Ενημερωτικό σημείωμα για τη συμμετοχή του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στο ψηφιακό συνέδριο «Innovative Greeks» που συνδιοργανώνουν ο ΣΕΒ και η Endeavor Greece
Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης συμμετείχε το βράδυ της Τρίτης σε συζήτηση με τον Πρόεδρο του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), Δημήτρη Παπαλεξόπουλο, με αντικείμενο τον ρόλο της καινοτομίας στην ανάπτυξη μετά την πανδημία, στο πλαίσιο του ψηφιακού συνεδρίου «Innovative Greeks» που συνδιοργανώνουν ο ΣΕΒ και η Endeavor Greece. Τη διαδικτυακή συνομιλία συντόνισε η Πρόεδρος της Endeavor Greece Κωστάντζα Σμπώκου-Κωνσταντακοπούλου.
Ακολουθεί ο διάλογος του Πρωθυπουργού με τον Πρόεδρο του ΣΕΒ και την Πρόεδρο της Endeavor Greece σε ανεπίσημη μετάφραση από τα αγγλικά:
Δημήτρης Παπαλεξόπουλος: Ευχαριστούμε που βρίσκεστε μαζί μας κ. Πρωθυπουργέ. Επί δεκαετίες προκαλεί θλίψη ότι η ελληνική οικονομία δεν έχει καταφέρει να επωφεληθεί ούτε κατά προσέγγιση όσο θα μπορούσε από την ευμεγέθη και επιτυχημένη ελληνική διασπορά. Και αυτό, βεβαίως, δεν οφείλεται σε έλλειψη ενδιαφέροντος ή καλής προαίρεσης από τους Έλληνες στο εξωτερικό. Οι ποιότητα των συνομιλητών που είδαμε νωρίτερα και δέχτηκαν τόσο πρόθυμα να συμμετάσχουν σε αυτό το συνέδριο, το γεγονός ότι 10.000 Έλληνες έχουν ήδη εγγραφεί ώστε να εμπλακούν στην πλατφόρμα του innovative Greeks, το καταδεικνύει αυτό εκ νέου. Άρα τα προβλήματα είναι ξεκάθαρα βαθύτερα και πιο συστημικά. Επομένως θα ήθελα να σας θέσω ότι το timing είναι το καλύτερο έως σήμερα για αποφασιστική ρήξη με το παρελθόν. Οι βαθιές αλλαγές φέρνουν νέες ευκαιρίες. Η πρόσβαση στην τεχνολογία εκδημοκρατίζεται. Τοπικά οικοσυστήματα αναπτύσσονται, η χρηματοδότηση είναι πιο εύκολα διαθέσιμη και η εύκολη συνδεσιμότητα φέρνει μία μεγάλη ώθηση. Η κοινότητα που συγκροτήθηκε, και είναι επίπονο αυτό, από το brain drain κατά την τελευταία δεκαετία, επιτρέπει να γίνουν πράγματα κατά κάποιο τρόπο και ακόμα και η πανδημία είναι χρήσιμος επιταχυντής.
Η κυβέρνηση και εσεις προσωπικά έχετε δείξει ότι αναγνωρίζετε αυτές τις προκλήσεις και ευκαιρίες και έχετε δράσει σε αυτή την κατεύθυνση. Το ερώτημα με το οποίο θα ήθελα να ξεκινήσω είναι: Που πρέπει να στοχεύουμε; Σε μια βελτίωση της τάξεως του 10% ή πολλαπλάσια αυτής; Πως μπορούμε να υπερβούμε την περίφημη ελληνική πραγματικότητα και να αναβαθμιστούμε ουσιαστικά ως χώρα;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Κωστάντζα, Δημήτρη, σας ευχαριστώ πάρα πολύ για την ευκαιρία που μου δίνετε να συμμετάσχω σε μια πολύ ενδιαφέρουσα διαδικτυακή συζήτηση. Βλέπω ότι χιλιάδες άτομα παρακολουθούν από ολόκληρο τον κόσμο, κάτι που είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό καθώς δείχνει το ενδιαφέρον που υπάρχει για τα όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα. Κι αυτό για μένα είναι ένα ξεκάθαρο σημάδι αισιοδοξίας, σε ό,τι αφορά την δυνατότητα που έχουμε να πάμε τη χώρα μπροστά με μεγάλα άλματα. Η κυβέρνησή μας δεν είναι μια κυβέρνηση που εστιάζει στην σταδιακή αλλαγή, αλλά οι φιλοδοξίες μας είναι πιο ουσιαστικές. Θεωρώ πως έχουμε μια ευκαιρία -που παρουσιάζεται μια φορά σε κάθε γενιά- να μεταμορφώσουμε εντελώς τη χώρα, τη δομή της οικονομίας της, αλλά και τον τρόπο που εμείς οι ίδιοι αντιλαμβανόμαστε τους εαυτούς μας, τη σχέση μας με το κράτος, αλλά και τις ευκαιρίες που δίνουμε στους πολίτες να αναπτυχθούν και να προοδεύσουν.
Και για να κάνω μια σύνδεση και με τον τίτλο του οργανισμού που στηρίζει αυτή τη διαδικτυακή συζήτηση, μπορούμε να μετατρέψουμε τους «Έλληνες που καινοτομούν» σε μια «Ελλάδα που καινοτομεί»; Τι είναι αυτό που κάνει τους Έλληνες να διαπρέπουν στο εξωτερικό, ενώ όταν επιστρέφουν στην Ελλάδα ή όσοι μένουν στην Ελλάδα, νιώθουν ένα περιορισμό από ένα σύστημα που δεν τους επιτρέπει να απελευθερώσουν την δημιουργικότητά τους. Θεωρώ πως αυτό είναι ένα θεμελιώδες ερώτημα στο οποίο θα πρέπει να απαντήσουμε. Και πρέπει να είμαστε σαφείς και αποφασιστικοί στον τρόπο με τον οποίο θα δράσουμε. Θα πρέπει να σκεφτούμε τα πράγματα με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο. Δεν πρόκειται να δούμε ριζικές αλλαγές στην χώρα, αν συνεχίσουμε να κάνουμε τα πράγματα με τον ίδιο τρόπο που τα κάναμε στο παρελθόν.
Αναφερθήκατε στην πανδημία, η οποία στο μέσον μιας τρομερής υγειονομικής κρίσης είναι παράλληλα και μια εκπληκτική ευκαιρία να μεταμορφώσουμε δραστικά τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούμε στο επίπεδο του δημόσιου τομέα, να θέσουμε ως προτεραιότητα την δημόσια υγεία, αναγνωρίζοντας την ως μια σημαντική αξία, αλλά και ως ένα βασικό μέλημα σε επίπεδο πολιτικής, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να φροντίσουμε να απελευθερώσουμε τις δημιουργικές δυνάμεις της χώρας που απο τη φύση τους φέρνουν αλλαγές. Δύο ενδεικτικά παραδείγματα που σίγουρα θα αναφερθούν καθώς προχωρά η συζήτηση. Αναφέρθηκε σε προηγούμενο πάνελ το παράδειγμα της Εσθονίας, η οποία κάποια στιγμή έθεσε τον πήχη της ψηφιακής διακυβέρνησης πολύ ψηλά. Αλλά μπορώ να σας διαβεβαιώσω επίσης, πως αυτό που συμβαίνει αυτή την στιγμή στην Ελλάδα με όρους ψηφιακού μετασχηματισμού του κράτους είναι απολύτως πρωτοποριακό. Επί χρόνια μιλούσαμε για την ανάγκη να διευκολύνουμε τις συναλλαγές πολιτών και επιχειρήσεων με το κράτος. Χρησιμοποιώντας την τεχνολογία, ο στόχος μας επιτεύχθηκε και υπάρχουν πολλά ακόμα που μπορούμε να κάνουμε. Αλλά έχουμε αποδείξει πως αυτό είναι κάτι που όντως μπορούμε να το κάνουμε.
