Ομιλία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή κατά τη συζήτηση του σχεδίου νόμου «Εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, προστασία της ακαδημαϊκής ελευθερίας, αναβάθμιση του ακαδημαϊκού περιβάλλοντος και άλλες διατάξεις»
Κυρίες και κύριοι βουλευτές, υπάρχουν ρυθμίσεις που αντιμετωπίζουν προβλήματα δεκαετιών. Άλλες οι οποίες υπηρετούν ζητούμενα του παρόντος και άλλες που ανοίγουν ορίζοντες στο μέλλον. Το νομοσχέδιο που συζητούμε σήμερα διαθέτει και τα τρία αυτά χαρακτηριστικά. Γιατί απαντά με τόλμη στο διαχρονικό πρόβλημα της ασφάλειας των πανεπιστημίων, καθιερώνει ένα σύγχρονο τρόπο για την εισαγωγή και επιλογή των σπουδών και αναβαθμίζει συνολικά την ανώτατη εκπαίδευση, συγχρονίζοντάς την με τις ανάγκες και τον βηματισμό του 21ου αιώνα.
Με δυο λόγια θα έλεγα ότι οι μεταρρυθμίσεις που προβλέπονται στο σχέδιο νόμου, το οποίο συζητούμε σήμερα για τρίτη ημέρα στην Ολομέλεια, κινούνται σε τέσσερις σαφείς κατευθύνσεις.
Πρώτον, διασφαλίζουν τη στοιχειώδη ικανότητα των υποψήφιων φοιτητών να ξεκινήσουν τις σπουδές τους, θεσπίζοντας ελάχιστη βάση εισαγωγής σε κάθε σχολή. Ένα όριο, μάλιστα, το οποίο θα καθορίζουν τα ίδια τα πανεπιστημιακά τμήματα.
Δεύτερον, οδηγούν τον ενδιαφερόμενο, την ενδιαφερόμενη, να φοιτήσει εκεί όπου πραγματικά επιθυμεί αντί να καταλήγει, τυχαία πολύ συχνά, σε ένα τμήμα από το οποίο είναι πολύ πιθανόν ποτέ να μην αποφοιτήσει. Ενισχύοντας, ταυτόχρονα, την παράλληλη οδό της επαγγελματικής εκπαίδευσης.
Τρίτον, οι ρυθμίσεις του παρόντος νομοσχεδίου θέτουν χρονικό όριο στις σπουδές, με ένα πρόσθετο περιθώριο δύο ή τριών ετών πέραν της κανονικής διάρκειάς τους, προβλέποντας όμως και ειδικές πρόνοιες για εργαζόμενους φοιτητές -για να απαντήσω στην κριτική του Γενικού Γραμματέα- αλλά και σε όσους αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας.
Τέλος, οι ρυθμίσεις στέκονται με ωριμότητα αλλά και με θάρρος απέναντι στην ανομία που πολιορκεί, εδώ και χρόνια, τα πανεπιστήμιά μας. Καθιερώνουν πειθαρχικό πλαίσιο και ελεγχόμενη είσοδο. Στις σχολές ιδρύονται επιτροπές προστασίας με την ευθύνη των Πρυτάνεων, ενώ όπου εκδηλώνεται ιδιαίτερη βία και παραβατικότητα θα λειτουργούν ειδικές ομάδες άοπλων αλλά εκπαιδευμένων αστυνομικών.
Όλα αυτά δεν προέκυψαν, ασφαλώς, ούτε ξαφνικά ούτε τυχαία, αλλά ως αντίδραση σε ένα ανορθολογικό καθεστώς το οποίο ανακυκλώνει την καθήλωση. Σήμερα στη χώρα μας 8 στους 10 νέους εισάγονται στο πανεπιστήμιο. Φέτος μόνο είχαμε 81.000 καινούργιους φοιτητές από τα 103.000 παιδιά που γεννήθηκαν το 2002. Αυτό δεν συμβαίνει πουθενά στον κόσμο. Όμως, την ίδια ώρα, από τα πανεπιστήμιά μας αποφοιτούν ολοένα και λιγότεροι.
Όπως επισημάνθηκε και από αρκετούς ομιλητές και από την εισηγήτριά μας, οι ετήσιοι πτυχιούχοι σε σχέση με τους εγγεγραμμένους είναι μόλις 9%, έναντι 24% σε όλη την Ευρώπη. Κάτι που σημαίνει ότι σχεδόν 3 στους 10 είτε γίνονται αιώνιοι φοιτητές, είτε αλλάζουν πορεία στη ζωή τους.
