«Αδιέξοδα των συνταξιούχων από τον φορολογικό και εισπρακτικό στραγγαλισμό τους»
Συνταξιούχοι της Αρκαδίας, καθώς και εκπρόσωποι της Γενικής Συνομοσπονδίας Συνταξιούχων της Ελλάδας, με έγγραφες ανακοινώσεις και επικοινωνίες τους, έθεσαν υπ’ όψη μας προβλήματα και ανησυχίες τους, που τους ταλανίζουν, ως πλέον ευάλωτη κοινωνική ομάδα, τόσο υγειονομικά, όσο και οικονομικά, αλλά και κοινωνικά. Τα εκκρεμή αιτήματα των προηγούμενων προς ικανοποίηση κλιμακώνονται, εν όψει, μάλιστα, της τρέχουσας οικονομικής κρίσης, η οποία, κυριολεκτικά, «στραγγαλίζει» την άσκηση της στοιχειώδους και αναγκαίας κοινωνικής πολιτικής, ως έμπρακτη υλοποίηση της ευρείας κατά το Σύνταγμα κοινωνικής αλληλεγγύης, που οφείλει να χαρακτηρίζει τις πολιτικές κάθε κυβέρνησης στην Ελληνική Επικράτεια, ανεξαρτήτως κομματικής προέλευσης και ιδεολογίας. Η ευαλωτότητα αυτής της ομάδας, καθώς και ο κομβικός ρόλος της στην συνοχή της δοκιμαζόμενης ελληνικής κοινωνίας είναι δεδομένη. Είναι πανθομολογούμενη η συνδρομή των συνταξιούχων παππούδων και γιαγιάδων στην στήριξη της ελληνικής οικογένειας, τόσο από πλευράς ανθρώπινης συμπαράστασης στους νέους γονείς, όσο και από πλευράς μιας πολύ συχνής τροφοδοσίας της οικογένειας των εγγονιών τους με χρηματική ρευστότητα, ενόψει της πολύ συχνής ανεργίας των γονέων-παιδιών τους. Εξ΄ αιτίας των δύο τελευταίων δεδομένων, δεν δικαιολογείται η περιφρόνηση της ή η περιθωριοποίηση των συνταξιούχων από την Πολιτεία.
Ειδικά οι εκπρόσωποι της πρωτοβάθμιας εκπροσώπησης των συνταξιούχων της Ελλάδας μας έκαναν λόγο για μια τριχοτόμηση των συνταξιούχων και για μια πλήρη απαξίωση των εισοδημάτων τους, όπου οδήγησε η εισοδηματική πολιτική του 2023. Συγκεκριμένα, οι εκπρόσωποι των συνταξιούχων μας αναφέρουν, πως πάνω από το 35% των συνταξιούχων δεν πήραν αύξηση, ενώ, εκ των υστέρων, η κυβέρνηση υποχρεώθηκε στην καταβολή εφ’ άπαξ μικροεπιδομάτων, τα οποία ουδόλως επηρεάζουν, ούτε μειώνουν την πρωτοφανούς σύλληψης «προσωπική διαφορά» του Νόμου Κατρούγκαλου. Πρόσθετα, οι επικουρικές συντάξεις, που για το σύνολο των μισθωτών-συνταξιούχων αποτελούν την πηγή ακόμη και του 30% των εισοδημάτων τους, δεν αναπροσαρμόστηκαν, αλλά συνεχίζουν να μειώνονται σε πραγματικούς όρους λόγω πληθωρισμού.
Η αύξηση του 7,75%, αφ’ ενός, ήταν κατώτερη του πληθωρισμού, λόγω της ακρίβειας επιπέδου άνω του 30% στα είδη πρώτης ανάγκης, και αφ’ ετέρου, οι ονομαστικές αναπροσαρμογές οδήγησαν σε υψηλότερη φορολογία, λόγω μη τιμαριθμοποίησης της φορολογικής κλίμακας, αλλά και της παγίδας της Εισφοράς Αλληλεγγύης. Ενδεικτικά, όπως αναφέρουν οι συνταξιούχοι, μια σύνταξη έως 1.400 ευρώ δεν υποχρεούνταν σε Εισφορά Αλληλεγγύης Συνταξιούχου (ΕΑΣ). Μετά, όμως, την αναπροσαρμογή του 7,75%, η εν λόγω διαμορφώνεται στα 1508,5 ευρώ, οπότε, προκύπτει επιπλέον φόρος 25 ευρώ, ενώ, επιβάλλεται, πλέον, 45 ευρώ έναντι ΕΑΣ (3% στο σύνολο των αποδοχών) και επιπλέον 7 ευρώ υπέρ Υγείας (ΕΟΠΥΥ). Δηλαδή, από τα 108,56 ευρώ της αύξησης παρακρατούνται τα 77 ευρώ, ποσοστό που αγγίζει το 71% της αύξησης. Όπως διαπιστώνουν οι ανωτέρω συνταξιούχοι, αντί για αύξηση επιπέδου 7,75%, στην τσέπη τους κατέληξε μόλις το 2,20%. Δηλαδή, ο συνταξιούχος του ανωτέρω παραδείγματος δεν είχε καμία κάλυψη απέναντι στον εξοντωτικό για το εισόδημά του πληθωρισμό, αφού, οι δήθεν αυξήσεις στις αποδοχές του προκάλεσαν «ντόμινο» φορολόγησης και κρατήσεων.
