Να ξεκινήσει ο διάλογος για τη συγκρότηση του προοδευτικού πόλου απέναντι στη δεξιά του Κυριάκου Μητσοτάκη προτείνει ο Παναγιώτης Κουρουμπλής, με συνέντευξή του στο iEidiseis, ενώ ξεκαθαρίζει πως η όποια συμφωνία θα εξασφαλίζει την αυτοτέλεια του κάθε κόμματος, ενώ επικεφαλής του σχηματισμού δεν μπορεί παρά να είναι ο Αλέξης Τσίπρας.
«Απαιτείται να ανοίξουμε έναν ευρύτατο διάλογο ανάμεσα στο ΚΙΝΑΛ και τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και άλλες μικρότερες συλλογικότητες, με μόνο πρόσημο, τη συγκρότηση του προοδευτικού πόλου απέναντι σε μια σκληρή νεοφιλελεύθερη Δεξιά που φτιασιδώνεται με τον μανδύα του Κέντρου, καθώς προσπαθεί συστηματικά να γίνει αρεστή τον κεντρώο κόσμο», τονίζει χαρακτηριστικά ο πρώην υπουργός, ενώ ενδιαφέρον εμφανίζει και η απάντηση στο ερώτημα τι πρέπει να αλλάξει ο ΣΥΡΙΖΑ για να επανέλθει στην εξουσία.
«Με αριστερόμετρα και αριστερολογίες δε χτίζονται παρατάξεις που μπορούν να κυβερνήσουν και να υπηρετήσουν τον Λαό. Αν θέλουμε να μιλήσουμε ανοιχτά για αριστερό ύφος και ήθος θα πρέπει να αναμετρηθούμε με τον βαθμό στον οποίον βρίσκεται σήμερα η συντροφικότητα μέσα στο κόμμα», αναφέρει με νόημα, ενώ παράλληλα προειδοποιεί τη Χαριλάου Τρικούπη: «Χωρίς να κατέχω τη μοναδική αλήθεια , πιστεύω ότι το ΚΙΝΑΛ έχει να κερδίσει υπαρξιακά από μία προγραμματική σύγκλιση προς τον ΣΥΡΙΖΑ που θα ενίσχυε κατά την άποψή μου και την αυτονομία του.
Σε περίπτωση που εκδηλωθεί απόκλιση προς τα δεξιά, τότε θεωρώ ότι απειλείται το ΚΙΝΑΛ υπαρξιακά. Άλλωστε και η Αριστερά γνωρίζει πολύ καλά τις συνέπειες της συνεργασίας της με τη Δεξιά του αείμνηστου Μητσοτάκη».
«Πρέπει να διαμηνύσουμε ότι η πόντιση καλωδίων στα 6-12 μίλια αποτελεί προσβολή εθνικής κυριαρχίας και σε αυτή την περίπτωση το λόγο έχουν τα επιχειρησιακά στελέχη», διαμηνύει, επίσης, με τη συνέντευξή του στο iEidiseis, ενώ τάσσεται υπέρ της επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια στις περιοχές που δεν εμπίπτουν στο casus belli της Τουρκίας, υπογραμμίζοντας πως «σε όποιο διάλογο κι αν πάμε, θα δεσμευτούμε σε μη μονομερείς ενέργειες περεταίρω».
-Πώς κρίνετε τη στάση της Αθήνας στα ελληνοτουρκικά κ. Κουρουμπλή;
Η λογική της κατ εξακολούθηση κατευναστικής πολιτικής αποδείχτηκε ότι τροφοδοτεί την αδηφαγία της Τουρκίας. Η σημερινή Τουρκία βρίσκεται σε μετάλλαξη. Πιστεύει ότι είναι μια περιφερειακή υπερδύναμη, που οι γύρω της θα πρέπει να υποκύψουν στη δική της λογική. Η κυβέρνηση αποφεύγει τη σύγκληση των πολιτικών δυνάμεων για τη συγκρότηση όχι μόνον εθνικής στρατηγικής, αλλά και για την αποστολή των απαραίτητων μηνυμάτων προς το εσωτερικό και το εξωτερικό. Ακολουθεί την πολιτική του «βλέποντας και κάνοντας», εκπέμποντας μάλλον φόβο και μειωμένη αυτοπεποίθηση. Αναμένουμε και γι αυτό καλλιεργούμε φρούδες προσδοκίες για ευρωπαϊκές παρεμβάσεις.