Ταυτόχρονα, στη χώρα μας διευρύνεται συνέχεια η μέση διάρκεια των σπουδών. Τα τέσσερα χρόνια, που θα έπρεπε να είναι κανονικά (με κάποιες εξαιρέσεις), φτάνουν τα επτά. Με λίγα λόγια πολλές σχολές μετατρέπονται ουσιαστικά σε ένα λαβύρινθο μεταξύ λυκείου και επαγγελματικής προοπτικής. Και για πολλούς γίνονται σκοτεινές αποθήκες όπου απλώς αραχνιάζουν κάποιες ελπίδες του παρελθόντος. Αλλά και πολλοί από αυτούς οι οποίοι καταφέρνουν να αποφοιτήσουν δεν ευτυχούν.
Το 2019 η πατρίδα μας είχε τη μεγαλύτερη ανεργία ανάμεσα σε πτυχιούχους, απέχοντας 14 ολόκληρες μονάδες από το μέσο όρο του ΟΟΣΑ. Κι όμως, την ίδια στιγμή, το 36% των ελληνικών επιχειρήσεων μας λέει ότι ζητά αλλά δεν βρίσκει στελέχη που θέλει. Κάτι το οποίο σημαίνει ότι υπάρχει μία προφανέστατη αναντιστοιχία μεταξύ του τι ζητά η αγορά εργασίας και τι προσφέρουν τα ελληνικά πανεπιστήμια. Κάτι το οποίο αποδεικνύεται και από ένα ακόμα δεδομένο: Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι στα ελληνικά πανεπιστήμια μεσουρανούν εξαιρετικοί επιστήμονες και υπάρχουν πολλές αναγνωρισμένες νησίδες αριστείας. Όμως σήμερα διεθνώς μόνο το Καποδιστριακό είναι μέσα στα 200 πρώτα πανεπιστήμια, κάτι το οποίο είναι σίγουρα θετικό αλλά δεν είναι αρκετό.
Είναι καιρός, λοιπόν, να δούμε κατάματα την αλήθεια, να πιάσουμε το νήμα της προόδου στην ανώτατη εκπαίδευση επιτέλους από την αρχή. Για να συμβεί αυτό πρέπει οι σχολές να συναντηθούν ξανά με τον αληθινό τους προορισμό, τα παιδιά να ξέρουν τι θέλουν να σπουδάσουν και να κατευθύνονται προς τα πραγματικά τους ενδιαφέροντα. Τα μαθήματα να εμπνέουν ώστε τα παιδιά να τα παρακολουθούν και φυσικά οι καθημερινές συνθήκες να ευνοούν τη μάθηση, την έρευνα και τον ελεύθερο επιστημονικό διάλογο. Και στο πτυχίο, βέβαια, να καθρεφτίζονται γνώσεις και δεξιότητες που θα επιτρέπουν στους νέους και στις νέες μας να διεκδικήσουν μία επιτυχημένη σταδιοδρομία.
Αγαπητοί συνάδελφοι, τον Αύγουστο του 2019, μιλώντας από το ίδιο αυτό βήμα για το πανεπιστημιακό άσυλο και τις συνθήκες που επικρατούν στα ελληνικά πανεπιστήμια, έλεγα τα εξής επί λέξει: «Η πρόοδος προϋποθέτει ηρεμία, ασφάλεια και κανόνες. Η θέση μας αποτελεί ένα ισχυρό μήνυμα πολιτικής βούλησης ότι στην Ελλάδα υπάρχει Δημοκρατία που δεν επιτρέπει στους λίγους να καθορίζουν την καθημερινότητα των πολλών, ότι εκτός από τις ανώνυμες συλλογικότητες υπάρχει και ο επώνυμος φοιτητής, η ξεχωριστή προσωπικότητα κάθε πολίτη και ότι το οργανωμένο κράτος οφείλει να μην αφήνει την κοινωνία να μεταβληθεί σε ζούγκλα όπου θα διοικούν όσοι ασκούν βία».
