Με άρθρο του στην διαδικτυακή έκδοση της εφημερίδας ‘Πρώτο Θέμα,’ ο δημοσιογράφος Χρήστος Μπόκας[1] αναφέρεται επισταμένως στην απόφαση της κυβέρνησης και προσωπικά του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, να εισαγάγουν από τις ευρωεκλογές του 2024, στην εν Ελλάδι εκλογική-πολιτική κουλτούρα, την επιστολική ψήφο.
Αρχικά, μπορούμε να επισημάνουμε πως επρόκειτο περί μίας σημαντικής εκλογικής μεταρρύθμισης, ακριβώς διότι πληροί κάποιες συγκεκριμένες προϋποθέσεις.
Πρώτον, δεν είχε εφαρμοστεί στο παρελθόν, πρόσφατο και μη.[2] Δεύτερον, ωθεί τα υπόλοιπα κοινοβουλευτικά κόμματα να λάβουν θέση εξ αρχής. Τρίτον, φέρει εγγύτερα (στενότερη αλληλεπίδραση) τους Έλληνες του εσωτερικού με τους Έλληνες του εξωτερικού, με τους δεύτερους να μπορούν να κινητοποιηθούν υπέρ της μεταρρύθμισης, σε περίπτωση όπου κάτι τέτοιο καταστεί απαραίτητο.
Και τι εννοούμε λέγοντας κάτι τέτοιο; Εννοούμε, θεωρητικώ τω τρόπω, πως επειδή η καθιέρωση της επιστολικής ψήφου αφορά την πλειοψηφία των Ελλήνων που διαμένουν επί μακρόν σε χώρες της Ευρώπης και όχι μόνο, αυτοί μπορούν να κινητοποιηθούν πιο εύκολα προς υπεράσπιση της, εν αντιθέσει με ότι συνέβη μετά την θέσπιση του δικαιώματος ψήφου των Ελλήνων του εξαιρετικού, η οποία συμπεριελάμβανε αρκετές εξαιρέσεις.
Η μεταρρύθμιση αυτή έχει όλες τις προϋποθέσεις να εφαρμοστεί ως ‘έχει’ (και να καταστεί επιτυχημένη) δηλαδή δίχως εξαιρέσεις, αλλαγές και ‘ενοχλητικές’ τροποποιήσεις της τελευταίας στιγμής, κάτι που οφείλεται στο γεγονός πως η κυβέρνηση πέτυχε να αιφνιδιάσει απόλυτα τους άτυπους και μη, ‘αρνησίκυρους παίκτες’, για να παραφράσουμε ελαφριά τους Featherstone & Παπαδημητρίου.[3]
Και κυρίως, εκείνα τα πολιτικά κόμματα που συνήθως αντιδρούν αυτόματα σε περίπτωση όπου ανακινείται οποιοδήποτε σχετικό με το δικαίωμα ψήφου των Ελλήνων του εξωτερικού, ζήτημα.
Και αυτή την φορά, οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας και οι αρμόδιοι υπουργοί οφείλουν να προσεγγίσουν την εκλογική μεταρρύθμιση του 2019-2020 ‘διδακτικά,’ ακυρώνοντας εν τη γενέσει του τις όποιες προσπάθειες ακύρωσης ή τροποποίησης των πιο σημαντικών στοιχείων της μεταρρύθμισης (επιστολική ψήφος), επιχειρήσει να επιβάλλει ένας σημαντικός ‘veto player’, όπως είναι το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος.
Το οποίο, το 2019-2020, πέτυχε να ‘απονευρώσει’ ή αλλιώς, να ‘αποφορτίσει’ σε σημαντικό βαθμό την τότε προωθούμενη μεταρρύθμιση (η οποία βέβαια δεν απώλεσε την σημαντικότητα της), με την κυβέρνηση να ‘πέφτει στην παγίδα’ της με κάθε τρόπο επίτευξης της πολιτικής συναίνεσης.
