Η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί από τον Ερντογάν κρύβει μία παγίδα για την ελληνική εξωτερική πολιτική που προκύπτει από το γεγονός πως η συγκεκριμένη κίνηση είναι σημαντική για την Ελλάδα και, ταυτόχρονα, ασήμαντη για τον υπόλοιπο δυτικό κόσμο. Αν η Ελλάδα ξοδέψει διπλωματικό κεφάλαιο για να καταδικάσει η Δύση την Τουρκία για την Αγία Σοφία, βλέπει το δέντρο και χάνει το δάσος, το οποίο είναι όλες οι άλλες κινήσεις του Ερντογάν που όντως ζημιώνουν ισχυρά δυτικά κράτη.
Σε αυτό το πλαίσιο, η χώρα μας φαίνεται να έχει τη σωστή προσέγγιση όταν ισχυρίζεται πως η Τουρκία διαχωρίζει τη θέση της από τον πολιτισμένο κόσμο, γιατί έτσι προσπαθεί να μετατρέψει το δίπολο της έντασης Ελλάδα-Τουρκία σε δίπολο Δύση-Τουρκία, αλλά η αλήθεια είναι πως η συγκεκριμένη απόφαση του Ερντογάν να κάνει την Αγία Σοφία τζαμί «πονάει» ουσιαστικά μόνο την Ελλάδα.
Η Τουρκία έχει διαχωρίσει τη θέση της από τον πολιτισμένο κόσμο πολύ νωρίτερα και αν θέλουμε η Δύση να της επιβάλλει κυρώσεις για τη συμπεριφορά του ηγέτη της, η περίπτωση της Αγίας Σοφίας μπαίνει στο «κατηγορητήριο» μόνο σαν μία μικρή υποσημείωση.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα έπρεπε να αδιαφορήσει για την μετατροπή του πιο σημαντικού συμβόλου της Ορθοδοξίας σε τζαμί… Η χώρα μας έχει μία βυζαντινή κληρονομιά την οποία πρέπει να διαφυλάσσει και να υπερασπίζεται. Αυτό όμως είναι ζήτημα πολιτισμικό και όχι γεωπολιτικό και όποτε η Ελλάδα έμπλεξε το ένα με το άλλο το πλήρωσε πολύ ακριβά. Για ζητήματα πολιτιστικής κληρονομιάς υπάρχει η UNESCO και δεν πρόκειται κανένας δυτικός ηγέτης να τα βάλει με τον Ερντογάν για την Αγία Σοφία. Αν, ως φορέας, η UNESCO φαίνεται ανεπαρκής για το ζήτημά μας, είναι επειδή το ίδιο το ζήτημα είναι ανεπαρκές για τη διεθνή πολιτική. Οι κυβερνήσεις των άλλων κρατών έχουν πιο σημαντικά πράγματα να ασχοληθούν και δεν ενδιαφέρονται για τα «ιστορικά δίκαια» του λαού μας ή οποιουδήποτε άλλου λαού πλην του δικού τους.
