Στο προηγούμενο τεύχος του δελτίου 7 ημέρες οικονομία (2/2/2022) αναφερθήκαμε στις συνιστώσες διαμόρφωσης του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών στο 9μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2021.
Η εν λόγω μακροοικονομική μεταβλητή, στηριζόμενη στην αύξηση των επιδοτήσεων προσωπικών επιχειρήσεων, στην ενίσχυση των κοινωνικών παροχών (πλην αυτών σε είδος) και στη μείωση των τρεχουσών φόρων και των κοινωνικών εισφορών, ανήλθε στα €94,9 δισεκ. σε τρέχουσες τιμές, καταγράφοντας άνοδο κατά €3,5 δισεκ. ή 3,9% σε σύγκριση με το 9μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2019 (€5,2 δισεκ. ή 5,8% σε σύγκριση με το 9μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2020).
Στο παρόν δελτίο κάνουμε ένα βήμα παρακάτω στην ακολουθία των εθνικών λογαριασμών, παρουσιάζοντας τις χρήσεις του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών. Τι ποσοστό οδηγήθηκε στην κατανάλωση και τι στην αποταμίευση; Ήταν επαρκείς οι ροές αποταμίευσης για να καλύψουν τις ροές επένδυσης των νοικοκυριών ή απαιτήθηκε δανεισμός; Ποια ήταν η εικόνα στο σύνολο της οικονομίας;
Σύμφωνα με τους τριμηνιαίους μη χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς θεσμικών τομέων της ΕΛΣΤΑΤ, το 3,1% του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών στο 9μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2021 οδηγήθηκε στην αποταμίευση και το υπόλοιπο στην κατανάλωση.[1] Όπως παρουσιάζεται στο Σχήμα 1, ο ρυθμός αποταμίευσης των νοικοκυριών το 2020 και το 2021 βελτιώθηκε σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια, περίοδο κατά την οποία η κατανάλωση ήταν υψηλότερη από το διαθέσιμο εισόδημα.
Αναλυτικά, διαμορφώθηκε στα €2,9 δισεκ. από €3,1 δισεκ. το 9μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2020 (3,5% του διαθέσιμου εισοδήματος) και -€2,2 δισεκ. το 9μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2019 (-2,5% του διαθέσιμου εισοδήματος). Παρά ταύτα, παρέμεινε από τους χαμηλότερους ανάμεσα στα κράτη μέλη της ΕΕ-27. Επί παραδείγματι, σε χώρες του Νότου όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία, ο ρυθμός αποταμίευσης των νοικοκυριών ως ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος ήταν στο 13,7%, 10,6% και 9,3% αντίστοιχα, ενώ στην Ευρωζώνη στο 18,5%.
Επιπρόσθετα, η ενίσχυση του ρυθμού αποταμίευσης των νοικοκυριών στην Ελλάδα, όπως και στα περισσότερα κράτη μέλη της Ευρωζώνης, στηρίχτηκε κυρίως στον συνδυασμό δύο προσωρινών παραγόντων, όπως τα lockdown και τα μέτρα στήριξης. H συσσώρευση πόρων για σκοπούς προφύλαξης έναντι πιθανών απωλειών εισοδήματος (π.χ. προσδοκίες για μείωση μισθών ή αυξημένων υποχρεώσεων στο κράτος όταν επανέλθει η δημοσιονομική πειθαρχία, με τον τελευταίο παράγοντα να εδράζεται στο γνωστό θεώρημα της ρικαρδιανής ισοδυναμίας) είχε σχετικά μικρότερο μερίδιο στην αύξηση της αποταμίευσης
[1] Για να είμαστε ακριβείς, η ταυτότητα εξαγωγής του ακαθάριστου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών έχεις ως εξής: ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα ≡ τελική καταναλωτική δαπάνη + καθαρή προσαρμογή για τη μεταβολή συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων + ακαθάριστη αποταμίευση. Ο λογαριασμός της καθαρής προσαρμογής για τη μεταβολή συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων ήταν -€16,0 εκατ. ή -0,1% του ακαθάριστου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών στο 9μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2021.
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου.