Να μην επιτραπεί να εκλεγούν οι εγκληματίες στη Βουλή
Δυστυχώς παρευρισκόμαστε για άλλη μια φορά «στο ίδιο έργο θεατές», στο έργο της πόλωσης, της αντιπαράθεσης, της κουραστικής επανάληψης αριθμών, στοιχείων που ο καθένας τα βλέπει διαφορετικά, αυτό που όλοι εξορκίζουν ως τοξικό κλίμα ενόψει των εκλογών και που βάζουν το λιθαράκι τους για να γίνει ακόμα πιο τοξικό, για να φτάσουμε σε μια εκλογική αναμέτρηση όπου η χώρα δεν θα ξέρει τι θα της προκύψει την επόμενη μέρα.
Εμείς, κύριοι συνάδελφοι, η παράταξή μας διεκδικεί ένα άλλο ήθος και μια άλλη πρακτική, όχι μόνο στις κοινοβουλευτικές διαδικασίες, αλλά και στην εν γένει πολιτική συμπεριφορά. Θα μιλήσω για τα δύο σημαντικά θέματα για τα οποία ήρθε σήμερα εδώ ο Πρωθυπουργός, όχι τόσο για το περιεχόμενο, αλλά για τη στάση και την πολιτική που ακολουθήσαμε.
Για το θέμα του νομοσχεδίου για την Εθνική Άμυνα ο Εισηγητής μας, όχι απλά συμφώνησε στα περισσότερα σημεία που ήταν θετικά, αλλά κατέθεσε και μια σειρά από προτάσεις που άλλες είχαν γίνει αποδεκτές και άλλες παραμένουν αδιευκρίνιστες και θέλουμε να γίνουν αποδεκτές.
Για ένα ακόμα νομοσχέδιο που αφορά την εθνική μας στρατηγική και το αξιόμαχο των Ενόπλων Δυνάμεων, η στάση μας υπήρξε απόλυτα εποικοδομητική. Για κάθε ζήτημα που συνήθως έρχεται ασχεδίαστα και αποσπασματικά, διατυπώνουμε και στην Επιτροπή και σε όλες τις διαδικασίες, προτάσεις συγκεκριμένες και απαιτούμε από την Κυβέρνηση να τις λάβει σοβαρά υπόψη της και να τις ενσωματώσει, αν συμφωνεί μαζί τους, στην τελική έκδοση του νομοσχεδίου.
Αλλά δεν είναι μόνο τα θέματα αυτά που αφορούν τις Ένοπλες Δυνάμεις. Σε όλες τις σοβαρές υποθέσεις που έχουν σχέση με τη διπλωματική πρωτοβουλία, με τη στρατιωτική ανάπτυξη αποτροπής των Ενόπλων Δυνάμεων, που έχουν σχέση με οικονομικές συμφωνίες, που έχουν σχέση -επαναλαμβάνω- με τα θέματα που αφορούν το αξιόμαχο των Ενόπλων Δυνάμεων, εμείς υπήρξαμε η παράταξη εκείνη που έκανε ουσιαστική κριτική, γιατί υπήρχαν λάθη σε αυτές τις συμφωνίες, όπως ήταν, για παράδειγμα, η συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες που θα έπρεπε να γίνει με όριο μια πενταετία και έγινε για το διηνεκές, όπως ήταν τα ανταλλάγματα που πήραμε όταν δώσαμε τις βάσεις στην Αλεξανδρούπολη, μετά τα ταξίδια των πρωθυπουργών στις Ηνωμένες Πολιτείες, εμείς κάναμε πολύ συγκεκριμένες παρατηρήσεις για το που διαφωνούσαμε.
