Κύριε Τσίπρα, σας άκουσα με μεγάλη προσοχή να ξεκινάτε την ομιλία σας επικαλούμενος δηλώσεις δύο τέως Πρωθυπουργών οι οποίοι προέρχονται από τη Νέα Δημοκρατία, του κ. Σαμαρά και του κ. Καραμανλή. Γίνατε ταυτόχρονα και Σαμαρικός και Καραμανλικός, ένα επίτευγμα η αλήθεια είναι.
Μόνο που πρέπει να σας πω ότι αυτή η μόνιμη προσπάθειά σας να παρουσιάσετε την παράταξή μας ως διχασμένη, ως έχουσα σημαντικά εσωκομματικά προβλήματα, τείνει μονίμως να πέφτει στο κενό.
Και, εν πάση περιπτώσει, εάν θεωρείτε ότι όντως υπάρχει ζήτημα κοινοβουλευτικής συνοχής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Νέας Δημοκρατίας, έχετε στα χέρια σας το υπέρτατο όπλο το οποίο σας δίνει ο Κανονισμός της Βουλής: κάντε επιτέλους πρόταση δυσπιστίας να διαπιστώσετε πόσο ομοιογενής είναι η Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας.
Θέλω να σας θυμίσω ότι έχει παρέλθει το εξάμηνο που προβλέπει ο Κανονισμός και την τελευταία πρόταση δυσπιστίας -αν θυμάμαι καλά- την κάνατε για έναν χιονιά. Αν υπάρχει μείζον ζήτημα δημοκρατίας δεν θα κάνετε πρόταση δυσπιστίας για το ζήτημα των παρακολουθήσεων;
Έρχομαι τώρα να απαντήσω επί της ουσίας σε μία σειρά από παρατηρήσεις που άκουσα από τους πολιτικούς αρχηγούς οι οποίοι πήραν το λόγο πριν από εμένα.
Αναφερθήκατε και πάλι, κ. Τσίπρα, στην απόφαση της κυβέρνησης να υπαχθεί η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών απευθείας στον Πρωθυπουργό. Είπατε γι’ ακόμα μια φορά ότι «είναι η πρώτη φορά που αυτό συμβαίνει στη μεταπολίτευση».
Σας θυμίζω για ακόμα μια φορά ότι πάλι κάνετε λάθος και ότι ο πρώτος ο οποίος υπήγαγε την ΕΥΠ στο γραφείο του Πρωθυπουργού ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου. Και αυτό έγινε για παραπάνω από μια δεκαετία και κατά την άποψή μου η υπαγωγή της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών στο γραφείο του Πρωθυπουργού, όπως συμβαίνει σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, παρά τις αδυναμίες και τις αστοχίες που με θάρρος επισημάναμε, είναι επί της ουσίας σωστή επιλογή. Εξάλλου, την ίδια επιλογή κάνει η Γερμανία, κάνει η Ιταλία, κάνει η Πορτογαλία, κάνει η Τσεχία, κάνει η Πολωνία.
Σε καμία περίπτωση, κατά την άποψή μου, κ. Κατρίνη, δεν θα πρέπει η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών να υπάγεται στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη. Και θα εξηγήσω το γιατί. Η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών, έτσι τουλάχιστον όπως προσδιορίζεται με σαφήνεια το έργο της, επιφορτισμένη με την εθνική ασφάλεια, πρέπει να στρέφει το βλέμμα της και τις επιχειρησιακές της δυνατότητες εκτός Ελλάδος. Σε κινδύνους οι οποίοι έρχονται από το εξωτερικό προς την Ελλάδα.
Η εγχώρια έννομη τάξη είναι, πράγματι, αρμοδιότητα του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη. Εξάλλου, θέλω να θυμίσω ότι το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη -και δη η αντιτρομοκρατική- έχει τη δυνατότητα να κάνει νόμιμες επισυνδέσεις. Και για να μην έχουμε και να μην δημιουργούμε εντυπώσεις -γιατί άκουσα πολλές φορές αριθμούς οι οποίοι αναφέρονται οι οποίοι δημιουργούν εσφαλμένες εντυπώσεις, θα εξηγήσω το γιατί- πολύ περισσότερες παρακολουθήσεις κάνει το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και η αρμόδια υπηρεσία από ό,τι κάνει η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών.
