Ποια είν’ τούτη ρε μαλάκ; Μπάνικη γκόμνα – Μια τριλογία -χρονογράφημα του Νίκου Γ. Σακελλαρόπουλου

Μεγάλη Παρασκευή

Σακελλαρόπουλος Γ. Νίκος
Γράφει ο συνεργάτης του Έμβολος δημοσιογράφος Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος

Φτάσαμε, λοιπόν, λίγο πριν την  κορύφωση του Πάσχα. Η σημερινή ημέρα για τους περισσότερους νεοέλληνες είναι ευκαιρία για ένα περίπατο πίσω από τον επιτάφιο που έχουν στολίσει με λουλούδια και τον κουβαλάνε στρατιώτες, ναύτες ή τα πιο γεροδεμένα παλικάρια του χωριού.

Τα λουλούδια, λέει, τα έχουν στολίσει στον επιτάφιο παρθένες. Αν με ρωτάτε πού βρίσκονται όλες αυτές μαζεμένες για να επιτελέσουν το θεάρεστο έργο τους, δεν ξέρω να σας απαντήσω.

Η προσέλευση του νεοέλληνα εδώ και πολλές πολλές δεκαετίες, είναι στις 20.55 ακριβώς. Μετά, ακολουθούν ένα δυο τετράγωνα ή αν η πορεία του είναι μέχρι το σπίτι τους, κάνουν εκεί τον σταυρό τους και μετά μπουκάρουν για να πενθήσουν το θείο δράμα  με  τους χαλβάδες, τα χταπόδια, τις σουπιές, τις γαρίδες και τα λοιπά εδέσματα. Τις περισσότερες φορές, αντί για το σπίτι, βουρ στις γειτονικές ταβέρνες. Με πόνο και κατάνυξη κατεβάζουν τα τσίπουρα, κρασί και κάθε είδους οινόπνευμα. Βλέπετε ο πενθών κι ο πονεμένος πνίγει τον καημό του στο αλκοόλ.

Στον επιτάφιο, πάντα θα βρεθεί ο μαλάκας της επόμενης ημέρας. Αυτός που έχει γεμίσει τις τσέπες του με βαρελότα και δυναμιτάκια για την Ανάσταση, αλλά ως ανυπόμονος μαλάκας τα ρίχνει προκαταβολικά.

Όμως, για να ξέρετε ή να θυμηθείτε κάποια δεδομένα, ας κάνουμε ένα restart:

  1. Η εκκλησία για τον επιτάφιο ανοίγει στις 20.55 και για την Ανάσταση στις 23.55.
  2. Οι γυναίκες και τα κορίτσια με μακριά μαλλιά είναι υποψήφιες για λαμπάδες.
  3. Το παραδοσιακό χρώμα της βαφής των αυγών είναι το κόκκινο αλλά εσχάτως έχει γίνει της μοδός και το μωβ αλλά και το πράσινο επειδή η Πανάθα δείχνει να βγαίνει από πολυετή χειμερία νάρκη.

4.Τα αυγά στο εικονοστάσι δεν τα βάζουμε επειδή πεινάνε οι άγιοι, αλλά ως έθιμο.

Προσοχή:

Αν είστε ξανθιά:

  1. Η βαφή των αυγών δεν κάνει για τα μαλλιά και δεν κάνει ανταύγειες ή «μες».
  2. Όταν τσουγκρίσετε τα αυγά σας να είστε σίγουρες ότι προηγουμένως τα έχετε βράσει.
  3. Οι κοκκινίλες στα χέρια είναι από το βάψιμο των αυγών και δεν έχει κάνει τσαπατσουλιά η κυρά Ελπινίκη, η μανικιουρίστα από το coiffure tsoulitsa.
  4. Το αρνί δεν το βάζουμε στο σολάριουμ παρά μόνο στη σούβλα.

Υπόμνηση:

Τα γίδια που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ δεν ψήνονται….

Μεγάλο Σάββατο

Νάμαστε λοιπόν!

Λίγες ώρες πριν την Ανάσταση η αναμονή είναι πια στην κατακόρυφο. Σ’ όλα τα χωριά και στις πόλεις, οι καφετέριες και τα καφενεία είναι γεμάτα. Οι ντόπιοι παρακολουθούν τους έποικους κι οι έποικοι τους ντόπιους. Το κουτσομπολιό πάει σύννεφο. Απολαυστικές αν όχι ονειρικές καταστάσεις.