Σχεδόν 1,5 χρόνο μετά δεν θα άλλαζα τίποτα από αυτά τα λόγια, μάλιστα θα προσέθετα ότι η θεσμική κατοχύρωση της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών και της διδακτικής και ερευνητικής δραστηριότητας των ΑΕΙ βρίσκει σήμερα το ουσιαστικό της ισοδύναμο. Όχι μόνο γιατί οι διατάξεις για το άσυλο, παρά τις προσπάθειες των πιο τολμηρών Πρυτάνεων, έπρεπε να συμπληρωθούν ώστε να καταστούν λειτουργικές, όσο κυρίως γιατί γύρω από αυτό το νομοσχέδιο αναμετρώνται, τελικά, δύο διαμετρικά αντίθετες αντιλήψεις για το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο.
Δική μας επιδίωξη είναι να δώσουμε το δημόσιο πανεπιστήμιο πίσω στους φυσικούς τους κατόχους, στους καθηγητές, στους φοιτητές, στους εργαζόμενους. Να το κάνουμε και πάλι κυψέλη δημιουργίας και εστία γόνιμου προβληματισμού, με ελεύθερους και ασφαλείς τους ανθρώπους που το υπηρετούν. Πρωτεργάτη της ανάπτυξης της χώρας και όχι νησίδα όπου αδρανούν οι κανόνες της δημοκρατικής πολιτείας και επιβάλλεται η βούληση κάθε αυταρχικής μειοψηφίας.
Απέναντι σε αυτό το όραμα, τι αντιπαρατάσσεται; Η λογική της ακινησίας που θέλει, τελικά, απονευρωμένο έναν ζωντανό οργανισμό όπως είναι το πανεπιστήμιο. Το θέλει αγωγό ανανέωσης της κομματικής επετηρίδας και λάφυρο οπισθοδρομικών συντεχνιών που κάποιοι επιμένουν να αποκαλούν «ρωμαλέο φοιτητικό κίνημα». Αυτοί, άλλωστε, υπήρξε και η ολέθρια πολιτική του χθες. Σπέρνουμε παντού σχολές, χωρίς σχέδιο, χωρίς υποδομές, χωρίς χρηματοδότηση και, στο μεταξύ, βαφτίζουμε ακτιβισμό την παραβατικότητα.
Η κυβέρνηση, λοιπόν, προχωρεί σε δύο μείζονες μεταρρυθμίσεις. Δύο προφανείς ανάγκες της παιδείας, αλλά -επιτρέψτε μου να το πω- και δύο απολύτως ώριμα αιτήματα ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας. Η πρώτη δέσμη αλλαγών αφορά στην εισαγωγή και στη φοίτηση την τριτοβάθμια εκπαίδευση, ενώ η δεύτερη τολμά να ασχοληθεί, επιτέλους, με την πραγματική προστασία της ακαδημαϊκής ελευθερίας και του ακαδημαϊκού περιβάλλοντος.
Σχετικά με το πρώτο κεφάλαιο, πιστεύω ότι και η Υπουργός Παιδείας και συνάδελφοι βουλευτές της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας μίλησαν έως τώρα και εξήγησαν τα αυτονόητα. Δεν είναι δυνατόν να έχουμε φοιτητές με γνώσεις που βαθμολογούνται με 1 και 2. Αυτό θα σταματήσει. Αντίθετα, είναι απολύτως σωστό και επιβεβλημένο τα ίδια τα πανεπιστημιακά τμήματα να καθορίζουν τις βάσεις εισαγωγής, δίνοντας βάρος στα μαθήματα με σημασία για το συγκεκριμένο τομέα. Και πάντως με ελάχιστο όριο το 8,5 που δίνει μία κατ’ αρχήν εγγύηση ποιότητας. Αυτό, εξάλλου, δεν πρέπει να αιφνιδιάζει κανέναν. Αποτελούσε κεντρική μας προεκλογική δέσμευση και ερχόμαστε σήμερα να την κάνουμε πράξη.
Δεν είναι επίσης λογικό -και σε αυτό θα επιμείνω ίσως ακόμη περισσότερο- ένας υποψήφιος να εισάγεται σε έναν αδιάφορο για τον ίδιο επιστημονικό τομέα, επειδή απλά το συμπλήρωσε τυπικά στο μηχανογραφικό ως τελευταία επιλογή. Πρέπει, τελικά, να κατευθύνεται εκεί που θέλει και αν δεν τα καταφέρει να μπορεί με μεγαλύτερη ευκολία να ακολουθήσει μια διαφορετική εκπαιδευτική διαδρομή.