Είναι, επίσης, λάθος να συνάγεται από τους απολογισμούς της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών που παρουσιάζουν έναν απόλυτο αριθμό νόμιμων επισυνδέσεων, ότι αυτό ισοδυναμεί με αντίστοιχα φυσικά πρόσωπα. Διότι μπορεί κάποιος να έχει δύο ή τρία τηλέφωνα, να είναι σε επισύνδεση για ένα χρόνο. Αυτό, αν έχει τρία τηλέφωνα επί ένα χρόνο, επί δύο μήνες που ανανεώνεται η επισύνδεση, είναι 18 επισυνδέσεις. Εξάλλου, επί ημερών σας, κ. Τσίπρα, έγιναν 75.000 επισυνδέσεις συνολικά. Δεν αντιστοιχούν σε 75.000 πρόσωπα.
Αυτά ως προς τα ζητήματα τα οποία άπτονται του πού πρέπει να βρίσκεται η αρμοδιότητα της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. Εάν έπρεπε να είναι κάπου, ενδεχομένως εκτός πρωθυπουργικού γραφείου, μόνο στο Υπουργείο Εξωτερικών θα μπορούσε να είναι. Όπως το ΜΙ6 στη Βρετανία -όπου υπάρχει σαφής διάκριση μεταξύ εξωτερικής και εσωτερικής ασφάλειας- υπάγεται στο Foreign Office.
Έρχομαι τώρα σε μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση που έγινε χωρίς νομίζω να μπορούμε να καταλήξουμε σε έναν κοινό τόπο: ποιος είναι ο ορισμός της εθνικής ασφάλειας και ποια η απαραίτητη ισορροπία μεταξύ προστασίας προσωπικών δεδομένων, ατομικών ελευθεριών και της έννοιας της εθνικής ασφάλειας, έτσι τουλάχιστον όπως την ορίζουμε εμείς.
Έχουμε μία θεμελιώδη διαφορά: δεν θεωρούμε ότι η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών πρέπει να μετατραπεί σε μη κυβερνητική οργάνωση. Το λέμε ξεκάθαρα: είμαστε μια χώρα που αντιμετωπίζει σοβαρούς εξωτερικούς κινδύνους, πολλοί από αυτούς τους κινδύνους απαιτούν από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών να αναλάβει δράση στα πλαίσια των καθορισμένων διατάξεων του νόμου, που ακριβώς μόνο τέτοιες υπηρεσίες μπορούν να κάνουν και να δρομολογούν τέτοιες δράσεις.
Και θεωρούμε ότι η ισορροπία την οποία έχουμε πετύχει μεταξύ της προστασίας των θεμελιωδών ατομικών δικαιωμάτων αλλά και της δυνατότητας που δίνουμε στην Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών να μπορεί να κινείται και να χρησιμοποιεί το εργαλείο των νόμιμων συνακροάσεων, είναι ενδεδειγμένη και ισορροπημένη.
Αν μη τι άλλο, θα σας έλεγα ότι η προσθήκη πρόσθετων δικλίδων πιο δύσκολη κάνει την διαδικασία από ό,τι ήταν πριν. Εσείς ο ίδιος είπατε ότι αφαιρέσατε έναν εισαγγελέα το 2018 γιατί θέλατε η διαδικασία να είναι πιο γρήγορη. Αυτή ήταν η αιτιολογία, η βασική.
Άρα, αναγνωρίζουμε ότι η προσθήκη πρόσθετων δικλίδων εκ των πραγμάτων καθιστά τη διαδικασία πιο δύσκολη.
Η δε εισαγωγή -για να μην έχουμε εδώ αμφιβολίες και αυταπάτες- ενός πολιτικού φίλτρου μεταφέρει, όντως, ένα μεγάλο βάρος ευθύνης στον Πρόεδρο της Βουλής. Αχρείαστη να είναι η περίπτωση όπου θα ζητηθεί η παρακολούθηση ενός αιρετού πολιτικού προσώπου, όμως αυτή τη στιγμή ο Πρόεδρος της Βουλής θα πρέπει να αποφανθεί πριν, το τονίζω, πριν από τους εισαγγελείς αν αυτή η απόφαση είναι ενδεδειγμένη.
Θα χρειαστεί προφανώς να είναι πάρα πολύ σκληρά τεκμηριωμένη η εισήγηση της αρμόδιας υπηρεσίας, εικάζω -θα τοποθετηθεί και ο Πρόεδρος της Βουλής με την ιδιότητά του αλλά και την ιδιότητα του βουλευτή- για να μπορέσει να συναινέσει σε μία τέτοια απόφαση η οποία τώρα γίνεται πιο δύσκολη. Και ναι, πρέπει να γίνει πιο δύσκολη, αλλά αυτό εκ των πραγμάτων έχει επιπτώσεις ως προς την ταχύτητα λήψης αποφάσεων.
