Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η εκλογή Ανδρουλάκη στην ηγεσία του ΚιΝαλ (ΠαΣοΚ) δημιουργεί προβληματισμούς στη ΝΔ και αναταράξεις στον ΣΥΡΙΖΑ. Η πιθανότητα να βρεθεί τρίτο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ δεν απέχει πολύ από την πραγματικότητα, σε συνδυασμό βεβαίως με συγκυρίες και πολιτικούς χειρισμούς του Ανδρουλάκη.
Είναι σαφές ότι ο Τσίπρας ανησυχεί. Ψάχνεται για το μέλλον του, αναζητά να κατοχυρώσει την πολιτική ηγεμονία του στην Κουμουνδούρου, ακόμη κι αν υποστεί κι άλλη συνεχόμενη ήττα ή κι αν ο ΣΥΡΙΖΑ κατρακυλήσει στην τρίτη θέση του πολιτικού σκηνικού. Οι τελευταίες του προτάσεις για την εκλογή οργάνων και προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ από τα μέλη του κόμματος κι όχι δι’ αντιπροσώπων, δημιουργεί εσωστρέφεια στον ΣΥΡΙΖΑ, γκρίνια και τάσεις διχασμού. Κι είναι απόρροια όχι μόνο της αγωνίας για το κομματικό αύριο μα και της πολιτικής ύπαρξης πολλών βουλευτών αν το κόμμα βρεθεί στην τρίτη θέση.
Είναι σαφές και κάτι άλλο. Ότι ο Τσίπρας φαίνεται να προνοεί ώστε να μην τον αμφισβητήσουν ή «καθαιρέσουν» μόλις χάσει. Φαίνεται ότι επιχειρεί να αποδυναμώσει ή καταργήσει τις εσωκομματικές φατρίες για να επιβιώσει ο ίδιος. Φαίνεται ότι τρέμει την ιδέα, ότι πιθανότατα να πλησιάζει η ώρα της κρίσης για όσα ο ίδιος κι οι σύντροφοί του έπραξαν εναντίον του ΠαΣοΚ αλλά και συνολικά της πολιτικής ζωής, λέγοντας ψέματα, καθυβρίζοντας, λοιδορώντας και κατηγορώντας με κατασκευασμένα στοιχεία ή με φτηνά και χυδαία fake news τους πολιτικούς αντιπάλους τους. Ο Τσίπρας καταλαβαίνει ότι όσο δεν μιλάει ο Ανδρουλάκης… δοξάζεται, κερδίζει πόντους στο πολιτικό σκηνικό. Ξέρει επίσης ότι η πολιτική ακολουθεί την κίνηση του εκκρεμούς κι η κανονικότητα θα επαναχαράξει τα πολιτικά σύνορα. Άρα, επιχειρεί παντοιοτρόπως να εξασφαλίσει την ύπαρξη του. Ακόμη κι αν είναι ο μοναδικός υποψήφιος σε μια εσωκομματική διαδικασία που ασφαλώς δεν θα είναι η καλύτερη εξέλιξη για το κόμμα του. Ας μη ξεχνάμε ότι ο Μητσοτάκης είχε μέχρι τέλους σκληρή μάχη με τον Μεϊμαράκη, ο δε Ανδρουλάκης είχε απέναντί του έναν ισχυρό αντίπαλο (Λοβέρδος) κι έναν πρώην πρωθυπουργό.
Αυτή είναι η μια πλευρά, του Τσίπρα. Που κακά τα ψέματα χωρίς εκείνον δεν θα είχε αλωθεί ποτέ το ΠαΣοΚ για να γίνει κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ.
Η άλλη πλευρά είναι οι δογματικοί Αριστεροί βαρόνοι (Τσακαλώτος. Βούτσης, Φίλης, Σκουρλέτης, Δρίτσας, Βίτσας, Χριστοδουλοπούλου κα) που ζούσαν στον ΣΥΡΙΖΑ είτε ήταν εκτός Βουλής, είτε ήταν στο 3%, είτε … μεγαλούργησαν όταν έγιναν κι άσκησαν εξουσία. Το ρήγμα είναι ορατό. Όλοι αυτοί είναι οι χαρακτηριστικές φυσιογνωμίες που επί δεκαετίας –ήτανε νιοί και γέρασαν- ασκούσαν πολιτική στα τσιπουράδικα ή στις φοιτητικές συνελεύσεις με … ενστάσεις επί ενστάσεων σε… λεπτομέρειες των εκάστοτε ζητημάτων. Οι τύποι της πλατιασμένης κι ανούσιας κουβέντας…
Οι φάρες αυτές λοιπόν, πιστοί οι περισσότεροι στα κουσούρια του Λένιν ή του Στάλιν, θεωρούν ότι αν συμφωνήσουν με τις διαδικασίες που προτείνει ο Τσίπρας, αφενός δεν θα τον ελέγχουν κι αφετέρου «θα αλλάξει η ιδεολογική φυσιογνωμία του κόμματος».
Κι εκεί αρχίζουν να λειτουργούν τα υπόγεια ρεύματα. Κάποιοι ίσως και να επιθυμούν μικρό κόμμα, χωρίς αλλοιωμένα χαρακτηριστικά, αλλά με σίγουρο το δικό τους μεροκάματο. Τόσο σίγουρο, ώστε να καλύπτονται τα έξοδα του τσίπουρου στα στέκια των Εξαρχείων ή όπου δει, μέχρι να γίνει η …επανάσταση…
Δύσκολοι καιροί, τόσο για τον Τσίπρα όσο και για τ’ Αριστερά πριγκιπόπουλα, που η μεγαλοθυμία της αστικής δημοκρατίας σέβεται κι ενίοτε επιτρέπει την πολιτική τους ανέλκυση σε ύπατα αξιώματα. Ίσως προς τέρψιν των αστών!
Αλλά προς δυστυχία των θεσμών, της οικονομίας, των προοπτικών της χώρα και φυσικά της αλήθειας…