Τέλος, όποιος εισάγεται στο πανεπιστήμιο πρέπει κάποια στιγμή και να το τελειώνει. Διαφορετικά αυτό χάνει το νόημά του, γίνεται ουσιαστικά ένας προθάλαμος υποψήφιων ανέργων, με τμήματα-φαντάσματα, που στοιχίζουν στα ιδρύματα, στην πολιτεία, αλλά τελικά στοιχίζουν πολύ περισσότερο στην ίδια τη νεολαία.
Θυμίζω ότι η αποκατάσταση της πραγματικότητας στα μητρώα των φοιτητών είχε ξεκινήσει, όμως η προηγούμενη κυβέρνηση επανέφερε το καθεστώς του ψεύτικου εφησυχασμού. Με αποτέλεσμα και σήμερα ακόμα ο αριθμός του δυναμικού των πανεπιστημίων μας να εμφανίζεται αλλοιωμένος κατά τουλάχιστον 30%, κάτι που προφανώς έχει αλυσιδωτές επιπτώσεις στο κύρος των πανεπιστημίων, στη διεθνή τους αξιολόγηση αλλά και στη δίκαιη και αποτελεσματική χρηματοδότησή τους.
Κυρίες και κύριοι βουλευτές, η δεύτερη τομή του νομοσχεδίου δρομολογεί την επαναφορά της ομαλότητας και της ελευθερίας στους χώρους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Και αυτό το επιχειρεί με ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο για την πρόληψη και την έγκαιρη αντιμετώπιση φαινομένων βίας και ανομίας στα πανεπιστήμια. Στο εξής, την ευθύνη για την ανοικτή και ασφαλή ζωή στις εγκαταστάσεις των πανεπιστημίων θα έχει η μονάδα ασφάλειας και προστασίας, που θα υπάγεται απευθείας στον Πρύτανη ή στον Αντιπρύτανη του κάθε ιδρύματος. Αυτή θα εποπτεύει την εύρυθμη λειτουργία τους και τη φύλαξη των υποδομών τους.
Θα πλαισιώνεται, όμως, και από μια νέα δομή, την Ομάδα Προστασίας Πανεπιστημιακού Ιδρύματος. Ένα σώμα με αποκλειστικό πεδίο τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, που θα συγκροτείται από στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας, χωρίς όπλα, αλλά με ειδική εκπαίδευση. Γιατί, αν και τώρα η Αστυνομία μπορεί να επεμβαίνει παντού όταν διαπράττονται αδικήματα, η δράση μέσα στα πανεπιστήμια παραμένει ευαίσθητη. Γι’ αυτό και θα συνεργάζεται με τον Πρύτανη και με την Ειδική Συμβουλευτική Επιτροπή, ένα νέο όργανο το οποίο θα μελετά το σχέδιο φύλαξης κάθε σχολής, ανάλογα με τις ιδιαιτερότητές της.
Το νομοσχέδιο προβλέπει και κάτι ακόμα, παντελώς αυτονόητο: Την ελεγχόμενη είσοδο στα Ανώτατα Ιδρύματα. Ώστε να πάψουν, επιτέλους, οι αίθουσες των φοιτητών να μετατρέπονται σε γιάφκες των περιθωριακών, να πάψουν, επιτέλους, οι χώροι του δημόσιου πανεπιστημίου να γίνονται εκθετήρια παραεμπορίου. Οι σχολές θα κλείσουν έτσι την πόρτα στη βία, ανοίγοντας την πόρτα στην ελευθερία. Με περιμετρική φύλαξη, με τεχνικά μέσα, θα αποτρέπονται παράνομες πράξεις. Αλλά θα εντοπίζονται εγκαίρως και περιπτώσεις ατυχημάτων ή έκτακτων κινδύνων.
Τέλος, οι νέες ρυθμίσεις εισάγουν και ένα σύγχρονο πλαίσιο πειθαρχικών κανόνων στην πανεπιστημιακή ζωή. Γιατί και η ακαδημαϊκή ιδιότητα δεν μπορεί εσαεί να είναι άλλοθι για την παραβατικότητα. Και ένας φοιτητής, ένας καθηγητής, δεν είναι δυνατόν να εξαιρείται από τις συνέπειες που έχουν όλοι οι υπόλοιποι πολίτες όταν μετέχουν σε επεισόδια ή πρωταγωνιστούν σε αντικοινωνικές συμπεριφορές. Γιατί; Γιατί κανένα τάγμα εφόδου δεν έχει θέση στον κόσμο της προόδου.