Δείτε ενδεικτικά τον τρόπο με τον οποίο προχωρά το πρόγραμμα εμβολιασμού της χώρας. Είναι πλήρως ψηφιακό. Επικοινωνούμε με τους πολίτες μέσω SMS. Κλείνουν το ραντεβού τους και αν χρειαστεί να αλλάξουν την ημερομηνία, μπορούν να το κάνουν διαδικτυακά. Και όταν επισκεφθούν τα εμβολιαστικά κέντρα που έχουμε δημιουργήσει, τους αντιμετωπίζουμε με αξιοπρέπεια και σεβασμό. Και όλοι φαίνονται πολύ ευχαριστημένοι με τον τρόπο με τον οποίο εκτυλίσσεται αυτή η ιδιαίτερα περίπλοκη διαδικασία.
Το λέω αυτό γιατί είναι πολύ σημαντικό αν θέλουμε πραγματικά να αλλάξουμε τη χώρα, και μάλιστα με όρους πολλαπλασιασμού των μεγάλων δυνατοτήτων της και όχι μιας βελτίωσης κατά 10%, όπως είπατε, θα πρέπει να χτίσουμε εμπιστοσύνη ανάμεσα στο κράτος, τους πολιτικούς και τους πολίτες, κάτι που σίγουρα δεν υπήρχε για πολλές δεκαετίες. Και ασφαλώς αυτό το επίπεδο εμπιστοσύνης είχε θρυμματιστεί κατά τη διάρκεια της κρίσης. Πιστεύω πραγματικά στην εμπιστοσύνη ως ένα κοινωνικό κεφάλαιο που ωθεί τις χώρες μπροστά. Και θεωρώ πως κατά τη διάρκεια της πανδημίας, παρά τις σημαντικές δυσκολίες, κάναμε σημαντικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση.
Κωστάντζα Σμπώκου-Κωνσταντακοπούλου: Αρχής γενομένης από το 2017, ο αριθμός των Ελλήνων που μεταναστεύουν στο εξωτερικό σταθεροποιήθηκε αλλά και ο αριθμός των Ελλήνων που επιστρέφουν στην πατρίδα τους αυξήθηκε. Πέρυσι σχεδόν 130.000 Έλληνες επέστρεψαν και οι περισσότεροι από αυτούς είναι άνθρωποι με πτυχία ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Επομένως έχουμε ενδείξεις ότι κινούμαστε από το brain drain στο brain regain. Ποιες είναι οι σκέψεις σας για το πώς θα μπορούσαμε να επιταχύνουμε αυτή την τάση;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Όπως γνωρίζετε και όπως γνωρίζουν πολλοί φίλοι μας που παρακολουθούν αυτή τη συζήτηση, πολλοί νέοι και ταλαντούχοι άνθρωποι χρειάστηκε να φύγουν από την Ελλάδα την τελευταία δεκαετία σε αναζήτηση καλύτερων ευκαιριών. Έφυγαν αρχικά είτε επειδή δεν υπήρχαν αρκετές θέσεις εργασίας στην Ελλάδα, είτε επειδή οι προσφερόμενες θέσεις εργασίας δεν ικανοποιούσαν αυτούς που επέλεξαν να φύγουν από την Ελλάδα προς διάφορες κατευθύνσεις. Πιστεύω πως το γεγονός ότι πολλοί από αυτούς που έφυγαν σκέφτονται να επιστρέψουν στην Ελλάδα είναι πολύ ενθαρρυντικό. Και μάλιστα θα το κάνουν για διάφορους λόγους. Προφανώς η ελληνική οικονομία θα χρειαστεί να δημιουργήσει καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας που ικανοποιούν τις φιλοδοξίες των ανθρώπων που μπορεί να επιλέξουν την επιστροφή τους στην Ελλάδα, καθώς τώρα έχουν την ευκαιρία να αναζητήσουν την απασχόλησή τους στην πατρίδα τους.
Επομένως είναι ιδιαίτερα σημαντικό να δημιουργήσουμε θέσεις εργασίας στους τομείς εκείνους όπου η χώρα έχει το συγκριτικό πλεονέκτημα. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Πιστεύω πως αν κάποιος αποφασίσει να επιστρέψει μετά από χρόνια διαμονής στο εξωτερικό, δεν θα εστιάσει μόνο στη δουλειά που μπορεί να έχει στην Ελλάδα. Θα συνυπολογίσει επίσης το ευρύτερο πλαίσιο. Θα συνυπολογίσει ζητήματα όπως η ποιότητα ζωής, κατά πόσο η χώρα μας είναι αξιοκρατική. Στο τέλος της ημέρας θα είναι μια ψήφος εμπιστοσύνης στις μακροπρόθεσμες προοπτικές της χώρας, αλλά και στις μακροπρόθεσμες φιλοδοξίες στη χώρα.
Και θεωρώ πως ο λόγος για τον οποίο πολλοί άνθρωποι σκέφτονται να επιστρέψουν στην Ελλάδα είναι επειδή πιστεύουν ειλικρινά -και πραγματικά εγώ συμμερίζομαι αυτή την πεποίθηση- ότι έχουμε γυρίσει σελίδα και είμαστε στην αφετηρία ενός κύκλου μακροπρόθεσμης ανάπτυξης που μπορεί πραγματικά να οδηγήσει στον μετασχηματισμό της χώρας.
Ενθαρρύνω τους Έλληνες που ζουν στο εξωτερικό να γίνουν τμήμα αυτού του νέου κεφαλαίου της ελληνικής ιστορίας, καθώς χρειαζόμαστε τα δικά τους προσόντα. Χρειαζόμαστε το ταλέντο και την καινοτομία τους και χρειαζόμαστε επίσης την εμπειρία που έχουν κερδίσει διαμένοντας στο εξωτερικό. Σε μια χρονική στιγμή που υστερούμε κυρίως στο ανθρώπινο κεφάλαιο, αυτή η δεξαμενή ταλέντου που έχουμε, των ανθρώπων που ζουν στο εξωτερικό και σκέφτονται να επιστρέψουν μας προσφέρει ένα σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα.
Επίσης στόχος μας είναι να διευκολύνουμε τους ανθρώπους αυτούς να επιστρέψουν. Για το λόγο αυτό δημιουργούμε φορολογικά προγράμματα για τους ανθρώπους που φορολογούνται στο εξωτερικό, οι οποίοι θα χαίρουν προνομιακής φορολογικής μεταχείρισης εάν επιστρέψουν στην Ελλάδα. Για τον λόγο αυτό μειώνουμε τους φόρους σε ορισμένα υψηλότερα κλιμάκια, καταργούμε την εισφορά αλληλεγγύης, μειώνουμε τις ασφαλιστικές εισφορές, γιατί στο τέλος της ημέρας θέλουμε να γίνει πιο δελεαστικό για τους εργαζόμενους, αλλά και να δώσουμε κίνητρο στους εργοδότες να πληρώσουν περισσότερα.
Στόχος μας είναι η ανταγωνιστικότητα. Αν τα έσοδα μετά τους φόρους στην Ελλάδα υστερούν σημαντικά σε σχέση με τα αντίστοιχα έσοδα σε μια άλλη χώρα, κάποιος θα το ξανασκεφτεί αν θα επιστρέψει στην Ελλάδα. Επομένως, όντως πιστεύω πως συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις, ώστε η Ελλάδα να γίνει πιο δελεαστική για την διασπορά και ζητώ από τους Έλληνες της διασποράς να σκεφτούν σοβαρά το ενδεχόμενο να επιστρέψουν στην Ελλάδα.
Και αυτή την περίοδο της εξ αποστάσεως εργασίας, μπορεί να μην χρειαστεί να πάρουν τώρα την απόφαση για μόνιμη εγκατάσταση. Πιστεύω πως ένα από τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα της Ελλάδας στην μετά τον Covid – εποχή, σχετίζεται ακριβώς με το γεγονός πως έχει αποδειχθεί πως ο καθένας μπορεί να εργαστεί από οπουδήποτε. Η Ελλάδα προσφέρει ένα ασφαλές περιβάλλον, εξαιρετική συνδεσιμότητα, φανταστική ποιότητα ζωής.
