Δευτερολογία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή κατά τη συζήτηση που ζήτησε, σύμφωνα με το άρθρο 142Α του Κανονισμού της Βουλής, με αντικείμενο την ενημέρωση του Σώματος για την ποιότητα της Δημοκρατίας και του Δημοσίου Διαλόγου
Διέκρινα, κ. Τσίπρα, αρκετά χαμόγελα κάτω από την μάσκα σας όταν μιλούσε ο κ. Βαρουφάκης. Εσείς τον είχατε Υπουργό, εσείς τον είχατε Υπουργό έξι μήνες. Και ειλικρινά, κ. Βαρουφάκη, δεν ξέρω πότε είστε χειρότερος, όταν μιλάτε εντός ή εκτός κειμένου. Αυτό θα το κρίνουν φαντάζομαι αυτοί οι οποίοι μας ακούν.
Δεν μπορώ βέβαια, μέσα στην πολεμική την οποία εκτοξεύσατε για το lifestyle της σύγχρονης καπιταλιστικής κοινωνίας, να μη θυμηθώ αυτήν την πολύ ωραία συνέντευξη που είχατε δώσει στο «Paris Match» με θέα την Ακρόπολη, γιατί φαντάζομαι αυτή δεν εμπίπτει καθόλου στη λογική του lifestyle την οποία επικαλείστε.
Πρέπει να σας πω ότι ακούγοντας προσεκτικά τις ομιλίες όλων των πολιτικών αρχηγών, θεωρώ ότι η συζήτηση δεν τοποθετήθηκε στο σωστό της πλαίσιο. Τουλάχιστον τρεις πολιτικοί αρχηγοί ήρθαν σήμερα στη Βουλή για να κάνουν μία ομιλία τελείως γενική, αναφερόμενοι σε όλες τις τρέχουσες πολιτικές εξελίξεις, από την πανδημία, από το τι συμβαίνει στα πανεπιστήμια μέχρι άλλα θέματα της επικαιρότητας, χωρίς να αφιερώσουν το χρόνο και τη σημασία που αναλογεί στην ουσία του θέματος που ήρθαμε σήμερα να συζητήσουμε.
Θα επανέλθω, λοιπόν, στην ουσία του θέματος και θα επαναλάβω το ερώτημα το οποίο δεν απαντήθηκε από κανέναν πολιτικό αρχηγό, όπως το διατύπωσα στην εισαγωγική μου τοποθέτηση. Γιατί το #Μetoo ξεκίνησε στην Ελλάδα τώρα και όχι πριν από κάποια χρόνια; Γιατί η Σοφία Μπεκατώρου, την οποία όλοι ευχαριστούμε, δεν μίλησε σε μία εκδήλωση τυχαία.
Θα επαναλάβω για ακόμα μία φορά, μίλησε σε μία εκδήλωση οργανωμένη από την κυβέρνηση, από τη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού, με αντικείμενο ακριβώς το ζήτημα του τρόπου με τον οποίον άνθρωποι που έχουν υποστεί αυτού του είδους τις τραυματικές εμπειρίες μπορούν να σπάσουν τη σιωπή τους.
Αυτοί οι άνθρωποι, λοιπόν, οι οποίοι μίλησαν και οι οποίοι μιλούν σήμερα, προφανώς αισθάνονται άνετα να το κάνουν. Εγώ δεν θα αποδώσω, κ. Τσίπρα, σε αυτό κάποια κομματική διάσταση ότι δεν έγινε επί δικών σας ημερών, έγινε επί δικών μας. Ίσως είναι και μία φυσική διαδικασία ωρίμανσης μιας κοινωνίας η οποία ενδεχομένως να παρακολουθεί τις εξελίξεις στο εξωτερικό μετά από κάποια χρόνια.
Μίλησαν όμως αυτοί οι άνθρωποι. Αισθάνθηκαν τη δυνατότητα και την ασφάλεια να πουν την ιστορία τους. Και ο λόγος για τον οποίο δεν έλεγαν την ιστορία τους στο παρελθόν ήταν ακριβώς διότι ήξεραν -μας το είπαν εξάλλου- ότι δεν θα μπορούσαν να ακουστούν, ότι δεν θα είχαν πολιτική στήριξη ή ότι εάν κατέφευγαν στη Δικαιοσύνη υποψιάζονταν ότι δεν θα έβρισκαν το δίκιο τους. Διότι αισθάνονταν αδύναμοι απέναντι στην εξουσία κάποιων ισχυρών. Και αυτό αλλάζει. Και αλλάζει επί αυτής της κυβέρνησης και γι’ αυτό είμαστε πολύ υπερήφανοι.
