Στη δίνη της κλιματικής κρίσης βρίσκεται τα τελευταία χρόνια το φασόλι σε Πρέσπες και Καστοριά, με τη βροχή και τη ζέστη, που άλλοτε αποτελούσαν «δώρο» για τους παραγωγούς, πλέον να έχουν εξελιχθεί σε «κατάρα», όπως λέει χαρακτηριστικά στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Ειδήσεων ο πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Πρεσπών «Πελεκάνος» Κώστας Ναλμπαντίδης.
Μάλιστα, η κατάσταση αυτή, σε συνδυασμό με τη διατήρηση του φαινομένου των ελληνοποιήσεων, αλλά και την προσθήκη των νέων επιπτώσεων που έφερε η πανδημία του κορονοϊού, «έχουν οδηγήσει τη φασολοπαραγωγή σε αδιέξοδο, τους παραγωγούς να εγκαταλείπουν την καλλιέργεια και τη βιωσιμότητα του συνεταιρισμού να απειλείται».
Έτσι και φέτος, ενώ οι φασολοπαραγωγοί (350 στην Πρέσπα και 1100 στην Καστοριά) πρόσβλεπαν σε μια καλή χρονιά, ο παρατεταμένος καύσωνας τον Ιούνιο και τον Ιούλιο που επηρέασε αρνητικά την καρποφορία, σε συνδυασμό με τις σφοδρές βροχοπτώσεις τον Οκτώβριο -«επί 12 μερόνυχτα ασταμάτητα», σύμφωνα με τον κ. Ναλμπαντίδη- έχει οδηγήσει στη σημερινή κατάσταση, με την παραγωγή να καταγράφεται μειωμένη σε ποσοστό ίσως και άνω του 80%.
Απόθεμα στις αποθήκες δεν υπάρχει και, όπως λέει ο κ. Ναλπαντίδης, «αν καταφέρουμε φέτος να συγκομίσουμε 150 τόνους προϊόντος στον Πελεκάνο, θα είμαστε ευχαριστημένοι». Κι αυτό όταν η μέση ετήσια παραγωγή στην περιοχή ανέρχεται σε 1500 τόνους τουλάχιστον. Έτσι, όπως εξήγησε, ακόμη και με αύξηση της τιμής πώλησης, «οι παραγωγοί δεν ισοφαρίζουμε ούτε στο ελάχιστο την τεράστια ζημιά που έχουμε υποστεί και φέτος».
Σημειώνεται ότι ποσοστό 80% της παραγωγής διοχετεύεται παραδοσιακά στην αγορά της Αττικής, με τους φασολοπαραγωγούς του Πελακάνου να «πιάνουμε την τιμή των 3 ευρώ/κιλό, όταν το κόστος παραγωγής ανέρχεται στα 2,5 ευρώ/κιλό και βαίνει συνεχώς αυξανόμενο λόγω των συνθηκών, κι όταν τις προηγούμενες χρονιές δεν πουλούσαμε πάνω από 2-2,5 ευρώ/κιλό», όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο κ. Ναλμπαντίδης. Σύμφωνα με τον ίδιο, το υπόλοιπο 20% της φασολοπαραγωγής, ο «Πελεκάνος» το δίνει στη βόρεια Ελλάδα και εξάγει μικρή ποσότητα στις ΗΠΑ και την Γερμανία.
Ο κ. Ναλμπαντίδης κάνει επίσης λόγο για φαινόμενα αισχροκέρδειας καθώς, όπως αναφέρει, «βλέπεις το προϊόν που πουλάς στα 3 ευρώ το κιλό να διατίθεται στο ράφι στην τιμή των 4 και 5 ευρώ, αλλά και 8 ευρώ».
Σε αυτό το σκηνικό, ο «Πελεκάνος» ολοένα και μικραίνει και πλέον μετρά 25 φασολοπαραγωγούς, από 27 πέρυσι και 34 μέχρι και το 2018, με τα καλλιεργούμενα στρέμματα να μην ξεπερνούν τα 2000, όταν πριν μόλις μερικά χρόνια ξεπερνούσαν και τα 3500». Εκφράζοντας την ανησυχία και τον προβληματισμό του και λέγοντας ότι «ο Έλληνας παραγωγός ακόμη δεν έχει πειστεί ότι η συνεργατικότητα είναι προς όφελός του», ο κ. Ναλαμπαντίδης υπογράμμισε την ανάγκη να παταχθούν οριστικά οι ελληνοποιήσεις και να γίνουν ακόμη πιο εντατικοί οι έλεγχοι και πιο αυστηρή η τιμωρία των παραβατών.
Για να αποφεύγουν την παραπλάνηση οι Έλληνες καταναλωτές, ο κ. Ναλμπαντίδης υπενθυμίζει ότι οι πρώτες ποσότητες της φασολοπαραγωγής από τις Πρέσπες φθάνουν στην ελληνική αγορά από τα μέσα Σεπτεμβρίου για τα «πλακέ» φασόλια Πρεσπών, και από τέλος Οκτωβρίου για τα μεγαλόσχημα: «γίγαντες» και «ελέφαντες».
Μεταξύ άλλων, επαναλαμβάνει ότι πάγια πρόταση του συνεταιρισμού παραμένει η λειτουργία του ηλεκτρονικού τιμολογίου από την πολιτεία, «έτσι ώστε να επιτευχθεί ο έλεγχος των μεσαζόντων που αισχροκερδούν επαίσχυντα εις βάρος των παραγωγών», ενώ συνεχίζεται η αναζήτηση διεξόδου για τη διάθεση του προϊόντος σε αγορές του εξωτερικού.
Οριζόντιες οι αποζημιώσεις
«Έχουμε άριστη συνεργασία με τον ΕΛΓΑ, έχουν έρθει οι ελεγκτές και εντός του τρέχοντος μηνός αναμένονται οι εκτιμήσεις», αναφέρει ο πρόεδρος του Πελεκάνου και προσθέτει ότι σε συνάντηση με τον επικεφαλής του οργανισμού Ανδρέα Λυκουρέντζο, στην Καστοριά, είχε ληφθεί απόφαση ότι οι αποζημιώσεις θα είναι οριζόντιες.
«Ευελπιστούμε να βοηθήσει το κράτος όλες αυτές τις οικογένειες να επιβιώσουν, αφού κέρδος δεν θα έχουμε ούτε και φέτος και το ξέρουμε. Τουλάχιστον να μπορέσουμε να ανταπεξέλθουμε στα έξοδα που έχουμε κάνει και να μπορούμε να προχωρήσουμε τις διαδικασίες για την νέα καλλιεργητική περίοδο», τονίζει ο κ. Ναλμπαντίδης.