«Το διακύβευμα των εκλογών είναι αν θα προχωρήσουμε μπροστά, σε βαθιές τομές που χρειάζεται η χώρα, αν θα συνεχιστεί το μεταρρυθμιστικό έργο ή αν θα γυρίσουμε πίσω σε ένα καταστροφικό παρελθόν που θέλουμε να διαγράψουμε από τη μνήμη μας».
Αυτό τόνισε σε συνέντευξη που παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων Νίκη Κεραμέως εν όψει των εκλογών της 21ης Μαΐου. Σημείωσε ότι οι πολίτες έχουν «μια σπάνια ευκαιρία», να συγκρίνουν δυο διαδοχικούς πρωθυπουργούς σε δυο διαδοχικές κυβερνητικές θητείες και χαρακτήρισε «αλλοπρόσαλλη» τη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ το 2015. «Ζήσαμε στιγμές αλήστου μνήμης που δεν περιμέναμε ποτέ να δούμε στην Ελλάδα», ανέφερε.
Όσον αφορά στο χαρτοφυλάκιο του υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων και ειδικότερα τις μεταρρυθμίσεις που έγιναν κατά τα τελευταία 4 χρόνια, η κ. Κεραμέως σημείωσε ότι κοινή συνισταμένη όλων ήταν «πώς θα δώσουμε περισσότερα και καλύτερα εφόδια στα παιδιά μας». Η υπουργός έκανε μια σύντομη αναφορά στις αλλαγές που επήλθαν, όπως την εισαγωγή των αγγλικών στο νηπιαγωγείο, τη στροφή προς τις δεξιότητες, την αξιολόγηση, την αλλαγή των προγραμμάτων σπουδών, την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής στα ΑΕΙ, τη στενότερη σύνδεση επαγγελματικής εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας και το εσωτερικό Erasmus στα πανεπιστήμια. «Έγκειται στους πολίτες σε ποιο βαθμό θα κρίνουν θετικά αυτές τις αλλαγές», είπε η κ. Κεραμέως και πρόσθεσε: «Το βασικό για εμάς είναι ότι ήμασταν συνεπείς σε αυτά που υποσχεθήκαμε, -χωρίς αυτό να σημαίνει ότι όλα έγιναν τέλεια, έγιναν λάθη, έγιναν αστοχίες-, αλλά πιστεύω συνολικά, εν έτει 2023, τα παιδιά μας έχουν αρχίσει και παίρνουν πολλά περισσότερα και ποιοτικότερα εφόδια από ό,τι το 2019».
Ως παρακαταθήκη που αφήνει πίσω της, ξεχωρίζει την αλλαγή νοοτροπίας, σε κάθε έκφανση της εκπαιδευτικής διαδικασίας και εκμυστηρεύτηκε ότι αγάπησε τη θέση της υπουργού Παιδείας, -αν και «δεν είναι η πιο δημοφιλής θέση»- διότι, όπως ανέφερε, «όταν σκέφτεσαι το 2040, το 2050, μία από τις μεγαλύτερες επενδύσεις που μπορείς να κάνεις στη χώρα είναι η επένδυση στην Παιδεία».
Από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της θητείας της ήταν η αντιμετώπιση της πανδημίας. Η κ. Κεραμέως εξήρε τις προσπάθειες της εκπαιδευτικής κοινότητας, χάρη στην οποία η Ελλάδα κατέγραψε ένα από τα υψηλότερα ποσοστά τηλεκπαίδευσης σε όλη την Ευρώπη, αναλογικά με τον πληθυσμό της χώρας. «Ήταν πολλές οι φορές που πήραμε αποφάσεις που, εκ πρώτης όψεως, η κοινωνία ίσως ένιωθε ότι πήγαιναν ενάντια σε αυτό που ήθελε εκείνη, πλην όμως, ήταν χρέος μας να φροντίσουμε να συνεχιστεί η εκπαιδευτική διαδικασία, βεβαίως, παράλληλα με την προστασία της ατομικής και δημόσιας υγείας», σημείωσε η υπουργός.
Η κ. Κεραμέως ανέφερε ότι μία από τις αγαπημένες «υποχρεώσεις» του χαρτοφυλακίου της υπουργού Παιδείας ήταν οι επισκέψεις σε σχολεία και σε εκπαιδευτικές δομές. «Η εκπαιδευτική πραγματικότητα είναι στα σχολεία, στα πανεπιστήμια, είναι στο τι σου λένε οι μαθητές, οι φοιτητές, οι καθηγητές, οι σπουδαστές. Εκεί πρέπει να είναι, κατά τη γνώμη μου, ένας υπουργός Παιδείας, πρέπει να παίρνει ερεθίσματα από τη βάση, εκεί ακούς ποια είναι τα πραγματικά προβλήματα και πώς θα τα λύσεις», σημείωσε.
Τέλος, αναφέρθηκε στους τρεις άξονες ενός εκτενούς σχεδίου για την Παιδεία που έχει καταρτίσει η Νέα Δημοκρατία, εφόσον οι πολίτες την εμπιστευτούν ξανά στη διακυβέρνηση της χώρας: Συνέχιση της υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων που έχουν ξεκινήσει, όπως είναι η αξιολόγηση, υλοποίηση έργων από το Ταμείο Ανάκαμψης και νέες μεταρρυθμίσεις, όπως, για παράδειγμα, μεγαλύτερη έμφαση στα τμήματα εφαρμοσμένων επιστημών στα πανεπιστήμια.
Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη της υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων και υποψήφιας στον Β1 Βόρειο Τομέα Αθηνών με τη Νέα Δημοκρατία, Νίκης Κεραμέως, στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και τη δημοσιογράφο Αθηνά Καστρινάκη
ΕΡ: Από το 2019 μέχρι σήμερα έχουν περάσει 4 χρόνια, με πολλές νομοθετικές πρωτοβουλίες, πολλές μεταρρυθμίσεις, πολλές αλλαγές. Πόσο έχει αλλάξει η Παιδεία από τότε που αναλάβατε μέχρι σήμερα;
ΑΠ: Το πόσο έχει αλλάξει θα το κρίνουν οι πολίτες. Εγώ μπορώ να σας πω ότι έχουν γίνει πολλές και σημαντικές, κατά τη γνώμη μου, αλλαγές. Έχουν γίνει αλλαγές σε μία προσέγγιση από κάτω προς τα πάνω, από το νηπιαγωγείο, το δημοτικό, το γυμνάσιο, το λύκειο, την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, το πανεπιστήμιο, τη δια βίου μάθηση. Όλες έχουν μια κοινή συνισταμένη: πώς θα δώσουμε περισσότερα και καλύτερα εφόδια στα παιδιά μας. ‘Αρα, θα έλεγα ότι προφανώς έγκειται στους πολίτες να κρίνουν τις αλλαγές αυτές. Είναι, όμως, υλοποίηση όλων αυτών που υποσχεθήκαμε. Από την υλοποίηση στην πράξη του νηπιαγωγείου ένα χρόνο νωρίτερα -το νηπιαγωγείο να ξεκινάει στην ηλικία των τεσσάρων ετών αντί των πέντε, όταν το έδαφος είναι πολύ πρόσφορο και τα παιδιά μας απορροφούν τη γνώση σαν σφουγγάρια- ως τα αγγλικά από τα 4. Γιατί να κάνουν αγγλικά μόνο τα παιδιά που είναι στα ιδιωτικά νηπιαγωγεία; Γιατί οι οικογένειες που στέλνουν τα παιδιά τους στα δημόσια νηπιαγωγεία να πρέπει να πληρώνουν -70, 80, 90 ευρώ- για να κάνουν αγγλικά; Ρομποτική από τα τέσσερα. Πολύ μεγάλη στροφή στις δεξιότητες εν γένει, για να φύγουμε από ένα μοντέλο εκπαίδευσης που ήταν εστιασμένο στη στείρα μετάδοση γνώσης και αποστήθιση και να πάμε σε ένα μοντέλο πιο διαδραστικό, πιο βιωματικό, στο οποίο τα παιδιά στέκονται κριτικά απέναντι σε οτιδήποτε τους παρέχεται σε επίπεδο γνώσεων και δεξιοτήτων. Αξιολόγηση. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, γίνεται ατομική βελτιωτική αξιολόγηση εκπαιδευτικών μετά από 41 χρόνια. Για 41 χρόνια δεν είχε μπει κανείς αξιολογητής σε μία τάξη για να αξιολογήσει έναν εκπαιδευτικό. Αλλαγή σε 166 προγράμματα σπουδών, αλλαγή με την έννοια της πιο βιωματικής μάθησης, πιο διαδραστικής. Συγγραφή νέων βιβλίων που ξεκίνησε, που συνδυάζονται σε αυτό το νέο πλαίσιο μάθησης με διαδραστικούς πίνακες, η εγκατάσταση των οποίων στα σχολεία όλης της χώρας έχει ξεκινήσει και πιστεύω ότι και αυτοί θα αλλάξουν πολύ την εκπαιδευτική προσέγγιση. Ψηφιακός μετασχηματισμός, ελάχιστη βάση εισαγωγής, επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, πολύ στενότερη σύνδεση με την αγορά εργασίας. Πλέον οι ειδικότητες που προσφέρονται σε όλες τις δομές επαγγελματικής εκπαίδευσης λαμβάνουν υπ’ όψιν το τι χρειάζεται η κοινωνία μας, τι χρειάζεται η αγορά. Τι επαγγέλματα έχει ανάγκη η αγορά εργασίας. Νέες δυνατότητες στα πανεπιστήμιά μας: μόλις ξεκινάει το εσωτερικό Erasmus, η δυνατότητα να πάει κανείς για ένα εξάμηνο σε μία σχολή διαφορετική από αυτή που έχει εισαχθεί, διπλά πτυχία, κοινά πτυχία, επαγγελματικά μεταπτυχιακά, εταιρείες start-up, εταιρείες spin-off, βιομηχανικά διδακτορικά, εξωστρέφεια. Συνεργασίες με πάρα πολλά ξένα πανεπιστήμια. Σε τίτλους, αυτές είναι κάποιες από τις αλλαγές που έχουν επιχειρηθεί αυτά τα τέσσερα χρόνια. Αυτή είναι η υλοποίηση των δεσμεύσεων του 2019. Από εκεί και πέρα, οι πολίτες θα τις κρίνουν. Το βασικό για εμάς είναι ότι και ήμασταν συνεπείς σε αυτά που υποσχεθήκαμε, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι όλα έγιναν τέλεια, έγιναν λάθη, αστοχίες, αλλά πιστεύω συνολικά, εν έτει 2023, τα παιδιά μας έχουν αρχίσει και παίρνουν πολλά περισσότερα και ποιοτικότερα εφόδια από το 2019.