Γι ‘αυτό, απευθύνουμε έκκληση όχι μόνο στους Έλληνες, αλλά και στους ξένους που θέλουν να μετεγκατασταθούν στην Ελλάδα ή να περάσουν ένα σημαντικό μέρος του χρόνου τους στην Ελλάδα. Πρέπει να θέτουμε φιλόδοξους στόχους. Η Ελλάδα είναι ίσως το καλύτερο μέρος στον κόσμο να εργαστεί κανείς, είτε είναι Έλληνας είτε ξένος. Και αυτό ανοίγει μια εντελώς νέα γκάμα ευκαιριών για την οικονομία να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας, να προσελκύσει νέες επενδύσεις και να αναπτυχθεί σημαντικά τα επόμενα χρόνια.
Δημήτρης Παπαλεξόπουλος: Να προσθέσω σε αυτό που είπατε, Πρωθυπουργέ, υπάρχουν αρκετές ενδείξεις πως οι ενέργειές σας για να προσκαλέστε και ξένους να έρθουν στην Ελλάδα, υπάρχουν αναφορές ότι αρκετοί τις αξιοποιούν. Για να επιστρέψω τώρα στο brain drain. Κατά πάσα πιθανότητα κάποιοι θα επιλέξουν να μην επιστρέψουν και έχω ακούσει το επιχείρημα ότι ενδεχομένως αυτό είναι θετικό για την Ελλάδα κατά κάποιο τρόπο. Πώς μπορούμε να αξιοποιήσουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο αυτούς που θα αποφασίσουν να μείνουν εκεί (όπου βρίσκονται); Μπορούμε να κάνουμε περισσότερα;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Φυσικά μπορούμε. Είναι προφανές ότι δεν θα επιστρέψουν όλοι. Πρώτα απ’ όλα, θέλουμε οι Έλληνες να έχουν ανάμειξη στα ελληνικά πράγματα και υπάρχουν διάφοροι τρόποι να το πετύχουμε. Κάναμε πράξη τη δέσμευσή μας να επιτρέψουμε στους Έλληνες του εξωτερικού να ψηφίσουν στον τόπο διαμονής τους, αντί να είναι υποχρεωμένοι να επιστρέψουν στην Ελλάδα, πληρώνοντας εισιτήριο και κάνοντας το ταξίδι για να λάβουν μέρος στην εκλογική διαδικασία. Πιστεύω ότι πρόκειται για σημαντικό βήμα ώστε να διασφαλίσουμε ότι οι Έλληνες που κατοικούν στο εξωτερικό συμμετέχουν σε μεγαλύτερο βαθμό στην πολιτική διαδικασία.
Σε έναν κόσμο όπου όλα είναι διασυνδεδεμένα, πρέπει να δημιουργήσουμε δίκτυα ώστε να αξιοποιήσουμε την εξειδίκευση των Ελλήνων σε διάφορους κλάδους, όπου μπορούν να προσδώσουν σημαντική προστιθέμενη αξία στη χώρα. Να σας δώσω ένα παράδειγμα. Υπάρχουν εξαιρετικά ταλαντούχοι Έλληνες, όπως γνωρίζετε, που δραστηριοποιούνται στον κλάδο της Υγείας. Πολλοί από αυτούς είναι ιδιαίτερα ενεργοί στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου ορισμένοι εξ αυτών ηγούνται εταιρειών οι οποίες βρίσκονται επίσης στο επίκεντρο της επικαιρότητας λόγω της ενεργού συμμετοχής τους στην αγώνα κατά της Covid.
Έχουμε δημιουργήσει, κι εγώ έχω δημιουργήσει, ένα δίκτυο Ελλήνων ή ανθρώπων που συνδέονται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο με την Ελλάδα, οι οποίοι μας συμβουλεύουν για τις εξελίξεις της επόμενης γενιάς στον τομέα της Υγείας και πώς μπορούμε να εκμεταλλευτούμε τις μεγάλες αλλαγές που γίνονται σε αυτό τον κλάδο, το συνδυασμό της φροντίδας υγείας με την τεχνολογία.
Επομένως, δεν χρειάζεται να επιστρέψει κάποιος στην Ελλάδα ώστε να προσθέσει αξία στην χώρα, εφόσον ενδιαφέρεται να βοηθήσει τη χώρα, είτε με τις γνώσεις του είτε με το κεφάλαιο που διαθέτει. Διότι προφανώς καλούμε Έλληνες του εξωτερικού να επενδύσουν στη χώρα, μπορεί να είναι μία μικρή επένδυση, μπορεί να είναι μία επένδυση σε ακίνητη περιουσία, έως πολύ πιο σημαντικές, παραγωγικές επενδύσεις. Και απευθυνόμαστε τόσο σε Έλληνες όσο και σε ξένους, δείχνοντάς τους ότι η Ελλάδα γίνεται ένας ελκυστικός προορισμός για επενδύσεις.
Τέλος, αλλά δεν είναι ασήμαντο, πιστεύω ότι η εμπλοκή στα κοινά και σε μη κερδοσκοπικές δραστηριότητες είναι ιδιαίτερα σημαντική. Πρόκειται για ένα ακόμα μέτωπο, μία ακόμα οδό μέσω της οποίας οι Έλληνες του εξωτερικού λαμβάνουν μέρος στα τεκταινόμενα στην Ελλάδα, με βάση τις προσωπικές ευαισθησίες και τα ενδιαφέροντά τους.
Η Endeavor είναι μία παγκόσμια μη κερδοσκοπική οργάνωση που έχει σταθερή παρουσία στην Ελλάδα και κάνει φανταστική δουλειά με το οικοσύστημα νεοφυών ελληνικών επιχειρήσεων, παρέχοντας γνώση και στήριξη σε φιλόδοξους νεαρούς επιχειρηματίες. Μπορεί κάποιος να προσδώσει προστιθέμενη αξία προσφέροντας από το εξωτερικό τις υπηρεσίες του ως μέντορας σε μία νεοφυή επιχείρηση. Είναι εύκολο πλέον, με τις νέες τεχνολογίες επικοινωνίας.
Άρα, υπάρχουν αναρίθμητοι τρόποι, αν ενδιαφέρεσαι, να βοηθήσεις τη χώρα σου. Και δεν εννοώ να βοηθήσεις την κυβέρνηση, αλλά τον επιχειρηματικό κόσμο, την κοινωνία των πολιτών, και να γίνεις μέρος αυτού το νέου οράματος για το πού πηγαίνει η χώρα.
Και πρέπει να θυμόμαστε ότι πρόκειται για σημαντική χρονιά για τη χώρα μας. Γιορτάζουμε 200 χρόνια από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης. Είναι λοιπόν μία καλή ευκαιρία να κοιτάξουμε προς τα πίσω και να αποτιμήσουμε τις περιόδους που είχαμε πολύ μεγάλες επιτυχίες. Αλλά και να χαράξουμε την πορεία μας για το μέλλον. Δεν προσφέρεται μόνο για να γιορτάσουμε όσα έχουμε πετύχει ως κράτος αλλά και να χαράξουμε πραγματικά την πορεία μας για μια φιλόδοξη επόμενη δεκαετία.