Αυτή είναι η κόκκινη γραμμή, η λεπτή κόκκινη γραμμή πάνω στην οποία πρέπει να βαδίσουμε. Και θεωρούμε ότι το υφιστάμενο νομοσχέδιο ακολουθεί αυτή την ισορροπία, διορθώνει παθογένειες του παρελθόντος, χωρίς όμως -θα το ξαναπώ- να απονευρώνει την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών σε τέτοιο βαθμό που να την καταστήσει de facto μη λειτουργική.
Πρέπει να είστε, κ. Τσίπρα, πραγματικά σε πολύ μεγάλη απόγνωση ώστε το ισχυρότερο επιχείρημά σας να είναι: μηνύστε τους δημοσιογράφους οι οποίοι γράφουν αυτά. Ναι, κοιτάξτε να δείτε, εγώ είμαι 19 χρόνια στη Βουλή. Δεν έχω κάνει ποτέ καμία μήνυση και καμία αγωγή σε δημοσιογράφο. Είναι προσωπική μου επιλογή. Έχω ακούσει πολλά. Αν έκανα μήνυση ή αγωγή, εκεί θα δείτε τι θα άκουγα. Θα μου λέγατε «το κράτος δικαίου, πώς είναι δυνατόν, καταδιώκετε τους δημοσιογράφους, η ισχύς του Πρωθυπουργού είναι τέτοια…». Μα είμαστε σοβαροί τώρα; Σε ποιον τα λέτε αυτά κ. Τσίπρα; Σε ποιον τα λέτε; Ούτε παιδιά της Γ’ γυμνασίου δεν τα πιστεύουν αυτά τα οποία λέτε.
Άρα, μήνυση και αγωγή από εμένα σε δημοσιογράφο δεν πρόκειται να γίνει. Προσέξτε, όμως, εδώ έχει συμβεί το ανάποδο. Μου έκανε εμένα αγωγή ο κ. Βαξεβάνης. Ακούστε το, παρακαλώ. Μου έκανε αγωγή ο κ. Βαξεβάνης. Μου έκανε αγωγή διότι θίχτηκε, τα δημοκρατικά του αντανακλαστικά θίχτηκαν επειδή είπα την αλήθεια, την οποία επαναλαμβάνω και σήμερα και ας μου κάνει και δεύτερη αγωγή: ότι το 2016 στήθηκε ένα κανάλι, ένα δίκτυο καναλιών στην Ελλάδα και αποδεικνύεται, τουλάχιστον όσο μπορεί να το αποδείξει αυτό η αμερικανική Δικαιοσύνη, ότι 10 εκατομμύρια δολάρια διακινήθηκαν για να στηθεί αυτό το δίκτυο καναλιών, HellasNet. O κ. Βαξεβάνης ήταν ο δημοσιογραφικός υπεύθυνος.
Το ξαναλέω λοιπόν. Θέλει να μου ξανακάνει αγωγή; Και να μου κάνετε αγωγή και εσείς γιατί όλα τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ ήσασταν στην παρουσίαση. Θα μου κάνετε και εσείς αγωγή; Θέλετε; Πού πήγαν αυτά τα λεφτά; Μία ερώτηση κάνω: πού πήγαν αυτά λεφτά; Πού πήγαν αυτά τα λεφτά, κ. Τζανακόπουλε;
Βρήκα πολύ ενδιαφέρον -αξίζει κανείς να δει το χρονισμό- πριν καλά-καλά αναφέρετε κ. Βαξεβάνη, κ. Τσίπρα, συγγνώμη. Γλώσσα λανθάνουσα, θα καταλάβετε γιατί. Πριν καλά-καλά αναφερθείτε σε αυτήν την «πειστική» επιχειρηματολογία ότι πρέπει να κάνω μήνυση και αγωγή στον κ. Βαξεβάνη, είχε ήδη κάνει tweet ο κ. Βαξεβάνης λέγοντας ότι πρέπει να του κάνω μήνυση και αγωγή. Μα καλά, αυτός σας γράφει τις ομιλίες; Ή τότε, αν το κάνει, τουλάχιστον συγκρατείστε τον να μην τουιτάρει πριν τα λέτε εσείς, αφήστε να περάσει λίγος παραπάνω χρόνος.
Έρχομαι τώρα στο μείζον ζήτημα το οποίο θίξατε. «Γνώριζε, δεν γνώριζε, ναι, όχι, δεν ξέρω» ο Πρωθυπουργός για, προσέξτε, παρακολουθήσεις για τις οποίες δεν έχουμε κανένα απολύτως στοιχείο ότι μπορεί να έγιναν ή να μην έγιναν.