ΕΡ: Θεωρείτε, δηλαδή ότι οι πολίτες -μαθητές, γονείς, εκπαιδευτικοί- όλες αυτές τις αλλαγές έχουν προλάβει να τις αντιληφθούν;
ΑΠ: Η Παιδεία θέλει χρόνο. Θέλει χρόνο μέχρι τα οφέλη μίας πολιτικής να φτάσουν στον τελικό αποδέκτη. Θα σας το πω με ένα παράδειγμα. Όταν ξεκινήσαμε τα αγγλικά στο νηπιαγωγείο ομολογώ ότι η προσωπική μου αντίληψη για το θέμα ήταν ότι συνιστούσε μία αυτονόητη μεταρρύθμιση. Γιατί να πληρώνουν τα παιδιά που πηγαίνουν στα δημόσια νηπιαγωγεία για να μαθαίνουν αγγλικά εκτός σχολείου; Γιατί να μην το παρέχει αυτό η δημόσια, δωρεάν παιδεία; Όταν ξεκίνησε αυτή η μεταρρύθμιση είχε αντιδράσεις, κάποιες που θεωρώ ότι στερούνταν σοβαρότητος -όπως ότι είμαστε ατζέντηδες των Αμερικάνων και των ‘Αγγλων- υπήρχαν άλλες τις οποίες κατανοώ, αν και δεν τις συμμερίζομαι, κάποιων γονέων π.χ. που έλεγαν ότι θα κουράζονται τα παιδιά. Ξεκίνησε αυτή η μεταρρύθμιση με πολύ χαμηλό θετικό δείκτη. Πρώτη χρονιά, δεύτερη χρονιά, τρίτη χρονιά, τα παιδιά άρχισαν να γυρνούν στο σπίτι και να λένε ολοένα και περισσότερες λέξεις αγγλικών. Είμαστε τώρα στην τρίτη χρονιά εφαρμογής, είναι από τις πιο δημοφιλείς πολιτικές του υπουργείου Παιδείας, γιατί; Γιατί γυρνούν τα παιδιά και λένε 50, 60, 70 λέξεις στα αγγλικά, σε αρκετές περιπτώσεις λένε παραπάνω λέξεις αγγλικών από ό,τι οι γονείς τους και οι γονείς δεν πληρώνουν. Πήρε 4 χρόνια όμως, για να βιώσει μέσα στο σπίτι της η οικογένεια αυτή την αλλαγή. ‘Αρα, οι αλλαγές στην Παιδεία θέλουν χρόνο για να σχεδιαστούν, για να ψηφιστούν, για να υλοποιηθούν και να βελτιωθούν. Είναι μία συνεχής βελτιωτική διαδικασία, η οποία σαφέστατα απαιτεί ένα διάστημα μέχρι να γίνει αντιληπτή και μέχρι να τη βιώσει κάθε μέλος της εκπαιδευτικής κοινότητας στην καθημερινότητά του.
ΕΡ: Από αυτές τις αλλαγές που αναφερθήκατε επιγραμματικά νωρίτερα, ποια θεωρείτε εσείς ως πρωτοβουλία την πιο σημαντική, αυτή που θα φέρει τη «σφραγίδα» σας;
ΑΠ: Δεν είναι εύκολο να ξεχωρίσω μία. Θα ξεχώριζα την αλλαγή νοοτροπίας. Η αλλαγή νοοτροπίας σε κάθε έκφανση της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Παράδειγμα: στο σχολείο. Η αλλαγή νοοτροπίας στο σχολείο είναι ότι φεύγουμε από τη στείρα αποστήθιση και πάμε σε νέα βιβλία, νέα προγράμματα σπουδών, που βασίζονται στην κριτική σκέψη, στην ενσυναίσθηση, σε μια πιο βιωματική, πιο διαδραστική μάθηση. Αυτό είναι μια αλλαγή νοοτροπίας. Αλλαγή νοοτροπίας είναι η αξιολόγηση. Ένας μηχανισμός, ο οποίος μας ωθεί στο να βελτιωνόμαστε διαρκώς, να αποτυπώνεται μία κατάσταση για να δούμε πού υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης, να γινόμαστε όλοι καλύτεροι κάθε μέρα, σε κάθε έκφανση της δραστηριότητάς μας. Αλλαγή νοοτροπίας είναι στην επαγγελματική εκπαίδευση. Να τη φέρουμε πιο κοντά σε αυτό που χρειάζεται η αγορά, σε αυτό που χρειάζεται η κοινωνία. Αλλαγή νοοτροπίας είναι στα πανεπιστήμιά μας. Να ανοίξουμε νέους ορίζοντες, να δώσουμε νέες δυνατότητες στα παιδιά. Να δώσουμε δυνατότητα για σύμπραξη με τον ιδιωτικό τομέα. Να συνεργαστούμε με κορυφαία πανεπιστήμια του εξωτερικού. Αλλαγή νοοτροπίας. Εκεί που ήμασταν απομονωμένοι στην άκρη της Ευρώπης, ανοίγουμε τα φτερά μας στον κόσμο και 30 από τα καλύτερα αμερικανικά πανεπιστήμια έρχονται στη χώρα μας για συνεργασία με τα εξαιρετικά ΑΕΙ μας. Αυτό είναι αλλαγή νοοτροπίας. ‘Αρα, με δυο λέξεις, νομίζω ότι αυτό που έχουμε επιχειρήσει είναι πραγματικά μία αλλαγή νοοτροπίας συνολικά στην εκπαιδευτική διαδικασία.
ΕΡ: Επειδή αναφερθήκατε και στα αμερικανικά πανεπιστήμια, νομίζω αξίζει να αναπτύξουμε το θέμα, τι εικόνα έχετε για το κατά πόσο έχουν αποφέρει καρπούς οι συναντήσεις που πραγματοποιήθηκαν τον περασμένο Νοέμβριο.
