Η Ιστορία παίζει αρκετές φορές περίεργα παιχνίδια.
Επιταχύνει ή επιβραδύνει τον πολιτικό χρόνο, αναδεικνύει ή επιχειρεί να παραγκωνίσει τον λαϊκό παράγοντα ως διαμορφωτή της πορείας της. Δημιουργεί γενιές ηρωικές και σύμβολα σεβαστά και αναγνωρίσιμα.
Ιδιαίτερα σε μια χώρα που η ομαλότητα ήταν η εξαίρεση και όχι ο κανόνας στη σύγχρονη ιστορία της. Γιατί από την εξέγερση του Πολυτεχνείου-που τιμούμε σήμερα- ξεκίνησε η αλλαγή υπέρ της δημοκρατικής ομαλότητας που βιώνουμε εδώ και 50 σχεδόν χρόνια. Τα καλύτερα και πιο δημιουργικά χρόνια της χώρας, παρά τις κρίσεις που βιώσαμε και βιώνουμε, παρά τις διαφωνίες, παρά τις όποιες εντάσεις.
Το Πολυτεχνείο, ως ιστορικό γεγονός αλλά και με ό,τι αντιπροσωπεύει σε πολιτικό και εθνικό επίπεδο, τέθηκε στο στόχαστρο όσων θέλουν να διαγράψουν τη συλλογική ιστορική μνήμη και να ξαναγράψουν την Ιστορία. Όλων όσοι βολεύονται με ‘’πάσης φύσεως υλικά’’ στις κοινοβουλευτικές τους ομάδες, έστω και αν όψιμα φόρεσαν το κοστούμι του κοινοβουλευτισμού. Κάποιοι ισχυρίστηκαν, μάλιστα, ότι δεν υπήρξαν νεκροί στην εξέγερση του Πολυτεχνείου.
Οι συγγενείς όμως του Διομήδη Κομνηνού, του Βασίλη Φάμελου, της Αικατερίνης Αργυροπούλου, του Γιώργου Γεριτσίδη, του Μάρκου Καραμανή, της Βασιλικής Μπεκιάρη, της Τόριλ Μαργκρέτα Ένγκελαντ και των δεκάδων άλλων που σκοτώθηκαν από επίορκους κρατικούς ή σε μανιώδη κατάσταση παρακρατικούς μηχανισμούς εκείνες τις ημέρες της «δόξας και του τρόμου», είναι ακόμη εδώ κοντά μας και μας τους θυμίζουν.
Η παρουσία και η μνήμη τους είναι αναγκαία, γιατί είναι αποτρεπτική για όλους όσοι διαπράττουν την ύβρη της αμφισβήτησης, προσπαθώντας να σκοτώσουν για δεύτερη φορά, αυτή τη φορά σε επίπεδο μνήμης, ανθρώπους που έδωσαν τη ζωή τους για τη Δημοκρατία.
Η προσπάθεια συκοφάντησης συνεχίστηκε με την άκριτη δαιμονοποίηση της γενιάς του Πολυτεχνείου, για όλα τα δεινά που έχουν συμβεί στη χώρα. Συκοφαντήθηκε μια ολόκληρη γενιά ανθρώπων με προσφορά στην πολιτική, οικονομική και κοινωνική ζωή του τόπου, την επιστήμη, τις τέχνες και τα γράμματα. Ανθρώπων που βεβαίως έκαναν και λάθη, όπως δικαιούνται να κάνουν όλοι ανεξαιρέτως. Αλλά δε δολοφόνησαν, δεν εξόρισαν, δεν τυράννησαν, δεν έχασαν τη μισή Κύπρο…
Και όλες αυτές οι προσπάθειες εντάσσονται στην προσπάθεια κάποιων να μειώσουν την εμβέλεια ενός μεγαλειώδους ιστορικού γεγονότος.
Να μας κάνουν να ξεχάσουμε τον τρόπο με τον οποίο ήρθε η δικτατορία. Να μας κάνουν να ξεχάσουμε τα ιστορικά και πολιτικά γεγονότα που προηγήθηκαν της δικτατορίας: την εσκεμμένη πολιτική ανωμαλία, την ωμή παραβίαση της λαϊκής κυριαρχίας από το παλάτι και τους παρακρατικούς, αλλά και τους βολικά πρόθυμους να συνδράμουν αυτές τις εξω-δημοκρατικές δυνάμεις.