Θέλω να θυμίσω ότι στην περιβόητη λίστα του Predator, αν η λίστα αυτή είναι ακριβής -έχω κάθε λόγο να αμφισβητώ την ακρίβειά της γιατί δεν έχω δει κανένα στοιχείο από αυτόν ο οποίος δημοσιεύει τις λίστες αυτές- παρακολουθείτo τουλάχιστον πέντε στενοί μου συνεργάτες, η προσωπική μου γραμματέας και άνθρωποι με τους οποίους συνομιλούσα σε καθημερινή βάση.
Θα ήταν εύλογο να εικάσει κανείς ότι αν κάποιος πράγματι παρακολουθούσε αυτούς, εμένα ήθελε να παρακολουθεί, έτσι δεν είναι; Άρα, παρακολουθούσα εγώ τον εαυτό μου, αυτό μου λέτε. Παρακολουθούσα εγώ τη γραμματέα μου ή παρακολουθούσα εγώ, γιατί το είπατε κι αυτό: να πείτε, λέει, αν παρακολουθούσα τον κ. Χατζηδάκη και τον κ. Φλώρο.
Λοιπόν, κοιτάξτε να δείτε. Με τον κ. Χατζηδάκη γνωρίζομαι 30 χρόνια, είναι Αντιπρόεδρος του κόμματός μας, του συνομιλώ…
(Ομιλία εκτός μικροφώνου από τα έδρανα της αξιωματικής αντιπολίτευσης)
…Προφανώς και όχι, λοιπόν τι είναι αυτά τα οποία λέτε; Είναι δυνατόν να υπονοείτε ότι παρακολουθούσα εγώ Υπουργό της κυβέρνησης; Ντροπή σας, μόνο που το υπονοείτε. Δεν ντρέπεσαι λίγο; Ή ότι παρακολουθούσα εγώ ή γνώριζα ότι παρακολουθείτo ο κ. Φλώρος; Δεν ντρέπεσαι λίγο; Δεν ντρέπεσαι λίγο;
Να μάθω τι; Πότε θα αυξήσουμε τις συντάξεις; Πότε θα δώσει επιδόματα; Αυτά θα μάθαινα; Σκεφτείτε το λίγο.
Αναφερθήκατε στον κ. Φλώρο. Έχουμε περάσει πολύ δύσκολες καταστάσεις με τον Αρχηγό ΓΕΕΘΑ, πολύ δύσκολες καταστάσεις. Ο Αρχηγός ΓΕΕΘΑ επιλέχθηκε από αυτήν την κυβέρνηση, είχε ήδη επιλεγεί από εσάς να γίνει Αρχηγός του Στρατού. Είναι ένας εξαιρετικός αξιωματικός ο οποίος τιμά το εθνόσημο.
Μόνο και μόνο να διακινούνται άρθρα με υπονοούμενα ότι μπορεί ο Πρωθυπουργός να παρακολουθούσε τον Αρχηγό ΓΕΕΘΑ, δεν θέλω να το σχολιάσω. Αλλά ξέρω ότι κάποιοι στην άλλη πλευρά του Αιγαίου θα χαίρονται πολύ με αυτά τα οποία γράφονται. Θα χαίρονται πάρα πολύ.
Κύριε Τσίπρα, θα σας ξαναδιαβάσω ακριβώς -γιατί ό,τι είπα στα τέλη Αυγούστου ισχύει στο ακέραιο- τι είπα τότε. Διαβάζω από τα πρακτικά της Βουλής. Δεν συνηθίζω να αναφέρομαι σε αυτά τα οποία λέω, αλλά εδώ κρίνω ότι είναι απαραίτητο.
«Εγώ κοίταξα τον ελληνικό λαό στα μάτια και τον διαβεβαίωσα ότι δεν γνώριζα απολύτως τίποτα για την παρακολούθηση ή όχι του Νίκου Ανδρουλάκη, κανενός πολιτικού προσώπου και κανενός δημοσιογράφου. Άρα, θα πιστέψουν ή εσάς ή εμένα». Ισχύει στο ακέραιο.
Συνεχίζω: «μπορείτε κ. Τσίπρα, να διαβεβαιώσετε σήμερα στο ελληνικό κοινοβούλιο ότι δεν ακούγατε κανέναν πολιτικό, κανέναν δημοσιογράφο, κανέναν επιχειρηματία; Εάν το διαβεβαιώσετε και το κάνετε θα έχετε παρανομήσει, διότι κανείς Πρωθυπουργός δεν έχει τη δυνατότητα να γνωρίζει ποιον ακούει η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών. Κανείς. Κανείς Πρωθυπουργός δεν έχει τη δυνατότητα και το δικαίωμα να γνωρίζει ποιους παρακολουθεί η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών».