Γύρω από αυτές τις σαφείς, ξεκάθαρες προβλέψεις αναπτύσσεται και μία παραπλανητική μυθολογία που νομίζω ότι αξίζει να απαντηθεί. Διαφωνούν, μας λένε, οι Πρυτάνεις, ο κόσμος του πανεπιστημίου συνολικά, με τις ρυθμίσεις του νομοσχεδίου. Όχι, είχαμε αποφάσεις Συγκλήτων, είχαμε αρθρογραφία καθηγητών και φοιτητών, είχαμε πολλά μηνύματα από πανεπιστημιακούς που υποστηρίζουν τις προτάσεις μας.
Όλοι οι Πρυτάνεις δέχονται την έννοια της βάσης εισαγωγής, την ελεγχόμενη είσοδο και τη φύλαξη, γιατί κανείς προφανώς δεν μπορεί να αρνηθεί το πρόβλημα. Ορισμένοι, βεβαίως, έχουν τις επιφυλάξεις τους για τον τρόπο αστυνόμευσης. Δεν αντιπροτείνουν, όμως, και καμία άλλη λύση. Γιατί ξέρουμε πολύ καλά ότι όλες οι προηγούμενες λύσεις που δοκιμάστηκαν απέτυχαν. Οι ίδιοι, άλλωστε, αναγκάζονται συχνά να συνεδριάζουν εκτός πανεπιστημίου και βέβαια να βιώνουν ενίοτε επιθέσεις, προπηλακισμούς και ταπεινωτικές ομηρίες.
Ερώτημα δεύτερο: Αν τέτοιες ρυθμίσεις ισχύουν σε ιδρύματα άλλων χωρών; Και εδώ η απάντηση είναι θετική. Παντού στον κόσμο η είσοδος σε αίθουσες, σε εργαστήρια, σε βιβλιοθήκες είναι ελεγχόμενη και παντού λειτουργούν οι υπηρεσίες ασφάλειας.
Αλλά υπάρχει, δυστυχώς, και κάτι άλλο. Πουθενά στον κόσμο δεν έχουμε εικόνες σαν των δικών μας πανεπιστημίων, με ιστορικά κτίρια να βανδαλίζονται, εξοπλισμούς να λεηλατούνται και κυρίως ανθρώπους να απειλούνται, καθηγητές να χτυπιούνται, κοπέλες να βιάζονται, ναρκωτικά να διακινούνται. Αυτά συμβαίνουν, δυστυχώς, μόνο στην πατρίδα μας σε αυτήν την έκταση.
Και ψέμα τρίτο, η δήθεν φανταστική απειλή για τα προσωπικά δεδομένα από τις κάμερες. Ούτε αυτό ισχύει. Οι κάμερες θα βρίσκονται σε εξωτερικούς χώρους και μόνο αν, για παράδειγμα, ένα ίδρυμα συνορεύει με ένα δημόσιο πάρκο, θα λειτουργούν σε εσωτερικές εγκαταστάσεις, κάτι που εγκρίνει και η αρμόδια Ανεξάρτητη Αρχή. Και είναι μία ευκαιρία, πάντως, να σταματήσουμε να βλέπουμε παντού ανύπαρκτους εχθρούς. Χάρη στις κάμερες εντοπίστηκαν οι δράστες του άγριου ξυλοδαρμού του άτυχου εργαζόμενου στο Μετρό. Και πολύ συχνά αυτές μας ειδοποιούν και για μία πυρκαγιά ή για ένα ατύχημα.
Αγαπητοί συνάδελφοι, στηρίζω τα μέτρα αυτά. Σε καμία περίπτωση δεν τα θεωρώ πανάκεια, ούτε ισχυρίζομαι ότι από μόνα τους μπορούν να αντιστρέψουν ένα καθεστώς που χτιζόταν χρόνια κάτω από την αδράνεια όλων μας. Είναι, όμως, ένα σημαντικό βήμα προς τα μπροστά. Είναι μία κίνηση που αφυπνίζει και είναι ένα μήνυμα ότι η Δημοκρατία μας λειτουργεί παντού και λειτουργεί για όλους. Επιτέλους, Δημοκρατία σημαίνει κράτος του δήμου και δεν υπάρχει, νομίζω, πιο εμβληματικός δημόσιος χώρος από αυτόν του δημόσιου πανεπιστημίου.