Εάν επιμείνουμε, θεωρητικώ τω τρόπω, στα της συναίνεσης, θα ισχυρισθούμε πως αρκετές φορές, και ιδίως όταν έχουμε να κάνουμε με τον σχεδιασμό, την προώθηση και την εφαρμογή (τρία στάδια[4]) μίας μεταρρύθμισης, η επιδίωξη της δεν ωφελεί, καθότι και μπορεί να αποπροσανατολίσει και να κάνει τους μεταρρυθμιστές να χάσουν από το οπτικό τους πεδίο τον στόχο, και μπορεί, στο όνομα της αναζήτησης και της εύρεσης μίας κοινής συνισταμένης, να απωλέσει πλήρως το αρχικό της περιεχόμενο και από μεταρρύθμιση να εκπέσει στο βάθρο ενός απλού σχεδίου νόμου.
Το παράδειγμα της απάλειψης του θρησκεύματος από τις ταυτότητες στις αρχές του 21ου αιώνα, επί κυβερνήσεως Κώστα Σημίτη, λειτουργεί και εδώ διδακτικά: Σε κανένα στάδιο της τότε μεταρρύθμισης και παρά τις έντονες έως σφοδρές αντιδράσεις της Εκκλησίας, η κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη δεν έσπευσε να αναζητήσει συναινέσεις, βαδίζοντας από την αρχή έως το τέλος στην κατεύθυνση που η ίδια είχε ‘χαράξει’. Και αυτό δεν λέγεται δογματισμός, αλλά, αντιθέτως, μεταρρυθμιστικός ζήλος.
Η ειδοποιός διαφορά συγκριτικά με το 2019-2020, έγκειται στο ότι αυτή την φορά το ΚΚΕ μπορεί να συνάψει άτυπες πολιτικές και κοινοβουλευτικές συμμαχίες με άλλους κοινοβουλευτικούς ‘αρνησίκυρους δρώντες’ που αντιτίθενται στην προώθηση και στην εφαρμογή της επιστολικής ψήφου εν συνόλω (ας το κρατήσουμε αυτό), με ζητούμενο την τροποποίηση των βασικών χαρακτηριστικών της.
Το 2019-2020, το ΚΚΕ,[5] εκκίνησε κατά μόνας μία τέτοια πολιτική-κοινοβουλευτική ‘εκστρατεία’ επιτυγχάνοντας όχι το ‘απόλυτο’ (πλήρης απόσυρση της μεταρρύθμισης και μη ανακίνηση της για ένα χρονικό διάστημα πενταετίας), αλλά, αντιθέτως, το εφικτό (πραγματοποίηση αλλαγών), νοηματοδοτώντας ή ορθότερα, καθιστώντας βασική ‘πολιτική κονίστρα’ για την επίτευξη του σκοπού του, το Κοινοβούλιο.[6]
Και τι σημαίνει κάτι τέτοιο; Σημαίνει πως η ηγεσία του κόμματος δεν επενδύει συμβολικούς-στρατηγικούς πόρους προς την κατεύθυνση πραγματοποίησης κινητοποιήσεων διαμαρτυρίας (εξω-θεσμική δράση), είτε στην Ελλάδα είτε σε χώρες του εξωτερικού, όπου υπάρχουν ευδιάκριτοι κομμουνιστικοί ‘πυρήνες’.
Σημαίνει πως η κομμουνιστική ηγεσία δεν προτίθεται να ζητήσει συνάντηση του Γενικού Γραμματέα του κόμματος με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη προκειμένου να ανταλλάξουν απόψεις για αυτό το θέμα. Προκειμένου να επιχειρήσει να μεταπείσει ο Δημήτρης Κουτσούμπας τον πρωθυπουργό.
