Β. Κορκίδης: Οι μικρομεσαίοι δεν προσεγγίζουμε φοβικά την αύξηση των μισθών

«Η αύξηση των αμοιβών δεν αναμένεται βρει αντιρρήσεις από τους μικρότερους και μεγαλύτερους εργοδότες της χώρας, αφού πλέον οι επιχειρήσεις ”βάζουν το χέρι στην τσέπη”, προκειμένου να καλύψουν αφενός κενές θέσεις εργασίας και αφετέρου τις αναγκαίες δεξιότητες, παρά το γεγονός πως τα στοιχεία των διεθνών οργανισμών δείχνουν ότι το 2024 θα υπάρξει επιβράδυνση της αύξησης των μέσων μισθών».

Αυτό σημειώνει σε άρθρο του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς Βασίλης Κορκίδης και προσθέτει: «Δεν πρέπει λοιπόν, ούτε να υπερβάλλουμε, αλλά ούτε και να ”τσιγκουνευτούμε” στο καθορισμό της ετήσιας αύξησης του κατώτατου μισθού, ενώ το βέβαιο είναι πως οι μικρομεσαίοι εργοδότες δεν προσεγγίσαμε ποτέ φοβικά την αύξηση αμοιβών των εργαζομένων μας».

Αναλυτικά ο κ. Κορκίδης αναφέρει τα εξής:

Η ετήσια αύξηση του κατώτατου μισθού καθορίζεται με βάση τις επιδόσεις που πραγματοποιεί η ελληνική οικονομία. Η νέα αύξηση στον κατώτατο μισθό για το 2024 αρχικά αναμένεται άνω του 5%, καθώς τα οικονομικά δεδομένα και τα μεγέθη που καθορίζουν σε ποιο ύψος θα διαμορφωθεί, συνηγορούν υπέρ μιας αναπροσαρμογής που θα τον φέρνει στα επίπεδα των 820 ευρώ. Η επενδυτική βαθμίδα που απέκτησε η ελληνική κυβέρνηση, σε συνδυασμό με την μείωση της ανεργίας σε μονοψήφιο ποσοστό ύστερα από 14 χρόνια, αντιπαρατίθεται με τον πληθωρισμό που συνεχίζει να ψαλιδίζει επί σχεδόν δύο χρόνια το πραγματικό εισόδημα των εργαζομένων, ιδίως όσον αφορά στον υψηλό δείκτη του κόστους των τροφίμων. Όλα λοιπόν δείχνουν συνέχεια των αυξήσεων του κατώτατου μισθού που δεν μπορεί να υπολείπονται του διπλάσιου ποσοστού του ρυθμού της ετήσιας ανάπτυξης.

Η αύξηση των μισθών και γενικά των εισοδημάτων ήταν μια από τις βασικές δεσμεύσεις που είχε αναλάβει η κυβέρνηση πριν από τις εκλογές του 2023, θέτοντας στόχο μέχρι το 2027 για τον κατώτατο μισθό τα 950 ευρώ, από τα 780 ευρώ σήμερα. Ο κατώτατος μισθός στον ιδιωτικό τομέα, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις αναμένεται πως θα αυξηθεί το 2024, ώστε να φθάσει και ίσως να ξεπεράσει τα 820. Άρα θα απομένουν αυξήσεις έως και 130 ευρώ την επόμενη τριετία για να επιτευχθεί, ίσως και νωρίτερα, ο στόχος για κατώτατο μισθό στα 950 ευρώ. Σύμφωνα επίσης με τις κυβερνητικές εξαγγελίες, θα υπάρξει αύξηση άνω του 25% του μέσου μισθού τη τριετία 2024-2027, στα 1.500 ευρώ από τα 1.170 ευρώ σήμερα. Η διαδικασία για την ετήσια αύξηση του κατώτατου μισθού συνήθως εκκινεί στο τέλος Ιανουαρίου, ώστε η έκθεση του ΣΕΠΕ να παραδοθεί έως το τέλος Μαρτίου, προκειμένου να κλειδώσει το οριστικό ποσοστό αύξησης και να τεθεί σε εφαρμογή ο νέος μισθός την 1η Απριλίου του 2024.

