«Τα μέτρα, τα οποία λαμβάνουμε καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας, προσπαθούμε να είναι όσο το δυνατόν πιο ισορροπημένα ως προς τον σεβασμό δικαιωμάτων και ελευθεριών, και ταυτόχρονα προστατευτικά για τη δημόσια υγεία, για την υγεία των πολιτών. Να μη γέρνουν ούτε προς τη μία πλευρά ούτε προς την άλλη, να μην είναι ούτε υπέρμετρα αυστηρά αλλά ούτε και πολύ χαλαρά». Αυτό ανέφερε ο υπουργός Επικρατείας, Άκης Σκέρτσος, σε συνέντευξή του στον ραδιοφωνικό σταθμό «Σκάι», τονίζοντας παράλληλα τον στόχο «να προστατεύσουμε την υγεία των πολιτών αλλά και την υγεία της οικονομίας» και, εν τέλει, εκείνον του εμβολιασμού κυρίως των ευάλωτων πολιτών.
«Δεν κινδυνεύει η δημόσια υγεία ή η υγεία της οικονομίας από τη νόσηση των παιδιών. Ο πρωταρχικός στόχος είναι να εμβολιαστούν οι 600.000 συμπολίτες μας που είναι άνω των 60 ετών και παραμένουν ανεμβολίαστοι. Αυτοί κινδυνεύουν από την πανδημία, αυτοί νοσούν βαριά, αυτοί μπαίνουν στις ΜΕΘ και, δυστυχώς, ένα ποσοστό αυτών καταλήγει», εξήγησε.
«Αυτήν τη στιγμή ένας στους πέντε ανηλίκους ηλικίας 12-17 ετών, 150.000 παιδιά δηλαδή, έχουν επιλέξει να εμβολιαστούν. Είναι σημαντικό το ποσοστό αυτό», αξιολόγησε και πρόσθεσε: «Σε ό,τι αφορά τους ανηλίκους, η απόφαση προφανώς ανήκει στους γονείς, τους κηδεμόνες που έχουν την ευθύνη των ανηλίκων και προφανώς συμμετέχει στην απόφαση και το παιδί ανάλογα με την ηλικία. Έχουμε γονείς που είναι εμβολιασμένοι αλλά σκέπτονται να εμβολιάσουν τα παιδιά τους. Αυτό είναι σεβαστό, δεν μπορούμε να βάλουμε πολύ αυστηρούς, μονοκόμματους κανόνες σε γονείς, να διχάσουμε οικογένειες ως προς την επιλογή να πάνε σε ένα εστιατόριο και να θεωρούν ότι η πολιτεία τούς επιβάλλει να εμβολιάσουν και τα παιδιά αν αυτοί θεωρούν ότι δεν θέλουν να τα εμβολιάσουν».
Στη συνέχεια της συνέντευξής του, ο κ. Σκέρτσος διαβεβαίωσε ότι η κυβέρνηση δεν λειτουργεί εν κενώ, αντιθέτως «μελετούμε πολύ καλά τι κάνει ο υπόλοιπος κόσμος, η υπόλοιπη Ευρώπη, σχεδιάζουμε και υλοποιούμε πολιτικές που είναι πολύ καλά σταθμισμένες». Μάλιστα, στην υπόλοιπη Ευρώπη στην εστίαση «ισχύει το ίδιο, και λίγο πιο χαλαρό, πρωτόκολλο», όταν «στην Ελλάδα είμαστε λίγο πιο αυστηροί, διότι ο στόχος μας είναι να εμβολιαστούν οι μεγαλύτεροι σε ηλικία».
Παράλληλα, ο υπουργός Επικρατείας ζήτησε να δούμε τη μεγάλη εικόνα, όπως είπε, που είναι ότι τα 2/3 της κοινωνίας, του πληθυσμού που δικαιούται να κάνει το εμβόλιο, άνω των 12 ετών, έχει επιλέξει να κάνει το εμβόλιο. Υπάρχει, βεβαίως, και «το 1/3 της κοινωνίας που το σκέπτεται κατά το μεγαλύτερο μέρος του ή αρνείται να κάνει το εμβόλιο. Εμείς θέλουμε να πείσουμε αυτούς που το σκέπτονται ακόμη, ότι πρέπει να κάνουν το εμβόλιο. Η πανδημία υπάρχει και αφορά τους ανεμβολίαστους. Η εκστρατεία πειθούς πρέπει να στοχεύει κυρίως στους ενήλικες και κυρίως στους ανθρώπους άνω των 60 ετών. Δεν κινδυνεύει η κοινωνία και η οικονομία από τα παιδιά που είναι ανεμβολίαστα», διευκρίνισε.
