Κύριε Τσίπρα, διέκρινα μία ένταση και έναν εκνευρισμό στην πρωτολογία σας. Μάλλον ο αέρας της Θεσσαλονίκης την οποία επισκεφτήκατε δεν βοήθησε την ψυχολογική σας διάθεση,
ίσως γιατί στο Μετρό δεν σας υποδέχθηκαν μουσαμάδες, αλλά ένα πραγματικό εργοτάξιο. Και εξακολουθείτε, κύριε Τσίπρα, σε κάθε εμφάνισή σας στη Βουλή από αυτό εδώ το βήμα, όταν κάνετε αναφορές στη οικονομία να παρουσιάζετε μία κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, όπως την παραδώσατε -κατά την άποψή μας- ιδιαιτέρως ωραιοποιημένη. Αλλά, σε κάθε περίπτωση, δεν έχετε καταφέρει ακόμα να απαντήσετε σε ένα ουσιαστικό ερώτημα: Εάν τα πράγματα, κύριε Τσίπρα, στην Ελλάδα τον Ιούλιο του 2019 πηγαίναν τόσο καλά, γιατί χάσατε τις εκλογές με σχεδόν 10 μονάδες;
Και αν τα πράγματα σήμερα πηγαίνουν όσο άσχημα τα παρουσιάσατε σήμερα, γιατί η εικόνα της κοινωνίας -και δεν θα αναφερθώ στις δημοσκοπήσεις που αποτυπώνουν την πρόθεση ψήφου, αλλά σε εκείνες τις πιο ουσιαστικές μετρήσεις που αποτυπώνουν το δείκτη αισιοδοξίας στην ελληνική κοινωνία- γιατί η εικόνα αυτή είναι τελείως διαφορετική από την εικόνα την οποία εσείς παρουσιάζετε σήμερα εδώ, από το βήμα της Βουλής.
Φοβάμαι ότι τα μαθήματα από την προηγούμενη διακυβέρνησή σας, αλλά και από την ετυμηγορία της κάλπης, δεν τα έχετε πάρει ακόμα. Και εξακολουθείτε και σήμερα να κάνετε μία απεγνωσμένη προσπάθεια να εμφανιστείτε ως υπέρμαχος, εσείς, αυτών τους οποίους διαλύσατε στην κυριολεξία με τις δικές σας πολιτικές.
Ανακαλύψατε τώρα τους μικρομεσαίους και τη μεσαία τάξη. Εσείς, που την υπερφορολογήσατε βάναυσα και την οδηγήσατε σε μία κατάσταση απόλυτης απελπισίας. Δεν αναφερθήκατε σήμερα -ίσως και το κάνατε εν τη ρύμη του λόγου σας, ίσως να το κάνατε συνειδητά- στην πρόθεσή σας να μειώσετε το ΦΠΑ στην εστίαση στο 6%. Όταν συναντάτε τους επιχειρηματίες και είστε μόνος σας τους τα λέτε αυτά. Στη Βουλή δεν μπορείτε να τα πείτε όμως, διότι θυμούνται πάρα πολύ καλά οι άνθρωποι του κλάδου της εστίασης ότι εσείς πήγατε τον ΦΠΑ από το 13 στο 24%. Και έρχεστε τώρα για να πλειοδοτήσετε, να πείτε ότι θα κατέβει στο 6%.
Πάμε, λοιπόν, να απαντήσω ένα-ένα στα δύο βασικά σας επιχειρήματα, όπως παρουσιάζονται και στην ερώτησή σας και όπως τα αναπτύξατε στην πρωτολογία σας. Το πρώτο επιχείρημα είναι ότι τα πράγματα στην οικονομία πήγαιναν πολύ άσχημα πριν τον κορονοϊό και το δεύτερο επιχείρημά σας είναι ότι τα μέτρα τα οποία έχει πάρει η κυβέρνηση είναι ανεπαρκή και θα έπρεπε να δώσουμε πολλά περισσότερα σε πολλούς περισσότερους.