Στον ιδιωτικό τομέα για όσους αμείβονται με τον κατώτατο μισθό έχουν ήδη ξεκινήσει από 1η Ιανουαρίου 2024 να μετρούν οι τριετίες από εκεί που είχαν παγώσει δηλαδή στις 14 Φεβρουαρίου 2012. Η προσαύξηση μισθού λόγω προϋπηρεσίας, καθορίζεται για τους υπαλλήλους με εξαρτημένη σχέση εργασίας, σε ποσοστό 10% για κάθε τριετία και έως τρεις τριετίες με συνολικό ποσοστό 30% για προϋπηρεσία εννέα ετών και άνω. Η προσαύξηση για εργατοτεχνίτες με εξαρτημένη σχέση εργασίας, είναι 5% για κάθε τριετία προϋπηρεσίας και έως έξι τριετίες με συνολικά 30% για προϋπηρεσία δεκαοκτώ ετών. Βάσει του ισχύοντος νόμου Γεωργιάδη, χιλιάδες μισθωτοί βλέπουν λοιπόν ήδη τους μισθούς τους να αυξάνονται, παρότι η επαναφορά των τριετιών δεν έχει αναδρομικότητα από το 2012 έως το 2023. Έτσι, στην πράξη, η υποχρεωτική αύξηση των τριετιών αφορά όσους εργαζόμενους θεμελιώνουν δικαίωμα αύξησης μέσα στο 2024, ενώ για τους νέους εργαζόμενους, οι πρώτες προσαυξήσεις θα έρθουν το 2027.

Η αύξηση των αμοιβών, κατά την άποψη μου, δεν αναμένεται βρει αντιρρήσεις από τους μικρότερους και μεγαλύτερους εργοδότες της χώρας, αφού πλέον οι επιχειρήσεις «βάζουν το χέρι στην τσέπη», προκειμένου να καλύψουν αφενός κενές θέσεις εργασίας και αφετέρου τις αναγκαίες δεξιότητες, παρά το γεγονός πως τα στοιχεία των διεθνών οργανισμών δείχνουν ότι το 2024 θα υπάρξει επιβράδυνση της αύξησης των μέσων μισθών. Αυτό, μάλιστα αναφέρει στην έκθεση για τη νομισματική πολιτική και η Τράπεζα της Ελλάδος, επισημαίνοντας πως το σύνολο των αμοιβών εξαρτημένης εργασίας έκλεισε αυξημένο κατά 7,9 μονάδες το 2023, ενώ εκτιμάται ότι το 2024 θα αυξηθεί κατά επιπλέον 7,1 μονάδες. Αντίστοιχα, οι αμοιβές εξαρτημένης εργασίας ανά μισθωτό, από 6,2 μονάδες το 2023, θα αυξηθεί επιπλέον κατά 5,4 μονάδες το 2024. Όμως δεν συμβαίνει το ίδιο με την παραγωγικότητα της εργασίας που προκύπτει σε σχέση με το ΑΕΠ της χώρας και τη συνολική απασχόληση, όπου η αύξηση είναι πολύ μικρότερη, αφού δεν υπερβαίνει την μια μονάδα, κάτι που θα συνεχιστεί και το 2024. Δεν πρέπει λοιπόν, ούτε να υπερβάλλουμε, αλλά ούτε και να «τσιγκουνευτούμε» στο καθορισμό της ετήσιας αύξησης του κατώτατου μισθού, ενώ το βέβαιο είναι πως οι μικρομεσαίοι εργοδότες δεν προσεγγίσαμε ποτέ φοβικά την αύξηση αμοιβών των εργαζομένων μας.

ΑΠΕ-ΜΠΕ
Προηγούμενο άρθροΘρησκευτικές και βουλευτικές …λιτανείες απανθρωπιάς – Γράφει ο Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος
Επόμενο άρθροΟικουμενικό Πατριαρχείο: Ανακοινωθέν σχετικά με τη θεσμοθέτηση γάμου ατόμων του ίδιου φύλου