Ομιλία του Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, Κώστα Σκανδαλίδη, στην ολομέλεια της Βουλής στη συζήτηση του νομοσχεδίου του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών
Για το νομοσχέδιο έχει μιλήσει ο εισηγητής μας. Θα μιλήσουν και αρκετοί Βουλευτές από την παράταξή μας. Νομίζω ότι οι παρατηρήσεις τους και οι προτάσεις τους είναι πάρα πολύ σημαντικές και θα ήθελα από την Κυβέρνηση πραγματικά να τις λάβει υπόψη της σοβαρά.
Εγώ ανέβηκα στο Βήμα κυρίως για να μιλήσω για την κρίσιμη φάση που περνάει αυτήν την εποχή η χώρα, κυρίως σε ό,τι αφορά τα εθνικά της θέματα και την εξωτερική απειλή.
Νομίζω ότι προχθές ο Πρωθυπουργός εντελώς άκαιρα και εν μέσω πολλαπλών κρίσεων που οξύνονται διαρκώς, δήλωσε αυτάρεσκα στο υπουργικό συμβούλιο: «Μπαίνουμε σε εκλογική τροχιά με πλεονέκτημα», προφανώς αναφερόμενος στις δημοσκοπήσεις. Νομίζω ότι είναι μια άκαιρη τοποθέτηση, γιατί ο λαός μπαίνει σε τροχιά ανασφάλειας, αβεβαιότητας και βαθιάς ανησυχίας για όσα συμβαίνουν στη ζωή του, για όσα συμβαίνουν στον τόπο του και για όσα συμβαίνουν στην ευρύτερη περιοχή μας.
Τις ίδιες μέρες η Τουρκία κλιμακώνει τις απειλές της, και σε αντίθεση με τις δικές μας διαδικασίες, συνεδριάζει σήμερα το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας της Τουρκίας προκειμένου να εξειδικεύσει όλες αυτές τις παραστάσεις που έχει κάνει τον τελευταίο καιρό.
Νομίζω ότι αυτό που πρέπει σαν πρώτη παρατήρηση να κάνουμε είναι ότι η παρομοίωση του Ερντογάν σαν να είναι απλώς ένα σκυλί που γαβγίζει, είναι στην καλύτερη περίπτωση ένα προπέτασμα καπνού. Διεκδικεί και αναβαθμίζει συνεχώς τον επεκτατικό του αναθεωρητισμό, αναβαθμίζει τους στόχους του, προχωράει βήμα-βήμα τις απειλές του. Δεν έχει καταφέρει κανένα πλήγμα προφανώς στη χώρα μας, αλλά διαμορφώνει μια εικόνα ότι αυτή η στρατηγική δεν μπορεί να είναι μια εκλογική στρατηγική. Γιατί όλοι συνδέουν αυτές τις απειλές με τις εκλογές του Ιουνίου της Τουρκίας. Το ύφος και η ατμόσφαιρα είναι προφανείς, όπως επίσης και οι στόχοι του.
Πρέπει να καταλάβουμε επιτέλους ότι αυτή η στρατηγική της Τουρκίας είναι επεξεργασμένη, διαμορφώνει καινούργια δεδομένα, επιχειρεί να είναι μια περιφερειακή δύναμη πολύ ισχυρή στην περιοχή, επιχειρεί να διαμορφώσει ειδική σχέση με το ΝΑΤΟ, προκειμένου να μπορεί να κάνει και παιχνίδια με απέναντι συγκροτήματα και δυνάμεις που συσπειρώνονται στο σημερινό γεωπολιτικό τοπίο. Και είναι προφανές ότι αυτή η στρατηγική εκτείνεται σε βάθος χρόνων. Δυστυχώς έχει καταλάβει κυριολεκτικά ως ατμόσφαιρα και ως θέση το σύνολο σχεδόν του πολιτικού κόσμου της Τουρκίας. Έχουμε απέναντί μας μια πρωτοφανή διαδικασία -και δεν θέλει κανείς να κινδυνολογήσει- που δεν μπορεί κανείς να επαναπαυθεί στα δεδομένα, στον λόγο και στο ύφος της Κυβέρνησής μας.