Κωστάντζα Σμπώκου-Κωνσταντακοπούλου: Ποια είναι τα σχέδιά σας Πρωθυπουργέ; Ποιες είναι οι προτεραιότητές σας προκειμένου να ενισχύσετε την καινοτομία;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Από πού να ξεκινήσω; Αναφερθήκατε σε διάφορα πολύ, πολύ σημαντικά θέματα. Πρώτα απ ‘όλα, επιτρέψτε μου να συγχαρώ όσους αποφάσισαν να ανοίξουν μια επιχείρηση, όσους κατάφεραν να κάνουν το επόμενο βήμα προς τα εμπρός. Όπως επισημάνετε, αυτό είναι η απόδειξη ότι η Ελλάδα τώρα – μετά από πολλή προσπάθεια – έχει ένα ζωντανό οικοσύστημα νεοφυών επιχειρήσεων (start-ups), όχι μόνο εταιρειών τεχνολογίας, αλλά εταιρειών που καινοτομούν γενικά. Και επίσης έχει μια ζωντανή κοινότητα venture capital, με εταιρείες venture capital, που συγχρηματοδοτούνται από ευρωπαϊκά κεφάλαια. Και αυτό είναι ένα μόνο παράδειγμα του πώς η κυβέρνηση μπορεί να στηρίξει την καινοτομία και το οικοσύστημα νεοφυών επιχειρήσεων. Επίσης είμαι πολύ χαρούμενος που κατά τη διάρκεια της κρίσης πολλοί Έλληνες ανακάλυψαν τις δυνατότητες της επιχειρηματικότητας. Είμαι χαρούμενος που πλέον η επιχειρηματικότητα δεν είναι μια θαμπή έννοια, όπως συνέβαινε επί πολλές δεκαετίες.
Και αυτό είναι κάτι που πραγματικά επιθυμούν οι νέοι Έλληνες, γιατί όπως γνωρίζουμε και όπως συζητήσαμε νωρίτερα, οι Έλληνες είναι απίστευτα επιτυχημένοι ως καινοτόμοι και ως δημιουργοί επιχειρήσεων στο εξωτερικό. Γιατί να μην συμβαίνει αυτό και στην Ελλάδα; Αυτό είναι το προσωπικό μου πάθος, το προσωπικό μου όραμα. Ίσως επειδή πέρασα το μεγαλύτερο μέρος της επαγγελματικής μου καριέρας στο χώρο του venture capital πριν ασχοληθώ με την πολιτική. Μου φαίνεται τώρα ότι επιτέλους ήρθε η στιγμή για κάτι που ήλπιζα να συμβεί πριν από 15 χρόνια, όταν η ελληνική κοινωνία ίσως δεν ήταν έτοιμη. Νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό να ξεκινήσουμε να διδάσκουμε επιχειρηματικότητα στα σχολεία. Είναι συναρπαστική εμπειρία κάθε φορά που έφηβοι εμπλέκονται σε καινοτόμα έργα, εικονικές επιχειρήσεις ή διαγωνισμούς ρομποτικής. Είναι συναρπαστικό το γνήσιο ταλέντο και ο ενθουσιασμός που αναδύεται μέσω αυτών των διαδικασιών.
Και θεωρώ πως η νέα γενιά είναι εξαιρετικά ταλαντούχα. Και με το που μπαίνει στο ελληνικό πανεπιστήμιο, εμείς θα πρέπει να μεριμνήσουμε -όπως επισημάνατε- ώστε τα πανεπιστήμια να είναι περισσότερα συνδεδεμένα με την πραγματική ζωή και την πραγματική επιχειρηματικότητα. Και για όσους δεν πάνε στο πανεπιστήμιο, θα πρέπει να φροντίσουμε να τους παράσχουμε τεχνική εκπαίδευση ώστε να μπορούν να γίνουν πετυχημένοι επαγγελματίες, να καινοτομούν και να δημιουργούν επιχειρήσεις. Σε ό,τι αφορά την τεχνολογία, γνωρίζουμε ότι τα δημόσια πανεπιστήμιά μας βγάζουν απίστευτα ταλαντούχους απόφοιτους με πολύ καλή εκπαίδευση. Για το λόγο αυτό πολλές ξένες επιχειρήσεις επιθυμούν να δραστηριοποιηθούν στην Ελλάδα, να δημιουργήσουν κέντρα καινοτομίας εδώ, γιατί γνωρίζουν ότι μπορούν να αξιοποιήσουν μια δεξαμενή ανθρωπίνου δυναμικού, που είναι εργατικό, φιλόδοξο και πολύ πολύ ταλαντούχο.
Αυτό συμβαίνει όχι μόνο στην Αθήνα, αλλά και στη Θεσσαλονίκη, στα Ιωάννινα, στα Χανιά. Συμβαίνει σε πόλεις με πανεπιστήμια με ισχυρό τεχνικό υπόβαθρο. Και νομίζω ότι αυτό είναι εξαιρετικά ενθαρρυντικό. Και φυσικά υπάρχουν πολλοί άλλοι τρόποι που πρέπει να προωθήσουμε ώστε να ενισχύσουμε την καινοτομία. Αγαπητέ Δημήτρη, ως Πρόεδρος του ΣΕΒ, γνωρίζεις ότι οι επιχειρήσεις θα πρέπει να επενδύσουν περισσότερο σε Έρευνα και Ανάπτυξη (R&D) καθώς μεγάλο μέρος της καινοτομίας στηρίζεται στον ιδιωτικό τομέα. Και φυσικά δίνουμε επιπλέον φορολογικά κίνητρα σε ιδιωτικές επιχειρήσεις ώστε να αυξήσουν τις επενδύσεις του σε R&D. Και φυσικά, πρέπει να ενισχύσουμε τη δημόσια χρηματοδότησή μας για έρευνα, δημιουργώντας προηγμένα τεχνολογικά κέντρα. Με τον Υφυπουργό Ανάπτυξης αρμόδιο για την έρευνα και την τεχνολογία, προωθούμε ένα πολύ φιλόδοξο έργο. Πήραμε ένα εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο που βρίσκεται στην Πειραιώς με στόχο να δημιουργήσουμε έναν πραγματικό κόμβο καινοτομίας στην Αθήνα που θα προάγει την έρευνα και τις δραστηριότητες νεοφυών επιχειρήσεων.
Προφανώς δεν πρόκειται για ένα έργο real estate, αλλά για μια ευκαιρία να δημιουργήσουμε ένα συγκεντρωμένο οικοσύστημα που θα προάγει την καινοτομία. Και φυσικά πρέπει να επιτρέψουμε στα πανεπιστήμια, στα δημόσια πανεπιστήμια, να συνεργαστούν με τον ιδιωτικό τομέα και να συνάψουν δεσμούς, που στο παρελθόν δυστυχώς πολλοί αντιμετώπιζαν με καχυποψία. Κάτι που αποτελεί έναν πολύ διαστρεβλωμένο τρόπο προσέγγισης της ανώτατης εκπαίδευσης και του πώς θα πρέπει να λειτουργεί.
Και φυσικά δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι η καινοτομία, όπως επισημάνατε, δεν αφορά μόνο την τεχνολογία. Μπορεί να υπάρξουν και εξαιρετικά καινοτόμες εταιρείες που απλώς επανεφευρίσκουν βασικά επιχειρηματικά μοντέλα. Πιθανότατα να υπάρξει ένα τεχνολογικό στοιχείο σε οποιαδήποτε καινοτομία, αλλά αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι πρέπει να υπάρχει μια πατέντα ή κάποιου είδους εφεύρεση. Είτε σε όρους hardware είτε σε όρους software. Σημαίνει επίσης χρήση των υπαρχόντων εργαλείων με διαφορετικό τρόπο.
Επομένως πιστεύω πως οι ευκαιρίες είναι εξαιρετικά σημαντικές. Αυτό που εκτιμώ περισσότερο είναι η όλη συζήτηση που προέρχεται από το οικοσύστημα των νεοφυών επιχειρήσεων καθώς και τον αριθμό των ανθρώπων που – αντί να αναζητήσουν δουλειά – πιθανότατα στον δημόσιο τομέα, κάτι που συνέβαινε πριν από 10, 15 χρόνια, τώρα σκέφτονται να γίνουν επιχειρηματίες, να καινοτομήσουν. Δεν λέω πως δεν χρειαζόμαστε το ταλέντο και στον δημόσιο τομέα. Θα χρειαζόμαστε πάντα ταλέντα και στον δημόσιο τομέα. Και θα επιδιώκουμε να γίνεται η πρόσληψή τους στον δημόσιο τομέα με απόλυτα αξιοκρατικές διαδικασίες. Αλλά αυτή η φιλοδοξία, ότι μπορεί κανείς να κάνει τα πάντα, αν δημιουργήσει μια start-up από την Ελλάδα, είναι κάτι που βλέπω για πρώτη φορά και ειλικρινά είναι απίστευτα ενθαρρυντικό και εξαιρετικά αισιόδοξο.