Αντιστρέφω, λοιπόν, τα επιχειρήματα των επικριτών του νομοσχεδίου, λέγοντας ότι στις σχολές δεν μπαίνει η Αστυνομία, μπαίνει η Δημοκρατία, η δροσερή πνοή της ελευθερίας που ως τώρα αφήνουν έξω οι καπνοί των μολότοφ. Επιμένοντας πως η μειοψηφική βία είναι συντήρηση, ενώ ο διάλογος είναι πρόοδος και πολιτισμός και πιστεύοντας στη δημοκρατική τάξη που αποτρέπει την επιβολή της μειοψηφίας σε βάρος της πλειοψηφίας.
Γιατί είναι ίσως καιρός, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι του ΣΥΡΙΖΑ, να το αντιληφθείτε και εσείς: Η αταξία τελικά είναι ταξική. Πράγματι, με επίκεντρο το παρόν νομοσχέδιο αναμετρώνται δύο τελείως αντίπαλες οπτικές για την κοινωνική αποστολή του πανεπιστημίου. Είναι οπτικές με ιδεολογικά θεμέλια, γι’ αυτό και οδηγούν σε τελείως διαφορετικές τάσεις.
Έτσι, η άποψη που βλέπει στην Παιδεία την αναπαραγωγή ενός παγιωμένου μοντέλου, ώστε να ευνοούνται υποτίθεται οι ταξικοί αγώνες, αυτό το μοντέλο επιδιώκει την καθήλωση της Παιδείας και, τελικά, να μην αλλάξει απολύτως τίποτα. Ενώ όσοι θέλουν το πανεπιστήμιο πραγματικό ιμάντα κοινωνικής κινητικότητας, ατομικής εξέλιξης, συλλογικής προκοπής, επιχειρούν να το αναμορφώσουν ώστε να είναι μονοπάτι προόδου για όλους τους νέους. Δύναμη ανάπτυξης για όλη τη χώρα.
Το σημερινό καθεστώς στην ανώτατη εκπαίδευση έδωσε εδώ και δεκαετίες εξετάσεις και απέτυχε. Έμεινε ανοχύρωτο και απαξιώθηκε, διευρύνοντας τελικά τις ανισότητες, καθώς η δωρεάν Παιδεία γίνεται χίμαιρα με τα χαμένα εξάμηνα από τις καταλήψεις. Με τα πτυχία τα οποία, τελικά, δεν προσφέρουν δουλειά, καθώς δεν πιστοποιούν σύγχρονες σπουδές. Και με τους κόπους καθηγητών, ερευνητών, φοιτητών ενίοτε να καίγονται σε εργαστήρια και βιβλιοθήκες από θρασύτατους επιδρομείς.
Οι πιο πλούσιοι, βέβαια, βρίσκουν το δρόμο τους, ή εδώ ή στο εξωτερικό. Όμως οι πιο αδύναμοι είναι αυτοί που χάνουν την ευκαιρία να προοδεύσουν μέσω της μόρφωσής τους. Γιατί αυτοί -και όχι το πορτοφόλι τους- είναι η δική τους δύναμη. Και τη δύναμη αυτή τη στερεί από τους νέους της Ελλάδος όποιος θέλει σήμερα να διατηρείται αυτή η άρρωστη κατάσταση. Όποιος στερεί από την εθνική οικονομία ένα σημαντικό πυροδότη ανάπτυξης. Για να το πω απλά, συντηρητικός είναι σήμερα όποιος συντηρεί αυτά που δεν αξίζουν να συντηρηθούν. Ενώ προοδευτικός είναι αυτός που θέλει να τα αλλάξει και να τα κάνει καλύτερα. Διαλέξτε ρόλους.
Δυστυχώς, η αντιπολίτευση επιμένει στην τακτική των κραυγών αλλά και της σιωπής. Κραυγές κατά του εξορθολογισμού των σπουδών και ενός ανύπαρκτου αυταρχισμού. Και σιωπή, σιωπή για τα απαξιωμένα μαθήματα και τους αιώνιους φοιτητές, για την ωμή βία και την παραβατικότητα στα πανεπιστήμια.