Ακόμη και αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, θα ήσαν εκ των προτέρων πολύ δύσκολο να μεταπειστεί ένας φιλελεύθερος πολιτικός όπως ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Σημαίνει πως η κομμουνιστική ηγεσία δεν πρόκειται να ζητήσει την σύγκληση του συμβουλίου πολιτικών αρχηγών, επικαλούμενο λόγους ‘εθνικού συμφέροντος’ (‘παραχάραξη της λαϊκής βούλησης’). Μπορεί να αποτελέσει η εισαγωγή της επιστολική ψήφου «προσδιοριστικό παράγοντα»[7] για την διαμόρφωση εκλογικής συμπεριφοράς, σύμφωνα με τον Γιώργο Παστιάδη;
Πρέπει να αναμένουμε το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών του 2024 ώστε να δούμε εάν όντως η επιστολική ψήφος λειτούργησε ως ‘προσδιοριστικός παράγοντας’ για την διαμόρφωση εκλογικής συμπεριφοράς Ελλήνων του εξωτερικού.
Τα εκλογικά δεδομένα από τις διπλές βουλευτικές εκλογές του 2023,[8] αποδεικνύουν πως η καθιέρωση του δικαιώματος ψήφου με προϋποθέσεις, αποτέλεσε παράγοντα διαμόρφωσης εκλογικής συμπεριφοράς, με την Νέα Δημοκρατία, σε αρκετά εκλογικά τμήματα να υπερβαίνει το 41%. Η επιστολική ψήφος έχει την δυνατότητα να συντελέσει στην μείωση της παρατηρούμενης αποχής, όπως ορθά υποστηρίζουν τόσο ο πρωθυπουργός όσο και κυβερνητικά στελέχη. Με δύο βασικές προϋποθέσεις.
Να υποστηριχθεί με τρόπο ώστε να διαφανούν πλήρως και δίχως ‘γκρίζες ζώνες’ τα πολλά πλεονεκτήματα της. Να προβληθεί με τρόπο ώστε να φανεί πως ένα ουσιώδες δημοκρατικό χαρακτηριστικό όπως είναι η άσκηση του δικαιώματος ψήφου, υπεισέρχεται, και όχι ‘λαθραία και βίαια,’ μέσα στον ιδιωτικό χώρο του πολίτη, διαπαιδαγωγώντας τον κατάλληλα.
Η συνεργασία, στο υπουργείο Εσωτερικών, μίας μεταρρυθμίστριας πολιτικού όπως είναι η Νίκη Κεραμέως,[9] με τον καινοτόμο, μεταρρυθμιστή και βαθύ γνώστη της εκλογικής νομοθεσίας όπως είναι ο Θοδωρής Λιβάνιος, πέραν του ότι δημιουργεί ένα ισχυρό μεταρρυθμιστικό δίδυμο καθ’ όλα απαραίτητο για μία κυβέρνηση που ήδη διανύει την δεύτερη θητεία της, επιφέρει ήδη αποτελέσματα και προοινωνίζεται μία ανάλογη συνέχεια. Με την παραγωγή μεταρρυθμιστικού έργου αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά φαινόμενα μεταρρυθμιστικής κόπωσης.