Οι έποικοι ντυμένοι με την τελευταία λέξη της μοδός κι ι οι ντόπιοι φορώντας τα καλά τους αναρωτιούνται ποιοι είν’ αυτοί που εφέτος προτίμησαν το χωριό τους, έχοντας πιάσει, στο καφενείο, τις καλύτερες θέσεις θέας.

– Ποια είν’ τούτη ρε μαλάκα; Μπάνικη γκόμενα…

– Σκάσε ρε μαλάκα μη σ’ ακούσουν. Είν’ η κόρη του κυρ Αναστάση του φαναρτζή πούχ’ του φαναρτζίδικο στα Κάτου Πετράλουνα… Μιγάλς κι τρανός…

– Κι αυτή η τσούπρα δίπλα τς ;

– Είν’ του μανεκέν που διαφημίζ’ την έξυπνη σήτα…

– Αααααααααα, έτσι πες… Κι έλεγα πούθε την ξέρ’…. Μουντέλα είν’…

– Σιγά τη μουντέλα…. Κοίτα κάτι πατσάδς…

Πιο εκεί η πρωτευσουσιάνα σχολιάζει στη φιλενάδα της.

– Τι ταγάρια Θεέ μου…. Κοίτα αυτή τι φοράει… Μοβ χρυσό και ροζ…

– Έλα καημένη, με τι ασχολείσαι… Κοίτα, πρωί πρωί φοράει δωδεκάποντες γόβες για να πάει στον χασάπη να πάρει το αρνί…

– Κοίτα καμάρι η καράβλαχα… Μέχρι εδώ βρομάει η κατσικίλα…

Το μεσημέρι, οι άνδρες επιμελούνται τα της σούβλας και της προετοιμασίας του αρνιού, για να είναι έτοιμα όλα πρωί πρωί που θ’ ανάψει η φωτιά.

Συνήθως όλοι μαζί. Κι όλοι μαζί τσακώνονται για το πώς θα δεθεί τ’ αρνί στη σούβλα. Πάντα, άλλωστε, σε κάθε παρέα υπάρχει ο ξερόλας. Κι έρχεται η πιο μεγάλη ώρα. Η ώρα της Ανάστασης.

Όλοι, μα όλοι φτάνουν στην εκκλησία ανάμεσα στις 23.50 και στις 23.55. Κυκλοφοριακό κομφούζιο συχνά πυκνά, αφού ο μαλάκας με την Πόρσε θέλει να παρκάρει μπροστά στην εκκλησία, ίσως για να του πάει εκεί ο παππάς το άγιο φως.

Μερικοί φτάνουν στις 23.58 και σπρώχνουν όλους τους άλλους για να περάσουν μπροστά, πρώτο τραπέζι πίστα, να πάρουν πρώτοι τ’ άγιο φως. Τα μεγάφωνα στη διαπασών στέλνουν τις ψαλμωδίες του παπά σε κάθε λόγγο και ραχούλα, μη τυχόν και δεν ακούσει ο Αφγανός στη στάνη.

Μόλις ο παππάς εκστομίσει το «Χριστός Ανέστη», γίνεται της πουτάνας στον ουρανό από τις φωτοβολίδες και τα πυροτεχνήματα. Το ίδιο γίνεται κι ανάμεσα στα πόδια από τα δυναμιτάκια… Αν βρεθεί εκεί κανένας Ουκρανός πρόσφυγας θα ψάχνει να κρυφτεί να σωθεί από τους βομβαρδισμούς.

Ακριβώς στις 00.05, ως δια μαγείας, σχηματίζεται τεράστια πομπή ανθρώπων στον δρόμο προς τα σπίτια τους. Η τελευταία δοκιμασία!

Κεριά αναμμένα πλησιάζουν επικίνδυνα τις τούφες στα κεφάλια των γυναικών κι ο θάνατος της τρίχας βρίσκεται προ των πυλών. Ο πισινός της κυρίας με τα χυμένα στους ώμους της μαλλιά, μιλάει με τον διπλανό του κι η κυρία θα πάει το άγιο φως στο σπίτι με το κεφάλι κι όχι με τη λαμπάδα, αφού η ίδια έχει γίνει ίδια κι απαράλλαχτη με την ολυμπιακή δάδα.

