβαρή απειλή για την εθνική ασφάλεια της Ρωσίας.     

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Γερμανία ανακοίνωσαν χθες κατά την σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στην Ουάσιγκτον ότι θα αρχίσουν να αναπτύσσουν πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς στην Γερμανία το 2026, για να επιδείξουν την δέσμευση τους προς το ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή  σε μια περίοδο που η Ρωσία διεξάγει πόλεμο στην Ουκρανία.

Ανακοίνωσαν ότι «σποραδικές αναπτύξεις» προετοιμάζονται για μεγαλύτερης διάρκειας παραμονή που θα περιλαμβάνει πυραύλους SM-6, πυραύλους Tomahawk και υπερηχητικά όπλα με μεγαλύτερη εμβέλεια από τις υπάρχουσες σήμερα δυνατότητες στην Ευρώπη.

Το ΝΑΤΟ ανακοίνωσε επίσης χθες ότι μια νέα αμερικανική αντιαεροπορική βάση στην βόρεια Πολωνία, που έχει σχεδιασθεί για να εντοπίζει και να αναχαιτίζει βαλλιστικές πυραυλικές επιθέσεις ως τμήμα μιας ευρύτερης πυραυλικής ασπίδας του ΝΑΤΟ, είναι σε ετοιμότητα.

Ερωτηθείς σε ενημέρωση με ρωσικά ειδησεογραφικά πρακτορεία για το αποτέλεσμα τη συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ, ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ είπε: « Η Βορειοατλαντική συμμαχία επιβεβαίωσε με σαφήνεια για μια ακόμη φορά την ουσία της. Είναι μια συμμαχία που δημιουργήθηκε σε μια εποχή αντιπαράθεσης με στόχο να διατηρήσει την αντιπαράθεση».

«Οι εντάσεις στην ευρωπαϊκή ήπειρο κλιμακώνονται» ως ένα αποτέλεσμα, πρόσθεσε, δηλώνοντας ότι το Κρεμλίνο παρακολουθεί πως οι στρατιωτικές υποδομές του ΝΑΤΟ έρχονται πιο κοντά.

«Βλέπουμε τις αποφάσεις που έχει λάβει το ΝΑΤΟ για να δημιουργήσει ξεχωριστούς κόμβους επιμελητείας σε πόλεις της Μαύρης Θάλασσας, η δημιουργία πρόσθετων εγκαταστάσεων στην Ευρώπη, και βλέπουμε ότι στην πραγματικότητα οι στρατιωτικές υποδομές του ΝΑΤΟ κινούνται συνεχώς και σταδιακά προς την κατεύθυνση των συνόρων μας» είπε ο Πεσκόφ.

«Αυτό μας υποχρεώνει να αναλύσουμε σε βάθος τις αποφάσεις που ελήφθησαν στην συζήτηση που έγινε. Αυτή είναι μια πολύ σοβαρή απειλή για την εθνική ασφάλεια της χώρας μας. Όλα αυτά θα απαιτήσουν από μας να λάβουμε μελετημένες, συντονισμένες και αποτελεσματικές απαντήσεις για να αποτρέψουμε το ΝΑΤΟ, για να αντιμετωπίσουμε το ΝΑΤΟ».

Η Ρωσία σχεδιάζει «στρατιωτική απάντηση»

Ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας Σεργκέι Ριαμπκόφ δήλωσε ότι η Μόσχα είχε προβλέψει την αμερικανο-γερμανική πυραυλική κίνηση, την οποία χαρακτήρισε ως σχεδιασμένη για να εκφοβίσει τη Ρωσία και η οποία αποσταθεροποιεί περαιτέρω την περιφερειακή ασφάλεια και τις στρατηγικές σχέσεις.

«Οι απαραίτητες εργασίες για την προετοιμασία εξισορροπητικών αντιμέτρων από τις αρμόδιες ρωσικές κρατικές υπηρεσίες ξεκίνησαν πολύ νωρίτερα και διεξάγονται σε συστηματική βάση», δήλωσε ο Ριαμπκόφ σε δήλωση που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του υπουργείου του.

«Χωρίς νεύρα, χωρίς συναισθήματα, θα αναπτύξουμε μια στρατιωτική απάντηση, πρώτα απ’ όλα, σε αυτό το νέο παιχνίδι», δήλωσε ο Ριαμπκόφ σύμφωνα με το πρακτορείο ειδήσεων Interfax.

Τον περασμένο μήνα, ο Πούτιν δήλωσε ότι η Ρωσία θα πρέπει να επαναλάβει την παραγωγή πυραύλων μεσαίου και μικρότερου βεληνεκούς με πυρηνικές δυνατότητες και στη συνέχεια να εξετάσει πού θα τους αναπτύξει, αφού οι ΗΠΑ έφεραν παρόμοιους πυραύλους στην Ευρώπη και την Ασία.

Προηγουμένως είχε μιλήσει για συμφωνία να μην αναπτυχθούν τέτοιοι πύραυλοι στον ρωσικό αποκλεισμό της Βαλτικής, το Καλίνινγκραντ, αλλά είπε ότι οι ΗΠΑ επανέλαβαν την παραγωγή τους, τους έφεραν στη Δανία για ασκήσεις και τους πήγαν επίσης στις Φιλιππίνες.

Οι πύραυλοι εδάφους με βεληνεκές άνω των 500 χιλιομέτρων απαγορεύτηκαν μέχρι το 2019 βάσει της Συνθήκης για τις Πυρηνικές Δυνάμεις Μέσου Βεληνεκούς (INF) που υπογράφηκε το 1987 από τον πρόεδρο της Σοβιετικής Ένωσης Μιχαήλ Γκορμπατσόφ και τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ Ρόναλντ Ρέιγκαν.

Αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες αποσύρθηκαν από τη Συνθήκη INF το 2019, λέγοντας ότι η Μόσχα παραβιάζει τη συμφωνία, κάτι που το Κρεμλίνο αρνήθηκε.

ΑΠΕ-ΜΠΕ
Προηγούμενο άρθροΓαλλία: Αντιμέτωπη με τον κίνδυνο της ακυβερνησίας βρίσκεται η Γαλλία όπου συνεχίζονται οι διαβουλεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης
Επόμενο άρθροΓια τον δεύτερο γύρο των Γαλλικών βουλευτικών εκλογών – Γράφει ο Δρ. Σίμος Ανδρονίδης