Όλοι εδώ, σε αυτή την αίθουσα, στέλνουμε το μήνυμα σε αυτούς τους συμπολίτες μας ότι μπορούν πια να μιλήσουν με ασφάλεια. Και νομίζω ότι όλοι καταλαβαίνουμε πόσο δύσκολο είναι για οποιονδήποτε συμπολίτη μας έχει υποστεί ένα τόσο βαρύ τραύμα, να μιλήσει έστω και μετά από πολλά χρόνια, έστω και σε χρονικό διάστημα που οι υποθέσεις είναι νομικά παραγεγραμμένες, να αντιμετωπίσει με αυτό το θάρρος το τεράστιο το οποίο χρειάζεται, τον θύτη του και να πάψει πια να αισθάνεται τις ενοχές μιας συγκάλυψης που στιγμάτισαν ανεξίτηλα τον ψυχικό του κόσμο.
Γι’ αυτό συζητάμε σήμερα και αυτές είναι οι συνθήκες τις οποίες θέλουμε να διαμορφώσουμε στο δημόσιο διάλογο και γι’ αυτό και η κυβέρνηση κατέθεσε μία σειρά από προτάσεις.
Δεν άκουσα τίποτα να λέτε γι’ αυτές τις προτάσεις, απολύτως τίποτα. Η κα Γεννηματά ψέλλισε μία κουβέντα θετικής αποδοχής και κατά τα άλλα ασχολήθηκε μόνο με μία συνολική αποδόμηση του κυβερνητικού έργου. Σας ρωτώ, λοιπόν, έχουμε ένα πλαίσιο εννέα προτάσεων. Μπορούμε να το κάνουμε καλύτερο; Περιμένω τη δική σας ουσιαστική συνεισφορά σε αυτό το δημόσιο διάλογο. Αυτή είναι η ουσία της συζήτησης σήμερα.
Και εν πάση περιπτώσει, όσο και αν προσπαθείτε εδώ να μιλάτε για θεωρίες συγκάλυψης, εγώ θα σας πω ότι το ακριβώς ανάποδο συμβαίνει. Αποκάλυψη υπάρχει τώρα, δεν υπάρχει συγκάλυψη. Για ποια συγκάλυψη επιμένετε να μιλάτε;
Και όταν αναφέρεστε εσείς και τα διάφορα -γιατί είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω λίγο και τον δημόσιο διάλογο κατά τη διάρκεια της συζήτησης- κομματικά σας φερέφωνα, ότι υπάρχει κάποιο «ένοχο μυστικό», μας είπατε υπάρχει ένα «ένοχο μυστικό» το οποίο συνδέει εμένα με την κα Μενδώνη, το οποίο δεν μου επιτρέπει για κάποιο λόγο -τον οποίο εσείς μόνο γνωρίζετε- να την αποπέμψω.
Ποιο είναι αυτό το ένοχο μυστικό, δεν μας το λέτε κιόλας; Για εξηγήστε μας στη δευτερολογία. Και αυτός είναι ο ορισμός της λάσπης, κ. Τσίπρα, να αφήνετε ένα ασαφές υπονοούμενο. Μια ομίχλη, μια θολούρα. «Κάτι συμβαίνει», «κάτι υποψιάζομαι», «κάτι νομίζω», «κάτι άκουσα» αλλά δεν λέω τι είναι.
Σας ρωτώ, λοιπόν, ευθέως: Ποιο είναι το «ένοχο μυστικό» το οποίο συνδέει εμένα με την κα Μενδώνη και δεν μου επιτρέπει να την αποπέμψω; Έχετε τη δυνατότητα λοιπόν στη δευτερολογία σας να απαντήσετε. Τι είναι αυτό; Με κρατάει η κυρία Μενδώνη από κάπου; Και αν με κρατάει από κάπου από πού με κρατάει;
Έτσι γεννιούνται οι τερατολογίες και οι θεωρίες συνωμοσίας στο διαδίκτυο, από κάποιες τέτοιες γενικές αναφορές. «Ήταν φίλος σας ο κ. Λιγνάδης αλλά δεν πειράζει που ήταν φίλος σας, δεν θα έπρεπε να ξέρετε…», μόνο που δεν ήταν φίλος μου αλλά εσείς το είπατε, δεν πειράζει κάτι μένει. Ρίξε, ρίξε, ρίξε, ρίξε κάτι θα μείνει.
