Στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής ήταν η κόρη μου: «Νικόλα, δεν έρχεσαι γρήγορα προς το σπίτι, βλέπω καπνούς στο βουνό». Όπου βουνό, όρα Πεντέλη, η γειτονιά μας. Η αλήθεια είναι ότι ήδη βρισκόμουν σε κίνηση προς το σπίτι και την καθησύχασα. Ανεβαίνοντας τη Λεωφόρο Πεντέλης ήταν ήδη ορατό ένα τεράστιο μαύρο σύννεφο καπνού, την ώρα που ο αέρας λύγιζε ολόκληρα θηρία, πεύκα δεκάδων μέτρων.
Δεν άργησα να φτάσω στο σπίτι, λίγες εκατοντάδες μέτρα από τον πυρήνα της φωτιάς. Μα αυτά τα εκατοντάδες μέτρα θα μπορούσαν ανά πάσα στιγμή να εκμηδενιστούν και η φωτιά να φτάσει οπουδήποτε. Ο αέρας λυσσομανούσε και στροβιλιζόταν κι εν ριπή οφθαλμού μετέφερε τις εστίες από το ένα σημείο του βουνού στο άλλο. Το θερμικό φορτίο ήταν αδιανόητα ενοχλητικό. Η ανάσα δύσκολη, οι σειρήνες των περιπολικών και των πυροσβεστικών ούρλιαζαν και υποβοηθούσαν ανατριχιαστικά το σκηνικό της κόλασης του Δάντη. Όσο νύχτωνε τόσο πιο δύσκολα… Κι οι πυροσβέστες έλιωναν μέσα στη φωτιά… Πότε εδώ πότε εκεί, πότε παραπέρα. Εκατοντάδες εστίες και καντηλάκια.
Η αλήθεια, επίσης, είναι ότι λίγη ώρα –ίσως δέκα λεπτά- μετά την εμφάνιση της πρώτης φλόγας και των καπνών σε δυο διαφορετικά σημεία του βουνού, ήρθαν τα πρώτα αεροπλάνα κι ελικόπτερα. Λίγο μετά άρχισαν τα μηνύματα στο κινητό, με προειδοποιήσεις κι οδηγίες από το 112. Μ’ έναν ήχο … δρακουλιάρικο, που σε έκανε να τρομάζεις. Ήθελες δεν ήθελες του έδινες σημασία.
Και τα τηλέφωνα. Φίλοι, συγγενείς, ακόμη κι απλοί γνωστοί. «Φύγε, τι κάθεσαι εκεί», «έλα να κοιμηθείς εδώ», «ερχόμαστε να πάρουμε την Αφροδίτη». Κι όπως όλα ήταν ανακατωμένα κι η στάχτη χόρευε στους ρυθμούς των αέρηδων, αλυχτούσαν και τα σκυλιά τρέχοντας εδώ κι εκεί ανήσυχα. Και τα παιδιά της Αναστασίας δίπλα, σπάραζαν στο κλάμα από τον φόβο. Μα έπρεπε να διατηρηθεί η ψυχραιμία κι η νηφαλιότητα. Αυτές σώζουν και σε κάνουν να λαμβάνεις σωστές αποφάσεις. Όπως έγινε την ώρα της συντεταγμένης εκκένωσης, γύρω στις 02.30΄, τότε που η φωτιά μας έβγαζε τις θηριώδεις γλώσσες της.
Αναρωτιέμαι πώς στο καλό έγινε απομάκρυνση σχεδόν 90 χιλιάδων ανθρώπων από την Πεντέλη χωρίς μια αμυχή;
Πρέπει να πω κι αυτό: κάθε φορά που έμπαινα στο σπίτι αφήνοντας το λάστιχο στα χέρια της κόρης μου, η τηλεόραση έδειχνε σκηνές φωτιάς. Σκέφτηκα ακόμη και να τη σπάσω καθώς άκουγα τα ξεπερασμένα τσιτάτα και τις ανούσιες κοινοτυπίες, στην προσπάθεια κάποιων για μεγαλύτερη τηλεθέαση.
Τρομολαγνεία είναι αυτό, όχι ενημέρωση. Ούτε είναι ενημέρωση το… χώσιμο του μικροφώνου στο στόμα εκείνου που τρέχει να σώσει ότι σώζεται… Αυτός, θα πει όσα νομίζει ότι τον αδικούν, θα πει ότι δεν υπάρχει πυροσβεστικό όχημα μπροστά στο σπίτι του, θα πει ότι του κατέβει… Κάποια ρώτησε τον …μισοκαμμένο… πώς αισθάνεστε; Τι να σου πει κοπέλα μου, ότι νιώθει υπέροχα κάνοντας τζόκινγκ στο βουνό;
Ξέρετε όμως τι πρέπει να σχολιάσω περισσότερο; Ότι το κράτος ήταν εκεί. Με την ορατή προσπάθεια της κυβέρνησης να μη πάθει κανένας το παραμικρό. Να μη προκύψει άλλο Μάτι. Μάλλον αυτό επιτεύχθηκε. Ακόμη και με αέρηδες εκατοντάδων χιλιομέτρων…
Κι ας είπε η αδελφή Τσίπρα το… αμίμητο για την κυβέρνηση: «έχουν κουλτούρα αποφυγής νεκρών και αφήνουν τα δέντρα να καίγονται. Είναι απίστευτοι»…