Αφήστε τα κασμίρια που γεμίζουν με υγρό καυτό κερί κι οι φέροντες τα, αρχίζουν τα μπινελίκια…

Ο παππάς, ουρλιάζει.

– Πού πάτε, δεν τελείωσε η λειτουργία. Χριστιανοί είστε εσείς;

– Θα παγώσει η μαγειρίτσα παππά μου… Έλα αύριο να σε φιλέψουμε…

Ώρα 00.30. Επιτέλους σπίτι. Για την ιερή ώρα της μαγειρίτσας. Ακούγονται μόνο κάτι περίεργοι ήχοι. «Μμμμμμμμμμ», «Σσσσλουπ», «κλατς –κλουτς» από στόματα και κουτάλια.

Πάντα υπάρχει κι ο σπιτικός μαλάκας. Που ξεχωρίζει τα εντόσθια από τα μαρούλια. Ρε παλικάρι, γιατί δεν τρως κατ’ ευθείαν μια σαλάτα να ξεμπερδεύεις; Πάντα υπάρχει κι η άλλη νοικοκυρά. – Αααααα εγώ δεν βάζω ρύζι στη μαγειρίτσα…

Η κανονική νοικοκυρά του σπιτιού, φορτώνει αλλά δεν λέει τίποτα για να μη χαλάσει η ημέρα.

Κι ύστερα το τσούγκρισμα των αυγών.

– Κοίτα το καμάρι μου…. Όλους μας έσπασε…

– Κι ο δικός μου, μόνο εγώ τον έσπασα….

– Με την ευκαιρία και με το συμπάθιο . Έχετε κανένα Simeco για το στομάχι;

– Με μια μαγειρίτσα;

Η ώρα έχει πάει 2. Η τηλεόραση δείχνει Χριστοδουλόπουλο και Στανίση και νομίζεις ότι κάνεις Πάσχα στα eighties.  Σε άλλο κανάλι είναι ο Πέτρος Γαϊτάνος. Ολόφρεσκος! Τον απόψυξαν κι εφέτος. Άντε, ύπνο, έχει πρωινό ξύπνημα.

Κυριακή του Πάσχα

Νάμαστε λοιπόν! Επάνω από τη ψησταριά. Με τις οσμές της τσίκνας να περιφέρονται από τον Όλυμπο μέχρι τον Χελμό κι από τις εσχατιές του Έβρου ως το Καστελόριζο και την Κρήτη.

Νάμαστε λοιπόν! Μετά τη νηστεία (λέμε τώρα) της σαρακοστής, να κατεβάζουμε μπουκιές ως γατοκέφαλα… Αρνιά, κατσίκια, γαρδούμπες, λουκάνικα κι ότι χωράει κι η ακροτελεύτια γωνίτσα της σχάρας επάνω από τα κάρβουνα. Αφού, βεβαίως έχει προηγηθεί η μάχη στο χασάπη για λίγα εντεράκια παραπάνω για να δεθεί καλά το κοκορέτσι.

Νάμαστε λοιπόν! Με φωνές και τραγούδια  στη…  motherland του μπαμπά, της μαμάς, του παππού και της γιαγιάς. Με τα πιτσιρίκια να βγάζουν από τις λαμπάδες τη γαντζωμένη Barbie, το έτοιμο προς εκτόξευση διαστημόπλοιο της Perfect Toys ή και τη λαμπάδα Γαρμπή με το φόρεμα της Eurovision ενός περασμένου αιώνα. Και μη ρωτάτε αν ζει η Γαρμπή δεν είναι δα και συνομήλικη της Ζωζώς…

Νάμαστε λοιπόν!

Με την τηλεόραση να δείχνει εικόνες από την Ανάσταση και να λέει με πόση κατάνυξη γιόρτασε ο Έλληνας τα άγια πάθη. Προφανώς,  πηγαίνοντας στις εκκλησίες πέντε λεπτά πριν βγει ο επιτάφιος ή γεμίσει πυροτεχνήματα ο ουρανός από το «Χριστός Ανέστη».

Δείχνουν εικόνες κι από τη μεγάλη έξοδο.