Σας ξαναρωτώ λοιπόν, επειδή εσείς μιλήσατε για ψέμα, ότι εάν συλληφθώ ψευδόμενος πρέπει να παραιτηθώ. Ε, τότε κάθε εβδομάδα θα παραιτούσασταν κ. Τσίπρα εσείς. Αλλά εν προκειμένω το πρώτο ψέμα το είπατε ήδη. Ο κ. Πιτσιόρλας παρακολουθείτο ή όχι; Το γνωρίζαμε ή όχι; Το γνωρίζατε ή όχι όταν είπατε ότι δεν παρακολουθείται κανείς; Το μάθατε εκ των υστέρων; Το γνωρίζατε ή όχι;
Όταν σταθήκατε σε αυτό το βήμα και είπατε «δεν παρακολουθείται κανείς πολιτικός», α, βουλευτής. Άρα το γνωρίζατε για τον κ. Πιτσιόρλα. Εντάξει, μάλιστα.
Πάλι εκνευρίζεστε. Γιατί χάνετε την ψυχραιμία σας; Σας ξαναρωτώ, λοιπόν. Άρα τι μας λέει ο κ. Τσίπρας: «Γνώριζα ότι παρακολουθείτο ο κ. Πιτσιόρλας, αλλά είπα ότι δεν παρακολουθείται κανείς βουλευτής για να θολώσω τα νερά». Αυτό μου λέτε, ε; Άρα ήσασταν τυπικά ακριβής αλλά για την παρακολούθηση του κ. Πιτσιόλα δεν μας είπατε τίποτα. Έπρεπε να βγει με κάποιο τρόπο, όπως βγήκε.
Λοιπόν, εγώ σας απάντησα ευθέως στο ερώτημά σας. Τώρα σας ρωτώ εγώ, παρακαλώ: Κύριε Τσίπρα, επί ημερών σας είχαν γίνει νόμιμες επισυνδέσεις της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών που να αφορούσαν πολιτικούς, δημοσιογράφους ή ανώτατους δικαστές; Σας ρωτώ.
Εγώ σας απάντησα: δεν ξέρω και δεν πρέπει να ξέρω. Εσείς θα απαντήσετε; Εσείς θα απαντήσετε; Περιμένω την απάντησή σας. Γινόντουσαν; Εγώ απάντησα, περιμένω τη δική σας απάντηση.
Έρχομαι τώρα σε ένα ζήτημα το οποίο πραγματικά δεν περίμενα ότι -νόμιζα θα το προσπερνούσατε. Αναφέρομαι στους Ποινικούς Κώδικες. Αποτέλεσε, κ. Τσίπρα, ακούστε το, και κύριοι του ΣΥΡΙΖΑ, ακραίο σημείο διαπλοκής του ΣΥΡΙΖΑ και της ολιγαρχίας η ψήφιση του Ποινικού Κώδικα. Δεν το είπα εγώ. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, ο κ. Κοντονής.
Α ναι, ε; Τώρα κουνάτε το χέρι σας; Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, ο δικός σας, έρχεται και σας κατηγορεί ότι φέρατε ένα Ποινικό Κώδικα με τον οποίο κάνατε, -να το ξαναθυμηθούμε, ανάμεσα σε πολλά άλλα τα οποία κάνατε- την ενεργητική δωροδοκία από κακούργημα, πλημμέλημα. Επαναλαμβάνω, να το ακούσουν.
Και σας κατηγορεί ευθέως. Όχι ένας τυχαίος Υπουργός, ο Υπουργός Δικαιοσύνης, ο Υπουργός Δικαιοσύνης της κυβέρνησής σας. Δηλαδή, τι άλλη απόδειξη θέλετε επιτέλους; Τι άλλη απόδειξη θέλετε επιτέλους;
Προσέξτε, όλα αυτά τον Μάρτιο πριν ψηφιστεί ο νέος Ποινικός Κώδικας. «Είχα σοβαρές διαφωνίες με μια σειρά από άρθρα του Ποινικού Κώδικα, αλλά και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, θα εκτίθετο η κυβέρνηση», ήθελε να σας προστατεύσει ο κ. Κοντονής. Θα εκτίθετο η κυβέρνηση, το λέει ο άνθρωπος, με τα νταραβέρια που κάνατε με την ολιγαρχία. Ήθελε να σας προστατεύσει.