Εμείς, όμως, βάζοντας το συμφέρον της χώρας, το συμφέρον των Ενόπλων Δυνάμεων να μπορεί να ανταπεξέλθει στα τεράστια εθνικά προβλήματα που αντιμετωπίζει και τα αδιέξοδα, δώσαμε θετική ψήφο. Είναι σαφές ότι και στο ξεδίπλωμα των συνεργασιών και στις κινήσεις εύρεσης συμμαχιών και στα θέματα που αφορούσαν το γεωπολιτικό πεδίο, εμείς ήμασταν πάντα παρόντες.
Έχει την περηφάνια αυτή η παράταξη να πιστεύει -και φαντάζομαι αυτό το έχουν κάνει απόλυτη συνείδηση οι Ένοπλες Δυνάμεις- ότι το πατριωτικό ήθος, το πατριωτικό φρόνημα που εκφράζει το ΠΑΣΟΚ από την ίδρυσή του μέχρι σήμερα, είναι αυτό που κράτησε τη χώρα δυνατά μπροστά, όπως έδειξε τον Μάιο του 1987, όπως έδειξε στη Συμφωνία του Ελσίνκι, όπως έδειξε με την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως έδειξε σε όλους τους εθνικούς στόχους που πέτυχε η πατρίδα μας και που ανέτρεψαν ουσιαστικά τους συσχετισμούς των πολιτικών και στρατιωτικών δυνάμεων στην περιοχή, υπέρ της Ελλάδας σε όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης.
Παράλληλα με τα σημερινά προβλήματα που έχουν σχέση με την εθνική στρατηγική, έχουμε κάνει προτάσεις που κλιμακώνουν την εθνική στρατηγική. Έχουμε πει πως θα μπορούσε, για παράδειγμα, η Ευρωπαϊκή Ένωση να πει όχι στον εξοπλισμό της Τουρκίας από τα μέλη της. Έχουμε πει, για παράδειγμα, πώς θα μπορούσαμε μέσα στο ΝΑΤΟ να υπερασπιστούμε απέναντι στην πραγματικά παράλογη και απαράδεκτη τακτική του Γενικού Γραμματέα της Συμμαχίας απέναντι στην Άγκυρα, που τώρα εξελίσσεται με αυτόν τον οδυνηρό τρόπο για τη Δυτική Συμμαχία. Έχουμε πει πώς θα μπορούσε να συμπεριφερθεί ο Έλληνας Πρωθυπουργός μέσα στο ίδιο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Έχουμε πει, επίσης, ότι έχουμε υπόψη μας τι θα μπορούσε να γίνει πέρα από αυτές τις προτάσεις που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, αν έσπευδε κάποια στιγμή ο Πρωθυπουργός να ζητήσει τη γνώμη των κομμάτων μέσα από ένα Συμβούλιο Αρχηγών για το πώς πρέπει να κλιμακωθεί από εδώ και πέρα η εθνική στρατηγική, που πράγματι μπήκε σε μια καινούργια διάσταση, σε έναν καινούργιο ορίζοντα, με καινούργια προβλήματα και απαιτεί κάποιες μικρές αναθεωρήσεις ή κάποιες κλιμακώσεις και κάποιες κόκκινες γραμμές.
Στο θέμα που θα συζητηθεί αύριο, που ήρθε με αδικαιολόγητη καθυστέρηση, τι θα έπρεπε να κάνει η Κυβέρνηση; Θα έπρεπε από την αρχή που ανέλαβε και από τη στιγμή που υπήρχε το θέμα ή τουλάχιστον αμέσως μετά την καταδίκη της Χρυσής Αυγής, να φέρει τη διαδικασία στο κοινοβούλιο, να ζητήσει τη συμβολή των κομμάτων, να διαμορφωθεί μια κοινή πρόταση από όλα τα κόμματα, γιατί αφορά τη Βουλή κυρίως και τη λειτουργία του Συντάγματος αυτή η ρύθμιση και να έρθουμε σήμερα, όχι ψάχνοντας μόνο την Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής να μας δώσει τα φώτα της ψάχνοντας διατάξεις που έχουν προβλήματα, αλλά έχοντας καταλήξει όλοι μαζί ομόφωνα σε μια διαδικασία. Και αυτό έγινε αντικείμενο κομματικής αντιπαράθεσης, το μείζον πρόβλημα δημοκρατίας που αντιμετωπίζει η χώρα, το μην επιτραπεί να εκλεγούν οι εγκληματίες στη Βουλή.
