Οι πολίτες νιώθουν στην τσέπη τους ότι η στήριξη που είχαν το 2023 και που θα ξεπεράσει τα 2,5 δις, ήταν ουσιαστική, ανέφερε ο υφυπουργός Οικονομικών Χάρης Θεοχάρης, κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού του 2024, στην επιτροπή Οικονομικών της Βουλής.
«Θέλουμε μέχρι το 2026, να κλείσουμε το κενό που έχουμε στον ΦΠΑ, σε σχέση με το που βρισκόμαστε εμείς και που ο μέσος ευρωπαϊκός χώρος. Αυτό σημαίνει ότι μέχρι το 2026 πρέπει να ενισχύσουμε τα έσοδα, ιδιαίτερα από το ΦΠΑ, κατά δύο περίπου δις και έχοντας διανύσει ήδη μια απόσταση 2,5 δις, για να κλείσουμε το κενό αυτό», είπε κ. Θεοχάρης.
«Δεν λέμε ‘ναι’ στις σειρήνες, κυρίως της αντιπολίτευσης, που μας λέει να μειώσουμε τον ΦΠΑ αδιακρίτως, να μηδενίσουμε τον ΦΠΑ σε πολλά προϊόντα, το ΕΦΚ. Εμείς έχουμε συνετή δημοσιονομική πολιτική που φέρνει αποτέλεσμα. Πέρυσι είχαμε 0,1% πρωτογενές πλεόνασμα, ενώ περιμέναμε έλλειμμα. Φέτος ξεπερνάμε το 0,7% του προϋπολογισμού σε πρωτογενές πλεόνασμα, φτάνουμε σίγουρα το 1,1% του Μεσοπρόθεσμου αυτού του προϋπολογισμού που ήταν ο στόχος και συνεπώς συνεχίζουμε στην τελευταία χρονιά της μεγάλης δημοσιονομικής προσαρμογής που θα φτάσουμε στο επιθυμητό 2,1 πρωτογενές πλεόνασμα για το 2024», είπε ο Χάρης Θεοχάρης.
Ο υφυπουργός Οικονομικών σημείωσε ότι τα επιτεύγματα της οικονομίας αναγνωρίζονται από τη διεθνή κοινότητα και γι΄αυτό η χρονιά κλείνει με την αναβάθμιση του αξιόχρεου και η ανάκτηση τα επενδυτικής βαθμίδας, μετά από 13 χρόνια. «Επανέρχεται η αποδοχή των ελληνικών κρατικών ομολόγων, ως εγγύηση στις πράξεις αναχρηματοδότησης, γιατί μειώνεται το κόστος δανεισμού προς όφελος των πολιτών, γιατί αυξάνεται η δεξαμενή των δυνητικών επενδυτών, γιατί επιτρέπει την ένταξη της χώρας σε περισσότερους δείκτες της παγκόσμιας αγοράς», είπε ο Χάρης Θεοχάρης και σημείωσε ότι πλέον η Ελλάδα μπορεί να προσελκύσει περισσότερα ξένα κεφάλαια, με θετικό αντίκτυπο στην οικονομία.
«Και οι τελευταίες εξελίξεις, με την αποεπένδυση του ΤΧΣ, με τη μεγάλη συμφωνία μεταξύ της Alpha Bank και της UniCredit, αποδεικνύουν τη σταθερότητα της οικονομίας που οδήγησε και στη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα», είπε ο υφυπουργός Οικονομικών και πρόσθεσε: «Το 2024, με την προσήλωση της κυβέρνησης στη συνετή δημοσιονομική διαχείριση θα είναι ένα έτος ενίσχυσης της εμπιστοσύνης, για την οικονομία μας. Αναμένουμε και αύξηση των παραγωγικών επενδύσεων με μακροπρόθεσμη προοπτική. Η πολιτική, οικονομική, δημοσιονομική σταθερότητα είναι η προϋπόθεση για να ενισχύσουμε την ανάπτυξη, να μειώσουμε την ανεργία, να συνεχίσουμε στον ενάρετο κύκλο της μείωσης του χρέους και άρα της ανάκτησης περαιτέρω επενδυτικών βαθμίδων, στην αξιολόγηση».
