Άρθρο Μανώλη Χριστοδουλάκη, Γραμματέα του Κινήματος Αλλαγής,
στην εφημερίδα «Το Καρφί»
Αν όχι τώρα, πότε;
Το διεθνές πολιτικό τοπίο αλλάζει. Και το απέδειξε η ανατροπή του πολιτικού σκηνικού πριν από ένα χρόνο στις ΗΠΑ, με τη νίκη του ορθολογισμού απέναντι στον λαϊκισμό. Ακολούθησε η νίκη του SPD στη Γερμανία, που προστέθηκε στις σοσιαλιστικές κυβερνήσεις της Ισπανίας, της Πορτογαλίας, της Δανίας, της Φινλανδίας, της Σουηδίας, της Μάλτας.
Δεν είναι, όμως, μόνο η αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών. Είναι πρωτίστως η ιδεολογική αποκατάσταση της σοσιαλδημοκρατίας. Που ερμηνεύεται με τη συγκυρία της πανδημίας, και κατ’ επέκταση την εκ νέου ανάδειξη της αξίας της κρατικής παρέμβασης στην αντιμετώπιση κρίσεων. Όχι, φυσικά, μόνο της υγειονομικής, αλλά και της οικονομικής που την συνοδεύει, της κλιματικής, της μεταναστευτικής, και κάθε άλλης μορφής.
Ερμηνεύεται από τις προκλήσεις που δημιουργεί η νέα τεχνολογία και η ψηφιακή επανάσταση, που αναδιαμορφώνει την εργασία, απαιτώντας νέα, σύγχρονα πλαίσια ρύθμισης. Από την ενιαιοποίηση της λειτουργίας της Ευρώπης, με την έστω και μερική αμοιβαιοποίηση των υποχρεώσεων, προάγγελο της πολιτικής της ενοποίησης. Με την ανάδειξη της αξίας της συλλογικότητας, του ορθολογισμού ως όρου επιβίωσης, με τις προκλήσεις που θέτει η κρίση εμπιστοσύνης στους θεσμούς και οι νέες μορφές συμμετοχικότητας που θα ενδυναμώσουν τη δημοκρατία έναντι των σύγχρονων διαιρετικών τομών. Προκλήσεις που βάζουν, ξανά, τη σοσιαλδημοκρατία στο προσκήνιο.
Προκλήσεις που μεταφέρονται και στην Ελλάδα. Όπου η συντεταγμένη κυβερνητική επικοινωνιακή προπαγάνδα επιχειρεί να φιλοτεχνήσει ένα κεντρώο, δήθεν μεταρρυθμιστικό και φιλελεύθερο προφίλ του κ. Μητσοτάκη και της ΝΔ. Για να κρύψει την ανεπάρκεια της στη διαχείριση της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης, με την κυβέρνηση σε ρόλο παρατηρητή την ώρα που χάνονται ανθρώπινες ζωές, πλήττονται εργαζόμενοι, νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Αλλά και για να αποπροσανατολίσει από το βαθιά συντηρητικό της πρόσημο που εφαρμόζεται στην πράξη. Εργασιακό νομοσχέδιο, απαξίωση του αναδιανεμητικού χαρακτήρα της κοινωνικής ασφάλισης, του Εθνικού Συστήματος Υγείας, της δημόσιας παιδείας. Ανάπτυξη για λίγους σε βάρος της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας. Κυβερνητικός υπερσυγκεντρωτισμός υπό την ταμπέλα του «επιτελικού» κράτους, που δημιουργεί σχέσεις εξάρτησης σε όλα τα επίπεδα της δημόσιας διοίκησης και απαξιώνει την τοπική αυτοδιοίκηση, προς όφελος του δεξιού πελατειασμού και των ημετέρων.
Συντηρητική πολιτική που θέλει απάντηση. Αλλά δεν μπορεί να τη βρει σε έναν ΣΥΡΙΖΑ απαξιωμένο κοινωνικά. Συμβιβασμένο υπό το βάρος της δικής του τετραετίας που πάντα διαμορφώνει έναν βολικά χαμηλό πήχη για τη σημερινή κυβέρνηση. Χωρίς αντιπρόταση διακυβέρνησης, προσκολλημένο στο παρελθόν, πολιτικά αντιδραστικό, διαχειριστικό και έρμαιο των εσωτερικών του αντιφάσεων.