Φαίνεται ότι θέλουμε να αγνοούμε ότι οι ευρωπαϊκές επενδύσεις στην Τουρκία και δη στις τουρκικές τράπεζες ξεπερνούν τα 150 δισεκατομμύρια. Οι οποιεσδήποτε σοβαρές ευρωπαϊκές κυρώσεις που θα επιχειρήσουν να βλάψουν την τουρκική οικονομία θα έχουν αντίκτυπο και στην Ευρώπη. Ας φύγουμε λοιπόν από την παγίδα των κυρώσεων. Η κυβέρνηση επιδεικνύει συμπεριφορά αυτάρκειας και αυταρέσκειας, σε μια κρίσιμη και επικίνδυνη καμπή. Τι φοβάται και δεν προχωρεί σε σύγκληση του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών; Τη δέσμευση; Και πώς θα πάει στην πρόταση του Σαρλ Μισέλ για πολυμερή περιφερειακή διάσκεψη, για τον περιορισμό της έντασης στην Ανατολική Μεσόγειο;
-Κατά τη γνώμη σας τι πρέπει να γίνει στο εξής; Και αν το «Όρουτς Ρέις» εισέλθει μεταξύ 6 και 12 μιλίων και κάνει μάλιστα και έρευνες, ποια πρέπει να είναι η αντίδραση της ελληνικής πλευράς;
Η Ελλάδα έχει εξαντλήσει κάθε έννοια ανοχής, περιμένοντας καλόπιστα την Τουρκία για συνομιλίες προκειμένου να διευθετηθούν με ειρηνικό τρόπο τα ζητήματα των θαλασσίων ζωνών. Υποστήριξα δημόσια ότι είναι άλλο η περιοχή της ΑΟΖ, όπου πρέπει να συγκλίνουν δύο τουλάχιστον κράτη για τον καθορισμό της και άλλο η περιοχή των 6-12 μιλίων που είναι δυνητικό μονομερές, κυρίαρχο δικαίωμα της Ελλάδας να επεκτείνει και τυπικά την κυριαρχία της.
Η επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης από τα 6 στα 12 μίλια, αφού πρώτα κλείσει η Ελλάδα τους κόλπους της, (με άμεση συνέπεια να μεγαλώσει η κυριαρχία της, ακόμα και αν μείνει προσωρινά στα 6 μίλια η αιγιαλίτιδα ζώνη) είναι εφικτή, προς το παρόν, τουλάχιστον για τις περιοχές που δεν ισχύει το casus belli δηλαδή, Κρήτη, Κάρπαθος, Κάσος, Ρόδος, Καστελόριζο. Και αυτό πρέπει να προκύψει απνευστί. Γιατί σε όποιο διάλογο κι αν πάμε, θα δεσμευτούμε σε μη μονομερείς ενέργειες περεταίρω. Είναι ο μόνος τρόπος που θα αναγκαστούν και οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί κυρίως να λάβουν σοβαρά υπόψη τι συμφέροντα διακυβεύονται γι αυτούς στην περιοχή.
Η Ελλάδα πρέπει να διαμηνύσει προς κάθε κατεύθυνση ότι δε φοβάται. Μόνο έτσι θα καταλάβει ο Ερντογάν ότι μία σύγκρουση με την Ελλάδα, μπορεί να τον οδηγήσει στο ικρίωμα. Γιατί η Ελλάδα έχει ένοπλες δυνάμεις με υψηλών προδιαγραφών ανθρώπινο δυναμικό. Αν λοιπόν επεκτείνουμε την αιγιαλίτιδα ζώνη στα 12 μίλια, τότε κάθε τουρκική απόπειρα έρευνας συνιστά παραβίαση της εθνικής κυριαρχίας. Στην περίπτωση που δεν έχουμε επεκτείνει την αιγιαλίτιδα στα 12 μίλια, αν επιχειρήσουν διέλευση είναι άλλο πράγμα και άλλο αν επιχειρήσουν έρευνα, ποντίζοντας καλώδια.