Στην ανοδική πορεία της ελληνικής οικονομίας, σημείωσε ο υφυπουργός Οικονομικών, συμβάλλουν καθοριστικά οι δημοσιονομικές παρεμβάσεις. Ειδικότερα δε για τις φορολογικές παρεμβάσεις, ο Χάρης Θεοχάρης επισήμανε την αύξηση του αφορολόγητου στους φορολογούμενους με παιδιά, την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης και στους δημοσίους υπαλλήλους, τη μείωση του ΕΝΦΙΑ για τις κατοικίες που ασφαλίζονται για φυσικές καταστροφές.
Όσο δε για την αύξηση στα έσοδα από τους φόρους ακίνητης περιουσίας, που αναμένεται να διαμορφωθούν υψηλότερα κατά 160 εκατομμύρια, ο κ. Θεοχάρης είπε ότι οφείλεται στο ενισχυμένο, κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες περίπου, ποσοστό της εισπραξιμότητας του ΕΝΦΙΑ. «Μετά την τελευταία μεγάλη μεταρρύθμιση του ΕΝΦΙΑ, μεγάλωσε η φορολογική βάση. Υπήρξε μεγάλη αύξηση της εισπραξιμότητας γιατί ήρθαν πολίτες που δεν μπορούσαν να πληρώσουν ΕΝΦΙΑ για χρόνια, κατάφεραν να πληρώσουν τον περσινό ΕΝΦΙΑ και προσήλθαν να εξοφλήσουν κάποια από τα χρωστούμενα. Συνεπώς, τα μέτρα αποδίδουν», είπε ο υφυπουργός Οικονομικών.
Γενικότερα, για την αύξηση των φορολογικών εσόδων του 2023, ο υφυπουργός Οικονομικών σημείωσε ότι «η αύξηση κατά 9%, σε σχέση με το 2022, σχετίζεται με τη φορολογική συμμόρφωση και την αντιμετώπιση, έστω κατά ένα μέρος, της φοροδιαφυγής». Και από τα στοιχεία της Κομισιόν, είπε ο κ. Θεοχάρης, προκύπτει ότι η χώρα μας μειώνει το κενό του ΦΠΑ και αυτό «μας δείχνει ότι έχουμε ένα μεγάλο δρόμο να διανύσουμε, διότι θέλουμε μέχρι το 2026, να κλείσουμε το κενό που έχουμε, σε σχέση με το που βρισκόμαστε εμείς και που ο μέσος ευρωπαϊκός χώρος. Αυτό σημαίνει ότι μέχρι το 2026 πρέπει να ενισχύσουμε τα έσοδα, ιδιαίτερα από το ΦΠΑ, κατά δύο περίπου δις και έχοντας διανύσει ήδη μια απόσταση 2,5 δις, για να κλείσουμε το κενό αυτό».