Εμείς, λοιπόν, και στην αρχική πρόταση που κατέθεσε η Κυβέρνηση, καταθέσαμε συγκεκριμένες προτάσεις και πρέπει να πούμε ότι σε κάποιες από αυτές πράγματι βελτιώθηκε το κείμενο που έρχεται αύριο για συζήτηση. Έχουμε ακόμα κάποιες προτάσεις τις οποίες αύριο θα συζητήσουμε και περιμένουμε ακόμη την Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής να μας πει τη γνώμη της. Όμως, στην αυριανή συζήτηση η στάση μας για μια ακόμα φορά θα είναι υπεύθυνη, θα είναι σοβαρή, θα έχει όλη εκείνη την τη συναίσθηση και τη συνείδηση ότι υπηρετεί τη δημοκρατία, έξω και πέρα από τα κομματικά χαρακώματα.
Πάω τώρα σε δύο πολιτικά σχόλια και θα κλείσω.
Καταρχήν, παρακολουθούμε αυτές τις έξαλλες, αν θέλετε, εκφορές του πολιτικού λόγου που αυτή την εποχή γίνονται από τον Πρωθυπουργό και από τον Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης.
«Κινδυνεύει η δημοκρατία». Η δημοκρατία δεν κινδυνεύει, είναι σταθερή. Η Μεταπολίτευση μετέτρεψε την Ελλάδα από μια χώρα της περιφέρειας σε μια ευρωπαϊκή σύγχρονη δημοκρατία. Δεν κινδυνεύει η δημοκρατία ακόμα και αν οι στρατηγικές της άσκησης της εξουσίας και από αυτή την Κυβέρνηση και από την προηγούμενη, έχουν ένα έντονο συγκεντρωτισμό, αυταρχισμό και χειραγώγηση των θεσμών.
Από την άλλη μεριά, δεν μπορεί η Αξιωματική Αντιπολίτευση και ο Αρχηγός που της ζήτησαν να μην ψηφίζουν τα νομοσχέδια, να παρίστανται στη Βουλή και να συζητάνε σε όλες τις διαδικασίες. Θα έλεγα ότι κατά τη γνώμη μου μάλλον για φωτοβολίδα πρόκειται και μάλλον -να μην με παρεξηγήσουν- για οπερετική κίνηση. Και από την άλλη, δεν μπορεί με κανένα τρόπο να έρχεται ο Πρωθυπουργός και να λέει ότι αυτή η κίνηση είναι προοίμιο κοινωνικής εκτροπής.
Σύντροφοι και φίλοι από Αριστερά και Δεξιά, χάνουν το νόημά τους οι λέξεις. Όταν η λέξη παίρνει τέτοιο βάρος, γίνεται τόσο βαριά που να μην μπορεί να τη σηκώσει το κοινοβούλιο. Ζούμε αυτόν τον διάλογο ο οποίος είναι διάλογος κωφών.
