Ανακοίνωση Τομέα Παιδείας Κινήματος Αλλαγής
Με δεδομένη την όχι καλή εξέλιξη της πανδημίας, θα πρέπει να διαμορφωθεί ΤΩΡΑ σχέδιο για την εφαρμογή της φυσικής λειτουργίας των σχολείων την επόμενη σχολική χρονιά.
Αν χαθεί και η επόμενη σχολική χρονιά – τρίτη κατά σειρά -, τότε δεν θα μιλάμε για “Μαθησιακό Κενό” αλλά για μείζον “Μορφωτικό και Παιδαγωγικό Έλλειμμα”, με σοβαρές κοινωνικές και εθνικές επιπτώσεις.
Η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας και της κυβέρνησης της Ν.Δ. δεν αξιοποίησε τις προτάσεις του Κινήματος Αλλαγής αλλά και των εκπαιδευτικών φορέων για καλύτερη φυσική λειτουργία των σχολείων. Δεν αξιοποίησε ούτε την εμπειρία της πρώτης χρονιάς και λειτούργησε τη δεύτερη χρονιά με την ίδια πρακτική – δηλαδή με μοναδική ευθύνη τις κατά καιρούς ανακοινώσεις για το άνοιγμα και το κλείσιμο των σχολείων!
Δεν αξιολόγησε ούτε τις τοπικές ιδιομορφίες. Έτσι, για παράδειγμα, υπήρξαν περιοχές της χώρας (κυρίως ορεινές και νησιώτικες) που δεν μπορούσαν να κάνουν εξ αποστάσεως εκπαίδευση – λόγω ανυπαρξίας διαδικτύου – αλλά θα μπορούσαν να κάνουν κανονικό μάθημα λόγω μικρού αριθμού μαθητών. Και τελικά έμειναν στο …κενό!
Δύο μέτρα απαιτούνται για να διαμορφωθούν τώρα όμως οι κατάλληλες συνθήκες για τη φυσιολογική λειτουργία των σχολείων την επόμενη σχολική χρονιά: α) υγειονομική προστασία όλων, μαθητών και εκπαιδευτικών (εμβολιασμός, μείωση αριθμού μαθητών ανά τμήμα κλπ) και β) προσλήψεις επιπλέον εκπαιδευτικών, για να καλυφθεί το μαθησιακό κενό των μαθητών των δύο χρόνων με προγράμματα αντισταθμιστικής εκπαίδευσης σε όλες τις τάξεις των σχολείων.
Το σημερινό κόστος για τη διασφάλιση αυτών των προϋποθέσεων είναι απείρως μικρότερο από το μακροπρόθεσμο κόστος (εθνικό, κοινωνικό, οικονομικό). Το πρόβλημα δεν θα εστιάζεται μόνο σε ελλειμματική θεσμική υποεκπαίδευση αλλά στη γενικότερη μόρφωση, παιδεία και κοινωνικοποίηση των παιδιών και των νέων.
Να εξασφαλιστούν οι απαραίτητοι πόροι και να κινητοποιηθεί ο κρατικός μηχανισμός και οι Δήμοι τώρα το καλοκαίρι, προκειμένου η επόμενη σχολική χρονιά να βρει τους μαθητές μας στα σχολεία τους και στους εκπαιδευτικούς τους, για να ξαναβρούν τη χαρά της μάθησης και της αγωγής και να διαμορφώνουν συστηματικά και με ευθύνη το μέλλον τους.