Πρέπει να διαμηνύσουμε ότι η πόντιση καλωδίων στα 6-12 μίλια αποτελεί προσβολή εθνικής κυριαρχίας και σε αυτή την περίπτωση το λόγο έχουν τα επιχειρησιακά στελέχη. Η σιωπή της Αθήνας σε αυτή την περίπτωση αποτελεί σιωπηρή παραδοχή της έμπρακτης αμφισβήτησης από την Τουρκία του δικαιώματος που έχει η Ελλάδα να επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη της, αλλά και αμφισβήτηση της σημερινής υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ. Με μια τέτοια στάση καθιστούμε το αδιαφιλονίκητο, διαφιλονικούμενο και ο νοών νοείτω. Απαιτείται αυτοπεποίθηση και αποβολή τυχόν φόβου.
Το έχω ξαναπεί: Η Ελλάδα πρέπει να κάνει αυτό που είπε ο Πίνδαρος ότι έκαναν οι Έλληνες στη ναυμαχία του Αρτεμισίου: «Αρχή γαρ όντως του νικάν το θαρρείν». Δηλαδή αρχή της νίκης ή της επιτυχίας είναι το θάρρος ή η τόλμη. Και όπως είπε ο Πλούταρχος «Θάρρος δεν είναι να ριψοκινδυνεύσει κανείς, αλλά το να προβαίνει αποφασιστικά στον δίκαιο αγώνα».
-Και ως προς την οικονομία;
Παρά τις ανακεφαλαιοποιήσεις που πλήρωσε ο Ελληνικός Λαός για τις Τράπεζες, η πραγματική οικονομία δεν έτυχε της ανάλογης υποστήριξης των συστημικών τραπεζών. Η κυβέρνηση παρέλαβε ανάπτυξη 2,8% τον Ιούλιο του 2019. Και παραμονές της πανδημίας η ανάπτυξης έτρεχε με 1%, όταν μας λέγανε ότι με τον ερχομό τους θα φέρουν και βροχή επενδύσεων. Σήμερα οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα πραγματικότητα και καλούμεθα να βρούμε τους πιο παραγωγικούς και πολλαπλασιαστικούς τρόπους αναχαίτισης του οδοστρωτήρα που γεννά η νέα κρίση.
Α. Η στήριξη της Αναπτυξιακής Τράπεζας μπορεί να αποδειχτεί ένα σημαντικός μοχλός αναμόχλευσης της οικονομίας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Β. Πρέπει να εξεταστεί η δυνατότητα κουρέματος ενός μέρους των υποχρεώσεων του Λαού και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων προς το Δημόσιο και όχι αναβολή τους.
-Ο ΣΥΡΙΖΑ τι πρέπει να αλλάξει για να πάρει τα πάνω του;
Α. Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να απαλλαγεί τάχιστα από το σύνδρομο της αχιβάδας.
Β. Πρέπει να αντιληφθούμε όλοι ότι όπως τελείωσε η περίοδος χάριτος για την κυβέρνηση, τελείωσε και η περίοδος της εσωστρέφειας στον ΣΥΡΙΖΑ.
Γ. Το 32% είναι εντολή του Λαού για έναν μεγάλο ΣΥΡΙΖΑ που θα το ξεπερνάει. Η εντολή είναι για έναν ΣΥΡΙΖΑ κυβερνητικής εναλλαγής που θα εμπνεύσει τον Λαό με νέες κυβερνητικές προτάσεις.