Εγώ θεώρησα καλό, να σας διαβάσω ένα κείμενο για δύο λεπτά:
«Αν αφήσουμε τους αυταρχικούς αναθεωρητές ηγέτες να παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο, τότε οδηγούμαστε σε καταστροφικές μη αναστρέψιμες καταστάσεις, όπως είπατε στην πρωτολογία σας και συμφωνούμε απόλυτα. Εμείς πήραμε ξεκάθαρη θέση απέναντι στην παράνομη εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία και στηρίξαμε τον ουκρανικό λαό έμπρακτα με την αποστολή βοήθειας. Όμως υπάρχει μια χώρα στην ΝΑΤΟϊκή συμμαχία η οποία δεν έχει επιβάλει κυρώσεις στη Ρωσία, κρατώντας μια αμφιλεγόμενη στάση.
Η χώρα αυτή είναι η Τουρκία και μάλιστα ο Πρόεδρός της μιμείται τον αναθεωρητισμό και τον αυταρχισμό του Πούτιν. Ο Ερντογάν συχνά μιλά κατά της συνθήκης της Λωζάνης και μάλιστα φτάνει στο σημείο να αμφισβητεί ευθέως ακόμη και την εθνική μας κυριαρχία. Παραβιάζει τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο, με πρόσφατο παράδειγμα τις παράνομες δραστηριότητες στα Βαρώσια. Ενώ υποδύεται τον υπερασπιστή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, υπονομεύει το κράτος δικαίου με θύματα χιλιάδες πολίτες στο εσωτερικό της χώρας του.
Κάθε μέρα έχουμε μια σκληρή δήλωση πολεμικού χαρακτήρα εις βάρος της Ελλάδας. Μας προκαλεί εντύπωση που δεν βλέπετε τον ελέφαντα στο δωμάτιο. Πολλές φορές οι δηλώσεις σας ηχούν στα αυτιά του ελληνικού λαού ως δηλώσεις Πόντιου Πιλάτου. Και κάτι τελευταίο. Λέτε ότι είναι αναγκαίο τα ευρωπαϊκά κράτη να προχωρήσουν σε μεγαλύτερες επενδύσεις εξοπλιστικών προγραμμάτων για να ενισχύσουν την άμυνά τους απέναντι σε εξωτερικούς κινδύνους.
Στην Ελλάδα, μολονότι περάσαμε μια πολύ μεγάλη οικονομική κρίση και είναι αναγκαίο να επενδύσουμε στο κοινωνικό κράτος και σε υποδομές για να αντιμετωπιστούν οι ανισότητες και να χαραχθεί μια νέα αναπτυξιακή πορεία, υπογράψαμε πολύ μεγάλα εξοπλιστικά προγράμματα για να ενισχύσουμε την αποτρεπτική μας δύναμη. Κι όμως δεν έχουμε δει την έμπρακτη αλληλεγγύη σας, ούτε ανάλογες πρωτοβουλίες που θα απαντούσαν στην κλιμακούμενη τουρκική προκλητικότητα εις βάρος της ΅Ελλάδος».
Είναι το ύφος και ο λόγος του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ στη χθεσινή διαδικασία του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος με προσκεκλημένο τον κ. Στόλτενμπεργκ, δηλαδή το Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ που ενώπιόν του διάβασε αυτές τις λίγες γραμμές.
Αυτό πρέπει να είναι το ύφος και ο λόγος της πολιτικής ηγεσίας της χώρας, ένας λόγος διεκδικητικός, επιθετικός, αποφασιστικός απέναντι σε συμμάχους και αντιπάλους. Δεν μπορεί κανείς παρά να συγκρίνει αυτό το ύφος και τον λόγο με την αντίστοιχη διαδικασία της ομιλίας του Πρωθυπουργού στο ΝΑΤΟ πριν από λίγους μήνες. Υπάρχει χαώδης διαφορά. Και δεν το λέω ούτε μέσα από κανέναν εθνικισμό, ούτε μέσα από έναν παράδοξο πατριωτισμό, ούτε μέσα από κανένα διεκδικητισμό όπου θα μπορούσαμε εμείς να το παίξουμε μεγάλη δύναμη ή οτιδήποτε άλλο.