[2] Θα ήσαν πιο ακριβές θεωρητικά να τονίσουμε πως καμία κυβέρνηση εν καιρώ Μεταπολίτευσης δεν καταπιάστηκε με το συγκεκριμένο ζήτημα, ούτε το έφερε προς δημόσια διαβούλευση. Εμβαθύνοντας ακόμη περισσότερο την ανάλυση μας, θα πούμε πως ουσιαστικά, με αυτή την πρωτοβουλία ή αλλιώς, με αυτή την σημαντική μεταρρύθμιση, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας κλείνει ουσιαστικά τον μεταρρυθμιστικό ‘κύκλο’ που αφορά την εκλογική διαδικασία αυτή καθαυτή και την συμμετοχή των πολιτών. Ο συγκεκριμένος μεταρρυθμιστικός ‘κύκλος’ άνοιξε από τις απαρχές ακόμη της περιόδου διακυβέρνησης 2019-2023, με την καθιέρωση του δικαιώματος ψήφου των Ελλήνων που διαμένουν στο εξωτερικό (με αυστηρές βέβαια προϋποθέσεις), και φαίνεται πως κλείνει με την καθιέρωση της επιστολικής ψήφου, στο εγκάρσιο σημείο όπου μία τέτοια εξέλιξη εναρμονίζει πλέον πλήρως την Ελλάδα με ό,τι ισχύει ως προς την ψήφο και την άσκηση του δικαιώματος της ψήφου, με Ευρωπαϊκές-Δυτικές χώρες. Ο καθηγητής Θάνος Λίποβατς, σε άρθρο του στο επιστημονικό περιοδικό ‘Επιστήμη και Κοινωνία’, έχει μιλήσει για την πραγματοποίηση ενός «αναγκαίου προγραμματισμού σε βάθος χρόνου», θίγοντας με αυτόν τον τρόπο μία από τις πιο χαρακτηριστικές Μεταπολιτευτικές ‘παθογένειες’ του εγχώριου κομματικού-πολιτικού συστήματος και Μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων: Ήτοι, την εστίαση στο εφήμερο και την προτίμηση σε πρόχειρες και αποσπασματικές λύσεις. Στην περίπτωση της άσκησης του εκλογικού δικαιώματος από όσο δυνατόν περισσότερους Έλληνες, η κυβέρνηση έδρασε με τέτοιους όρους. Δηλαδή, με όρους «προγραμματισμού σε βάθος χρόνου». Για το άνοιγμα και το κλείσιμο του συγκεκριμένου μεταρρυθμιστικού ‘κύκλου’ κινητοποιήθηκαν και μάλιστα με θέρμη, αρκετοί υπουργοί και προσωπικά ο πρωθυπουργός, τέθηκαν συγκεκριμένα ορόσημα ώστε να ‘δοκιμαστούν’ η μεταρρύθμιση και η αλλαγή (βουλευτικές εκλογές 2023 και τώρα ευρωεκλογές 2024), με τις επιζήμιες αντιφάσεις και υποχωρήσεις, να εκλείπουν σε σημαντικό βαθμό. Βλέπε σχετικά, Λίποβατς, Θάνος., ‘Η ανασφαλής ελληνική ταυτότητα και η αποτυχία των νεωτερικών αξιών,’ Περιοδικό Επιστήμη και Κοινωνία. Επιθεώρηση Πολιτικής και Ηθικής Θεωρίας, Τόμος 31, 2014, Διαθέσιμο στο: Προβολή του Η ανασϕαλής Ελληνική ταυτότητα και η αποτυχία των νεωτερικών αξιών (ekt.gr)
[3] Βλέπε σχετικά, Featherstone, K., & Παπαδημητρίου, Δ., ‘Τα όρια του εξευρωπαϊσμού. Δημόσια πολιτική και μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα,’ Εκδόσεις των Οκτώ, Αθήνα, 2010. Λόγω του γεγονότος πως η εκλογική-πολιτική μεταρρύθμιση δεν εμπίπτει στο πεδίο των ενδιαφερόντων και των αρμοδιοτήτων τους, ‘αρνησίκυροι παίκτες’ όπως είναι συνδικαλιστικές οργανώσεις, δεν μπορούν να κινηθούν εύκολα με μείζον στόχους είτε την αναβολής της εφαρμογής της, είτε την ολοκληρωτική της ακύρωση. Άλλωστε, ας μην ξεχνάμε πως υπάρχει το προηγούμενο του 2019-2020, όταν η τότε καθιέρωση του δικαιώματος ψήφου των Ελλήνων του εξωτερικού, δεν συνάντησε τις αντιδράσεις και δη τις έντονες και μαζικές αντιδράσεις συνδικαλιστικών οργανώσεων. Άρα, από την στιγμή όπου δεν έχουν την δυνατότητα ή την ‘ευκαιρία’ να ‘προστατεύσουν προνόμια’, σύμφωνα με την διατύπωση των Featherstone & Παπαδημητρίου, δεν μπορούν να επενδύσουν στον «αρνητισμό» συλλογικά, κατά τους Ηλία Κατσούλη & Τάσο Γιαννίτση, με αποτέλεσμα την αδρανοποίηση τους. Βλέπε και, Γιαννίτσης, Τάσος., ‘Η Ελλάδα στην κρίση,’ Εκδόσεις Πόλις, Αθήνα, 2013. Επίσης, Κατσούλης, Ηλίας., ‘Προλεγόμενα. Εμείς και οι ‘Άλλοι,’ Περιοδικό Επιστήμη και Κοινωνία…ό.