Μεγάλο ερευνητικό ενδιαφέρον υπάρχει στη διεθνή βιβλιογραφία, λόγω των αντικρουομένων αποτελεσμάτων,
σχετικά με την επίδραση του καπνίσματος στους θανάτους από λοίμωξη Covid-19. Η ερευνητική ομάδα των καθηγητών Κώστα Τούτουζα και Δημήτρη Τούσουλη, στην Α’ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Αθηνών, διεξήγαγε μία συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση των μελετών που εξετάζουν τη σχέση του καπνίσματος με τη βαρύτητα της νόσου και τη θνησιμότητα σε ενήλικους νοσηλευόμενους ασθενείς με λοίμωξη COVID-19.
Στην ανάλυση αυτή φαίνονταιτα αποτελέσματα του καπνίσματος, αποκλείοντας τις πρόσφατες μελέτες που αποσύρθηκαν τις προηγούμενες εβδομάδες από τα διεθνή ιατρικά περιοδικά (N Engl J Med και Lancet). Για πρώτη φορά παρουσιάζονται στη διεθνή βιβλιογραφία τα αποτελέσματα 22 μελετών σχετικές με το αντικείμενο, με τις 17 να αναφέρουν δεδομένα για τη βαρύτητα της νόσου, 4 για τη θνησιμότητα και 1 και για τις δύο εκβάσεις. Σε σχέση με τη βαρύτητα της νόσου συμπεριλήφθηκαν 18 μελέτες με 6.310 ασθενείς. Σε αυτές βρέθηκε ότι το κάπνισμα αυξάνει την πιθανότητα για βαρύτερη νόσο κατά 34%. Σε σχέση με τη θνητότητα, συμπεριλήφθηκαν 5 μελέτες με 838 ασθενείς συνολικά. Η συσχέτιση του καπνίσματος με αυξημένη πιθανότητα θανάτου δεν ήταν στατιστικά σημαντική.
Σε αναλύσεις μετα-συσχέτισης βρέθηκε ότι τόσο η ηλικία, όσο και ο επιπολασμός του σακχαρώδη διαβήτη είχαν αρνητικές συσχετίσεις με τον κίνδυνο για βαρύτερη νόσο, δηλαδή ο ρόλος του καπνίσματος ως παράγοντας κινδύνου ήταν σημαντικότερος σε νέους ασθενείς χωρίς σακχαρώδη διαβήτη. Τα ευρήματα αυτής της μελέτης, στην οποία οι πρώτοι συγγραφείς είναι οι ιατροί Αντώνης Καρανάσος και Κώστας Αζναουρίδης, καρδιολόγοι στην Α’ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική, παρέχουν στοιχεία που υποστηρίζουν ότι η διακοπή του καπνίσματος, ειδικότερα σε νεότερα άτομα, μπορεί να βοηθήσει στην άμβλυνση των συνεπειών της πανδημίας COVID-19.
ΑΠΕ-ΜΠΕ