Σε σχέση με την αύξηση εσόδων, ο κ. Θεοχάρης κάλεσε τα κόμματα της αντιπολίτευσης να αναλογιστούν και το «ιστορικό ρεκόρ» των εισπράξεων από τα νομικά πρόσωπα. «Κατηγορούμαστε ότι δεν φορολογούμε τις μεγάλες επιχειρήσεις, ότι φορολογούμε μόνο τους μικρούς και τους ανθρώπους που δεν θα έπρεπε να φορολογηθούν. Όμως 7,1 δις εισπράχθηκαν και πολλά από αυτά ήταν έκτακτα, όπως 630 εκατομμύρια μόνο από τα διυλιστήρια, 400 εκατομμύρια από την αρχική φορολόγηση των υπερκερδών των επιχειρήσεων ενέργειας», είπε ο υφυπουργός Οικονομικών και πρόσθεσε: «Υπάρχουν, επίσης, εδώ και έσοδα, που πολύ εύκολα θα μπορούσαν να ήταν φορολογικά και τα οποία δεν ήταν φορολογικά. Διότι τα χρήματα που παίρναμε από το χρηματιστήριο της ενέργειας καθημερινά, θα μπορούσαμε, αν θέλετε, να τα αφήνουμε στις εταιρείες και να ερχόμαστε να τα φορολογούμε εκ των υστέρων και άρα, να έχουμε ακόμα μεγαλύτερη αύξηση στη φορολογία των νομικών προσώπων. Είναι αυτά τα 3,5 – 4 δις, τα οποία πήραμε από αυτές τις εταιρείες παραγωγής ενέργειας και που σας δίνουν εσάς το δικαίωμα να λέτε ότι δεν τους φορολογούμε, ενώ στην πραγματικότητα είναι πραγματική φορολόγηση, διότι τα περνάμε τη στιγμή που γινόταν η διαπραγμάτευση και η χρηματιστηριακή αυτή συναλλαγή, στο Χρηματιστήριο της Ενέργειας».
Ο κ. Θεοχάρης αναφέρθηκε και στα φορολογικά έσοδα για το 2024. «Για το 2024, πραγματικά, προβλέπεται μία αύξηση. Τα έσοδα, μετά και την αφαίρεση των επιστροφών φόρων, προβλέπεται να διαμορφωθούν στα 68.379.000.000 ευρώ, αυξημένα κατά 3.183.000.000 ευρώ ή 4,9% του 2023. Εδώ, λοιπόν, βλέπουμε μία σημαντικότατη αύξηση του φόρου εισοδήματος των φυσικών προσώπων, κατά 959.000.000. Βλέπετε, λοιπόν, ότι μεγάλο μέρος της αύξησης προβλέπεται να έρθει από το φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων που οφείλεται, κυρίως, στην αναμενόμενη αύξηση των αμοιβών των εργαζομένων, καθώς και στον νέο τρόπο φορολόγησης των ελευθέρων επαγγελματιών και παρά την αύξηση του αφορολόγητου κατά 1.000 ευρώ, για τους φορολογούμενους με ένα ή περισσότερα εξαρτώμενα τέκνα», είπε ο υφυπουργός Οικονομικών και πρόσθεσε: «Ο φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων θα έρθει στο επίπεδο των 6,7 δισ., πράγματι ένα ποσό το οποίο είναι αυξημένο σε σχέση με τους μέσους όρους των προηγούμενων ετών, όχι όσο πέρυσι, ακριβώς επειδή πέρυσι είχαμε τα έκτακτα έσοδα από τη φορολόγηση των διυλιστηρίων και των εταιρειών παραγωγής ενέργειας».
Αυτός ο Προϋπολογισμός είναι ένας προϋπολογισμός δύσκολης ισορροπίας, δήλωσε κλείνοντας την παρέμβασή του ο υφυπουργός Οικονομικών και πρόσθεσε: «έρχονται οι άλλες πολιτικές δυνάμεις και μας λένε να κάνουμε αφορολόγητο στα 10.000 ευρώ, να χαρίσουμε χρήματα και διάφορες άλλες ανεφάρμοστες προτάσεις ή να εξαφανίσουμε το ΦΠΑ κ.λπ.. Είναι ένας Προϋπολογισμός που πρέπει να κρατήσει μια πολύ δύσκολη λεπτή γραμμή ισορροπίας, ανάμεσα στη σταθερότητα, τη σταθερότητα, την ανάπτυξη και τη στήριξη των αδύναμων, ώστε να μπορέσουμε αυτή τη στιγμή που η οικονομία παίρνει πάνω της, να μην αφήνουμε κανέναν πίσω».
ΑΠΕ-ΜΠΕ