Ζήτησε, δε, από τους εμβολιασμένους γονείς που έχουν αμφιβολίες να εμβολιάσουν τα παιδιά τους, «να ακούσουν τα επιστημονικά επιχειρήματα, όχι από τα δικά μου χείλη, από τα χείλη των παιδιάτρων, των επιστημόνων, οι οποίοι θεωρούν ότι το εμβόλιο είναι ασφαλές». Επικαλούμενος, άλλωστε, και τη συνύπαρξη με τα παιδιά κάτω των 12 ετών, ο υπουργός βρήκε την ευκαιρία να επαναλάβει: «Ο κανόνας της προστασίας της υγείας αλλά και της κοινωνικής συνύπαρξης είναι εμβόλιο, τεστ και μάσκα, μέχρι να τελειώσει η πανδημία, μέχρι να πετύχουμε υψηλότερα επίπεδα εμβολιασμού και ανοσίας». «Απόλυτα ασφαλής χώρος δεν υπάρχει», συμπλήρωσε.
«Είμαστε πολύ καλύτερα από την ανατολική Ευρώπη, είμαστε λίγο χειρότερα από τη δυτική Ευρώπη, είμαστε στο μεταίχμιο μεταξύ Δύσης και Ανατολής, όπως είθισται να συμβαίνει σε διάφορα πράγματα και στοχεύουμε να φτάσουμε στα επίπεδα της δυτικής Ευρώπης. Αυτός είναι ο στόχος και για αυτό εφαρμόζουμε λίγο πιο αυστηρά πρωτόκολλα από αυτά», σημείωσε σε άλλο σημείο της συνέντευξης. «Έχουμε μείνει λίγο πιο πίσω και πρέπει να ανεβάσουμε και άλλο τους εμβολιασμούς. Έχουμε 6,3 εκατ. πολίτες που έχουν εμβολιαστεί, έχουμε περίπου 1-1,5 εκατ. πολίτες που έχουν νοσήσει, δεν ξέρουμε αν έχουν εμβολιαστεί ή όχι. Ο στόχος είναι να φθάσουμε έναν αριθμό κοντά στα 8-8,5 εκατ. που έχουν φυσική ή τεχνητή ανοσία», τόνισε παρουσιάζοντας τους αριθμητικούς στόχους.
Επιπλέον, «έχουμε πει ότι η οικονομία δεν θα ξανακλείσει, τα 2/3 των πολιτών έχουν επιλέξει τον εμβολιασμό και είναι ασφαλείς, άρα η οικονομία δεν μπορεί να κλείνει για το 1/3. Πρέπει, όμως, να προστατέψουμε την υγεία και αυτού του 1/3. Και, επειδή το κράτος δεν έχει τους πόρους να πραγματοποιεί 1-1,5 εκατ. τεστ κάθε εβδομάδα, έχουμε πει ότι οι άνθρωποι αυτοί με δικό τους κόστος πρέπει να κάνουν ένα ως δυο τεστ», ανέφερε ο κ. Σκέρτσος.
Αυταρχισμός, ο υποχρεωτικός εμβολιασμός εργαζομένων
«Δεν μπορούμε να περιμένουμε ότι θα υπάρχει ένας αστυνομικός δίπλα σε κάθε καταστηματάρχη, υπάρχει το ζήτημα της ατομικής και κοινωνικής υπευθυνότητας», υπογράμμισε ο υπουργός Επικρατείας με την ταυτόχρονη επισήμανση ότι η Ελλάδα δεν θα εφαρμόσει ένα αυταρχικό πρωτόκολλο υγείας σε εργαζομένους που θα οδηγήσει σε απολύσεις, «είναι αυταρχικό να υποχρεωθεί ένας εργαζόμενος να είναι εμβολιασμένος». Όμως, πρόσθεσε, «σε ένα κατάστημα εστίασης, εφόσον το προσωπικό και ο καταστηματάρχης έχουν επιλέξει να κάνουν το εμβόλιο, να ενημερώνουν ότι είναι πλήρως εμβολιασμένοι».
Και, επαναλαμβάνοντας ότι η κυβέρνηση παρακολουθεί πολύ στενά τι συμβαίνει στον υπόλοιπο κόσμο, διαβεβαίωσε: «Είμαστε εναρμονισμένοι με τις ευρωπαϊκές πρακτικές και κανόνες δικαίου. Υπάρχει μία πολύ λεπτή ισορροπία που πρέπει να τηρηθεί μεταξύ προστασίας των δικαιωμάτων, των ελευθεριών, των υποχρεώσεων, αλλά και της δημόσιας υγείας».
Τέλος, ο κ. Σκέρτσος σημείωσε, με έμφαση: «Η κυβέρνηση έχει την υποχρέωση να διατηρήσει συνθήκες κοινωνικής ειρήνης και ηρεμίας για να μπορέσουμε να γευθούμε όλοι τους καρπούς της ανάπτυξης που έρχεται. Αν κάποιοι, από τα δεξιά ή τα αριστερά, θέλουν την κυβέρνηση να τη βλέπουν να μαλώνει με κοινωνικές ομάδες, αυτό δεν θα το δουν».
ΑΠΕ-ΜΠΕ