Ξεκινώ, λοιπόν, με το πρώτο επιχείρημά σας. Ποια είναι η κατάσταση της οικονομίας σήμερα; Είναι πραγματικά τόσο άσχημη, ήταν τόσο άσχημα τα πράγματα το τελευταίο τρίμηνο του 2019, όπως τα παρουσιάζετε; Ξέρετε, η αξιοπιστία μιας οικονομίας μετριέται με πολλούς τρόπους. Κάποιοι είναι πιο υποκειμενικοί, ο Δείκτης Οικονομικής Εμπιστοσύνης, μια μέτρηση του πώς αντιλαμβάνεται η ίδια η αγορά και οι καταναλωτές την οικονομική πορεία της χώρας. Δεν χρειάζεται να σας πω πώς εκτινάχθηκε ο Δείκτης της Οικονομικής Εμπιστοσύνης μετά τις εκλογές.
Υπάρχει όμως και ένα πολύ αντικειμενικό μέτρο σύγκρισης οικονομικής απόδοσης. Και αυτό δεν είναι άλλο από το πώς οι αγορές αποτιμούν την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Διότι οι αγορές είναι αυτές οι οποίες μας δανείζουν, θα εξακολουθούν να μας δανείζουν και πρέπει να μας δανείζουν με λογικό επιτόκιο, για να μπορούμε να αναχρηματοδοτούμε ένα πολύ μεγάλο δημόσιο χρέος το οποίο, ειρήσθω εν παρόδω, φυσικά επί δικών σας ημερών αυξήθηκε.
Πάμε, λοιπόν, να δούμε, κύριε Τσίπρα, όταν εσείς δανειστήκατε τελευταία φορά με 10ετές ομόλογο, με τι κόστος δανεισμού βγήκατε: 3,9%, στις 12/3/2019. Η Ελληνική Δημοκρατία σε συνθήκες πανδημίας, μεγάλης οικονομικής κρίσης, δανείστηκε με επιτόκιο 1,57%.
3,9 – 1,57. Αυτή είναι η καλύτερη απάντηση στους ισχυρισμούς σας περί της συνολικής πορείας της ελληνικής οικονομίας.
Και, βέβαια, επειδή δεν είμαστε μόνοι μας σε αυτόν τον κόσμο, αλλά δρούμε μέσα σε ένα καθεστώς μιας οργανωμένης οικονομικής κοινότητας που δεν είναι άλλη από την ευρωζώνη, αξίζει να σας διαβάσω στα αγγλικά το πρωτότυπο κείμενο από τα συμπεράσματα του Eurogroup της 11ης Ιουνίου 2020: «We commend the Greek authorities for the quick and decisive policy response, both in containing the outbreak of the virus and in taking the necessary economic and fiscal support measures».
Τι μας λέει, λοιπόν, το Eurogroup; Ότι «τα καταφέρατε καλά και στη διαχείριση της πανδημίας» κάτι το οποίο για εσάς, όπως έχουμε ξανασυζητήσει, ήταν περίπου αυτονόητο, δεν κάναμε τίποτα το ιδιαίτερο, κάναμε απλά αυτά τα οποία έπρεπε να κάνουμε, ακολουθήσαμε τις συμβουλές και τις κατευθύνσεις των άλλων χωρών. Ας το προσπεράσω αυτό. Νομίζω ότι όλοι έχουν βγάλει τα συμπεράσματά τους για το αν πραγματικά η χώρα συνολικά συστρατεύτηκε σε αυτήν την προσπάθεια. Αλλά έρχεται το Eurogroup εδώ πέρα και μας συγχαίρει για την έκταση της οικονομικής αντίδρασης και των μέτρων τα οποία έχουμε πάρει. Προφανώς, θα μου πείτε «τι σημασία έχει εδώ πέρα τώρα το Eurogroup, εμείς θα έπρεπε να ήμασταν πολύ πιο γαλαντόμοι και ας ρισκάρουμε ενδεχομένως και μία κόντρα με την Ευρώπη».
Πάνω σε αυτά, θα σας πω ότι η στήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η αξιοπιστία την οποία έχει η χώρα πια καταφέρει να κερδίσει στην Ευρώπη, είναι μία αξιοπιστία την οποία την πιστωνόμαστε, όχι μόνο σήμερα αλλά σε βάθος χρόνου. Και φυσικά αντανακλάται και στο γεγονός ότι μπορέσαμε να εξασφαλίσουμε από το διαφαινόμενο μεγάλο πακέτο στήριξης, το οικονομικό, ένα πολύ σημαντικό ποσό το οποίο θα χρηματοδοτήσει την αναπτυξιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας. Όχι φέτος, όμως, κύριε Τσίπρα, αλλά από το 2021 και μετά.