Θα μου εξηγήσετε, κ. Τσίπρα, θα το ξαναπώ να το ξανακούσουμε: το βράδυ των Ευρωεκλογών -έκανα λάθος, είχατε χάσει με 10 μονάδες όχι με 8 τις Ευρωεκλογές- βγαίνετε στην τηλεόραση και λέτε «προκηρύσσω εθνικές εκλογές και διαλύεται η Βουλή». Το είπατε ή όχι; Το είπατε. Και μετά κρατάτε τη Βουλή ανοιχτή για μία εβδομάδα. Για να ψηφίσετε με τη διαδικασία του κατεπειγόντως έναν Ποινικό Κώδικα χιλίων σελίδων. Γιατί κ. Τσίπρα; Ποιους εξυπηρετήσατε με αυτή τη ρύθμιση; Γιατί;
Καταλαβαίνω πως η συζήτηση δεν σας έχει πάει όπως την περιμένατε. Αλλά τέτοιο εκνευρισμό, πραγματικά, δεν τον έχω συναντήσει ξανά. Δεν πειράζει, θα τα ακούσετε ξανά, λοιπόν, αν δεν σας αρέσει μπορείτε να βγείτε από την αίθουσα. Τη δόξα του Πολάκη πολλοί εζήλεψαν στην Κοινοβουλευτική σας Ομάδα.
Κύριε Τσίπρα, αναφερθήκατε για ακόμα μία φορά και χρησιμοποιήσατε τον όρο «συνταγματική εκτροπή». Να είστε πολύ προσεκτικός εσείς όταν μιλάτε για συνταγματική εκτροπή. Είστε ο άνθρωπος που διορίσατε Πρόεδρο του Αρείου Πάγου στις 3:00 τα χαράματα και αφού αφυπηρέτησε την προσλάβατε για σύμβουλο.
Είστε ο άνθρωπος που έκανε δημοψήφισμα μέσα σε μία εβδομάδα, έχοντας συντμήσει τις προθεσμίες που ορίζει το Σύνταγμα.
Και εν πάση περιπτώσει είστε ο πολιτικός προϊστάμενος ο οποίος σήμερα έχει δύο Υπουργούς του, τον κ. Παπαγγελόπουλο και τον κ. Παππά -που τον βλέπω στο βάθος της αίθουσας- στο Ειδικό Δικαστήριο για παράβαση καθήκοντος.
Άρα, θα συνιστούσα όταν κάνετε μαθήματα δημοκρατίας να είστε λίγο πιο προσεκτικός, τουλάχιστον προς τη δική μας παράταξη, την παράταξη της Νέας Δημοκρατίας.
Μιλήσατε, και επιτρέψτε μου να κλείσω με μία πιο γενική αναφορά, που έχει να κάνει και με αυτά τα οποία είπε ο Γενικός Γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος, για «άθλιες πολιτικές που θέλουν άθλιες μεθόδους».
Ξέρετε, δεν μου αρέσει να χρησιμοποιώ πολλά επίθετα, αλλά αν έψαχνα να βρω μία δήλωση τελευταία η οποία να αποτυπώνει, τουλάχιστον στο δικό μου μυαλό, τον ορισμό της πολιτικής αθλιότητας, θα σας έλεγα ότι είναι η κουβέντα που είπατε στην Κοζάνη, «αν κλέψεις σπίτια γίνεσαι βουλευτής, αν κλέψεις 20 ευρώ δέχεσαι μια σφαίρα».
Βρισκόμαστε σήμερα αντιμέτωποι με ένα τραγικό περιστατικό. Ένα τραγικό περιστατικό το οποίο οφείλει να διερευνήσει η Δικαιοσύνη και θα το κάνει, και η Αστυνομία η ίδια. Και μέχρι τότε θα συνιστούσα απ’ όλους προσοχή και όχι πάντως στοχοποίηση της Αστυνομίας συλλήβδην. Και σε καμία περίπτωση να φαντάζεστε ότι θα μπορείτε να επαναλάβετε όσα κάνατε -γιατί εσείς τα οργανώσατε- τον Δεκέμβριο του 2008.
Αυτά τελείωσαν, τελείωσαν μια και καλή, αυτά ξεχάστε τα. Όταν με δική σας, δεν τα λέω εγώ η κα. Παπαρρήγα σας τα έλεγε τότε Η κα. Παπαρήγα σας τα έλεγε.
Για να τελειώσουμε έτσι όπως ξεκινήσαμε, από το ένα σημείο στο οποίο τουλάχιστον φαίνεται να συμφωνούμε, να κλείσουμε με μια πιο θετική και ενωτική παρατήρηση: χαίρομαι, κ. Τσίπρα, που επαναλάβατε και σήμερα, το είπε και ο κ. Κατρίνης, ότι έχετε απόλυτη εμπιστοσύνη στην ελληνική Δικαιοσύνη να διαλευκάνει αυτή την υπόθεση.