Δημήτρης Παπαλεξόπουλος: Έχετε ανοίξει, μέσω της απάντησής σας, μια σειρά περαιτέρω ερωτήσεων και εάν μας επιτρέπετε θα παραμείνουμε στην καινοτομία για λίγο περισσότερο. Επιτρέψτε μου ίσως να εστιάσω λίγο περισσότερο στην εκπαίδευση και τις δεξιότητες. Νομίζω, όπως επισημάνατε, τα πανεπιστήμια μας έχουν μια μακρά, θετική παράδοση στους ζωτικούς τομείς της επιστήμης, της τεχνολογίας, της μηχανικής και των μαθηματικών (STEM). Ωστόσο, σε μια χώρα σήμερα, όπου το 42% των νέων έχουν πανεπιστημιακή εκπαίδευση και η ανεργία υπερβαίνει το 15%, πάνω από το ένα τρίτο των ελληνικών εταιρειών μας λένε καθημερινά ότι δυσκολεύονται να βρουν τους κατάλληλους ανθρώπους να προσλάβουν.
Πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αυτή την προφανή αντίφαση; Απαιτεί την αύξηση των γνώσεων στο πεδίο της επιστήμης δεδομένων και τον εκσυγχρονισμό του προγράμματος των σπουδών μας στους τομείς της επιστήμης, της τεχνολογίας, της μηχανικής και των μαθηματικών (STEM); Αφορά τη δυνατότητα αναβάθμισης της γνώσης; Ή μήπως αφορά περισσότερο τα λεγόμενα soft skills του 21ου αιώνα: δημιουργικότητα, επικοινωνία, συνεργασία, κριτική σκέψη, που θεωρούνται όλο και περισσότερο βασικά συστατικά της σύγχρονης εκπαίδευσης; Θα μπορούσατε να μοιραστείτε μερικές ακόμη σκέψεις σχετικά με το τι πρέπει να κάνουμε στο κομμάτι της εκπαίδευσης και της αναβάθμισης της;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Νομίζω ότι είναι πιθανώς και τα δύο. Υπάρχουν πολλά πράγματα που πρέπει ακόμη να κάνουμε όσον αφορά το δημόσιο σύστημα εκπαίδευσης. Βασικά ξεκινώντας από το νηπιαγωγείο, κοιτάζοντας τον τρόπο λειτουργίας των σχολείων μας, το πρόγραμμα σπουδών, τον τρόπο με τον οποίο διδάσκουμε στα παιδιά μας εκείνες τις δεξιότητες που γνωρίζουμε ότι είναι τόσο σημαντικές στον 21ο αιώνα και, στη συνέχεια, τι είναι αυτό που πραγματικά μαθαίνουν στο πανεπιστήμιο; Πώς επιλέγουν, πραγματικά, τι να σπουδάσουν; Θεωρώ ότι αυτό είναι ύψιστης σημασίας. Και μία από τις νομοθετικές αλλαγές που εισαγάγαμε στον πρόσφατο νόμο που ψηφίσαμε για την τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι ακριβώς αυτό που εξετάζει, ίσως ενθαρρύνοντας τους νέους ηλικίας 17-18 ετών να περιορίσουν ελαφρώς την επιλογή των Σχολών για τις οποίες καταθέτουν αίτηση, για να έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να σπουδάσουν κάτι που τους ενδιαφέρει πραγματικά και το αγαπούν.
Δεν πιστεύω στην αξία ενός πτυχίου απλώς και μόνο για την απόκτηση ενός πτυχίου πανεπιστημίου εάν καταλήξετε να σπουδάσετε κάτι για το οποίο έχετε μηδενικό ενδιαφέρον. Και γνωρίζουμε επίσης ότι το ποσοστό των φοιτητών που εγκαταλείπουν, οι φοιτητές που δεν αποφοιτούν αν καταλήξουν σε μια Σχολή για την οποία απλά δεν ενδιαφέρονται για το τι σπουδάζουν, είναι υψηλό.
Πρέπει λοιπόν να εξετάσουμε ουσιαστικά τον ανασχεδιασμό ολόκληρου του εκπαιδευτικού μας συστήματος ξεκινώντας από τα σχολεία μας. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο αυτα τα soft skills, τα οποία αρχίζουμε να εισάγουμε δοκιμαστικά στο πρόγραμμα σπουδών μας είναι τόσο σημαντικά. Η εκπαίδευση δεν αφορά πλέον την απομνημόνευση της γνώσης. Οποιαδήποτε πληροφορία είναι διαθέσιμη ελεύθερα. Είναι πια ζήτημα κριτικής σκέψης και μάθησης τού πώς να εκφράζεις τον εαυτό σου, μάθησης τού πώς να γράφεις, να συνεργάζεσαι, να μπορείς να ξεπερνάς τις δυσκολίες, να προσαρμόζεσαι στις εξελίξεις.
Και όλα αυτά είναι δεξιότητες που πρέπει να διδάξουμε στα παιδιά μας, ξεκινώντας από τα σχολεία μας.
Προφανώς διδάσκουμε τα παιδιά μας και στο σπίτι, αλλά πρέπει να διδάσκουμε αυτές τις δεξιότητες στο σχολείο. Και αυτό απαιτεί μια θεμελιώδη επανεκτίμηση του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος. Και θα πάρει χρόνο. Αυτές δεν είναι εύκολες αλλαγές. Και όταν πρόκειται για τα πανεπιστήμια μας, αλλά και τα σχολεία, η αξιολόγηση είναι προφανώς ιδιαίτερα σημαντική. Έχω υπάρξει απολύτως ειλικρινής όταν ανέφερα στα πανεπιστήμια μας ότι ένα συγκεκριμένο τμήμα της χρηματοδότησης θα συνδεθεί με την ανεξάρτητη αξιολόγηση της απόδοσής τους.
Και φυσικά υπάρχουν πτυχές και τομείς όπου γνωρίζουμε ότι θα υπάρξει μεγαλύτερη ζήτηση όπως οι επιστήμες δεδομένων, οι οποίες προφανώς πρέπει να ενισχυθούν περαιτέρω και πρέπει να αυξήσουμε τις δυνατότητές μας σε αυτούς τους τομείς.
Φυσικά, υπάρχει και το ζήτημα της δια βίου κατάρτισης, της απόκτησης δεξιοτήτων μετά το πανεπιστήμιο, της επανεκπαίδευσης, αυτού που ονομάζουμε «upskilling» ή «reskilling», όπου ο ιδιωτικός τομέας μπορεί επίσης να δώσει προστιθέμενη αξία. Πώς μετατρέπεις έναν απόφοιτο STEM, ο οποίος μπορεί να έχει σπουδάσει μαθηματικά, σε προγραμματιστή και τι είδους πρόσθετη εκπαίδευση και πιστοποίηση μπορείτε να δώσεις σε ένα τέτοιο άτομο, με στόχο να χρησιμοποιήσεις τις βασικές επιστημονικές γνώσεις του σε μια πιο παραγωγική κατεύθυνση;
Και πρέπει να επισημάνω ότι υπάρχουν επίσης, σημαντικά ευρωπαϊκά κονδύλια μέσω αυτού που αποκαλούμε Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας που σκοπεύουμε να κατευθύνουμε σε αυτήν την προτεραιότητα της ενίσχυσης του εργατικού μας δυναμικού και της διασφάλισης, ότι ειδικά οι νέοι μας -αλλά και πολίτες με σημαντική εργασιακή εμπειρία- μπορούν να αποκτήσουν νέες δεξιότητες που θα αυξήσουν την πιθανότητα να οδηγηθούν σε μια επιτυχημένη, επαγγελματική σταδιοδρομία.
