Η γενική αποτίμηση των θεμάτων των φετινών Πανελλαδικών Εξετάσεων από την Πανελλήνια Ένωση Φιλολόγων βασίζεται, καταρχάς, σε δύο σημαντικές, κατά τη γνώμη μας, θεωρητικές παραδοχές:
- Ο τρόπος εξέτασης αντανακλά τη συνολική διδακτική διαδικασία, όπως αυτή ορίζεται από τα Προγράμματα Σπουδών, τα σχολικά εγχειρίδια και τις επιμέρους οδηγίες και εγκυκλίους. Επομένως η αποτίμηση των προς εξέταση θεμάτων είναι, ταυτόχρονα, και αποτίμηση της συνολικής διδακτικής διαδικασίας.
- Ο τρόπος εξέτασης των επιμέρους γνωστικών αντικειμένων πρέπει να βρίσκεται σε άμεση συνάφεια με τους σκοπούς και τους στόχους των Προγραμμάτων Σπουδών.
Μετά από προσεκτική μελέτη των φετινών θεμάτων και με βάση τις παραπάνω θεωρητικές παραδοχές, διαπιστώσαμε ότι, ενώ, σε γενικές γραμμές, δεν υπάρχουν σημαντικές αποκλίσεις ανάμεσα στους ειδικότερους σκοπούς και στόχους των Προγραμμάτων Σπουδών και τον τρόπο εξέτασης των επιμέρους γνωστικών αντικειμένων, υπάρχει μεγάλο κενό ανάμεσα στον τύπο και το περιεχόμενο των ερωτήσεων και τον μείζονα στόχο – και διαχρονικά μεγάλο ζητούμενο – της Παιδείας μας, την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης. Διαπιστώνουμε, δυστυχώς για μια ακόμη φορά, ότι ο φορμαλιστικός και τεχνοκρατικός τρόπος εξέτασης των φιλολογικών μαθημάτων, ο οποίος υποκαθιστά τη γνώση με δεξιότητες και απομακρύνει τις μαθήτριες και τους μαθητές από την ουσία των ανθρωπιστικών επιστημών, κάθε άλλο παρά καλλιεργεί την κριτική σκέψη. Αντίθετα, ο τρόπος αυτός εξέτασης επιβάλλει τη στείρα απομνημόνευση και την παπαγαλία λεπτομερειών και άχρηστων, ως ένα βαθμό, πληροφοριών, γεγονός που καθιστά τα φιλολογικά μαθήματα απωθητικά για τις μαθήτριες και τους μαθητές μας. Το μεγάλο «θύμα» αυτής της αντίληψης είναι, διαχρονικά, το μάθημα της Ιστορίας, αφού η διδασκαλία και η τελική του αξιολόγηση βασίζεται κυρίως στην παπαγαλία, η οποία αποκλείει κάθε δυνατότητα ανάπτυξης της ιστορικής σκέψης και υποκαθιστά την αναγκαία για την καλλιέργεια της ιστορικής μνήμης δημιουργική απομνημόνευση. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι φέτος οι μαθητές, σε συνθήκες καύσωνα, κλήθηκαν να απαντήσουν σε θέματα ιδιαίτερα δύσκολα και απαιτητικά. Δεν υποστηρίζουμε, βέβαια, την ευκολία των θεμάτων ως προϋπόθεση για την αντικειμενική αξιολόγηση των μαθητών. Θα έπρεπε, όμως το Υπουργείο Παιδείας να λαμβάνει υπόψη του τις γενικότερες συνθήκες να τις αξιολογεί και να προβληματίζεται. Δυστυχώς, αυτό δεν συνέβη, με αποτέλεσμα τη δικαιολογημένη αγανάκτηση γονιών και μαθητών.