Με ΙΧ φορτωμένα με παιδιά, σκυλιά, πεθερές και βαλίτσες. Και το αρνί στη σχάρα με τη γλώσσα να κρέμεται και σε κάθε λακκούβα να νιώθεις ότι θα τη δαγκώσει… Και την δαιμόνια ρεπόρτερ της τηλεόρασης με το ματσούκι να ρωτά στα διόδια «εσείς που πάτε;»… Κι ουδείς ν’ απαντά ότι πάει στη Τραχανοπλαγιά ή στη Γαϊδουροπηγή ή στην Κάτω Παναγιά της Άνω Λεστινίτσας. Όλοι πάνε Κέρκυρα, Ναύπλιο, Χαλκιδική, Καστοριά, Σπέτσες, Πήλιο…

Νάμαστε λοιπόν!

Στην αυλή του σπιτιού μ’ αναμμένα τα κάρβουνα να περιμένουν τον οβελία.

Και τον απαραίτητο καυγά αναφορικά με το πώς πρέπει να δεθεί το κατσίκι στη σούβλα. «Όχι έτσι ρε μαλάκα, θα πέσει», «άσε ρε δεν ξέρεις εσύ»…. «Τι μυρωδικά θα βάλουμε στην κοιλιά;», «Άσε δεν ξέρεις εσύ, θα σου κάνω έκπληξη», «Εγώ δεν ξέρω; Που στην Αρκουδόραχη έψενα πρωί βράδυ;»…

Νάμαστε λοιπόν!

Με τον Σπύρο Ζαγοραίο να άδει «τον χάρο τον αντάμωσαν πέντε έξι χασικλήδες» και τον πεθερό να λέει στη νύφη να χορέψει μα εκείνη ν’ απαντά ότι δεν την σηκώνουν τα Prada… Και τα δημοτικά με τον Μάκη (ένας είναι ο Μάκης) να αντιλαλούν στις βουνοκορφές.

Νάμαστε λοιπόν!

Με τη γιαγιά να σπεύδει,  πριν το πασχαλιάτικο τραπέζι, να βάλει κόκκινο αυγό στα εικονίσματα… Χρόνια τη ρωτάω αν πεινάει ο άγιος, χρόνια με αγριοκοιτάζει…

Νάμαστε λοιπόν!  

Σχεδόν χορτάτοι όλοι πριν γίνει το αρνί, αφού έχουμε καταβροχθίσει λουκάνικα, παϊδάκια, μπιφτέκια, ψημένα λαχανικά και πατάτες κι ότι ήταν στην ακροτελεύτια γωνίτσα της σχάρας επάνω από τα κάρβουνα, που λέγαμε στην αρχή.

Κι ύστερα οι παραινέσεις: «Φάε καλέ, φάε, αμαρτία είναι να μείνει»…

Νάμαστε λοιπόν!

Γλέντι, κρασιά, μπίρες, ούζα κι ανεμελιά. Χέστον τον λογαριασμό της ΔΕΗ σήμερα.  Ας κρατήσουν οι χοροί.

Νάμαστε καλά για να ανταμώνουμε και να ξεφαντώνουμε…

Και του χρόνου!

Υστρ:

Όχι κυρία μου, το αρνί δεν βγαίνει σε light έκδοση…

Προηγούμενο άρθροΜεγάλη Παρασκευή σήμερα – Τα Εγκώμια της Θεοτόκου – Επιτάφιος θρήνος – Τι είναι; – Τι τιμούμε; – Γράφει ο Πέτρος Κεφαλάς
Επόμενο άρθροΣυνεχίζονται οι έλεγχοι στην αγορά ενόψει του Πάσχα
*Ο Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας («Hellas Special Άφιλτρο», «Ο Γέρος του Βοριά» που αποτελεί τη λαϊκή βιογραφία του Κωνσταντίνου Καραμανλή, «Οι Μύθοι και το Παραμύθι»). Θεωρείται εκ των πρωτεργατών της «ελεύθερης ραδιοφωνίας» και επί χρόνια ασχολήθηκε με την πολιτική αρθρογραφία και ανάλυση σε εφημερίδες, περιοδικά, ραδιόφωνα και τηλεοπτικούς σταθμούς. Για πολλά χρόνια συνδύασε την εργασία με τα χόμπι του (αθλητισμός) , με την ιδιότητά του ως Γενικός Διευθυντής της εφημερίδας «Sportime» και της «Αθλητικής Ηχούς», ενώ έχει γράψει στίχους σε τραγούδια σημαντικών Ελλήνων δημιουργών και τραγουδιστών.