Η περιβόητη, λοιπόν, ύφεση, στην οποία αναφέρεστε, δεν είναι ύφεση, κύριε Τσίπρα, είναι ανάπτυξη. Ένα τοις εκατό αναπτύχθηκε η ελληνική οικονομία το τέταρτο τρίμηνο του 2019. Και το πρώτο τρίμηνο του 2020, κύριε Τσίπρα, ως δια μαγείας και κόντρα στις δικές σας προβλέψεις, η ελληνική οικονομία συρρικνώθηκε μόλις 0,9%. Πόσος ήταν ο μέσος όρος συρρίκνωσης στην υπόλοιπη ευρωζώνη, κύριε Τσίπρα; Πόσος ήταν; Το ξέρετε; Πόσος ήταν; 3,6%. Τέσσερις φορές μικρότερη συρρίκνωση, κύριε Τσίπρα, και εσείς εδώ πέρα μιλάτε για «ύφεση Νέας Δημοκρατίας» και «ύφεση Μητσοτάκη».
Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει, με πολύ απλά λόγια, κύριε Τσίπρα, ότι η ελληνική οικονομία είχε μπει στο 2020 με μεγάλη αναπτυξιακή ορμή και ότι η απόδοση της ελληνικής οικονομίας τους πρώτους δύο μήνες του 2020, ήταν πολύ υψηλή, πολύ καλύτερη από το μέσο όρο της ευρωζώνης. Σημαίνει βέβαια, ναι, και ότι η ελληνική οικονομία τελικά, τουλάχιστον ως προς τον Μάρτιο του 2020, χτυπήθηκε λιγότερο απ’ ό,τι η υπόλοιπη Ευρώπη. Αυτή είναι η πραγματικότητα και δεν μπορεί να αμφισβητηθεί.
Σπεύδουν σήμερα πολλοί διεθνείς οίκοι να αναθεωρήσουν τις προβλέψεις τους, οι οποίες μιλούσαν για μία ελληνική οικονομία η οποία θα χτυπηθεί πολύ περισσότερο από το μέσο ευρωπαϊκό όρο, βλέποντας ότι τα καταφέρνουμε καλά όχι μόνο στην αντιμετώπιση της πανδημίας, αλλά και στον περιορισμό των οικονομικών επιπτώσεων από αυτήν την πρωτοφανή υγειονομική κρίση.
Και να σας πω και κάτι; Δεν είχα πρόθεση να μπω σε αυτήν τη συζήτηση. Αλλά, κάποια στιγμή καλό είναι, κύριε Τσίπρα, να κάνουμε και ένα συνολικό απολογισμό, τώρα πια που έχουμε στη διάθεσή μας όλα τα στοιχεία, τι ακριβώς έγινε τη δική σας τετραετία. Κυβερνήσατε 4,5 χρόνια. 2015-’16, ’17, ’18 και το μισό ’19. Να δούμε απολογιστικά τι έγινε αυτά τα τέσσερα χρόνια, από το ’15 μέχρι το ’18, που ήσασταν αποκλειστικά υπεύθυνοι για τη διαχείριση της οικονομίας;
Τι έγινε, κύριε Τσίπρα, αυτά τα τέσσερα χρόνια; Ποιος ήταν ο συνολικός ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας αυτά τα τέσσερα χρόνια; Τον ξέρετε; Να σας συμβουλεύσουν λίγο εδώ πέρα οι δικοί σας; Ποιος ήταν; Τέσσερα χρόνια. Δεν μιλάω για το ’15 μόνο. Μιλάω για τα τέσσερα χρόνια. Τον έχετε κύριε Τσίπρα; Να σας τον πω εγώ: 0,7% όταν στην Ευρωπαϊκή Ένωση ο μέσος όρος ήταν 2,3%, ο χαμηλότερος ρυθμός ανάπτυξης στην Ευρώπη. Αυτά είναι τα κατορθώματά σας.
Και μετά έρχεστε και πολυδιαφημίζετε τις δικές σας οικονομικές επιδόσεις. Αλλά, εν πάση περιπτώσει νομίζω ότι όλα αυτά ανήκουν σε ένα βαθμό στο παρελθόν, έχουν κριθεί και στις εκλογές του Ιουλίου, ας συζητήσουμε περισσότερο για το σήμερα και για το αύριο και για όλα αυτά τα οποία πρέπει να γίνουν ακόμα στην ελληνική οικονομία.