ΑΠ: Στον απόηχο της επίσκεψης των κορυφαίων 30 αμερικανικών πανεπιστημίων και ευρύτερα τα τελευταία χρόνια, έχουν δρομολογηθεί πάρα πολλές νέες συνεργασίες: νέα συνεργασία ΕΚΠΑ-Yale, σε θέματα περιβαλλοντικής υγείας. Νέα συνεργασία μεταξύ Ιονίου Πανεπιστημίου-Johns Hopkins σε θέματα Αλτσχάιμερ. Νέα συνεργασία Πανεπιστημίου Πειραιώς-NYU στη Νομική. Νέα συνεργασία ΕΜΠ-Columbia που οδηγεί σε δύο πτυχία. Το Ιόνιο Πανεπιστήμιο, μάλιστα, άνοιξε γραφείο στη Νέα Υόρκη, για πρώτη φορά ελληνικό πανεπιστήμιο άνοιξε γραφείο στις ΗΠΑ. Το πανεπιστήμιο Columbia ανακοίνωσε και έχει δημοσιοποιήσει ότι θα ιδρύσει στη χώρα μας το 10ο Global Centre, είναι στη διαδικασία που καταλήγουν σε χώρους. Και σκεφτείτε, μόλις λίγοι μήνες, όταν ήρθαν εδώ στη χώρα μας αυτά τα κορυφαία αμερικανικά πανεπιστήμια. Είναι η μεγαλύτερη αποστολή αμερικανικών πανεπιστημίων που έχει πάει σε άλλη χώρα τα τελευταία 100 χρόνια. Και αυτό λέει πολλά: για την ποιότητα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσής μας, για τα εξαιρετικά μας πανεπιστήμια, για τους εξαιρετικούς καθηγητές, τους εξαιρετικούς φοιτητές. Ως τώρα όμως, δεν είχαμε το πλαίσιο, τα χρηματοδοτικά εργαλεία και την πολιτική βούληση να ανοίξει πραγματικά η χώρα μας, όπως της αξίζει, στον κόσμο. Και ξέρετε, κάνοντας μία αναδρομή στο πώς ξεκίνησε αυτή η προσπάθεια, ειδικά σε ό,τι αφορά την εξωστρέφεια, θυμάμαι χαρακτηριστικά όταν ξεκινήσαμε τον Σεπτέμβριο του 2019 να μιλάμε για αγγλόφωνα προγράμματα προπτυχιακά, να μιλάμε για ξενόγλωσσα, τη στάση κάποιων συλλόγων καθηγητών -προφανώς μεμονωμένων- οι οποίοι έλεγαν ότι με αυτά που κάνουμε εμείς ως κυβέρνηση «θα ξεχάσουμε ποια είναι η γλώσσα μας». Επειδή κάνουμε αυτό που κάνουν όλα τα πανεπιστήμια διεθνώς, που είναι να προσφέρουμε αγγλόφωνα προγράμματα για να προσεγγίσουμε φοιτητές από όλον τον κόσμο. Σήμερα, 3,5 χρόνια μετά, υπάρχει ένας πάρα πολύ υγιής ανταγωνισμός μεταξύ των πανεπιστημίων για το ποιος θα κάνει τα πιο ποιοτικά αγγλόφωνα προγράμματα, ποιος θα προσελκύσει καλύτερες συνεργασίες με κορυφαία πανεπιστήμια του εξωτερικού, τον θεωρώ πάρα πολύ υγιή αυτόν τον ανταγωνισμό και χαίρομαι να βλέπω τα πανεπιστήμιά μας να συναγωνίζονται για την καλύτερη δυνατή ποιότητα δημόσιας εκπαίδευσης και τη μεγαλύτερη δυνατή εξωστρέφεια, όπως αξίζει στην ακαδημαϊκή μας κοινότητα.
ΕΡ: Θα προέτρεχα αν έλεγα ότι το κομμάτι αυτό της εξωστρέφειας στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση ήταν ένα από τα αγαπημένα του χαρτοφυλακίου σας; Γιατί γνωρίζω ότι δώσατε πολύ βάρος σε αυτή την κατεύθυνση.
ΑΠ: Είναι σίγουρα ένα από αυτά, αλλά είναι πάρα πολλά και τα υπόλοιπα, και το λέω με μεγάλη συγκίνηση, γιατί τα 4 αυτά χρόνια, ξέρετε, υπηρέτησα μία θέση που δεν είναι η πιο δημοφιλής για έναν Υπουργό. Η πραγματικότητα είναι ότι εγώ την αγάπησα γιατί θεωρώ ότι, όταν σκέφτεσαι τη χώρα το 2040, 2050, μία από τις μεγαλύτερες επενδύσεις που μπορείς να κάνεις είναι η επένδυση στην Παιδεία. Πράγματι, η εξωστρέφεια είναι ένα από τα στοιχήματα στα οποία πίστεψα πάρα πολύ, γιατί πιστεύω στην ποιότητα του ανθρώπινου δυναμικού της ακαδημαϊκής κοινότητας. Πιστεύω ότι έχουμε όλα τα φόντα για να αποκτήσουμε τη θέση που δικαιωματικά μας αξίζει στο διεθνή ακαδημαϊκό χάρτη. Και χαίρομαι πάρα πολύ που βιώσαμε στην πράξη αυτή την αλλαγή νοοτροπίας αυτά τα 4 χρόνια. Δεν είναι το μόνο όμως. Πρέπει να σας πω, άλλο αγαπημένο του χαρτοφυλακίου μου, το οποίο δεν αλλάζω με τίποτα, είναι όταν πηγαίνω σε σχολεία. Αν για κάτι μετανιώνω είναι που δεν το έκανα αυτό από την πρώτη ημέρα. Και το λέω γιατί αυτό το υπουργείο είναι δαιδαλώδες, -κάνοντας έτσι και μία αυτοκριτική πηγαίνοντας προς τα πίσω-, είναι πολύ εύκολο να χαθείς στη γραφειοκρατία, να χαθείς σε αυτό το πολυσχιδές σχήμα, ένα πολύ μεγάλο υπουργείο, με πολύ ετερόκλητα αντικείμενα, από τα σχολεία, τα πανεπιστήμια, τη δια βίου μάθηση, τα θρησκεύματα, τις βιβλιοθήκες, είναι πάρα πολύ ευρύ το αντικείμενο και είναι πάρα πολύ εύκολο να πνιγείς στην καθημερινότητα του υπουργείου. Από τις πιο ευχάριστες στιγμές αυτής της τετραετίας ήταν όταν ήμουν σε εκπαιδευτικές δομές. Επισκέφτηκα περισσότερα από 400 σχολεία. Κάθε επίσκεψη έχει αφήσει ένα αποτύπωμα στη μνήμη μου, πολύ φορτισμένο συγκινησιακά. Το μόνο εύκολο είναι να καθίσεις στο γραφείο σου και να νομοθετείς. Είσαι μακριά από την εκπαιδευτική πραγματικότητα. Και η εκπαιδευτική πραγματικότητα είναι στα σχολεία, στα πανεπιστήμια, είναι στο τι σου λένε οι μαθητές, οι φοιτητές, οι καθηγητές, οι σπουδαστές. Εκεί πρέπει να είναι, κατά τη γνώμη μου, ένας Υπουργός Παιδείας, πρέπει να παίρνει ερεθίσματα από τη βάση, εκεί ακούς ποια είναι τα πραγματικά προβλήματα και πώς θα τα λύσεις.