Δ. Αυτά που τεκταίνονται εν πολλοίς στον χώρο, κυρίως από όσους τιμηθήκαμε με υπουργικά καθήκοντα εκπέμπουν ένα αρνητικό μήνυμα στην κοινή γνώμη. Δείχνουν ότι δεν κατανοήθηκε η εντολή του 32%.
Ε. Όταν έχεις να αντιμάχεσαι νεοφιλελεύθερες πολιτικές που υπακούουν στη λογική της κερδοσκοπίας σε βάρος του λαού, είναι πολυτέλεια να τυρβάζεις για τα μικρά και τετριμμένα πράγματα. Είναι πολυτέλεια που τολμώ να πω ότι μπορεί να εκληφθεί από τον κόσμο και ως αδιαφορία γι αυτά που υφίσταται. Σήμερα υπάρχουν τουλάχιστον ένα εκατομμύριο άνθρωποι που απειλούνται να ζήσουν και πάλι το μαρτύριο του οικονομικού και κοινωνικού περιθωρίου. Οι άνθρωποι αυτοί έχουν ανάγκη από πραγματική στήριξη και υποστήριξη. Και αυτό πρέπει να το κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ και δεν το κάνει κατά τη γνώμη μου επαρκώς.
Στις τελευταίες εθνικές εκλογές είχαμε μια αποχή της τάξης του 42,08%, το δεύτερο μεγαλύτερο , της Μεταπολίτευσης. Με αυτόν τον κόσμο δεν ανοίξαμε έναν αξιόπιστο διάλογο, ούτε και με τη νεολαία. O ΣΥΡΙΖΑ του 2012 αποδείχτηκε ότι διάβασε καλά τα συντελούμενα μέσα στην κοινωνία, προσαρμόστηκε και καθοδήγησε το κύμα των εξελίξεων, για να γίνει τελικώς κυβέρνηση. Σήμερα βρίσκεται σε ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον, που απειλεί ακόμα και την ύπαρξή του, αν δεν κατανοήσουμε ότι άλλη είναι η Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ του 2010, άλλη του 2012, άλλη του 2015 και άλλη σήμερα.
Ήταν και το ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του 70 πολύ ισχυρή Αριστερά. Όμως για να φέρει ο Ανδρέας όλες αυτές τις δυνάμεις από το πολιτικό και κοινωνικό περιθώριο στην εξουσία, κατάλαβε και έπραξε τα δέοντα για να φτάσει το ΠΑΣΟΚ εκείνης της εποχής στο 48%. Το Κέντρο θα γίνει και πάλι το μήλον της έριδος. Και ο Μητσοτάκης είναι από μία πολιτική οικογένεια έδειξε ότι διαβάζει καλά αυτή την παράμετρο.
Γιατί χωρίς πολιτική κυριαρχία στο Κέντρο πρέπει να ξεχάσουμε τη διακυβέρνηση της χώρας. Με αριστερόμετρα και αριστερολογίες δε χτίζονται παρατάξεις που μπορούν να κυβερνήσουν και να υπηρετήσουν τον Λαό. Αν θέλουμε να μιλήσουμε ανοιχτά για αριστερό ύφος και ήθος θα πρέπει να αναμετρηθούμε με τον βαθμό στον οποίον βρίσκεται σήμερα η συντροφικότητα μέσα στο κόμμα.
Οι προκλήσεις για το μεγάλο στοίχημα που είναι η δημιουργία μιας μεγάλης αριστερής, σοσιαλιστικής, δημοκρατικής και πατριωτικής , παράταξης είναι ευθύνη όλων μας . Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να διευρύνει το ακροατήριό του. Να αρθρώσει την κοινωνική δυσαρέσκεια. Να διεισδύσει στους κοινωνικούς θεσμούς. Και όλα αυτά μπορούν να επιτευχθούν αξιοποιώντας όλο το διαθέσιμο δυναμικό.