π., σελ. 15. Διαθέσιμο στο: Προβολή του Προλεγόμενα: Εμείς και οι ‘Άλλοι’ (ekt.gr)
[4] Σημαντικοί ‘αρνησίκυροι παίκτες’ που θα μπορούσαν να συγκροτήσουν «πολιτικές κονίστρες» (political arenas), σύμφωνα με τον Ηλία Κατσούλη, για να αποτρέψουν την ψήφιση του νομοσχεδίου περί επιστημολογικής ψήφου (στην κοινοβουλευτική ‘ιδιόλεκτο’ η μεταρρύθμιση αποκαλείται ‘νομοσχέδιο’ ή ‘σχέδιο νόμου’), είναι οι ενώσεις πανεπιστημιακών και ειδικότερα, οι σύλλογοι διδασκόντων στα τμήματα Πολιτικής Επιστήμης. Όμως, όπως διεφάνη ήδη από το 2019, ουδεμία πρόθεση δεν έχουν να θέσουν εμπόδια στην πραγματοποίηση τέτοιου τύπου μεταρρυθμίσεων. Βλέπε και, Κατσούλης, Ηλίας., ‘Προλεγόμενα. Εμείς και οι ‘Άλλοι,’ Περιοδικό Επιστήμη και Κοινωνία…ό.π., σελ. 18.
[5] Χρήζει θεωρητικής επισήμανσης το γεγονός πως η ηγεσία του ΚΚΕ δεν είναι διατεθειμένη να ‘θυσιάσει’, στο βωμό του εκλογικού οφέλους, του όποιου εκλογικού οφέλους, την ιδεολογία του και επίσης, τις βασικές πολιτικοϊδεολογικές του θέσεις περί άσκησης του δικαιώματος ψήφου από τους Έλληνες του εξωτερικού. Με λαϊκιστικές αναφορές, το ΚΚΕ προτιμά να μετασχηματίζεται και να λειτουργεί αποκλειστικά ως ‘κόμμα εσωτερικού’ (ας θυμηθούμε την βαθιά πολιτική και διόλου τυπολογική διάκριση μεταξύ ‘ΚΚΕ Εσωτερικού’ και ‘ΚΚΕ εξωτερικού’), θεωρώντας, απλοϊκά και προδήλως εσφαλμένα, πως η θέσπιση του δικαιώματος ψήφου των Ελλήνων του εξωτερικού, ‘αλλοιώνει’ την εκλογική διαδικασία per se, διαμορφώνει τις προϋποθέσεις για την πραγματοποίηση ‘νοθείας’, καθιστά κεντρικούς εκλογικούς ‘παίκτες’ άτομα που απουσιάζουν επί μακρόν από την Ελλάδα (το ‘εθνικό κέντρο’) και δεν έχουν καλή εικόνα πλέον των εδώ προτεραιοτήτων και ιδιαιτεροτήτων. Υπήρξαν έστω υπόνοιες για ‘νοθεία’ στις πρόσφατες, διπλές βουλευτικές εκλογές; Φυσικά και Όχι, είναι η απάντηση μας. Έχουν παρατηρηθεί περιστατικά ‘νοθείας’ και αλλοίωσης του εκλογικού αποτελέσματος σε όσες χώρες έχουν καθιερώσει εδώ και πολλά χρόνια την επιστολική καθώς και την άμεση (μετάβαση σε ένα εκ των προτέρων καθορισμένο εκλογικό κέντρο) ψήφο των πολιτών τους που διαμένουν στο εξωτερικό; Και πάλι Όχι, είναι η απάντηση μας. Τώρα, εκλογικά οφέλη για το ΚΚΕ στις διπλές βουλευτικές εκλογές του Μαϊου-Ιουνίου 2023, υπήρξαν: Το ΚΚΕ προτιμήθηκε από αρκετούς Έλληνες που διαμένουν στο εξωτερικό, υποσκελίζοντας σε αρκετές χώρες, κόμματα όπως ο Συνασπισμός της Ριζοσπαστικής Αριστεράς και το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα-Κίνημα Αλλαγής. Το γεγονός αυτό πρέπει να ληφθεί πολύ σοβαρά υπόψιν από τους σχεδιαστές πολιτικές και από όλους όσοι θα διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην προώθηση της μεταρρύθμισης.