ΕΡ: Στις τελευταίες επισκέψεις σας, τι ήταν αυτό που σας έκανε εντύπωση από αυτά που σας έλεγαν οι μαθητές;
ΑΠ: Μία από τις τελευταίες επισκέψεις που έκανα ήταν σε ένα δημοτικό σχολείο στους Αγίους Αναργύρους, όπου πήγαμε όταν παραδόθηκαν οι πρώτοι διαδραστικοί πίνακες. Μπήκαμε μαζί με τον πρωθυπουργό σε μία τάξη Ε’ δημοτικού. Τα παιδιά έκαναν μάθημα Ιστορίας και μάθαιναν για την Αρχαία Ρώμη. Ταυτόχρονα, είχαν μπροστά τους το νέο διαδραστικό πίνακα, στον οποίο τα παιδιά μπορούσαν να σηκωθούν να πάνε και να περιηγηθούν διαδραστικά στις αρχαίες ρωμαϊκές κατοικίες. Να δουν τους αύλειους χώρους, να δουν πώς ήταν οι αρχαίες ρωμαϊκές κατοικίες, όλα αυτά που διάβαζαν στο βιβλίο τους και τους έλεγε η δασκάλα τους, να τα δουν στην πράξη, σαν να ήταν εκεί. Αυτό αλλάζει την εκπαίδευση και το είδα στα μάτια των παιδιών. Ο ενθουσιασμός τους, πώς ξαφνικά το μάθημα έγινε πιο ελκυστικό, πιο ενδιαφέρον. Αρκεί να σας πω ότι ήταν δύο μέρες πριν από το κλείσιμο των σχολείων για τις διακοπές του Πάσχα και τα παιδιά μάς ήρθαν με ένα αίτημα, να μην πάνε διακοπές το Πάσχα και να μείνουν με τον διαδραστικό πίνακα! Φυσικά, τους είπαμε ότι πρέπει να πάνε διακοπές, να παίξουν, να ξεκουραστούν μαζί με την οικογένειά τους και ο πίνακας θα είναι εκεί να τους περιμένει όταν επιστρέψουν και θα είναι εκεί για όλα τα επόμενα χρόνια, προκειμένου ακριβώς το μάθημα να γίνει πιο ενδιαφέρον, πιο ελκυστικό, πιο διαδραστικό για όλα τα παιδιά, σε όλη την επικράτεια.
ΕΡ: Επιστρέφοντας στο κομμάτι του απολογισμού της θητείας σας, ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίσατε σε αυτήν την τετραετία που τελειώνει;
ΑΠ: Σίγουρα, από τις μεγαλύτερες προκλήσεις ήταν η πανδημία. Η πανδημία ήταν μία πρωτοφανής κρίση, η οποία επέδρασε καταλυτικά στην εκπαίδευση. Θυμάμαι σαν χθες, Ιανουάριος-Φεβρουάριος του 2020, να λαμβάνουμε στοιχεία για αυτόν τον ιό που ήταν στην Ασία ακόμη τότε -δεν είχε έρθει στην ευρωπαϊκή ήπειρο- και να προβληματιζόμαστε για το πώς θα μας επηρεάσει, πώς θα έρθει στις ευρωπαϊκές χώρες και πώς θα επιδράσει στις εκπαιδευτικές μας μονάδες. Όταν αυτό άρχισε να γίνεται πιο απτό, αμέσως ξεκινήσαμε να εξετάζουμε συστήματα εξ αποστάσεως εκπαίδευσης. Για μένα ήταν αυτονόητο ότι έπρεπε να βρεθεί μία λύση, διότι το βλέπαμε ότι θα οδηγούμασταν σε μία αναστολή της δια ζώσης λειτουργίας των εκπαιδευτικών δομών και συνεπώς θα έπρεπε να βρεθεί μια λύση. Δεν σας κρύβω ότι ήταν από τις πιο δύσκολες φάσεις. Όταν πρωτομίλησα για τηλεκπαίδευση, η πρώτη απάντηση που έλαβα ήταν «δεν γίνεται αυτό που λες». ‘Αλλη απάντηση που έλαβα ήταν «είμαστε ιδεολογικά αντίθετοι». Δική μου απάντηση ήταν: δεν είναι δυνατόν, εάν υποχρεωθούμε να πάμε σε αναστολή της δια ζώσης λειτουργίας, να μην φροντίσουμε να συνεχιστεί με κάποιον τρόπο η εκπαιδευτική διαδικασία. Μπορεί αυτό να διαρκέσει μήνες, χρόνια, δεν μπορεί να μην υπάρξει συνέχεια στην εκπαιδευτική διαδικασία. Και από το «δεν γίνεται», φτάσαμε -χάρη στην τεράστια προσπάθεια της εκπαιδευτικής κοινότητας, την οποία θέλω να την υπογραμμίσω, γιατί χάρη σε αυτούς έγινε, χάρη στους εκπαιδευτικούς, χάρη στους μαθητές, χάρη στις οικογένειές τους- στο να έχουμε ένα από τα υψηλότερα ποσοστά τηλεκπαίδευσης σε όλη την Ευρώπη, αναλογικά με τον πληθυσμό της χώρας. Αυτό ήταν ένα τεράστιο εγχείρημα, έγινε ένα πολύ μεγάλο άλμα, σε ό,τι αφορά τις ψηφιακές δεξιότητες συνολικά της εκπαιδευτικής κοινότητας. Να σας πω δύο αριθμούς που νομίζω δείχνουν πολλά: πριν έρθει η κρίση του κορωνοϊού, στο ψηφιακό σύστημα του υπουργείου Παιδείας, το λεγόμενο «MySchool», είχαμε εγγεγραμμένους 95.000 μαθητές, από 1,4 εκατομμύρια. Σήμερα, έχουμε 1,4 εκατομμύρια. Αποτέλεσε λοιπόν εφαλτήριο για να γίνει ένας ψηφιακός μετασχηματισμός της εκπαίδευσης, ο οποίος υπό κανονικές συνθήκες θα είχε κάνει