Η πανδημία έχει αυξήσει το 2020 και το 2021 την προυπάρχουσα ανασφάλεια στα νεότερα ζευγάρια και οι οικονομικές επιπτώσεις της τα αμέσως επόμενα χρόνια θα καταστήσουν ακόμη πιο δυσμενές το υπάρχον περιβάλλον για την απόκτηση ενός παιδιού.
Τα ζευγάρια αυτά επομένως, ακόμη και αν δεν αλλάξουν εξαιτίας της πανδημίας τα σχέδιά τους για τον αριθμό των παιδιών που στοχεύουν να αποκτήσουν (μια υπόθεση που μένει να επιβεβαιωθεί), πιθανότατα θα τα μεταθέσουν για αργότερα. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα η ήδη υψηλή μέση ηλικία στη γέννηση να αυξηθεί ακόμη περισσότερο και όπως η δυνατότητα απόκτησης ενός παιδιού είναι συνάρτηση και της ηλικίας, αυξάνονται και οι πιθανότητες μη απόκτησής του από μέρος των νεότερων αυτών ζευγαριών. Πρόκειται για συμπεράσματα μελέτης του Βύρωνα Κοτζαμάνη, καθηγητή Δημογραφίας και επιστημονικού υπευθύνου του ερευνητικού προγράμματος «Δημογραφικά Προστάγματα στην Έρευνα και Πρακτική στην Ελλάδα» που υλοποιείται στο Παν. Θεσσαλίας χρηματοδοτούμενο από τον Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας (ΕΛΙΔΕΚ).
Και συνεχίζει:
«Αν δε, τμήμα των νεότερων γενεών αναθεωρήσουν όχι μόνο τον χρόνο αλλά και τον στόχο τους για τον αριθμό των παιδιών, αν δηλαδή επηρεαζόμενα από το δυσμενές περιβάλλον που έχει δημιουργηθεί πριν από την οικονομική κρίση και τώρα από την πανδημία αποφασίσει να κάνει λιγότερα παιδιά -και όχι μόνον να αναβάλει για αργότερα την έλευσή τους-, αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να μειωθεί ακόμη περισσότερο η τελική γονιμότητα των γυναικών που έχουν γεννηθεί ανάμεσα στο 1975 και το 1990, μια γονιμότητα που είναι ήδη χαμηλή καθώς οι γυναίκες που γεννήθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του’70 έκαναν κατά μέσο όρο λιγότερα από 1,6 παιδιά. Οικονομική κρίση και πανδημία θα έχουν επομένως κάποιες αρνητικές επιπτώσεις και στις γεννήσεις και, με δεδομένο ότι και το πλήθος των γυναικών που φθάνει σε ηλικία να κάνει παιδιά τα επόμενα χρόνια, μειώνεται. Την δεκαετία 2021-2030 αναμένεται να έχουμε, με ένα σχετικά ευνοϊκό σενάριο, 130 χιλ. λιγότερες γεννήσεις από αυτές (920 χιλ.) που καταγράφησαν την προηγούμενη δεκαετία (2011-20)».
Ο ίδιος δηλώνει ταυτόχρονα πως αν και είναι ακόμη σχετικά νωρίς για να απαντήσουμε με απόλυτη ακρίβεια στο ερώτημα «Ποιες είναι οι επιπτώσεις της τρέχουσας πανδημίας στη γονιμότητα;», οι πρώτες εργασίες στην διεθνή βιβλιογραφία που ασχολούνται με το θέμα αυτό συγκλίνουν καθώς όλες καταλήγουν ότι αυτή θα επηρεάσει αρνητικά τις γεννήσεις του 2021 και 2022. Μια δε εξ αυτών που εξετάζει αν και κατά πόσο άλλαξαν την άνοιξη του 2020 τα σχέδια απόκτησης ενός παιδιού σε ένα δείγμα νεανικού πληθυσμού (18-34 ετών) στην Ιταλία, τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ισπανία, και το Ηνωμένο Βασίλειο, καταλήγει σε ιδιαίτερα ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Ειδικότερα, οι ερευνητές που την εκπόνησαν διαπίστωσαν ότι σε χώρες, όπου η προηγούμενη κατάσταση της οικονομίας και της αγοράς εργασίας ήταν ευνοϊκότερη (όπως στη Γερμανία και τη Γαλλία), το ποσοστό αυτών που άλλαξαν τα σχέδια τους ήταν πολύ μικρότερο. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, τα άτομα που δήλωσαν συχνότερα ότι εγκαταλείπουν το σχέδιο να αποκτήσουν ένα παιδί ήταν κυρίως εκείνα που εκτίμησαν ότι η επιδημία θα έχει δραματική αρνητική επίδραση στο μελλοντικό εισόδημά τους. Τέλος, στην Ιταλία και την Ισπανία, το ποσοστό αυτών που δήλωσαν ότι εγκαταλείπουν την ιδέα να κάνουν ένα παιδί ήταν πολύ υψηλότερο από ό, τι στις άλλες τρεις χώρες, ενώ, αντιθέτως, το ποσοστό εκείνων που δήλωσε ότι σκέφτονται να αναβάλει απλώς την απόκτησή του για αργότερα, ήταν μικρότερο. Τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής αφήνουν να διαφανεί, σύμφωνα με τον κ. Κοτζαμάνη, ότι οι επιπτώσεις της COVID-19 δεν θα είναι οι ίδιες σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες: οι προυπάρχουσες σε κάθε χώρα συνθήκες (όπως και ο τύπος του κράτους πρόνοιας) θα επηρεάσουν διαφοροποιημένα τις προθέσεις των νέων ζευγαριών, ενώ οι αλλαγές που αυτά δηλώνουν όσον αφορά τα σχέδια για την απόκτηση ενός παιδιού δεν θα μεταφραστούν απαραίτητα σε πράξη. Αυτό θα εξαρτηθεί από πλέγμα παραγόντων, μεταξύ των οποίων το πώς θα εξελιχθεί η πανδημία και ποιες οι πολιτικές για την αντιμετώπιση των αρνητικών γενικότερων επιπτώσεών της σε κάθε χώρα.
Τέλος, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο καθηγητής, αναφέρει ότι στην χώρα μας οι όποιες άμεσες επιπτώσεις της πανδημίας θα αρχίσουν να καταγράφονται στις γεννήσεις του πρώτου εξαμήνου του 2021 και τονίζει ότι το 2020 και το 2021 οι πρώτοι γάμοι έχουν επίσης μειωθεί κυρίως λόγω της πανδημίας, και με δεδομένο ότι η απόκτηση ενός παιδιού στην Ελλάδα, σε αντίθεση με το σύνολο σχεδόν των άλλων ευρωπαϊκών χωρών είναι άμεσα συνδεδεμένη με τον γάμο, αυτό θα επηρεάσει ακόμη περισσότερο τις γεννήσεις των αμέσως επόμενων ετών.
ΑΠΕ-ΜΠΕ