Τα 600 μέλη της Οργανωτικής Επιτροπής του Συνεδρίου παραμένουν σε αδράνεια. Θα έπρεπε σε κλιμάκια των 5 μελών να ήταν εγκατεστημένα όχι στις περιφέρειες ούτε στους νομούς, αλλά στις επαρχίες. Ιδού πεδίο δόξης λαμπρό για το νέο Γραμματέα του Κόμματος. Αν περιμένουμε να έρθει ο κόσμος να μας βρει, θα μείνουμε αγκυροβολημένοι στην αυταπάτη του μικρόκοσμού μας.
-Τη στάση του ΚΙΝΑΛ πώς την κρίνετε;
Το ΚΙΝΑΛ έζησε τα τελευταία χρόνια πολύ μεγάλους πολιτικούς κραδασμούς. Και δεν είναι εύκολο, για να είμαστε δίκαιοι, να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα. Είναι πολύ μεγάλο το κοστούμι του πάλαι ποτέ ΠΑΣΟΚ για το σημερινό ΚΙΝΑΛ. Όμως η εμπειρία και τα πολιτικά βιώματα απαιτούν στην πολιτική ρεαλισμό. Να μπορείς να διαβάσεις σωστά την πραγματικότητα στην οποία ζεις. Ο κόσμος που συστρατεύτηκε κατά καιρούς με το ΠΑΣΟΚ μπορεί να είχε διαφορετικές πολιτικές αφετηρίες , συνέκλινε όμως και συστοιχιζόταν στη γραμμή μιας αντιδεξιάς πολιτικής, με στόχο τη διακυβέρνηση της χώρας με προοδευτικό πρόσημο.
Χωρίς να κατέχω τη μοναδική αλήθεια , πιστεύω ότι το ΚΙΝΑΛ έχει να κερδίσει υπαρξιακά από μία προγραμματική σύγκλιση προς τον ΣΥΡΙΖΑ που θα ενίσχυε κατά την άποψή μου και την αυτονομία του. Σε περίπτωση που εκδηλωθεί απόκλιση προς τα δεξιά, τότε θεωρώ ότι απειλείται το ΚΙΝΑΛ υπαρξιακά. Άλλωστε και η Αριστερά γνωρίζει πολύ καλά τις συνέπειες της συνεργασίας της με τη Δεξιά του αείμνηστου Μητσοτάκη.
Πιστεύω ότι, έχοντας υπόψη μας και τα ιστορικά δεδομένα της περιόδου 1932 1981, οπότε ο κατακερματισμός του δημοκρατικού χώρου συνέβαλε στο να χτιστεί το μονοκομματικό κράτος της δεξιάς και του χωροφύλακα, με τραγικές και τραυματικές συνέπειες για τον λαό και τον τόπο, θα επικρατήσει η νηφαλιότητα και η λογική υποταγής του πολιτικού Εγώ στο πολιτικό Εμείς.
Γιατί στην τελική θα πρέπει να κατανοήσουμε όλοι ένθεν και ένθεν ότι είμαστε δημόσια πρόσωπα χάριν του Λαού και δεν είναι ο Λαός χάριν ημών. Και όταν ο Λαός απειλείται από τον οδοστρωτήρα των κοινωνικών και οικονομικών ανισοτήτων, των πολιτικών και κοινωνικών διακρίσεων μιας νεοφιλελεύθερης πολιτικής, τότε, ιστορικά, όλοι μας – είτε πολύ είτε λίγο συνυπεύθυνοι- θα είμαστε υπόλογοι μπροστά του.
Απαιτείται λοιπόν να ανοίξουμε έναν ευρύτατο διάλογο ανάμεσα στο ΚΙΝΑΛ και τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και άλλες μικρότερες συλλογικότητες, με μόνο πρόσημο, τη συγκρότηση του προοδευτικού πόλου απέναντι σε μια σκληρή νεοφιλελεύθερη Δεξιά που φτιασιδώνεται με τον μανδύα του Κέντρου, καθώς προσπαθεί συστηματικά να γίνει αρεστή τον κεντρώο κόσμο.