πάρα πολλά χρόνια, για να μην πω δεκαετία, για να γίνει πράξη. Οι εκπαιδευτικοί μας υπερέβαλαν εαυτόν. Νομίζω πίστεψαν ακόμη περισσότερο στις δυνατότητές τους. Ήταν πολύ συνειδητή η απόφαση στην πρώτη φάση της πανδημίας να πάμε με προαιρετική τηλεκπαίδευση, γιατί η Πολιτεία δεν είχε επιμορφώσει τους εκπαιδευτικούς στις ψηφιακές δεξιότητες, γιατί δεν είχαμε φροντίσει συνολικά, ως κράτος, να υπάρχει ο απαραίτητος εξοπλισμός. Το πρώτο διάστημα, λοιπόν, επικεντρωθήκαμε σε επιμορφώσεις, σε μαζικές τηλεδιασκέψεις προκειμένου να εξηγήσουμε πώς λειτουργεί το σύστημα τηλεκπαίδευσης. Σε αποστολή 90.000 τάμπλετ και φορητών υπολογιστών σε σχολεία της χώρας. Να φροντίσουμε λοιπόν να προβλεφθούν εκείνες οι δυνατότητες που θα επέτρεπαν την εξ αποστάσεως εκπαίδευση. Να διαπραγματευθούμε και να ζητήσουμε από όλους τους παρόχους κινητής τηλεφωνίας να μη χρεώνουν την εκπαιδευτική κοινότητα δεδομένα για τη χρήση όλων αυτών των πλατφορμών του Υπουργείου Παιδείας για την εξ αποστάσεως εκπαίδευση. Σε δεύτερο βήμα, πήγαμε σε υποχρεωτική τηλεκπαίδευση, και εκεί πλέον πετύχαμε αυτά τα ποσοστά, τα οποία είναι εντυπωσιακά, από τα υψηλότερα στην Ευρώπη. Σίγουρα, η πανδημία ήταν από τις μεγαλύτερες, αν όχι η μεγαλύτερη, πρόκληση που αντιμετώπισα αυτά τα 4 χρόνια.
ΕΡ: Ήταν σίγουρα μια μη-αναμενόμενη πρόκληση. Όπως είπατε, αυτή η θέση είναι από τις πιο «καυτές», ούτως ή άλλως…
ΑΠ: Είναι και κάτι άλλο. Επέδρασε πολύ σημαντικά στα συναισθήματα της ελληνικής οικογένειας. Ήταν πολλές οι φορές που πήραμε αποφάσεις που, εκ πρώτης όψεως, η κοινωνία ίσως ένιωθε ότι πήγαιναν ενάντια σε αυτό που ήθελε εκείνη, πλην όμως, ήταν χρέος μας να φροντίσουμε και να συνεχιστεί η εκπαιδευτική διαδικασία, βεβαίως, με παράλληλη προστασία της ατομικής και δημόσιας υγείας. Θυμάμαι χαρακτηριστικά, δεν πάει πολύς καιρός, ενάμισης χρόνος, όταν τον Δεκέμβριο 2021 έκλεισαν τα σχολεία για τις διακοπές των Χριστουγέννων, σταμάτησαν τα 3 σελφ τεστ που κάναμε τότε την εβδομάδα, άρχισαν να ανεβαίνουν τα κρούσματα. Ήταν οι γιορτές, εκδηλώσεις, ήταν η κοινωνική συναναστροφή, σταμάτησε ο οριζόντιος έλεγχος στα σχολεία. Φτάσανε τα Φώτα και θυμάμαι χαρακτηριστικά το τηλέφωνό μου να χτυπά διαρκώς με φωνές από όλη την Ελλάδα που μου έλεγαν «μην ανοίξετε τα σχολεία». Την εποχή εκείνη, όμως, πάρα πολλοί τομείς δραστηριότητας ήταν ανοικτοί: τα εστιατόρια, τα κέντρα διασκέδασης, -καλά έκαναν και ήταν ανοικτά- δεν ήταν δυνατόν όμως, να πηγαίνει ο γονιός να διασκεδάζει και το παιδί να μην πηγαίνει στο σχολείο. Και όμως, το αίσθημα της μέσης ελληνικής οικογένειας ήταν να μην ανοίξουν τα σχολεία. Και εμείς επιμέναμε ότι πρέπει να ανοίξουν τα σχολεία, πρώτον, για τους αυτονόητους παιδαγωγικούς λόγους, γιατί κάθε μέρα που τα σχολεία μας έμεναν κλειστά τα παιδιά μας θα το έβρισκαν αυτό μπροστά τους, και δεύτερον και για υγειονομικούς λόγους: διότι όλοι αυτοί κυκλοφορούσαν χωρίς να υπάρχει οριζόντιος έλεγχος, ενώ το σχολείο, πέραν από τον αυτονόητο παιδαγωγικό ρόλο, μπορούσε να επιδράσει καταλυτικά και στον έλεγχο της πανδημίας. Θυμάμαι την αντιπολίτευση τότε, τον ΣΥΡΙΖΑ, να λέει ότι θα είναι «έγκλημα» να ανοίξουμε τα σχολεία. Ανοίξαμε τα σχολεία και την πρώτη εβδομάδα του Ιανουαρίου 2022, βρέθηκαν 45.000 θετικά κρούσματα μέσα από τους οριζόντιους ελέγχους των σχολείων. Πού ήταν όλα αυτά τα κρούσματα; Σε παιδότοπους, σε παιδικές χαρές, σε πάρτυ, σε καφέ, σε εστιατόρια… Τα σχολεία, λοιπόν, χρειάστηκαν έναν πραγματικό αγώνα για να παραμείνουν ανοικτά. Έναν αγώνα που τον δώσαμε, δεν τον δώσαμε όμως με όλες τις πολιτικές δυνάμεις, να το θυμόμαστε αυτό. Τον δώσαμε με την εκπαιδευτική κοινότητα, προκειμένου να διασφαλίσουμε ακριβώς το πολύτιμο αγαθό της Εκπαίδευσης, ταυτόχρονα με μέτρα προστασίας και πρόληψης για το πολύτιμο αγαθό της Υγείας.