Να μας κάνουν να ξεχάσουμε ότι οι νέοι άνθρωποι ήταν αυτοί που έδωσαν τη μάχη και αντιστάθηκαν, σηματοδοτώντας την αρχή του τέλους της Δικτατορίας. Μια μάχη, με αιχμή τους φοιτητές, ενάντια σε ένα απολυταρχικό καθεστώς, που ήρθε από τον δρόμο που του έστρωσαν οι υποτιθέμενα ‘’καλές προθέσεις’’ των αποστατών της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου.
Από άκρη σε άκρη της γης, από το πανεπιστήμιο του Kent στις ΗΠΑ, μέχρι το Πολυτεχνείο, οι γενναίες φωνές των φοιτητών ενώθηκαν ζητώντας Δημοκρατία, συλλογικότητα και ελευθερία, για να εισπράξουν αρχικά απαξίωση, έπειτα βία και τελικά εν ψυχρώ δολοφονίες. Πάλεψαν ωστόσο και κέρδισαν την ελπίδα για το αύριο – το δικό μας σήμερα – το δικαίωμα για ένα καλύτερο μέλλον – το δικό μας τώρα. Το Πολυτεχνείο, η εξέγερση της Νομικής – ένα δημοκρατικό ροδοχάραμα μέσα στο πιο βαθύ σκοτάδι – και όσες πράξεις αντίστασης προηγήθηκαν αποτελούν ορόσημο για τη νεότερη πολιτική ιστορία μας. Ανήκουν σε όλους τους Έλληνες και όλους όσοι αγωνίζονται για τη Δημοκρατία και την Ελευθερία.
Δεν ανήκει σε αυτούς που, με αντικοινοβουλευτικές και αντιδημοκρατικές πρακτικές όπως αυτές που είδαμε σήμερα, θεωρούν ότι περιφρουρούν την έννοια και τις αξίες της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Δε μπορεί να εμποδίζεται κανείς που θέλει να αποτίσει φόρο τιμής στο Πολυτεχνείο, το οποίο αποτέλεσε την απαρχή της Δημοκρατίας και της Ελευθερίας στη χώρα μας. Γιατί είναι πολύ σημαντικό να θυμόμαστε ότι η αρχή του τέλους της Χούντας ήρθε μέσα από την κινητοποίηση χιλιάδων ανώνυμων αγωνιστών, που έκαναν το χρέος τους απέναντι στην πατρίδα και τη δημοκρατία, στην πατρίδα που γέννησε τη Δημοκρατία.
Ανθρώπων που συνομίλησαν με την Ιστορία και έγραψαν πράγματι Ιστορία. Γιατί ούτε η πατρίδα, αλλά ούτε κι η Δημοκρατία χαρίζονται. Άλλωστε, ‘’η Δημοκρατία είναι θέμα μόνιμου αγώνα’’ όπως έλεγε κι ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Και η δική μας άντεξε στα δύσκολα χρόνια της κρίσης. Αντέχει στα χρόνια της πανδημίας. Κι έτσι είναι ωριμότερη από ποτέ, γιατί και με τις δυσκολίες δυναμώνει. Ακόμα και σήμερα, όμως, υπάρχουν δυνάμεις που θέλουν να φέρουν τη Δημοκρατία στα μέτρα τους, να την καταστήσουν ελεγχόμενη, να την καθυποτάξουν σε εξωθεσμικά κέντρα.
Και εδώ, ακριβώς, είναι το χρέος της δικής μας γενιάς. Να δίνουμε μόνιμα το ‘’παρών’’ στον αγώνα για πραγματική εμβάθυνση της δημοκρατίας, διαφυλάσσοντας την παρακαταθήκη και τη βαριά κληρονομιά που μας άφησαν οι χιλιάδες αγωνιστές εκείνης της περιόδου.
Παίρνουμε, λοιπόν, σήμερα την σκυτάλη από αυτούς και συνεχίζουμε στα χνάρια τους. Γιατί η πορεία για ανεξαρτησία, η πορεία για λαϊκή κυριαρχία, η πορεία για κοινωνική δικαιοσύνη και αλληλεγγύη, η πορεία για Δημοκρατία μπορεί να είναι δρόμος δύσκολος, αλλά δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Και αυτόν τον δρόμο συνεχίζουμε να τον ανοίγουμε περπατώντας.