Σιωπή ένοχη, αφού επί δικών σας ημερών η βάση εισαγωγής διολίσθησε, τα μητρώα φοιτητών μπήκαν στο συρτάρι, τα ίδια τα πανεπιστήμια μετατράπηκαν σε ορμητήρια κουκουλοφόρων. Θυμίζω ότι επί δικών σας ημερών το Πολυτεχνείο και το Οικονομικό Πανεπιστήμιο κυριολεκτικά παραδόθηκαν στον εξτρεμισμό και στο κοινό έγκλημα. Μόνιμες εστίες φωτιάς, διακίνησης ναρκωτικών, παράνομου εμπορίου. Με προγραμματισμένα επεισόδια κάθε Σαββατοκύριακο και με την κυβέρνηση, τη δική σας κυβέρνηση, να φτάνει να αποσύρει από την περιοχή στάσεις λεωφορείων και δημόσιες υπηρεσίες, καταστήματα των ΕΛΤΑ και τράπεζες. Το κράτος συνθηκολόγησε με το παρακράτος επί των δικών σας ημερών.
Ήταν ένα φλερτ με τη βία το οποίο, δυστυχώς, από κάποιους εξακολουθεί να συνεχίζεται. Πώς αλλιώς εξηγείται ότι ακόμη και τώρα επώνυμα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ υπερασπίζονται τον Κουφοντίνα; Όχι έναν οποιονδήποτε κρατούμενο, τον αμετανόητο δολοφόνο 11 ανθρώπων που στις άδειές του κάνει βόλτες στους τόπους όπου έχυσε το αίμα τους. Ενώ ακόμα και σήμερα στελέχη σας, οργανώνετε κορονοσυλλαλητήρια. Ο Αρχηγός σας βέβαια δήλωσε ότι δέχεται το ρίσκο να ασθενήσουν από κορονοϊό οι συμμετέχοντες. Κανείς, όμως, δεν σας εκχώρησε την ευθύνη για τη ζωή των άλλων, ώστε να την εκθέτετε σε κίνδυνο με τόση αυταρέσκεια και με την ασφάλεια, βέβαια, ότι εσείς είστε εμβολιασμένος.
Και δεν είναι μόνο αυτό, επιμένετε να μιλάτε για καταστολή και όχι για πρόληψη ή για αποτροπή. Σαν να μην χωρά στη λογική σας ότι μπορεί να υπάρξει ζωή χωρίς επιθέσεις και καταστροφές. Και ότι τα επεισόδια αποτελούν για εσάς προϋπόθεση, αδιαπραγμάτευτο όρο της καθημερινότητας. Γι’ αυτό και η αμήχανη αδυναμία σας να εισηγηθείτε οτιδήποτε θετικό. Είναι θλιβερό πραγματικά ότι δεν μπορείτε καθόλου να αλλάξετε και παραμένετε δέσμιοι των αγκυλώσεων και των ιδεοληψιών σας.
Κυρίες και κύριοι βουλευτές, στα σχεδόν 200 χρόνια λειτουργίας του το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο υπήρξε πάντοτε κοιτίδα επιστημονικής δημιουργίας, υπήρξε πηγή συλλογικής ευημερίας, δίαυλος κοινωνικής ανόδου και ατομικής προκοπής. Από το Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο και από τους ανήσυχους φοιτητές του ξεκίνησε η αμφισβήτηση του καθεστώτος του Όθωνα που οδήγησε, τελικά, στην έξωσή του.
Εκεί βρήκε έδαφος αργότερα το όραμα της εθνικής ολοκλήρωσης. Στα αμφιθέατρα των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων φούντωσε και η εθνική αντίσταση και στο Πολυτεχνείο γράφτηκε η πιο εμβληματική σελίδα της αντιδικτατορικής πάλης. Είναι, ωστόσο, ανιστόρητος αναχρονισμός να μεταφέρονται δραματικές, ιστορικές στιγμές του παρελθόντος σε ένα τελείως διαφορετικό παρόν.