Αλλά νομίζω ότι εκφράζει τον ελληνικό λαό σε μια στιγμή κρίσιμη που πρέπει η ηγεσία του να αναβαθμίσει την εθνική στρατηγική, να τη χαράξει από την αρχή και να δώσει έμπρακτη απάντηση σε όσα επιβουλεύονται σήμερα σε βάρος των συμφερόντων της χώρας. Και από τη γειτονική χώρα και από τις ευρύτερες διαδικασίες.
Το παιχνίδι είναι πολύ μεγάλο για να μπορέσουμε να αρκεστούμε στο να είμαστε μόνο σε μια λογική «εντάξει, μιλάει τώρα, φωνάζει, αλλά όποτε θέλει θα συναντηθούμε». Εμείς δεν είμαστε κατά των συναντήσεων. Πολύ καλά κάνει και είναι η Κυβέρνηση υπέρ των συναντήσεων και των διερευνητικών επαφών και όλων αυτών. Το πότε γίνονται, όμως, είναι κρίσιμο για την πορεία των εθνικών μας θεμάτων.
Όταν γίνονται σε μια στιγμή που η Τουρκία διεκδικεί έναν ρόλο στο ουκρανικό και παράλληλα κάνει πολιτικές προς το Ιράν, προς τη Μέση Ανατολή, προς τη Ρωσία, προς κάθε κατεύθυνση, όταν πηγαίνεις στην Κωνσταντινούπολη να συναντήσεις τον Ερντογάν ουσιαστικά ενισχύεις τη θέση του πάνω σε αυτό το παιχνίδι που παίζεται αυτήν την εποχή στα πλαίσια των ανακατανομών -αν θέλετε- ισχύος που επιχειρούνται και στην περιοχή μας και ευρύτερα.
Δεν αρκεί η σωστή και συνεχής προώθηση των κανόνων του δικαίου. Πρέπει να βρούμε και άλλα πράγματα να πούμε. Υπάρχουν οι κανόνες του δικαίου, εμείς είμαστε συνεπείς, αυτό είναι σωστό για την εικόνα μας στο εξωτερικό, για τις συμμαχίες μας, για όλα αυτά, για τις συναλλαγές μας, τις σχέσεις μας. Όμως δεν αρκεί αυτό. Δεν αρκεί να προετοιμάζουμε ψηφίσματα, να εκμαιεύουμε δηλώσεις συμπαράστασης -είναι καλά αυτά- ή να αρκούμαστε σε φραστικές ανακοινώσεις. Δεν αρκεί θα έλεγα μόνο η ενεργός και πολυδιάστατη διπλωματία. Πρέπει να κλιμακώσουμε τους εθνικούς στόχους.
Δεν υπάρχει κλιμάκωση των εθνικών στόχων. Δεν έχει αλλάξει τίποτα από την εποχή που αμέσως μετά τη μεταπολίτευση χαράχθηκε μια εθνική στρατηγική που όλα τα κόμματα του Ελληνικού Κοινοβουλίου -τα δημοκρατικά- μπήκαν σε μια διαδικασία να την εφαρμόσουν; Με τις διαφορετικές τους εκφάνσεις ο καθένας -αν θέλετε- και το διαφορετικό τους πολιτικό λόγο. Είναι μια άλλη εποχή. Ανοίγονται καινούργια μέτωπα, πολύ πιο δύσκολα, πολύ πιο δύστροπα και πολύ πιο επικίνδυνα.
Χρειαζόμαστε, λοιπόν, τη δική μας κλιμάκωση των στόχων. Να απαιτήσουμε από την Ευρωπαϊκή Ένωση, πέρα από τις καλοδεχούμενες δηλώσεις των Υπουργών της Γαλλίας, της Γερμανίας και των κυβερνήσεων. Αυτήν την εποχή συζητιέται η διαμόρφωση μιας ειδικής σχέσης με την Τουρκία. Τι όροι θα μπουν σε αυτήν; Με ποια διαδικασία θα συνδεθεί αυτή η ειδική σχέση; Με τι κυρώσεις, αν η συμπεριφορά της απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξακολουθεί να έχει αυτόν τον αναθεωρητικό επεκτατισμό;
Να επιμένουμε. Δεν είναι ούτε ρομαντικό, ούτε εξωπραγματικό να ζητάμε να μην στέλνει όπλα η Ευρωπαϊκή Ένωση, όταν όλες οι κυβερνήσεις συμφωνούν μαζί μας. Να κλιμακώσουμε, λοιπόν, τις θέσεις μας, τις απαιτήσεις μας και τις διεκδικήσεις μας.
Πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε τις κόκκινες γραμμές. Γιατί; Γιατί η Τουρκία αναβάθμισε την απειλή. Αυτό που συνέβη με τα drones είναι μια κανονική κατασκοπεία στα ελληνικά νησιά, παράνομη από την αρχή μέχρι το τέλος. Τα drones δεν έχουν πιλότους, είναι ένα τεχνολογικό όπλο που παραβιάζει τα σύνορα της χώρας. Εγώ δεν είμαι ειδικός και δεν θα σας πω «καταρρίψτε» όπως το λένε κάποιοι εύκολα.
Μπορεί σήμερα στην «Καθημερινή» και «Τα Νέα» να δείτε αρθρογράφους και συντηρητικούς που λένε «να καταρρίψετε και κανένα drone. Δεν τρέχει τίποτα. Δεν έχουν πιλότους». Δεν λέω αυτό. Λέω όμως ότι δεν μπορεί να αναβαθμίζεται η απειλή με αυτόν τον τρόπο κι εμείς να μένουμε πάλι σε φραστικές διακοινώσεις. Κάτι πρέπει να κάνουμε παραπάνω. Το παραπάνω που θα κάνουμε μπορεί να προσθέσει στην εθνική στρατηγική θέματα. Άρα, πρέπει να υπάρξει εθνική συνεννόηση.
Σκεφτείτε, λοιπόν, ένα κράτος, μια χώρα, ένα έθνος που πάει σε εκλογές, που σήμερα διαχωρίζεται και συγκρούεται από τη φοιτητική εστία μέχρι το αν είναι ελληνική η νησίδα που ήταν οι πρόσφυγες, που η πολιτική του ηγεσία μιλάει μόνο με προεκλογικούς όρους και μόνο για προεκλογικούς σκοπούς και στόχους. Σκεφτείτε αυτό το πολιτικό σύστημα πηγαίνοντας προς την άνοιξη και το καλοκαίρι, σ’ αυτόν τον δύσκολο χειμώνα τι καταστάσεις μπορεί να επιφέρει στη χώρα.
Δεν λέω να μην διατηρήσουμε τις διαφορές μας, τις συγκρούσεις μας, τα διαφορετικά μας προγράμματα, τις αντιπαραθέσεις μας. Αλλά πρέπει κάπου να στήσουμε κι ένα εθνικό μέτωπο. Κι αυτό το εθνικό μέτωπο είναι ευθύνη της Κυβέρνησης. Δεν είναι ευθύνη των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Είναι ευθύνη του Πρωθυπουργού που έχει την αρμοδιότητα να καθοδηγήσει τη χώρα στους δύσκολους καιρούς που έρχονται. Όσο είναι Πρωθυπουργός ή όποιος είναι Πρωθυπουργός μετά τις εκλογές, ο ίδιος ή άλλος. Κι αυτό δεν μπορεί να περιμένει ούτε τη νέα Κυβέρνηση που θα εκλεγεί, ούτε το πότε θα αποφασίσουμε εμείς ότι ο κίνδυνος είναι μπροστά και χάσκει. Και η χώρα μας μπορεί να βρεθεί ξαφνικά με πολύ τεράστια προβλήματα.
Εγώ κρούω τον κώδωνα του κινδύνου και ζητάω να κάνουμε μια αρχή. Ζητώ από τον Πρωθυπουργό να μην βγάζει προεκλογικούς λόγους αλλά να ασχοληθεί μόνο με αυτό το θέμα που είναι αυτό που πρέπει να απασχολεί κάθε Έλληνα πολίτη και τη χώρα μας.