Η φορμαλιστική και τεχνοκρατική αυτή αντίληψη για την αξιολόγηση της γνώσης, με ερωτήσεις του τύπου Σωστό – Λάθος και απλοϊκές αντιστοιχίσεις παρατηρείται στην εξέταση τόσο της Αρχαίας Ελληνικής και Λατινικής Γραμματείας όσο και της Νεοελληνικής Γλώσσας (ως ερωτήσεις κατανόησης του κειμένου). Στην πρώτη περίπτωση αναρωτιέται κανείς σε τι αποσκοπούν οι ερωτήσεις αυτές. Τι αξιολογούν; Είμαστε βέβαιοι ότι οι μελλοντικοί φοιτητές και φοιτήτριες θα γνωρίζουν – δεν λέμε να θυμούνται – ποιος ήταν ο Πλάτωνας ή ο Βιργίλιος και ποια ήταν η συμβολή τους στην ανάπτυξη του δυτικού πολιτισμού; Το ερώτημα ρητορικό. Στη δεύτερη περίπτωση (Νεοελληνική Γλώσσα) θα πρέπει, δυστυχώς, να επαναλάβουμε παλαιότερη διαπίστωσή μας ότι οι συντάκτες των Προγραμμάτων Σπουδών – διαχρονικά – μάλλον δεν ενδιαφέρονται ιδιαίτερα να αποκτήσουν οι μαθητές την ικανότητα (όχι τη δεξιότητα) να εμβαθύνουν κριτικά στα κείμενα. Με λύπη μας διαπιστώνουμε ότι οι ερωτήσεις αυτές εξακολουθούν να μοριοδοτούνται με 15 μονάδες, ενώ η παραγωγή γραπτού λόγου με 30.
Όσον αφορά το μάθημα των Αρχαίων Ελληνικών Προσανατολισμού θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι τα θέματα, σε γενικές γραμμές ήταν ενδιαφέροντα, ιδιαίτερα το αδίδακτο κείμενο. Θα πρέπει, ωστόσο, να επαναλάβουμε παλαιότερη θέση μας με την ελπίδα ότι θα εισακουστούμε(;). Η αντικατάσταση της μετάφρασης του διδαγμένου κειμένου από ερωτήσεις – σταυρόλεξα υποβαθμίζει τη σημασία της ερμηνευτικής διαδικασίας. Νομίζουμε ότι θα μπορούσε να δοθεί ένα μικρό απόσπασμα, για να μεταφραστεί και, στη συνέχεια, να σχολιαστεί το περιεχόμενό του. Η μετάφραση είναι μια διανοητική άσκηση με ιδιαίτερη παιδαγωγική σημασία, γιατί, μεταφράζοντας ένα κείμενο, στη ουσία μεταφράζουμε ένα πολιτισμό χρησιμοποιώντας τους κώδικες ενός άλλου πολιτισμού. Υπό την έννοια αυτή, στην μεταφραστική διαδικασία θεμελιώνεται η ερμηνευτική πράξη η οποία, όπως φαίνεται, τείνει να καταργηθεί στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα.
Τέλος, το μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας θα πρέπει, νομίζουμε, να μας απασχολήσει ιδιαίτερα, γιατί η γλωσσική διδασκαλία είναι η βάση για να θεμελιωθεί και, στη συνέχεια, να αναπτυχθεί η σκέψη του νέου ανθρώπου και, ταυτόχρονα, είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για την κατανόηση όλων, ανεξαιρέτως, των επιστημών. Ο κεντρικός θεματικός άξονας των φετινών θεμάτων ήταν «το ταξίδι». Αναμφισβήτητα ενδιαφέρουσα επιλογή. Ωστόσο η έννοια «ταξίδι» έχει πολλές σημάνσεις. Εκτός από την κυριολεκτική, μπορεί να νοηματοδοτηθεί με ποικίλους τρόπους, ταξίδι με τη φαντασία, ταξίδι με οδηγό την Τέχνη, φυγή από την πραγματικότητα κ.λπ. Η ευρύτητα αυτή θα μπορούσε να δώσει τη δυνατότητα στις μαθήτριες και του μαθητές να αναπτύξουν το θέμα μέσα από μία ή περισσότερες οπτικές. Τα κείμενα, όμως, που δόθηκαν περισσότερο σύγχυση δημιουργούσαν, παρά οδηγούσαν τη σκέψη των μαθητών προς αυτή την κατεύθυνση. Ως προς το 1ο σκέλος του Δ θέματος είναι απορίας άξιο πόσοι και ποιοι μαθητές θα μπορούσαν να ανταποκριθούν με βάση τα βιώματα τους. Παιδιά εργαζόμενων ή και άνεργων γονιών, στο μεγαλύτερο ποσοστό, έχουν άραγε τη δυνατότητα να υποστηρίξουν οικονομικά μια τέτοια επιλογή; Νομίζουμε ότι όλοι οι φορείς που εμπλέκονται στις εξετάσεις, αγνοούν ή, ακόμη χειρότερα, παραβλέπουν την κοινωνική πραγματικότητα του τόπου μας. Ως προς το 2ο σκέλος του ίδιου θέματος, πέρα από το γεγονός ότι είναι γενικόλογο και ασαφές, δεν υποστηρίζεται από κάποιο συναφές υλικό. Και μια γενικότερη παρατήρηση: η ψυχαγωγία δεν πρέπει να ταυτίζεται με τη φυγή από την καθημερινότητα, αλλά με αυτό που λέει η ίδια η λέξη, αγωγή της ψυχής.