-Σας ακούω να μιλάτε συχνά για «μεγάλη δημοκρατική παράταξη». Τι εννοείτε; Να ενωθούν ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ; Και πώς θα γίνει αυτό;
Προέρχομαι από μια αντιδεξιά, κεντρώα οικογένεια που έζησε μαζί με εκατομμύρια Έλληνες -είτε ήταν αριστεροί είτε «συνοδοιπόροι» τους- τις συνέπειες του κράτους των κοινωνικών φρονημάτων. Και θεωρώ ότι μεγάλη ευθύνη γι αυτό είχαν οι ηγέτες της Δημοκρατικής Παράταξης που κρατούσαν αυτό τον χώρο κατακερματισμένο, με συνέπεια να βασιλεύει η Δεξιά. Σήμερα καλούμαστε όλοι να υπερβούμε το υπερτροφικό μας πολιτικό Εγώ. Τις περιχαρακώσεις που περισσότερο υποκρύπτουν το προσωπικό πολιτικό συμφέρον του καθενός.
Αν πιστεύουμε -όπως όλοι λέμε- στη δημοκρατική παράταξη, αν ομνύουμε στην πολιτική , κοινωνική και οικονομική δημοκρατία, στην οικονομική δικαιοσύνη και στην σύγκρουση με τις κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες που απειλούν σήμερα και πάλι την κοινωνίας μας, τότε θα αφήσουμε πίσω ακόμα και τις προσωπικές πικρίες και τους άδικους χαρακτηρισμούς, και θα συμπλεύσουμε σε ένα ενδιαφέρον και συναρπαστικό ταξίδι, που θα έχει και όραμα και ελπίδα και προοπτική γι αυτόν τον τόπο. Το αξίζει η ελληνική κοινωνία, χάριν της οποίας γίναμε δημόσια πρόσωπα, μια ύψιστη τιμή που μπορεί να ζήσει σε αυτή τη ζωή ο άνθρωπος.
Κι επειδή υπάρχουν πάντα επιφυλάξεις και υποψίες για πατερναλιστικές διαθέσεις, πιστεύω ότι ο διάλογος που απαραιτήτως θα προηγηθεί, θα εξασφαλίζει εξ’ υπαρχής το αυτόνομο του κάθε χώρου στην σύμπλευση, στο πλαίσιο προγραμματικών συγκλίσεων. Εάν σταθμίσει κανείς τις προγραμματικές θέσεις και του ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία και του ΚΙΝΑΛ, αλλά και άλλων μικρότερων συλλογικοτήτων του χώρου, δε θα βρει μεγάλες αποκλίσεις. Είναι θέμα λοιπόν βούλησης, διάθεσης, υπέρβασης, για να αποδειχτούμε άξιοι αρχιτέκτονες μιας άμεσης, προοδευτικής, εναλλακτικής της Δεξιάς του κ. Μητσοτάκη.
-Και με ποιον αρχηγό; Θα αμφισβητηθεί ο Τσίπρας;
Στην πολιτική αποτελεί πλεονέκτημα το να διαθέτει κάποιος γενναιότητα και ρεαλισμό. Είτε συμπαθεί κανείς είτε όχι τον Αλέξη Τσίπρα, στη δεδομένη στιγμή και στην πολιτική συγκυρία που ζούμε είναι μια προσωπικότητα που δεσπόζει στον προοδευτικό χώρο. Οφείλει κανείς να του αναγνωρίσει ότι μπόρεσε να μετατρέψει σε ενιαίο κόμμα έναν χώρο που απαρτιζόταν από 12-13 συνιστώσες, και να τον μεταπλάσει από κόμμα διαμαρτυρίας σε κυβερνώσα Αριστερά. Τον κατέστησε από αξιωματική αντιπολίτευση κυβέρνηση κι έτσι έβγαλε τη χώρα από τα μνημόνια. Μία τέτοια προσωπικότητα από όσους πιστεύουν στην αναγκαιότητα για έναν τέτοιο χώρο δεν αμφισβητείται.