Σήμερα, ευτυχώς, δεν έχουμε ούτε κατοχή ούτε τυραννία για να ακούγονται συνθήματα περί ναζιστών που τάχα σεβάστηκαν το άσυλο, περί σπουδαστικού της ασφάλειας, περί χουντικού αυταρχισμού. Όλα αυτά είναι ανοησίες σε συνθήκες ελευθερίας και υποδειγματικής Δημοκρατίας. Και η αντιπολίτευση πρέπει κάποτε να μάθει να μιλά με σοβαρά επιχειρήματα αντί να αναμασά άστοχα συνθήματα.
Στις μέρες μας τα ζητούμενα είναι διαφορετικά. Να θωρακιστεί το δημόσιο πανεπιστήμιο από κάθε σκοτεινή επιβουλή, να γίνει ξανά η νεολαία μας εμπροσθοφυλακή σε ένα συναρπαστικό αγώνα: Την ανάταξη της χώρας και τη δημιουργία μιας νέας ευημερίας που θα επιμερίζεται δίκαια σε όλους.
Αυτούς τους στόχους υπηρετεί το δυναμικό των πανεπιστημίων που, σε πείσμα των καιρών, επιμένει να δημιουργεί και να προοδεύει, όπως και το νομοσχέδιο που ψηφίζουμε σήμερα. Αποτελεί άλλωστε, όπως ανέφερα, ρητή προεκλογική μας δέσμευση. Αποτελούσε ειδικό κεφάλαιο του κυβερνητικού μας προγράμματος. Μεταρρύθμιση ανάμεσα σε πολλές που προωθούμε ταυτόχρονα με την αντιμετώπιση της πανδημίας, γιατί η Βουλή λειτουργεί και ναι, η Δημοκρατία δεν μπαίνει σε καραντίνα.
Από αύριο, λοιπόν, η τριτοβάθμια εκπαίδευση στη χώρα μας γυρίζει σελίδα. Μία σελίδα που δεν θα γραφτεί, βέβαια, ούτε αυτόματα, ούτε εύκολα. Θα χρειαστεί η αποδοχή των πολιτών, θα χρειαστεί η συνεργασία όλων των ακαδημαϊκών δυνάμεων. Αν η πρώτη είναι δεδομένη και η δεύτερη είναι δυνατή, τότε το αποτέλεσμα, πιστεύω, ότι πραγματικά θα είναι θεαματικό. Γιατί, πλέον, το δημόσιο πανεπιστήμιο έχει πυξίδα και αυτή δείχνει εκσυγχρονισμό, εξωστρέφεια και ανανέωση, δηλαδή πορεία προς την πρόοδο.
Κλείνω, κυρίες και κύριοι της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με μία πρόταση θετική. Θα ήθελα να συνυπογράψουμε ένα κείμενο για υποτροφίες προς φοιτητές και υποψήφιους φοιτητές, που τουλάχιστον εμένα με εκφράζει απόλυτα. Και διαβάζω: «Πιστεύοντας στην καλλιέργεια άμιλλας και πνεύματος, συστηματικής δουλειάς για το άριστα, καθιερώνεται μία σειρά βραβείων για μαθητές με βαθμό όχι κάτω του 18,5 και για αριστεύσαντες σπουδαστές ανώτατων σχολών. Να συμβάλλουμε στη διαμόρφωση νέων για τους οποίους το αιέν αριστεύειν δεν θα είναι κενός λόγος, αλλά υποχρέωση προς το Έθνος και τον εαυτό τους, προσφορά στην Παιδεία και στην Ελλάδα της Δημοκρατίας».
Το καταθέτω για να το λάβετε υπόψη. Για να σας προλάβω, πριν αρνηθείτε, να εξηγήσω ότι είναι το κείμενο της Νεολαίας Λαμπράκη, με το οποίο καλούσε τους νέους να πρωταγωνιστήσουν στον αγώνα για περισσότερες και ποιοτικότερες σπουδές. Στην Επιτροπή Απονομής των Υποτροφιών ήταν τότε η εμβληματική αριστερή παιδαγωγός Ρόζα Ιμβριώτη, ο λογοτέχνης Γιώργος Βαλέτας. Εάν δεν συμφωνείτε με εμάς, τουλάχιστον συμφωνείστε μαζί τους. Με τις εμβληματικές προσωπικότητες μιας άλλης αριστεράς με την οποία δεν έχετε καμία σχέση. Έστω και την τελευταία στιγμή να αλλάξετε ρότα για την Παιδεία και το νομοσχέδιο, να τους ακούσετε και να το ψηφίσετε.
Σας ευχαριστώ πολύ.