Λοιπόν, αυτή ακριβώς είναι η πολιτική την οποία ακολουθήσατε και σήμερα, δυστυχώς, σε αυτή την αίθουσα. Και είχατε πράγματι την ευκαιρία, ίσως το κάνετε στη δευτερολογία σας -μακάρι, δεν νομίζω όμως- να πάρετε διακριτές αποστάσεις από τη χυδαιότητα η οποία εκπορεύτηκε από ένα κομμάτι του δημόσιου λόγου που σαφώς, σαφέστατα, είχε την υποκίνηση του δικού σας πολιτικού χώρου.
Εγώ μίλησα με ονόματα, με ονόματα συγκεκριμένα. Αναφέρθηκα σε δηλώσεις στελεχών σας, συγκεκριμένες, δυο βουλευτών σας τουλάχιστον, η κυρία Ελευθεριάδου και ο κ. Πολάκης, για τις χυδαίες αναρτήσεις τους, για τον άκρως απαξιωτικό λόγο. Άλλη ανάρτηση του κ. Πολάκη «ούτε το ανίκανο τρολάκι η Αγαπηδάκη», μα είναι λόγος αυτός; Ανέχεστε αυτόν το λόγο; Βγείτε μετά και πείτε «το καταδικάζω». «Το ανίκανο τρολάκι Αγαπηδάκη;» ο ορισμός του σεξιστικού λόγου σε μια συζήτηση η οποία αφορά ένα τόσο ευαίσθητο θέμα.
Μπορείτε, επιτέλους, να το κάνετε ή δεν μπορείτε να το κάνετε; Είμαι σίγουρος ότι στον ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν πάρα πολλοί οι οποίοι αυτή τη στιγμή καταλαβαίνουν ότι με αυτή την τακτική σας να μην παίρνετε αποστάσεις από αυτές τις χυδαιότητες, τους οδηγείτε στον τοίχο. «Προσβλητικός για την Αριστερά ο τρόπος που πολιτεύεται ο ΣΥΡΙΖΑ στην υπόθεση Λιγνάδη». Είναι μια δήλωση, μάλιστα ο κ. Κοντονής ήταν Υπουργός Δικαιοσύνης σας. Το καταθέτω. Εσείς τον είχατε Υπουργό, δεν τον είχα εγώ.
Άρα, το ερώτημα είναι: Έχετε τη δυνατότητα επιτέλους να πάρετε αποστάσεις από τέτοιες πρακτικές; Μπορείτε να το κάνετε; Ή μήπως τελικά εσείς είστε δέσμιος μιας πολιτικής από την οποία δεν μπορείτε με τίποτα να ξεφύγετε, γιατί μόνο έτσι δυστυχώς έχετε μάθει να πολιτεύεστε.
Μιλήσατε για τα πληκτρολόγια, μάλιστα. Λοιπόν, κ. Τσίπρα, επειδή είστε και μηχανικός σας προτείνω να καταθέσετε ένα δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας θα αφορά μια δική σας ανακάλυψη. Τα μη επανδρωμένα πληκτρολόγια. Είναι τα πληκτρολόγια που γράφουν μόνα τους. Δεν υπάρχει κάποιος που να πληκτρολογεί.
Από μόνα τους. Πίσω από πληκτρολόγια δεν κρύβεται κανείς, γράφουν μόνα τους. Είναι αυτοματοποιημένα πλήρως. Λοιπόν, δεν υπάρχουν μη επανδρωμένα πληκτρολόγια, υπάρχουν αυτοί που πληκτρολογούν στα πληκτρολόγια, επώνυμα, με τις χυδαιότητες στις οποίες αναφέρθηκα.
Κάνατε μία επισήμανση που νομίζω ότι έχει την αξία της. Αναφερθήκατε σε ένα στέλεχος, συνάδελφο της Νέας Δημοκρατίας. Θα το πω και επώνυμα, τον κ. Μακάριο Λαζαρίδη, ο οποίος χρησιμοποίησε μία αναφορά, τη λέξη «κίναιδος», την οποία θεωρώ βαθιά προσβλητική για τους ομοφυλόφιλους συμπολίτες μας. Του ζήτησα προσωπικά να ανακαλέσει και το έκανε. Προσωπικά του ζήτησα να ανακαλέσει και το έκανε. Διότι η κυβέρνηση αυτή τιμά τη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα.