Δημήτρης Παπαλεξόπουλος: Κύριε πρωθυπουργέ, επειδή ρίξατε το γάντι στον ιδιωτικό τομέα, δικαιολογημένα, για δύο ζητήματα: τόσο την ανεπαρκή Έρευνα και Ανάπτυξη, όσο και έμμεσα για τη μη επαρκή επένδυση στην αναβάθμιση των δεξιοτήτων των εργαζομένων, δηλαδή την επένδυση στην ανάπτυξη των δυνατοτήτων των εργαζομένων. Και πιστεύω ότι τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν σαφώς ότι έχετε δίκιο, και αυτός είναι ένας τομέας ευθύνης στον οποίο πρέπει να εργαστούμε ως εταιρείες, ως ιδιωτικός τομέας.
Τούτου λεχθέντος, αυτό αποτελεί μια συχνή αντανάκλαση της δομής της ελληνικής οικονομίας. Έτσι, το 62% του εργατικού δυναμικού απασχολείται από μικρές εταιρείες. Ή αν κοιτάξουμε αντίστροφα, μόνο το 12% του ελληνικού εργατικού δυναμικού απασχολείται σε εταιρείες άνω των 250 ατόμων το καθένα, έναντι 33% στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το ερώτημα λοιπόν είναι -προφανώς δεν είναι εύκολο- πώς μπορούμε να αλλάζουμε τη δομή; Για να αυξηθεί ο αριθμός των εταιρειών που διαθέτουν την κρίσιμη μάζα να ανταγωνιστούν διεθνώς, να επενδύσουν σε Έρευνα και Ανάπτυξη, να αναπτύξουν τις δυνατότητες των εργαζομένων;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Ναι, χρειαζόμαστε μεγαλύτερες εταιρείες και υπάρχουν δύο τρόποι για να αναπτύξουμε μια εταιρεία. Ο ένας είναι να αναπτυχθεί «οργανικά», πράγμα που είναι πραγματικά θέμα της εταιρείας, ο άλλος τρόπος είναι να αναπτυχθεί μέσω συνεργασιών, συγχωνεύσεων και εξαγορών. Και ίσως χρειαζόμαστε ένα πακέτο για να κάνουμε αυτούς τους τύπους συναλλαγών πιο ελκυστικούς, προκειμένου να φτάσουμε στην απαραίτητη κλίμακα.
Ωστόσο, μπορεί να πάω αντίθετα στο ρεύμα και να υποστηρίξω ότι μερικές φορές το μικρό μπορεί επίσης να είναι πετυχημένο, με την έννοια ότι μπορείς να δεις εταιρείες, οι οποίες μπορεί να είναι μικρές – για παράδειγμα, ένα μικρό άνετο οικογενειακό ξενοδοχείο που επικεντρώνεται στη βιωσιμότητα και προσφέροντας πραγματική ποιότητα στους επισκέπτες του – να είναι μια πολύ επιτυχημένη επιχείρηση από μόνο του.
Έτσι, δεν σημαίνει ότι όλες οι εταιρείες εξ ορισμού πρέπει να είναι μεγάλες για να είναι επιτυχημένες. Για παράδειγμα, δείτε την εμπειρία της πανδημίας, που παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον. Πολλές μικρότερες εταιρείες, που γνώριζαν πραγματικά τους πελάτες τους, περιφερειακά καταστήματα, αν τους δώσεις τα σωστά εργαλεία, στην πραγματικότητα ίσως προσαρμόστηκαν πιο εύκολα από τις μεγαλύτερες εταιρείες, που συνδέονταν με περίπλοκες αλυσίδες εφοδιασμού.
Άρα δεν είναι μόνο θέμα κλίμακας στην ελληνική οικονομία. Υπάρχουν εταιρείες και επιχειρήσεις που μπορεί να είναι πολύ επιτυχημένες και να παρέχουν ένα πολύ αξιοπρεπές εισόδημα στους ιδιοκτήτες και τους υπαλλήλους τους, παραμένοντας σχετικά μικρές. Για παράδειγμα, ένα ποιοτικό εστιατόριο, ίσως να μην μπορεί ποτέ να αναπτυχθεί περισσότερο, γιατί αυτό μπορεί να κάνει ένας καλός σεφ.
Υπάρχει όμως και η άλλη πτυχή, ότι σαφώς σε τομείς όπως η μεταποίηση, όπου μπορούμε να κάνουμε πολύ περισσότερα για να τους αναβαθμίσουμε, πρέπει να είμαστε σίγουροι ότι παρέχουμε το σωστό πλαίσιο για κίνητρα για να αναπτυχθούν οι εταιρείες. Και μερικές φορές αυτή η ανάπτυξη πρέπει να έρθει όχι μόνο οργανικά, αλλά μέσω συγχωνεύσεων, ίσως με την αποδοχή ιδιωτικών κεφαλαίων για επενδύσεις στην εταιρεία. Και ίσως κάποτε ο ιδιοκτήτης μιας εταιρείας, μπορεί να επιλέξει να έχει μικρότερο μερίδιο σε μια μεγαλύτερη εταιρεία από ένα μεγαλύτερο μερίδιο σε μια μικρότερη εταιρεία. Και γνωρίζοντας την ψυχοσύνθεση των Ελλήνων επιχειρηματιών ξέρετε ότι αυτό δεν είναι πάντα εύκολο να γίνει αποδεκτό.
Κωστάντζα Σμπώκου-Κωνσταντακοπούλου: Πώς μπορεί η Ελλάδα να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες για διεθνείς συνεργασίες όπως αυτές με την Pfizer, τη Microsoft, την Amazon. Με άλλα λόγια, πώς μπορεί η Ελλάδα να γίνει ένας περιφερειακός κόμβος καινοτομίας;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Πιστεύω ότι ήδη συμβαίνει και συμβαίνει επειδή όλες αυτές οι εταιρείες εξέτασαν πολύ προσεκτικά την περίπτωση της Ελλάδας, συνέκριναν την ευκαιρία να επενδύσουν στην Ελλάδα με την ευκαιρία να επενδύσουν σε άλλες χώρες και αποφάσισαν ότι αξίζει να επενδύσουν στην Ελλάδα. Και για πολλές από αυτές τις εταιρείες, αυτό θα ήταν κάτι αδιανόητο πριν από λίγα χρόνια. Υπάρχουν διάφοροι λόγοι για τους οποίους συμβαίνει αυτό. Νομίζω ότι αυτές οι μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες αισθάνονται άνετα με μια κυβέρνηση- δεν μου αρέσει να χρησιμοποιώ απαραίτητα τον όρο φιλική προς το επιχειρείν- αλλά μια κυβέρνηση που είναι αξιόπιστη και τηρεί το λόγο της και δεσμεύεται να κάνει τη “ζωή” των ξένων επενδυτών ευκολότερη. Και φυσικά, όπως συζητήσαμε, πιστεύω ότι εκτίμησαν τα εγγενή ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της χώρας, όπως η πρόσβαση στο ανθρώπινο κεφάλαιο, που είναι πολύ σημαντική. Επομένως, μερικές φορές απλά χρειάζονται, κάποιες μεγάλες επενδύσεις για να ενεργοποιηθεί αυτό που αποκαλούμε το φαινόμενο της χιονοστιβάδας (snowball effect) και να γίνεις πραγματικά μέρος του διεθνούς χάρτη των επενδύσεων.