Θα μπορούσα να πω και εγώ δέκα πράγματα. Πριν από λίγο καιρό το πρόβλημα της μίας πλευράς ήταν γιατί για την ελευθερία του Τύπου η Ελλάδα είχε την εκατοστή περίπου θέση, πίσω από τη Ζανζιβάρη. Δεν πίστεψα ποτέ ότι είμαστε πίσω από την Ζανζιβάρη. Έρχεται σήμερα ο Πρωθυπουργός και λέει ότι ανέβηκε η ποιότητα της δημοκρατίας κι εγώ τον ρωτώ: Στις παρακολουθήσεις τι βαθμό πήραμε; Δεν γράψανε το ίδιο έγκυρα και αξιόπιστα περιοδικά και εφημερίδες και μέσα μαζικής ενημέρωσης σε όλο τον κόσμο για τα χάλια της Ελλάδας και της Ελληνικής Δημοκρατίας, που δεν μπορεί να διαλευκάνει ουσιαστικά αυτά τα οποία ο ίδιος ο Πρωθυπουργός ελέγχει. Και ερχόμαστε σήμερα και πάμε μέχρι τις εκλογές με ένα σκοτάδι προκειμένου να περάσουμε τις εκλογές με το σιωπητήριο που επέβαλε η Κυβέρνηση. Γιατί αυτή η υπερβολή; Γιατί αυτή η υπεκφυγή; Γιατί αυτή η δολιχοδρομία, που συνεχώς μέσα σε αυτή την Αίθουσα υποβαθμίζει το κοινοβούλιο, φτωχαίνει τον πολιτικό διάλογο, πολώνει τις καταστάσεις ανάμεσα στα κόμματα, σε μια εποχή που θα μπορούσε ένας σοβαρός διάλογος ενόψει των εκλογών να δώσει μια άλλη διάσταση στην πορεία της χώρας μετά τις εκλογές.
Έχουμε και το θράσος και -αν θέλετε- τη μανία να μιλάμε συνεχώς για τις συνεργασίες που θα γίνουν μετά, όταν αυτός ο διάλογος αποκλείει οποιαδήποτε επαφή, οποιαδήποτε σχέση, οποιαδήποτε συνεννόηση στο οποιοδήποτε εθνικό θέμα.
Έτσι χτίζονται οι συνεργασίες; Έτσι υποστηρίζουμε αναλογικά συστήματα; Έτσι γινόμαστε ουσιαστικά συμμέτοχοι σε μια προσπάθεια η χώρα να αντιμετωπίσει τα προβλήματά της με ευρύτερες συναινέσεις σε μια περίοδο τεράστιων αδιεξόδων που αντιμετωπίζουμε ως χώρα και ως κοινωνία παντού, στην οικονομία, στους θεσμούς και σε όλα σε όλα τα θέματα που συνθέτουν την ελληνική δημοκρατία;
Τελειώνοντας, νιώθω ότι ο στόχος του ο σημερινού δικομματισμού -το ξαναζήσαμε με το γνωστό δίπολο σήμερα – είναι αυτή η υπεύθυνη φωνή, για την οποία μίλησα προηγούμενα, του ΠΑΣΟΚ, του Κινήματος Αλλαγής, αυτή η σοβαρή προγραμματική επεξεργασία, αυτή η θετική συμμετοχή σε ό,τι αφορά τα προβλήματα της χώρας, αυτή η θεσμική στάση για τα προβλήματα της Δημοκρατίας και η άμυνά μας απέναντι σε κάθε θεσμική εκτροπή, να αφεθεί στο περιθώριο της προεκλογικής περιόδου. Είναι θεμιτό για τα θέματα που έχουν σχέση με τα ποσοστά. Είναι αθέμιτο για τα θέματα που έχουν σχέση με το χρέος μας απέναντι στη Δημοκρατία και την αυριανή μέρα της χώρας και των συναινέσεων που πρέπει να υπάρχουν για αυτή.
Γι’ αυτό, λοιπόν, η αντιπαράθεση του ξεπερασμένου χθες που εκφράζει ο κ. Τσίπρας με το αδιέξοδο σήμερα που εκφράζει ο κ. Μητσοτάκης, γιατί έχουν την ίδια πρακτική χειραγώγησης των θεσμών, δεν θα αφήσει στο περιθώριο το αύριο της χώρας που φιλοδοξούμε με τη δική μας προσπάθεια, τη δική μας συστηματική πολιτική, τον δικό μας καθημερινό αγώνα να ανατρέψουμε για να μπορέσει να βγει η χώρα στο ξέφωτο και ο λαός να δει καλύτερες μέρες.