Η κυβέρνηση αυτή κ. Βελόπουλε, δεν επέλεξε στελέχη για Υφυπουργούς, για κορυφαίους οικονομικούς συμβούλους, επειδή ανήκουν στην κοινότητα, αλλά δεν πρέπει να απασχολεί κάποιους γιατί κανείς μέχρι τώρα δεν είχε επιλέξει κάποιον ο οποίος είναι ανοιχτά ομοφυλόφιλος να πάρει κυβερνητική θέση; Γιατί δεν είχε γίνει αυτό; Γιατί έτσι σπάμε έμπρακτα τα τείχη της σιωπής.
Εγώ λοιπόν, κ. Τσίπρα, ζήτησα από το συνάδελφο -και το έκανε προς τιμήν του- να ανακαλέσει και ανακάλεσε. Εσείς σήμερα από το βήμα της Βουλής θα ζητήσετε από τον κ. Πολάκη, παρόντα στην αίθουσα, να κάνει ίδιο; Θα το ζητήσετε; Εδώ είμαστε, θα περιμένουμε. Είστε εσείς εδώ, είναι και ο κ. Πολάκης. Λαμπρή ευκαιρία.
Επιτέλους, θα αποδείξετε έμπρακτα ότι Τσίπρας και Πολάκης δεν είναι το ίδιο πράγμα; Ότι Τσίπρας, Πολάκης και Βαξεβάνης δεν ενώνονται τελικά για να αποτελέσουν το ίδιο και το αυτό, για να μην κρύβεστε πίσω από τη σοβαροφάνεια σας και τη δυνατότητα σας να εκφέρετε σοβαρό λόγο. Εδώ είμαστε, κάντε το. Σας έκανε και ο κ. Πολάκης τη χάρη να έρθει στην αίθουσα, οπότε θα μπορεί να λυθεί και το ζήτημα μια και καλή.
Λοιπόν, δυο κουβέντες και πάλι πριν κλείσω, κ. Πρόεδρε, για το ζήτημα πάλι της περιβόητης καθυστέρησης, ολιγωρίας στην υπόθεση του κ. Λιγνάδη. Επειδή εμένα μου αρέσει, όπως ξέρετε, πάντα από το βήμα της Βουλής να μιλάω με πραγματικά δεδομένα. Λοιπόν, στις 6 Φεβρουαρίου, 13:42 για την ακρίβεια, δημοσιεύεται η καταγγελία του Νίκου Σ. Ανατριχιαστική γροθιά στο στομάχι σε όποιον τη διάβασε.
Δημοσιεύεται στο 2020mag.gr. Ανώνυμη καταγγελία, εγώ δεν ξέρω ποιος είναι ο Νίκος Σ. Δεν ξέρω αν τον γνωρίζει και η Δικαιοσύνη. Δεν γνωρίζω αν έχει υποβάλλει ο ίδιος μήνυση ή όχι. Όμως είναι ξεκάθαρο ότι ο Νίκος Σ. σε αυτή την καταγγελία του φωτογραφίζει τον κ. Λιγνάδη. Η παραίτηση του κ. Λιγνάδη έγινε δεκτή από την Υπουργό Πολιτισμού πέντε ώρες μετά, πέντε ώρες μετά από τη στιγμή που υπήρχε ανώνυμη καταγγελία.
Μας ζητάτε να πάμε στον εισαγγελέα. Να πάμε στον εισαγγελέα με τι ακριβώς στοιχεία; Καταλαβαίνετε τους βασικούς κανόνες του κράτους δικαίου; Ότι εδώ πέρα δεν υπήρχε καταγγελία, δεν υπήρχε μήνυση, δεν υπήρχε τίποτα. Υπήρχε ένα σαφέστατο υπονοούμενο για έναν άνθρωπο ο οποίος ξεκάθαρα δεν μπορούσε να ασκεί άλλο τα καθήκοντά του. Τα υπόλοιπα, κ. Τσίπρα, ανήκουν στη Δικαιοσύνη.
Κινήθηκε γρήγορα η Δικαιοσύνη; Ρωτώ: Κινήθηκε γρήγορα η Δικαιοσύνη; Έχουμε την αίσθηση εδώ ότι υπήρχε οποιαδήποτε συγκάλυψη στη δικαστική έρευνα; Καμία απολύτως. Οι πολίτες γνωρίζουν ότι σήμερα υπάρχει μία απολογία, η Δικαιοσύνη θα λάβει υπόψη της όλα τα δεδομένα και θα αποφασίσει. Και κάπου εδώ τελειώνει η δική μας ανάμιξη ως προς τη συγκεκριμένη υπόθεση.