Φαντάζομαι ότι αυτά είπατε και στον κ. Ντογιάκο όταν πήγατε να τον συναντήσετε και υποθέτω ότι αν έχετε στη διάθεσή σας πρόσθετα στοιχεία για το ζήτημα αυτό, δεν θα διστάσετε να τα καταθέσετε στη Δικαιοσύνη.
Η Δικαιοσύνη, λοιπόν, θα είναι αυτή η οποία θα κρίνει το τι έγινε στο παρελθόν. Ούτε εγώ, ούτε εσείς, ούτε ο κ. Βαξεβάνης, ούτε κανείς άλλος ο οποίος δημοσιεύει λίστες και φωτογραφίζει ονόματα χωρίς κανένα απολύτως στοιχείο.
Και επειδή κάνατε και μια άλλη αναφορά, ότι η δημοσιογραφία οφείλει να ερευνά και μετά η Δικαιοσύνη να αποδεικνύει, την άκουσα αυτή τη θεωρία και από κάποιους δημοσιογράφους, «ότι δε βαριέσαι, το τεκμήριο της δημοσιογραφικής έρευνας είναι χαμηλότερο από αυτό του δικαστή. Ας πούμε και δυο κουβέντες στον αέρα βρε παιδί μου, δεν πειράζει. Και μετά ας τα ψάξει η Δικαιοσύνη».
Αυτό εννοείτε; Αυτό εννοείτε; Να πετάξουμε τη λάσπη δηλαδή ως δημοσιογράφοι, επειδή κάνουμε δημοσιογραφική έρευνα, να μην δίνουμε κανένα στοιχείο, αλλά αν η Δικαιοσύνη μετά από 3 ή 5 χρόνια αποφανθεί ότι δεν υπάρχει κάτι, ότι η υπόθεση μπαίνει στο αρχείο, δεν βαριέσαι, ποιος θα το θυμάται; Κάτι σας θυμίζει. Κάτι σας θυμίζει αυτή η υπόθεση: Novartis νούμερο δύο.
Τα ίδια κάνατε λοιπόν, δεν θα τα ξανακάνετε. Έχω και εγώ απόλυτη εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη και στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και στους εισαγγελείς -δεν τους γνωρίζω προσωπικά αλλά είμαι σίγουρος ότι κάνουν μια χαρά τη δουλειά τους- να διαλευκάνουν αυτή την υπόθεση. Και να δούμε, τελικά, αν όλα όσα λέγονται και γράφονται είναι ακριβή.
Στη Δικαιοσύνη θα λογοδοτήσουν όλοι εάν υπάρχουν ευθύνες, πολιτικά πιστεύω ότι οι πολίτες βγάζουν τα συμπεράσματά τους και θα μας αξιολογήσουν όλους με πολύ μεγάλη προσοχή για την υπευθυνότητα με την οποία αντιμετωπίζουμε αυτό το πολύ σημαντικό θέμα.
Τριτολογία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή
Είπατε, κ. Τσίπρα επί λέξει: «το παράνομο λογισμικό Predator που λειτουργούσε στο γραφείο σας». Στο γραφείο μου; Το παράνομο λογισμικό Predator λειτουργούσε στο γραφείο μου; Είστε ψεύτης. Είστε ψεύτης. Έχω πει πολλές φορές ότι ουδέποτε το ελληνικό κράτος προμηθεύτηκε τέτοιο λογισμικό.
Και, πάντως, εγώ δεν υπήρξα ποτέ αποδέκτης οποιασδήποτε πληροφορίας πλην των επισήμων καναλιών της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, που αφορούσε αποκλειστικά θέματα εθνικής ασφάλειας. Τελεία και παύλα. Και δεν σας επιτρέπω να αφήνετε τέτοια υπονοούμενα χωρίς στοιχεία.