[6] Το ΚΚΕ διαθέτει πολλούς μεμονωμένους ‘veto players,’ οι οποίοι, εντός Κοινοβουλίου, έχουν την δυνατότητα, να παρακάμψουν τελείως, ωσάν να μην ‘υπάρχουν,’ τους αρμόδιους υπουργούς, επιχειρώντας, για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί μία συζήτηση περί μίας μεταρρύθμισης (νομοσχεδίου), να αποδομήσουν το περιεχόμενο της.
[9] Η υπουργός Εσωτερικών Νίκη Κεραμέως είναι αυτή που καλείται να υπερασπιστεί σε κοινοβουλευτικό επίπεδο, την μεταρρύθμιση, ‘ακυρώνοντας’, δια της άρθρωσης ενός στιβαρού, επιστημονικού-τεχνοκρατικού λόγου, την ροπή προς την ‘καταστροφολογία,’ τα συνθήματα και τις ατάκες των ‘αρνησίκυρων παικτών΄. Την κρίσιμη στιγμή, η συνδρομή του πρωθυπουργού κρίνεται απολύτως απαραίτητη. Ο δημοσιογράφος των ‘Νέων’ Ηλίας Κανέλλης, κάνει λόγο και ορθά, ουσιαστικά για μία «εκλογική καινοτομία», στηλιτεύοντας την στάση του ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής. Η δυσθυμία του Νίκου Ανδρουλάκη απέναντι στην επιστολική ψήφο, συνιστά ισχυρό δείγμα της δυσκολίας του ΠΑΣΟΚ να υπερβεί τον χαρακτήρα του κόμματος ‘που παλεύει για την επιβίωση’ του που έχει φιλοτεχνήσει για τον εαυτό του και να λειτουργήσει ως ένα μεταρρυθμιστικό κόμμα εξουσίας. Προς ώρας, ο Νίκος Ανδρουλάκης αρκείται να υπενθυμίζει διαρκώς πως ‘έχει προτάσεις,’ παραγνωρίζοντας πως το προφίλ κόμματος εξουσίας συγκροτείται και μέσω της θετικής υποδοχής και υποστήριξης κυβερνητικών, μεταρρυθμιστικών πρωτοβουλιών. Βλέπε σχετικά, Κανέλλης, Ηλίας, ‘Η Μεταπολίτευση του Βασίλη Βασιλικού,’ Εφημερίδα ‘Τα Νέα,’ 01/12/2023, σελ. 33. Η αναφορά του Νίκου Ανδρουλάκη στην ύπαρξη εγγυήσεων (δικλείδων ασφαλείας) ουσιαστικά ‘παραβιάζει ανοιχτές θύρες’. Είναι περίπου αυταπόδεικτο πως θα τεθούν δικλείδες ασφαλείας όσον αφορά την εφαρμογή της επιστολικής ψήφου.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.Εντάξει