Ειδικά για την βυζαντινή μας κληρονομιά, η άβολη αλήθεια είναι πως στη Δύση δεν τους καίγεται καρφί. Δεν ενδιαφέρονται για τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία για τον ίδιο λόγο που οι Έλληνες δεν ενδιαφερθήκαμε ποτέ για την Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία… Έχει μάθει ποτέ έστω κι ένας Έλληνας για τον Καρλομάγνο στο σχολείο; Μας νοιάζει τι είναι οι Σάξονες και ποιος ο Όθων ο Μέγας; Ομοίως, στη Γαλλία δεν έχουν ακούσει ποτέ τον Βασίλειο τον Βουλγαροκτόνο…
Θα πουν κάποιοι ότι υπάρχει πάντα και ο παράγοντας θρησκεία, ο οποίος έχει σίγουρα βαρύτητα, αλλά ας μην τον υπερεκτιμάμε. Ο Χριστιανικός κόσμος έχει ιστορικά περισσότερες έριδες στο εσωτερικό του από ό,τι έχει απέναντι στο Ισλάμ και αυτό γιατί, στον πολιτισμένο κόσμο, η θρησκεία γίνεται εργαλείο της πολιτικής και όχι το αντίθετο. Οι Βρετανοί, π.χ., εκτός από ένα αξιοσημείωτο συμμαχικό παρελθόν με την Ελλάδα, τα πηγαίνουν παραδοσιακά πολύ καλά και με τον ισλαμικό κόσμο λόγω των ανατολικών τους αποικιών, και αυτό δεν φαίνεται απλώς από τον μουσουλμάνο δήμαρχο του Λονδίνου, αλλά από το «να μη χάσουμε τους μουσουλμάνους για τους Έλληνες» που έγραφαν οι βρετανικές εφημερίδες, μία μέρα μετά τις χαμένες για τον Ελ. Βενιζέλο εκλογές του 1920. Και να φανταστεί κανείς ότι ο ρόλος της θρησκείας στην πολιτική τότε ήταν πολύ πιο αναβαθμισμένος από ό,τι είναι σήμερα.
Ειδικότερα, δε, σε ό,τι αφορά την Ορθοδοξία, η άλλη άβολη αλήθεια είναι πως σήμερα η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν έχει καμία σχέση με τα μεγαλεία του παρελθόντος. Το ορθόδοξο δόγμα επικρατεί σε χώρες όπως η Σερβία, η Βουλγαρία, η Αρμενία και η Ρωσία και η Εκκλησία του χαρακτηρίζεται από διοικητικό κατακερματισμό. Από την άλλη, ο Ρωμαιοκαθολικισμός επικρατεί σχεδόν σε όλο τον λατινόφωνο κόσμο και όχι μόνο – περιλαμβάνοντας χώρες όπως Γαλλία, Αυστρία, Ιταλία, Ισπανία – και ο Πάπας της Ρώμης ως οικουμενικός θεσμός είναι τόσο αποδεκτός, σε σημείο να αντιμετωπίζεται ως τέτοιος και σε προτεσταντικές χώρες όπως οι ΗΠΑ. Με άλλα λόγια, ο γεωπολιτικός ρόλος της Ορθόδοξης Εκκλησίας είναι πολύ πιο ασήμαντος από όσο θέλουμε να πιστεύουμε στη χώρα μας.
Τούτο οφείλουν να το λάβουν υπόψη όσοι περιμένουν δυναμική ανταπόκριση από τη Δύση για τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί και έχουν ανάλογες απαιτήσεις από την ελληνική κυβέρνηση. Η Ελλάδα, τουλάχιστον με τα σημερινά αναπτυξιακά της δεδομένα, μπορεί να έχει προσδοκίες από τους δυτικούς της συμμάχους μόνο στο μέτρο που παίζει ικανοποιητικά τον ρόλο που της επιβάλλει ο χάρτης, δηλαδή τον ρόλο της ασπίδας της Δύσης, και αν θέλει να μπλέξει τις δυτικές πολιτισμικές αξίες με τη γεωγραφία για το κάτι παραπάνω (π.χ. ελληνική ΑΟΖ), η θρησκεία δεν είναι ο καλύτερος τρόπος για να το κάνει. Υπάρχει και η αξία της δικαιοσύνης, που λέει ότι δεν μπορεί να κάνει ο καθένας ό,τι του καπνίσει σαν τον Ερντογάν…
Επειδή όμως, πρώτον, το διεθνές δίκαιο στηρίζεται στη στρατιωτική ισχύ των κρατών που το ενστερνίζονται και στα συμφέροντα που έχουν οικοδομήσει μεταξύ τους και, δεύτερον, αυτή τη στιγμή οι ΗΠΑ έχουν έναν «ανάποδο» πρόεδρο, η «ασπίδα της Δύσης» πρέπει να περιοριστεί στον αμυντικό της ρόλο και να επιλέγει προσεκτικά τις μάχες της. Η αλλαγή του καθεστώτος της Αγίας Σοφίας δεν είναι μία από αυτές τις μάχες…