Είναι ασφαλής η μείωση των αντιβιοτικών από τους γιατρούς, σύμφωνα με νέα έρευνα

Οι γιατροί μπορούν να συνταγογραφούν λιγότερα αντιβιοτικά για λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος (βήχα, κρυολογήματα, πονόλαιμο κ.α.) ή ωτίτιδες, χωρίς να φοβούνται ότι αυτό θα οδηγήσει σε αύξηση των πιο σοβαρών βακτηριακών επιπλοκών, όπως μηνιγγίτιδας, σύμφωνα με μια νέα βρετανική επιστημονική έρευνα.

Οι περισσότερες αναπνευστικές λοιμώξεις προκαλούνται από ιούς και η υγεία του ασθενούς βελτιώνεται μόνη της μετά από μερικές μέρες, χωρίς να χρειάζονται αντιβιοτικά. Τα τελευταία έχουν μηδαμινή επίδραση στη διάρκεια και στη σοβαρότητα των συμπτωμάτων σε αυτές τις λοιμώξεις. Η εκτεταμένη και περιττή χρήση αντιβιοτικών συμβάλλει στην ανάπτυξη ανθεκτικών μικροβίων.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Μάρτιν Γκάλιφορντ του King’s College του Λονδίνου, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό British Medical Journal (BMJ), ανέλυσαν στοιχεία για 610 παθολογικά ιατρεία με περισσότερους από τέσσερα εκατομμύρια ασθενείς στη διάρκεια άνω των δέκα ετών.

Διαπιστώθηκε ότι όσοι γιατροί χορηγούσαν λιγότερα αντιβιοτικά, δεν είχαν ασθενείς με περισσότερες σοβαρές βακτηριακές επιπλοκές όπως μηνιγγίτιδα. Η μικρότερη χρήση αντιβιοτικών συνδεόταν μόνο με μια οριακή αύξηση στα ποσοστά πνευμονίας.

 Υπολογίσθηκε ότι αν ένας παθολόγος με 7.000 ασθενείς μειώσει κατά 10% τη χορήγηση αντιβιοτικών στους ασθενείς με αναπνευστικές λοιμώξεις, θα υπάρξει μόνο ένα έξτρα κρούσμα πνευμονίας το χρόνο, το οποίο όμως -όταν υπάρξει- μπορεί να θεραπευθεί με αντιβιοτικά.

 Οι ερευνητές ανέφεραν ότι η μείωση των αντιβιοτικών είναι πιθανό ότι θα μειώσει τον αριθμό των ανθρώπων που βιώνουν παρενέργειες. Περίπου το 10% των ασθενών που λαμβάνουν αντιβιοτικά, παθαίνουν κάποια παρενέργεια (εξανθήματα, διάρροια, εμετοί κ.α.).

«Η υπερβολική χρήση αντιβιοτικών μπορεί να έχει ως συνέπεια την αύξηση των λοιμώξεων από ανθεκτικά βακτήρια στο μέλλον. Οι τρέχουσες συστάσεις είναι να αποφεύγονται τα αντιβιοτικά σε αναπνευστικές λοιμώξεις που μόνες τους θεραπεύονται. Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι αν δεν λαμβάνονται αντιβιοτικά, αυτό δεν συνεπάγεται αυξημένο κίνδυνο για πιο σοβαρές επιπλοκές», δήλωσε ο δρ Γκάλιφορντ.

Σύνδεσμος: Για την πρωτότυπη επιστημονική εργασία στη διεύθυνση: http://www.bmj.com/content/354/bmj.i3410

 

Προηγούμενο άρθροΤο υπουργείο Οικονομικών υπέβαλλε πρόταση στους θεσμούς για χαλάρωση των τραπεζικών περιορισμών
Επόμενο άρθροΑ.Ε. ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ – Ανανεώσεις συνεργασίας