Αντίθετα, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι τα θέματα του ΕΠΑΛ ήταν σαφή και υποστηρικτικά ως προς την επίλυσή τους, τα κείμενα επιλεγμένα με προσοχή και ανταποκρίνονταν στα ζητούμενα των θεμάτων. Ταυτόχρονα, διαπιστώσαμε με ικανοποίηση ότι η εξέταση της Λογοτεχνίας, έχοντας κάποια αυτονομία, ήταν, παρά τις όποιες επιμέρους ενστάσεις, ουσιαστική τόσο ως προς την επιλογή του κειμένου όσο και ως προς τις ερωτήσεις. Αναρωτιόμαστε γιατί, άραγε, δεν θα μπορούσε να ισχύσει το ίδιο και για τα Γενικά Λύκεια. Το εξαιρετικό ποίημα του Κωστή Παλαμά, «Το ταξείδι», από τη συλλογή «Τα τραγούδια της Πατρίδας μου», κάθε άλλο παρά είχε σχέση με τα άλλα δύο κείμενα. Αυτό δεν είναι κατά ανάγκη λάθος, με την προϋπόθεση ότι η εξέταση της Λογοτεχνίας θα είχε αυτονομία. Το δυστοπικό ταξίδι του Παλαμά, το οποίο αποτυπώνει συμβολικά την ψυχική του κατάσταση, δεν είναι δυνατόν να ερμηνευθεί και να αξιολογηθεί χωρίς τα αναγκαία συμφραζόμενα. Το κείμενο δόθηκε χωρίς κάποιο στοιχειώδες εισαγωγικό σημείωμα, χωρίς καν την παραπομπή στην περίφημη ποιητική συλλογή, την οποία εύκολα οι θεματοδότες θα μπορούσαν να βρουν στην ιστοσελίδα του Ιδρύματος Κωστή Παλαμά (απορούμε γιατί δεν το έκαναν;), ενώ ζητήθηκε από τους μαθητές να γράψουν πώς θα αντιδρούσαν σε «ανάλογη συναισθηματική κατάσταση». Ποια κατάσταση; Σε ποια εποχή; Σε ποιες συνθήκες; Που θα βασιστεί ο μαθητής για να αναπτύξει έναν ουσιαστικό κριτικό σχολιασμό; Προχειρότητα ή σκοπούμενη αμέλεια; Για μιαν ακόμη φορά διαπιστώνουμε ότι η συνεξέταση της Λογοτεχνίας με τη Νεοελληνική Γλώσσα έχει προδικάσει το τέλος της. Δεν έχει καταργηθεί μόνον η αισθητική απόλαυση που προσφέρει ένα λογοτεχνικό κείμενο, αλλά, επί της ουσίας, έχει καταργηθεί η ερμηνευτική πράξη.
Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο υποβαθμίζει τις ανθρωπιστικές σπουδές (το φαινόμενο είναι, βέβαια, παγκόσμιο) περιθωριοποιώντας την ιστορική σκέψη, την ερμηνευτική πράξη, την θεμελιωμένη σε επιχειρήματα αξιολογική κρίση. Βρισκόμαστε με άλλα λόγια αντιμέτωποι με ένα εκπαιδευτικό σύστημα, το οποίο, παρά τα όσα διατείνεται, ακυρώνει στην ουσία την κριτική σκέψη. Η Πανελλήνια Ένωση Φιλολόγων έχοντας συναίσθηση της ευθύνης της απέναντι σ’ αυτή την κρίση, θα προσπαθήσει να υποστηρίξει με κάθε τρόπο του μάχιμους φιλολόγους για να μπορέσουμε, στο βαθμό που μας επιτρέπουν οι δυνάμεις μας, να ανατρέψουμε αυτή την δυσοίωνη κατάσταση.
Το Δ.Σ. της ΠΕΦ