ΕΡ: Αν συνοψίζαμε, λοιπόν, όλα αυτά τα τέσσερα χρόνια των αλλαγών, των μεταρρυθμίσεων και των προκλήσεων, με ποια φράση θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε την πορεία και το έργο σας στο υπουργείο;
ΑΠ: Η ολιστική μεταρρύθμιση από κάτω προς τα πάνω, σε όλες τις βαθμίδες της Εκπαίδευσης. Είχα την πολύ μεγάλη τύχη και τιμή να εκτίσω μια πλήρη θητεία στο Υπουργείο Παιδείας. Αυτό όπως ξέρετε, είναι πολύ σπάνιο. Ο μέσος χρόνος θητείας ενός Υπουργού Παιδείας συνήθως είναι γύρω στον χρόνο. Αυτό είναι μεγάλο πρόβλημα, ανεξαρτήτως σε ποιο κόμμα ανήκεις. Ο Υπουργός Παιδείας θέλει χρόνο να σχεδιάσει, να νομοθετήσει, να υλοποιήσει, να βελτιώσει, να πάρει ανατροφοδότηση από την εκπαιδευτική κοινότητα. Η Παιδεία θέλει χρόνο. Είμαι πολύ ευγνώμων στον Πρωθυπουργό που υπηρέτησα αυτή την τετραετία, μια πλήρη θητεία, προκειμένου ακριβώς όλα αυτά που είχαμε υποσχεθεί να μπορέσουμε να τα σχεδιάσουμε, να τα νομοθετήσουμε και να ξεκινήσει η υλοποίησή τους. Και λέω να ξεκινήσει, γιατί; Γιατί, όπως είπαμε, οι αλλαγές στην Παιδεία θέλουν χρόνο. Η αξιολόγηση, για παράδειγμα, εφαρμόζεται δυο χρόνια τώρα. Είναι διαφορετικό να εφαρμοστεί δύο χρόνια και διαφορετικό δύο συν 4, συν 6. Θέλουν χρόνο οι αλλαγές στην Παιδεία για να ριζώσουν, για να γίνουν κτήμα, για να πάρεις ανατροφοδότηση.
ΕΡ: Αν σας δινόταν η ευκαιρία ξανά στο μέλλον να αναλάβετε το χαρτοφυλάκιο, θα το αποδεχόσασταν; Υπάρχουν ακόμα πράγματα να γίνουν;
ΑΠ: Φυσικά υπάρχουν πράγματα που πρέπει να γίνουν. Μπορεί να έχουμε υλοποιήσει αυτά που υποσχεθήκαμε, αλλά σίγουρα υπάρχουν πάρα πολλά ακόμη να γίνουν και πρέπει να σας πω ότι υπάρχει ένα εκτενές σχέδιο για την επόμενη τετραετία, εφόσον ο ελληνικός λαός εμπιστευτεί εκ νέου την κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας και τον Κυριάκο Μητσοτάκη στη διακυβέρνηση της χώρας. Υπάρχει ένα εκτενές σχέδιο που αφορά στην Παιδεία. Θα έβαζα τρεις βασικούς άξονες: ο πρώτος είναι η συνέχιση της υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων που έχουν ξεκινήσει, όπως είναι η αξιολόγηση -που θέλει τον χρόνο της, κάθε χρόνο θα είναι και καλύτερα- ο δεύτερος άξονας έχει να κάνει με το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Πολλά έργα από το Ταμείο Ανάκαμψης έχουν ήδη ξεκινήσει, πολλά θα υλοποιηθούν την επόμενη τετραετία. Έργα όπως τα πανεπιστήμια Αριστείας, Ερευνητικά Έργα, Επισκέπτες Καθηγητές, αυτά τα έργα είναι προς υλοποίηση, θα συνεχίσουν να εγκαθίστανται διαδραστικοί πίνακες, τα σετ ρομποτικής στα σχολεία. Θα συνεχιστεί η υλοποίηση την επόμενη τετραετία. Ο τρίτος άξονας είναι νέες μεταρρυθμίσεις. Για παράδειγμα, μεγαλύτερη έμφαση στα τμήματα εφαρμοσμένων επιστημών στα πανεπιστήμια. Θεωρώ ότι λείπει η τεχνολογική εκπαίδευση από το πανεπιστημιακό επίπεδο και για αυτό έχουμε ήδη νομοθετήσει τη δυνατότητα για τα πανεπιστήμια να ιδρύουν τμήματα εφαρμοσμένων επιστημών, τριετή, με υποχρεωτική πρακτική άσκηση, τα οποία εστιάζουν σε πρακτικούς τομείς στην τεχνολογική εκπαίδευση. ‘Αρα, φυσικά και υπάρχει ένα εκτενέστατο σχέδιο για την Παιδεία τα επόμενα χρόνια. Τώρα σίγουρα προτρέχουμε, διότι το πρώτο βήμα είναι να τοποθετηθεί ο ελληνικός λαός σε σχέση με το έργο που έχει γίνει τα 4 αυτά χρόνια σε όλους τους τομείς, να μας αξιολογήσει, να τοποθετηθεί σχετικά με το πώς οραματίζεται την Ελλάδα την επόμενη τετραετία. Εφόσον ο ελληνικός λαός ανανεώσει την εμπιστοσύνη του στη Νέα Δημοκρατία και τον Κυριάκο Μητσοτάκη, έχω απόλυτη εμπιστοσύνη στον Πρωθυπουργό, ο οποίος έχει και όλα τα κομμάτια του παζλ, και ο οποίος μπορεί να κρίνει αν και πού ο καθένας από εμάς μπορεί να είναι χρήσιμος.