Επαναλαμβάνω, λοιπόν, ότι όλο αυτό το επιχείρημα -καταθέτω στα πρακτικά- περί της κας Μενδώνη έχει και σχεδόν έναν εμμονικό χαρακτήρα. Πρέπει να σας πω ότι μου θύμισε, μιας και αναφέρθηκε ο κ. Βαρουφάκης στην κα Merkel, το «Go back Madam Merkel» το κάνατε «Go away Madam Mendoni». Συστηματικά επαναλαμβάνετε το ίδιο τροπάρι.
Σας λέω εγώ πρώτος, η κα Μενδώνη έκανε λάθος στον επικοινωνιακό χειρισμό της υπόθεσης. Η πολιτική ευθύνη για την παραμονή της στην κυβέρνηση είναι δική μου, κ. Τσίπρα, μην ψάχνετε παραπέρα. Μπορείτε να με κατηγορήσετε για αυτό, ότι έπρεπε να φύγει η κα Μενδώνη και εγώ θα σας λέω έπρεπε να μείνει η κα Μενδώνη.
Αλλά θα ανέβετε σε αυτό το βήμα ή από τη θέση σας, από όπου θέλετε και θα μας πείτε ποιο είναι το «ένοχο μυστικό» το οποίο μας συνδέει. Διότι αν δεν το κάνετε, τότε όπως καταλαβαίνετε το τεκμήριο ότι επενδύετε στη λασπολογία θα ενισχύεται ολοένα και περισσότερο.
Κλείνω, κυρίες και κύριοι βουλευτές, από εκεί που ξεκίνησα. Η Ελλάδα του 2021 δεν είναι ίδια με την Ελλάδα του 2011, την Ελλάδα του 2016. Μια κοινωνία η οποία έχει ωριμάσει, η οποία παρακολουθεί τις διεθνείς εξελίξεις, μια κοινωνία ώριμη και έτοιμη πιστεύω να αναμετρηθεί και με τις σκοτεινές πλευρές του εαυτού της.
Θέλω και σήμερα από το βήμα της Βουλής να ενθαρρύνω τον καθένα και την καθεμία ξεχωριστά εάν αισθάνεται ότι έχει πέσει θύμα κακοποίησης ή εξουσιαστικής βίας, να μιλήσει και να καταγγείλει το περιστατικό αυτό. Κανείς στην Ελλάδα του 2021 δεν δικαιούται να ζει στο φόβο και στη σιωπή, κανείς. Και αυτό τουλάχιστον ας είναι το μήνυμα το οποίο θα βγει από αυτή την αίθουσα όταν θα σβήσουν τα φώτα της δημοσιότητας και θα μαλακώσει η τραχύτητα του πολιτικού διαλόγου.
Το οφείλουμε. Το οφείλουμε σε αυτούς οι οποίοι έπεσαν θύματα τέτοιων περιστατικών. Οφείλουμε όμως κυρίως να στείλουμε ένα μήνυμα και στο μέλλον, διότι η συζήτηση αυτή εκτός από μία καθαρτική διάσταση την οποία έχει, αποκάλυψης σκοτεινών πλευρών του παρελθόντος, έχει και μία ουσιαστική αποτρεπτική διάσταση για το τι μπορεί να γίνει στο μέλλον.
Γιατί ο καθένας, η καθεμία ενδεχομένως, που θα σκεφτούν στο μέλλον να ασκήσουν οποιασδήποτε μορφής εξουσιαστική βία απέναντι σε κάποιον ο οποίος είναι πιο αδύναμος -είτε ιεραρχικά πιο αδύναμος είτε ηλικιακά πιο αδύναμος- θα πρέπει να γνωρίζει πια ότι αναλαμβάνει πολύ μεγάλο ρίσκο.
Και θα πρέπει να γνωρίζει ότι το πέπλο της σιωπής έχει πια σπάσει, ότι τα στόματα έχουν ανοίξει και ότι αν διανοηθεί να προβεί σε τέτοιες πράξεις είναι πολύ πιθανόν να βρεθεί επιτέλους αντιμέτωπος με τις συνέπειές τους. Και αυτό είναι το μεγαλύτερο κέρδος για την ελληνική κοινωνία, το μεγαλύτερο κέρδος για τη χώρα.