Επομένως, πιστεύω ότι αυτό ήδη συμβαίνει στην Ελλάδα. Οι επενδυτές κοιτάζουν προς την Ελλάδα για επενδύσεις, όχι απαραίτητα αποκλειστικά σε αυτούς τομείς όπου παραδοσιακά ήθελαν να επενδύσουν στη χώρα, όπως ο τουρισμός. Κοιτάξτε το παράδειγμα της Pfizer. Δημιούργησε ένα μεγάλο data center στη Θεσσαλονίκη. Και δεν αποτελεί το μοναδικό παράδειγμα επιχείρησης που επιδιώκει να επενδύσει στην επιστήμη των δεδομένων και να απασχολεί ταλαντούχους Έλληνες και πληρώνοντας καλούς μισθούς. Η Pfizer είναι μόνο ένα παράδειγμα εταιρείας που το έχει κάνει αυτό. Θα υπάρξουν πολλές ευκαιρίες και για άλλες εταιρείες να στρέψουν το ενδιαφέρον τους στην Ελλάδα. Άλλες εταιρείες μπορεί να βλέπουν την Ελλάδα ως περιφερειακό κόμβο για να προσφέρουν κοινές υπηρεσίες (shared services), αυτό που κάποτε αποκαλούσαμε υπηρεσίες υποστήριξης, λόγω της εξαιρετικής συνδεσιμότητας της Ελλάδας.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Ελλάδα είναι κεντρικά τοποθετημένη από την άποψη ότι βρίσκεται κοντά στα Βαλκάνια, κοντά στη Μέση Ανατολή, είναι πιο κοντά από άλλες χώρες στην Ανατολική Αφρική, είναι πιο κοντά στην Ινδία, η οποία στο μυαλό μου είναι μια νέα εντελώς ανεκμετάλλευτη αγορά για ελληνικές εταιρείες, αλλά και για επενδυτές από την Ινδία που θα μπορούν να έρθουν στην Ελλάδα. Επομένως, η γεωγραφική μας θέση είναι ένα μεγάλο πλεονέκτημα για την προσέλκυση εταιρειών που θέλουν να δημιουργήσουν μια περιφερειακή έδρα. Αυτό, επίσης, αρχίζει ήδη να συμβαίνει.
Δημήτρης Παπαλεξόπουλος: Υπάρχουν κι εκείνοι που ανησυχούν ότι υπάρχει ο κίνδυνος το οικονομικό κόστος της πανδημίας να αμβλύνει την προθυμία της κυβέρνησής σας να προωθήσει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Τι τους απαντάτε και σε ποιες μεταρρυθμίσεις δίνετε προτεραιότητα για να προσελκύσετε άμεσες ξένες επενδύσεις;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Πρώτα απ ‘όλα, θα έλεγα σε όσους ανησυχούν για τον κίνδυνο να παρεκκλίνουμε από τη μεταρρυθμιστική μας πορεία να κοιτάξουν τα πεπραγμένα μας. Περάσαμε περισσότερους από 150 νομους από τότε που αναλάβαμε την εξουσία, πολλοί από τους οποίους αφορούν ακριβώς την προεκλογική μας δέσμευση να αλλάξουμε δραστικά τη χώρα και πολλοί επίσης σχετίζονται με την προτεραιότητα που δίνουμε στην προσέλκυση επενδύσεων, εγχώριων και ξένων, στην Ελλάδα. Επομένως, σε καμία περίπτωση η πανδημία δεν μας έχει εκτροχιάσει από το πρωταρχικό μας μέλημα. Ασφαλώς, όλες οι χώρες πλήττονται από μια σημαντική ύφεση που ήλθε το 2020. Αλλά αυτό είναι ένα συστημικό σοκ για όλες τις οικονομίες.
Και είναι βέβαιο, οπως συζητήσαμε, ότι η πανδημία μπορεί να προσφέρει στην Ελλάδα ευκαιρίες να παρουσιάσει μια νέα εικόνα στο εξωτερικό, και επίσης ανοίγει νέους δρόμους για ευκαιρίες που δεν υπήρχαν πριν από την πανδημία. Αλλά γνωρίζουμε τι είναι αυτό που πραγματικά εξετάζουν οι ξένοι επενδυτές: ένα σταθερό πολιτικό περιβάλλον. Και νομίζω ότι μπορούμε να το εγγυηθούμε. Έχουμε την απόλυτη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο, μπορούμε να πάρουμε αποφάσεις γρήγορα, δεν χρειάζεται να εμπλακούμε σε συζητήσεις μεταξύ μελών ενός κυβερνητικού συνασπισμού. Νομίζω ότι αυτό είναι ένα πλεονέκτημα για τη χώρα σε αυτό το δεδομένο σημείο.
Βρισκόμαστε σχεδόν στα μισά της θητείας μας. Παρουσιάζουμε ιδιαίτερα καλή εικόνα στις δημοσκοπήσεις, πράγμα που σημαίνει ότι, παρά τις δυσκολίες, οι Έλληνες αναγνωρίζουν ότι οδηγούμε τη χώρα προς τη σωστή κατεύθυνση. Και φυσικά αν εξετάσετε το ζήτημα υπό το πρίσμα του λεγόμενου «πολιτικού ρίσκου», που αποτελεί ένα σημαντικό θέμα, αλλά και της πολιτικής σταθερότητας, το γεγονός ότι η χώρα δεν θεωρείται πια η εξαίρεση στην Ευρώπη, δεν θεωρείται το “προβληματικό παιδί”, αυτό είναι κάτι πολύ, πολύ σημαντικό. Η Ελλάδα πετυχαίνει πλέον πράγματα στην Ευρώπη που υπερβαίνουν τα τυπικά της χαρακτηριστικά. Τώρα κανείς δεν μιλάει στην Ελλάδα ή για την Ελλάδα στο πλαίσιο της δικής μας ανάγκης να αντιμετωπίσουμε (τότε) μια κρίση χρέους ή της μη υλοποίησης μεταρρυθμίσεων.
Όλα αυτά τα έχουμε αφήσει πίσω. Και συνέβη πολύ, πολύ γρήγορα, και είναι ιδιαίτερα σημαντικό για την Ελλάδα γιατί ξέρετε, πόσο αρνητική δημοσιότητα είχαμε για σχεδόν μια δεκαετία. Επομένως, αυτή η αλλαγή της εικόνας έγινε πολύ γρήγορα και νομίζω ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τη χώρα στο σύνολό της. Επίσης υπάρχει το ζήτημα του ρυθμιστικού πλαισίου. Την ώρα που μιλάμε, είμαι βέβαιος ότι το γνωρίζετε, περνάμε ένα νέο νομοθετικό πλαίσιο για τις δημόσιες συμβάσεις, σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές οδηγίες, απλοποιώντας θέματα που αφορούν στις δημόσιες συμβάσεις, γιατί η διαδικασία ήταν πολύ περίπλοκη και πολύ δύσκολη για τις εταιρείες που συμμετείχαν σε διαγωνισμούς.
Έχουμε κάνει σημαντική δουλειά όσον αφορά τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης. Παράλληλα, απλοποιούμε ευρύτερα το ρυθμιστικό πλαίσιο σε όλα τα επίπεδα. Καταφέραμε να ξεμπλοκάρουμε σημαντικές επενδύσεις, όπως το παλιό αεροδρόμιο του Ελληνικού, που έμοιαζε με γόρδιο δεσμό, κανείς δεν μπορούσε να τον λύσει. Και τώρα όμως προχωράει.
Αν κοιτάξετε τι συμβαίνει στην αγορά ακινήτων στην Ελλάδα, νομίζω ότι είμαστε ακριβώς στην αρχή μιας μακροπρόθεσμης ανοδικής τάσης. Και αν κοιτάξετε επίσης πώς αυτό, όλα αυτά θα αντικατοπτρίζονται στους δείκτες επιχειρηματικότητας, μόλις δημοσιευτούν, νομίζω ότι θα εκπλαγούμε πολύ ευχάριστα. Και προφανώς αυτά είναι δεδομένα που πολλοί διεθνείς επενδυτές εξετάζουν όταν αποφασίζουν πού να επενδύσουν.