Δεν μπορείτε να λέτε ότι λειτουργούσε το σύστημα Predator στο γραφείο του Πρωθυπουργού. Έχετε στοιχεία; Έχετε στοιχεία; Πάρτε το βήμα, ανεβείτε. Ανεβείτε. Έχετε στοιχεία; Έχετε στοιχεία ότι λειτουργούσε το Predator στο γραφείο μου; Ότι εγώ το λειτουργούσα;
Καθόμουν σε έναν υπολογιστή και άκουγα εγώ τον κ. Χατζηδάκη, τον κ. Φλώρο, τη γραμματέα μου. Δεν ντρέπεστε να τα λέτε αυτά τα πράγματα; Δεν ντρέπεστε να τα λέτε αυτά τα πράγματα και να αφήνετε τέτοια υπονοούμενα;
Και εν πάση περιπτώσει, για το ερώτημα αυτό που θέσατε, εάν εσείς γνωρίζετε ότι ο Αρχηγός ΓΕΕΘΑ ήταν υπό παρακολούθηση από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών, από πού το ξέρετε; Από πού το ξέρετε αυτό; Από πού το ξέρετε;
Όχι δε θα ρωτάμε έτσι. Πήγατε στον κ. Ντογιάκο, έτσι δεν είναι; Πήγατε στον κ. Ντογιάκο. Είναι κρίσιμο ζήτημα αυτό. Προσκομίσατε στοιχεία; Προσκομίσατε αποδείξεις; Ο κ. Ντογιάκος, επειδή αναφερθήκατε να πάμε μαζί και διάφορους άλλους έτσι ακτιβισμούς που αντιστοιχούν σε θέατρο γυμνασίου, ο μόνος για τον οποίον δεν ισχύει απόρρητο είναι ο κ. Ντογιάκος και η εισαγγελία, ο μόνος.
Ο κ. Ντογιάκος -σωστά είπατε, όλα τα στοιχεία υπάρχουν- μπορεί να ψάξει, μπορεί να φωνάξει, μπορεί να ρωτήσει, μπορεί να ερευνήσει, μπορεί να πάει στην ΑΔΑΕ, μπορεί να πάει στους παρόχους, μπορεί να ψάξει την περίοδο της Νέας Δημοκρατίας, μπορεί να ψάξει την περίοδο του ΣΥΡΙΖΑ και να καταλήξει σε συμπεράσματα.
Άρα, ως προς τι όλοι αυτοί οι ακτιβισμοί; Αφού ξέρετε ότι η Δικαιοσύνη μπορεί να ψάξει. Αλλά η Δικαιοσύνη, ξέρετε, δεν είναι ακτιβισμός και θέατρο. Η Δικαιοσύνη θα ψάξει και θα αναζητήσει στοιχεία πραγματικά. Και εφόσον κρίνει ότι έχουν τελεστεί αξιόποινες πράξεις, θα δράσει αναλόγως.
Αυτό οφείλει να κάνει η Δικαιοσύνη και θα την προστατεύσουμε, αλλά δεν πρόκειται να επιτρέψω να μετατραπεί αυτή η αίθουσα και η δημόσια αντιπαράθεση σε ένα θέατρο του παραλόγου το οποίο, πράγματι, θέτει σε κίνδυνο τις Ένοπλες Δυνάμεις και την ασφάλεια της χώρας.
Και επειδή λέτε ότι με τις Ένοπλες Δυνάμεις «δεν παίζουμε», δεν παίζετε εσείς όταν εργαλειοποιείτε μια πληροφορία για την οποία δεν έχετε καμία απόδειξη; Και δεν τολμάτε να προσκομίσετε. Και ζητάτε από εμένα να αποδείξω το ανάποδο; Όχι, κ. Τσίπρα, εσείς θα το αποδείξετε. Εσείς θα το αποδείξετε.
Και, εν πάση περιπτώσει, επειδή μου ζητήσατε, κ. Τσίπρα, να κάνω μηνύσεις και γιατί δεν κάνω μηνύσεις σε δημοσιογράφους, εγώ σας είπα ότι δεν κάνω μηνύσεις. και αγωγές. Εάν κρίνετε, κ. Τσίπρα, ότι θίγεστε από αυτά τα οποία λέει ο τέως Υπουργός Δικαιοσύνης σας -δεν τα λέει μόνο ο κ. Κοντονής, τα λέει ο κ. Παρασκευόπουλος, τα λέει η κα. Κωνσταντοπούλου- γιατί δεν κάνετε μήνυση εσείς στον κ. Κοντονή να τελειώνουμε, εάν θεωρείτε ότι όντως σας συκοφαντεί;
Εν πάση περιπτώσει, για να τελειώσει και σε αυτό τον τόνο αυτή η συζήτηση και για να μην έχουμε, μετά άλλα ευτράπελα. Μισό λεπτό, για να το ξεκαθαρίσουμε αυτό. Κύριε Τσίπρα, έχουμε ξαναβρεθεί στην ίδια ακριβώς αντιπαράθεση, με εμένα Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης και εσάς Πρωθυπουργό.
Τον τελευταίο λόγο τον έχει ο Πρωθυπουργός, κλείνει τη συζήτηση και είθισται στα κοινοβουλευτικά μας δρώμενα να μιλάμε τρεις φορές εμείς και δύο εσείς. Ό,τι είχατε να πείτε το είπατε, κ. Τσίπρα. Η συζήτηση λήγει.