ΕΡ: Σε σχέση με τις εκλογές λοιπόν, μιλώντας σε εθνικό επίπεδο, ποιο θεωρείτε ότι είναι το διακύβευμα της 21ης Μαΐου;
ΑΠ: Το διακύβευμα είναι αν θα προχωρήσουμε μπροστά, σε βαθιές τομές που χρειάζεται η χώρα, αν θα συνεχιστεί αυτό το μεταρρυθμιστικό έργο, παρά τις όποιες αστοχίες, τα λάθη, τις παραλείψεις, αν θα ριζώσει. Ή αν θα γυρίσουμε πίσω σε ένα καταστροφικό παρελθόν που θέλουμε να διαγράψουμε από τη μνήμη μας. ‘Αρα το δίλημμα νομίζω είναι αν θα πάμε μπροστά, ή αν θα γυρίσουμε πίσω σε αυτά τα οποία ζήσαμε το 2015-19 και τα οποία ακόμη μας πονούν πάρα πολύ.
ΕΡ: Σύμφωνα με στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο, η αναφορά στο 2015 ως μέρος της προεκλογικής ρητορικής και μετά από τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης της ΝΔ δείχνει αδυναμία πολιτικών επιχειρημάτων. Τι απαντάτε εσείς σε αυτό;
ΑΠ: Κατανοώ πλήρως γιατί στον ΣΥΡΙΖΑ θέλουν να ξεχαστεί το 2015, ωστόσο αφ’ ενός δεν είναι τόσο μακριά όσο θέλουν να το παρουσιάσουν, αφ’ ετέρου θα μείνει για πάντα χαραγμένο στη μνήμη μας, αφού εξ αιτίας της αλλοπρόσαλλης διακυβέρνησής του ζήσαμε στιγμές αλήστου μνήμης που δεν περιμέναμε ποτέ να δούμε στην Ελλάδα, όπως οι ουρές στις τράπεζες για 60 ευρώ την ημέρα και τη χώρα μας στο χείλος της διεθνούς απομόνωσης και της καταστροφής. Στις επερχόμενες εκλογές οι πολίτες έχουν μια σπάνια ευκαιρία, να συγκρίνουν δυο διαδοχικούς πρωθυπουργούς σε δυο διαδοχικές κυβερνητικές θητείες. Όσο και να προσπαθεί ο ΣΥΡΙΖΑ να αλλοιώσει την νωπή, τραυματική εικόνα που έχουν οι πολίτες, δεν θα τα καταφέρει και ασφαλώς δεν θα αφήσουμε κι εμείς να ξεχαστούν αυτά τα δραματικά χρόνια, προκειμένου να μην ξαναζήσουμε τις καταστροφικές ημέρες του ΣΥΡΙΖΑ. Τα επιχειρήματά μας είναι γνωστά και συγκεκριμένα και καλούμε τους πολίτες να κρίνουν και να συγκρίνουν.
ΕΡ: Συγκεκριμένα για εσάς, είναι η δεύτερη φορά που είστε υποψήφια ζητώντας την ψήφο των ψηφοφόρων του Β1 Βόρειου τομέα των Αθηνών. Γιατί οι πολίτες να σας ψηφίσουν;
ΑΠ: Πρώτα από όλα, είμαστε πάνω από όλα, βουλευτές. Τη δύναμή μας την παίρνουμε από τους Έλληνες και τις Ελληνίδες πολίτες, οι οποίοι τοποθετούνται και, πράγματι, με έχουν τιμήσει με την ψήφο τους το 2019, στον Βόρειο Τομέα της Αθήνας. Στην ερώτηση γιατί να με ψηφίσει κάποιος, θα απαντούσα για τρεις λόγους: Πρώτα από όλα, γιατί όσα υποσχέθηκα το 2019 τα έκανα. Ό,τι ακριβώς υποσχεθήκαμε στην Παιδεία, αυτό έγινε. Και το τονίζω αυτό, γιατί άλλες παρατάξεις υπόσχονταν πάρα πολλά και έλεγαν οι πολίτες «ένα 5% να κάνουν από όσα λένε, καλά θα είμαστε». Στην Παιδεία έγιναν πράξη όλες οι βασικές μας εξαγγελίες. ‘Αρα ο πρώτος λόγος είναι γιατί αυτά που υποσχέθηκα, αυτά έκανα. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι δεν έκανα πίσω. Δεν έκανα πίσω σε πολύ δύσκολες συνθήκες, απέναντι σε κατεστημένα δεκαετιών, απέναντι σε παθογένειες του τομέα της Εκπαίδευσης, σε οξύτατες αντιδράσεις συνδικαλιστικών ηγεσιών και αντιπολίτευση, δεν έκανα πίσω σε τίποτε. Ο τρίτος λόγος είναι γιατί είμαι απολύτως αποφασισμένη να συνεχίσουμε σε αυτόν τον δρόμο, να συνεχίσουμε στις βαθιές τομές που χρειάζεται η χώρα, στις βαθιές τομές που έχει εξαγγείλει ο Κυριάκος Μητσοτάκης και να πάμε την Ελλάδα, ακόμα περισσότερα βήματα μπροστά.
ΑΠΕ-ΜΠΕ