Και ασφαλώς, για να ολοκληρώσουμε από εκεί που ξεκινήσαμε, υπάρχουν πολλοί Έλληνες της διασποράς που συμβάλλουν και ενισχύουν αυτή τη θετική ιστορία. Και είναι σημαντικό η θετική ιστορία για τη χώρα να ειπωθεί στο εξωτερικό. Και πιστεύω ότι όποιος θέλει το καλό της χώρας χαίρεται όταν η χώρα τα πάει καλά. Και λυπάται όταν η χώρα δεν τα πηγαίνει καλά. Αφήνοντας εντελώς απέξω τις πολιτικές προτιμήσεις, πιστεύω ότι υπάρχουν λόγοι για να πιστέψουμε ειλικρινά, ανεξάρτητα από το τι ψηφίζει ο καθένας (μερικές φορές οι Έλληνες που ζουν στο εξωτερικό έχουν πολύ πιο ξεκάθαρη οπτική για το τι συμβαίνει στην Ελλάδα από όσους εμπλέκονται υπερβολικά στην πολιτική με όρους κομμάτων), ότι αν κοιτάξει κανείς αντικειμενικά την Ελλάδα από το εξωτερικό, η χώρα κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση.
Κωστάντζα Σμπώκου-Κωνσταντακοπούλου: Από το δίκτυο Endeavour Greece είδαμε δύο πρωτοφανείς εξαγορές πέρυσι, η Microsoft απέκτησε τη Softomotive και η Delivery Hero απέκτησε την InstaShop. Ταυτόχρονα, η κυβέρνησή σας έχει εισαγάγει πολλά προγράμματα παροχής κινήτρων για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας ως τόπου διαμονής και εργασίας. Αναφέρατε πριν, φορολογικές ελαφρύνσεις για επιχειρηματίες και εργαζόμενους που επιθυμούν να μετεγκατασταθούν, φορολογικά οφέλη για συνταξιούχους από το εξωτερικό, το πρόγραμμα non-dom και πιο πρόσφατα ένα καθεστώς για την ίδρυση εταιρειών διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων στην Ελλάδα, στο οποίο -εάν μου επιτρέπετε- υπάρχει περιθώριο βελτίωσης προκειμένου να είναι διεθνώς πιο ανταγωνιστικό. Άρα, η Ελλάδα βρίσκεται στο επίκεντρο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος, έχοντας την προοπτική για μια ευημερούσα οικονομία. Πώς μπορούμε να κάνουμε την Ελλάδα ένα σημαντικό προορισμό για τεχνολογικές επενδύσεις; Με άλλα λόγια, πιο γενικά, ποιο είναι το αφήγημα κύριε Πρωθυπουργέ;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Πιστεύω οι επιτυχίες που παραθέσατε είναι πολύ σημαντικές ώστε να δείξουμε στον περιβάλλον της παγκόσμιας τεχνολογίας ότι υπάρχουν ευκαιρίες στην Ελλάδα που αξίζει κανείς να εξετάσει και πιθανώς να επενδύσει σε αυτές. Γνωρίζετε πώς λειτουργεί ένα δυναμικό οικοσύστημα στον χώρο της τεχνολογίας. Πιστεύω ότι έχουμε τις βάσεις για να το κάνουμε αυτό, να προσελκύσουμε περισσότερα κεφάλαια και να διασφαλίσουμε ότι εταιρείες αναδύονται στην Ελλάδα.
Ευελπιστώ ότι οι επιτυχημένες ελληνικές εταιρείες τεχνολογίας δεν θα εστιάσουν μόνο στην ελληνική αγορά, η ελληνική αγορά είναι η αφετηρία, ο ανταγωνισμός εκτυλίσσεται σε μια παγκόσμια αγορά, αλλά αυτό που θέλουμε είναι να ξεκινήσουν στην Ελλάδα και να διατηρήσουν σημαντική παρουσία στην Ελλάδα, προκειμένου να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας στην Ελλάδα και να προσφέρουν ευκαιρίες απασχόλησης.
Ίσως σε κάποιο σημείο να χρειαστεί να μετακινηθούν στο εξωτερικό και να εγκαταστήσουν την έδρα τους κάπου αλλού. Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα εάν αυτό πρέπει να γίνει προκειμένου να αναπτυχθούν, αλλά θέλουμε να διατηρήσουν τις ελληνικές τους ρίζες.
Αλλά νομίζω ότι υπάρχει και μια άλλη πτυχή του τεχνολογικού οικοσυστήματος που αξίζει να εξερευνηθεί, οι αποκαλούμενοι ψηφιακοί νομάδες, άτομα που μπορούν κυριολεκτικά να εργαστούν από οπουδήποτε, μερικές φορές είναι αυτοαπασχολούμενοι ή εργάζονται σε μικρές ομάδες. Η πανδημία έχει αποδείξει ότι μπορείς πραγματικά να εργαστείς από οπουδήποτε, όπως συζητήσαμε προηγουμένως. Και αυτοί οι άνθρωποι, ήδη τους βλέπουμε να εξετάζουν την Ελλάδα, να περνούν περισσότερο χρόνο στην Ελλάδα, επενδύοντας σε ακίνητα, επενδύοντας πιθανώς στη δημιουργία μιας μικρής νομικής βάσης ώστε να δραστηριοποιηθούν. Εδώ έχουμε μια ακόμη πολύ σημαντική «αγορά» που πρέπει να κοιτάξουμε, επειδή η φύση της εργασίας αλλάζει.
Και εκεί, νομίζω, έχουμε ένα μοναδικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, που είναι ένας συνδυασμός της ποιότητας ζωής -που είναι πολύ σημαντική και θα γίνει ακόμη πιο σημαντική- της εξαιρετικής συνδεσιμότητας -είμαστε μια από τις πρώτες χώρες που ξεκίνησαν διαγωνισμό για τα δίκτυα 5G- μίας ασφαλούς χώρας. Η πανδημία απέδειξε παρά την κριτική ότι έχουμε ένα καλό σύστημα υγειονομικής περίθαλψης. Και στην πραγματικότητα δεν χρειάζεται να εργάζεσαι στην Αθήνα. Μπορεί κανείς να δουλέψει από ένα νησί, από ένα ωραίο ορεινό χωριό και να είναι πολύ χαρούμενος, να έχει μία ζωή που τον γεμίζει, συμβάλλοντας παράλληλα στην ελληνική οικονομία. Άρα αυτή είναι μία σημαντική, πτυχή της τεχνολογικής βιομηχανίας στην οποία πρέπει επίσης να επικεντρωθούμε.
Δημήτρης Παπαλεξόπουλος: Ποιο είναι το αποχαιρετιστήριο μήνυμα στους 10.000 ανθρώπους που εγγράφηκαν ήδη και παρακολουθούν το «Innovative Greeks»;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Να συνεχίσετε να είστε συνδεδεμένοι με τη χώρα, παρακολουθήστε ό,τι συμβαίνει στην Ελλάδα, αναζητήστε ευκαιρίες στην Ελλάδα, βοηθήστε μας να αλλάξουμε τη χώρα συμβάλλοντας στην επιτυχία της Ελλάδας. Και όπως συζητήσαμε, υπάρχουν πολλοί τρόποι να το κάνουμε αυτό. Μερικοί από εσάς θα επιλέξετε να επιστρέψετε στην Ελλάδα για το επόμενο κεφάλαιο της ζωής σας. Αλλά για όσους από εσάς θα επιλέξετε να ζήσετε στο εξωτερικό, διατηρήστε πάντα το ενδιαφέρον για το τι συμβαίνει στην Ελλάδα.
Και όπως επεσήμανε ο Δημήτρης, υπάρχουν πολλοί, πολλοί τρόποι να βοηθήσουμε πραγματικά τη χώρα και να γίνουμε μέρος της επιτυχίας αυτού που προσπαθούμε να κάνουμε. Και πάλι αν μπορούσαμε να μετατρέψουμε τους «Έλληνες που καινοτομούν» στην «Ελλάδα που καινοτομεί », θα ήταν τεράστια επιτυχία. Και νομίζω ότι θα ήμασταν όλοι πολύ, πολύ χαρούμενοι και πολύ περήφανοι αν το πετυχαίναμε.