Εν προκειμένω, οι συνταξιούχοι, μετά τις ονομαστικές περικοπές της περιόδου 2010-18, τώρα, ισχυρίζονται ότι έχουν μείωση στο πραγματικό-διαθέσιμο εισόδημά τους. Περαιτέρω, παρατηρούν οι συνταξιούχοι ότι τα δημόσια έσοδα από την παραπάνω αναφερόμενη ΕΑΣ έχουν ξεπεράσει τα 20 δις ευρώ, καθ’ όλα τα χρόνια εφαρμογής της, πράγμα το οποίο αποτελεί άλλη μια κρυφή φορολόγηση που μειώνει δραματικά το εισόδημά τους. Θεωρούν οι συνταξιούχοι ότι οι ως άνω περιγραφόμενες πολιτικές αφαίμαξης της σύνταξής τους υπονομεύουν την βάση λειτουργίας του Ασφαλιστικού Συστήματος, το οποίο πρέπει να στηρίζεται, τόσο στην αλληλεγγύη με την Εθνική Σύνταξη, όσο και στην εμπιστοσύνη των γενεών στην πρόνοια της Πολιτείας, που υποτίθεται ότι λαμβάνει την μέριμνα να υλοποιεί πολιτικές συμμορφούμενες με τους όρους της φυσικής Δικαιοσύνης, ως προς την ανταποδοτικότητα των κρατήσεων των μισθών των εργαζόμενων για μια βιώσιμη σύνταξη.
Οι συλλογικότητες των συνταξιούχων από κάθε μεριά της Ελλάδας απαριθμούν τα πάγια αιτήματά τους από την οργανωμένη Πολιτεία, ως εξής: Α. Χορήγηση αυξήσεων σε όλους τους συνταξιούχους, τόσο στην κύρια σύνταξη, όσο και στην επικουρική, με την ενσωμάτωση στην σύνταξη της λεγόμενης «προσωπικής διαφοράς», ενώ, οριοθετούν το πλαφόν αυτών των αυξήσεων στο ύψος του πληθωρισμού, με την κατώτερη διαμορφούμενη σύνταξη να αγγίζει το 80% του κατώτερου μισθού. Β. Τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας και σταδιακή μείωση της Εισφοράς Αλληλεγγύης, αφού έχουν εξαλειφθεί οι λόγοι που την καθιέρωσαν (ελλείμματα Ασφαλιστικού). Γ. Άμεση επαναθεσμοθέτηση και εφεξής καταβολή των δώρων στις συντάξιμες αποδοχές, αφού, επ’ αυτού έχουν καταβληθεί σχετικές εισφορές, επί δεκαετίες, στα πλαίσια μιας αντιστοίχισής τους με τα αθροιζόμενα ποσά της 13ης και 14ης σύνταξης. Δ. Καταβολή των αναδρομικών οφειλόμενων σε όλους τους συνταξιούχους δίχως δικαστήρια και προαπαιτούμενα. Ε. Κατάργηση κάθε πλειστηριασμού στις κατοικίες των χαμηλοσυνταξιούχων με ρύθμιση για διαμόρφωση δόσεων αποπληρωμής στα όρια της βιωσιμότητας και επιβίωσής τους. Στ. Καθιέρωση της απαλλαγής των συνταξιούχων από κάθε χρηματική συμμετοχή στην υγειονομική και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Ζ. Άμεση καταβολή των προβλεπόμενων συνδρομών στις συνταξιουχικές οργανώσεις τους για την κάλυψη των λειτουργικών τους αναγκών, ώστε να βρίσκονται οι τελευταίες σε θέση να συντελούν αποτελεσματικά στην υπεράσπιση των συνταξιούχων και σε ενέργειες διεκδίκησης των όσων δικαιούνται από την Πολιτεία. Η. Πρόσληψη επαρκούς σε αριθμό και ειδικότητες ιατρικού-νοσηλευτικού προσωπικού στις δημόσιες νοσοκομειακές Μονάδες Υγείας και στον ΕΦΚΑ.
Με δεδομένα όλα τα παραπάνω,
Ερωτάται ο κ. Υπουργός:
Προτίθεσθε να ικανοποιήσετε τα παραπάνω αναφερόμενα αιτήματα των συνταξιούχων, όπως μας μεταφέρθηκαν και τα οποία απαριθμούμε ανωτέρω στην παρούσα με σήμανση από «Α.» ως «Η.»;
Η ερωτώσα Βουλευτής
Αναστασία – Αικατερίνη Αλεξοπούλου