Εδώ, λοιπόν, ακριβώς, μπαίνει ο κρίσιμος ρόλος του Κινήματος Αλλαγής. Γιατί, σήμερα, η χώρα, έχει όσο ποτέ ανάγκη μια πολιτική δύναμη γνήσια σοσιαλδημοκρατική, υπεύθυνη, με σύγχρονες θέσεις, αξιόπιστη, έτοιμη για τις μεγάλες αλλαγές που απαιτούνται.
Που συνδυάζει την ανάπτυξη με την πλήρη απασχόληση και την κοινωνική δικαιοσύνη, δημιουργεί ίσες ευκαιρίες για όλους, διασφαλίζει την ισότιμη πρόσβαση στα κοινωνικά αγαθά, εγγυάται την συμμετοχή, την αποκέντρωση, τη διαφάνεια, την λογοδοσία. Που έχει έναν καθαρό ιδεολογικό αυτοπροσδιορισμό. Που στηρίζει την ανοιχτή οικονομία και τις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας, και καταπολεμά τις κοινωνικές ανισότητες. Που τάσσεται αταλάντευτα υπέρ της ανοιχτής κοινωνίας και των ατομικών δικαιωμάτων, που διατηρεί αναλλοίωτο τον υγιή πατριωτικό της χαρακτήρα. Που είναι υπέρμαχος της θεσμικής θωράκισης της πολιτείας, που πιστεύει βαθιά στην Ενωμένη Ευρώπη.
Και το σημαντικότερο, που διατηρεί αδιάρρηκτες τις ρίζες της μεγάλης δημοκρατικής παράταξης, τιμά την ιστορία και την παρακαταθήκη του ΠΑΣΟΚ, αλλά δεν διστάζει να μεταφράσει τον ριζοσπαστισμό του στις ανάγκες του σήμερα. Με απαντήσεις για την 4η βιομηχανική επανάσταση, την κλιματική κρίση και την ενεργειακή δικαιοσύνη, την εμβάθυνση της δημοκρατίας στην ψηφιακή εποχή. Με στόχο να επαναπατρίσει τη νέα γενιά, να της εγγυηθεί αξιοκρατία και ευκαιρίες.
Νέα αφετηρία, η εσωκομματική εκλογική μας διαδικασία. Ανοιχτή, δημοκρατική, διαφανής. Που θα σηματοδοτήσει το νέο μας κάλεσμα στους προοδευτικούς πολίτες. Να πάρουν στα χέρια τους την παράταξη μας. Να πάρουν στα χέρια τους το μέλλον και την προοπτική της χώρας. Να σφυρηλατήσουμε μαζί μία νέα σχέση εμπιστοσύνης, με νέες κοινωνικές συμμαχίες που θα μας καταστήσουν ξανά πλειοψηφικό ρεύμα. Θα μας δώσουν ρόλο πρωταγωνιστή για να πιάσουμε ξανά το νήμα της ιστορίας, και να κάνουμε πράξη τις μεγάλες αλλαγές που έχει και σήμερα ανάγκη ο τόπος.
Εγχείρημα που φυσικά δεν ξεκινάει εν κενώ. Αλλά οικοδομείται πάνω σε ήδη πολύ γερά θεμέλια. Αυτά που μας άφησε ως βαριά κληρονομιά και παρακαταθήκη η Φώφη Γεννηματά. Που παρέλαβε την παράταξη στα όρια της επιβίωσης, δέχθηκε πόλεμο, εντός και εκτός, πάλεψε και ένωσε τα κατακερματισμένα της κομμάτια. Εγγυήθηκε την αυτονομία του χώρου, που την έκανε σημαία της. Έδωσε στο πολιτικό της τέκνο, το Κίνημα Αλλαγής, τη δική της προοδευτική πολιτική ταυτότητα, που θέτει με σαφήνεια τα όρια του ιδεολογικού και πολιτικού μας αυτοπροσδιορισμού. Με την αξιοπρέπεια και την εντιμότητα της, τη δύναμη και τη γενναιότητα της, αποκατέστησε ηθικά το ΠΑΣΟΚ, την ιστορία και το έργο του. Του άνοιξε νέους δρόμους.
Ήρθε η ώρα να τους βαδίσουμε. Να ενώσουμε, να συνθέσουμε, να μεγαλώσουμε την παράταξη μας. Να επιλέξουμε πρόσημο, ατζέντα και ηγέτη. Πρώτο βήμα η μαζική συμμετοχή. Γιατί, αν όχι τώρα, πότε;