Στον απόηχο της κουταμάρας και της απρέπειας Σούνακ, προς την Ελλάδα και τον πρωθυπουργό της, πρέπει να πούμε κάτι που δεν σχολιάστηκε δεόντως: Ότι η συνέντευξη Μητσοτάκη στο BBC ήταν εξαιρετική. Όλα τα λεφτά ήταν η… Μόνα Λίζα! «Αν κόβαμε μισή τη Μόνα Λίζα και η μισή ήταν στο Λούβρο, τι θα συνέβαινε;», αναρωτήθηκε. Κι αυτό ταξίδεψε δωρεάν σ’ όλη την οικουμένη.
Αυτό ήταν, είναι, το σημαντικότερο όφελος της Ελλάδας. Ακόμη κι αν γινόταν τελικά η συνάντηση με τον απρεπή Βρετανό πρωθυπουργό, η Μόνα Λίζα θα είχε γίνει το επίκεντρο της επίσκεψης Μητσοτάκη Στο Λονδίνο.
Γκολ και μάλιστα θεαματικό από τον κοσμοπολίτη Μητσοτάκη, αυτογκόλ του δισεκατομμυριούχου άποικου που εξελίχθηκε σε αποικιοκράτη.
Πρέπει να πούμε, ότι στο ζήτημα των μαρμάρων του Παρθενώνα, ο Μητσοτάκης έχει κάνει την πιο ουσιαστική και βαθιά συζήτηση από τα χρόνια της Μελίνας Μερκούρη.
Η διαφορά τους είναι στο ύφος. Η Μελίνα με το θεατράλε ύφος της φώναζε στην κυβέρνηση Θάτσερ λέγοντας «Θέλετε-δεν- θέλετε τα Μάρμαρα είναι δικά μας και θα τα δώσετε πίσω», ενώ ο Μητσοτάκης το κάνει πιο τεχνοκρατικά. Συνομιλώντας απ’ ευθείας με το Βρετανικό Μουσείο, που έχει την αρμοδιότητα και επικοινωνώντας το ζήτημα σε μεγάλα κοινά παγκοσμίως.
Ο Μητσοτάκης στέλνει το μήνυμα παντού, ότι τα μάρμαρα του Παρθενώνα, είναι η ελληνική υπερηφάνεια, επειδή αποτελούν το πιο σημαντικό κι ευγενέστερο σύμβολο τελειότητας και πολιτισμού. Πρέπει να επιστρέψουν με οιονδήποτε τρόπο, στο όνομα της ηθικής και της Δικαιοσύνης.
Είναι και κάτι άλλο: Πώς είναι δυνατόν οι σημερινοί Βρετανοί να γίνονται ουσιαστικά κλεπταποδόχοι της αλητεία του Έλγιν, που ο λόρδος Βύρων αποκαλούσε πλιατσικολόγο; Πώς είναι δυνατόν να οικειοποιούνται την πολιτική μεγαλοφυΐα του Περικλή και την κορυφαία ικανότητα του Φειδία και του Ικτίνου;
Αυτά, ο Μητσοτάκης τα επικοινωνεί προσεκτικά και χωρίς ακρότητες. Κι αυτό είναι πιο σημαντικό από οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα κι ενέργεια περί του θέματος. Ο Τσόρτσιλ έλεγε ότι η διακριτικότητα κι οι λεπτοί χειρισμοί αποτελούν την καλύτερη μέθοδο για να στείλεις κάποιον στον αγύριστο και μάλιστα ν’ απολαύσει το ταξίδι! Αυτό δεν το έμαθε ποτέ ο Σούνακ.
Κάτι τελευταίο για να ξέρουμε τι λέμε: Δεν ζητάμε επιστροφή των γλυπτών, αλλά επανένωση…