Τι κάναμε εμείς από τη στιγμή που ξέσπασε η κρίση; Καλό είναι να τα θυμίσουμε και σε αυτήν την αίθουσα, να τα ακούσουν και πάλι οι Έλληνες πολίτες. Με το ξέσπασμα της υγειονομικής κρίσης θωρακίσαμε αμέσως το Σύστημα Υγείας με 280 εκατομμύρια. Δώσαμε έκτακτο επίδομα -δώρο, αμοιβή, επιβράβευση, όπως θέλετε πείτε το- σε όλους τους εργαζόμενους στο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Μας κόστισε περίπου 90 εκατομμύρια. Αξιοποιήσαμε δωρεές. Κάναμε 4.300 προσλήψεις νοσηλευτών και γιατρών. Διπλασιάσαμε, μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, τις κλίνες εντατικής θεραπείας. Ξεπεράσαμε τις 1.000. Και έχουμε, ήδη, δρομολογήσει ένα σχέδιο, ώστε να μπορέσουμε να φτάσουμε εντός των επόμενων μηνών, περίπου στον ευρωπαϊκό μέσο όρο ως προς τις κλίνες, τις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας. Μας παραδώσατε 565, κύριε Τσίπρα, 565. Εσείς, που πολυδιαφημίζατε το Εθνικό Σύστημα Υγείας και το δήθεν ενδιαφέρον σας γι’ αυτό. Και εμείς θα μπορέσουμε μέσα σε ένα χρόνο αυτές να τις διπλασιάσουμε.
Οκτακόσιες-πενήντα χιλιάδες επιχειρήσεις, δυο εκατομμύρια εργαζόμενοι, τέθηκαν συνολικά υπό την προστασία της πολιτείας. Απαγορεύτηκαν οι απολύσεις και καθιερώθηκε αποζημίωση 800 ευρώ σε υπαλλήλους, σε επαγγελματίες και 600 ευρώ σε επιστήμονες. Το κράτος κάλυψε ασφαλιστικές εισφορές. Νομοθετήσαμε τη μείωση του ενοικίου. Μετατέθηκε η εξόφληση όλων των οφειλών. Παρατάθηκαν ως το Σεπτέμβριο, σε πρώτη φάση, τα επιδόματα ανεργίας, όπως και εκείνα 120.000 αυτοαπασχολούμενων στον κλάδο του τουρισμού.
Για τις επιχειρήσεις, για τη ρευστότητα των επιχειρήσεων, διατίθενται, όπως γνωρίζετε πολύ καλά, αυτή τη στιγμή 7 δισεκατομμύρια από το Ταμείο Εγγυοδοσίας σε επιχειρήσεις με την εγγύηση σε ύψος 80% του ελληνικού Δημοσίου. Και πριν από αυτό έτρεξε το πρόγραμμα του ΤΕΠΙΧ. Το ΤΕΠΙΧ, πράγματι, ήταν ένα πρόγραμμα το οποίο έδινε τη δυνατότητα στις τράπεζες να βάλουν τραπεζικά κριτήρια στο δανεισμό τον οποίο έδιναν σε επιχειρήσεις. Και η αλήθεια είναι ότι οι τράπεζες στο ΤΕΠΙΧ ήταν αρκετά αυστηρές στις εταιρείες τις οποίες χρηματοδότησαν. Αυτή είναι μία πραγματικότητα. Αλλά το ΤΕΠΙΧ ΙΙ έτρεξε με πολύ πιο γρήγορους ρυθμούς από ό,τι είχε τρέξει το αντίστοιχο ΤΕΠΙΧ επί δικών σας ημερών.
Θα περιμένουμε με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον τον τρόπο με τον οποίο οι τράπεζες θα ανταποκριθούν στο καινούργιο πρόγραμμα του Ταμείου Εγγυοδοσίας. Εκεί πέρα περιμένω ότι δεν θα ζητήσουν από τις επιχειρήσεις τον ίδιο βαθμό εξασφαλίσεων, καθώς το κράτος έρχεται και εγγυάται το μεγαλύτερο μέρος του δανείου. Και πιστεύω ότι από αυτό το πρόγραμμα ένα σημαντικό κεφάλαιο ρευστότητας θα κατευθυνθεί στην πραγματική οικονομία. Στα ζητήματα, λοιπόν, που αφορούν τη στήριξη των επιχειρήσεων, δεν βλέπω να υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ της δικής σας και της δικής μας πρότασης.
Και, βέβαια, η επιστρεπτέα προκαταβολή, την οποία σπεύσατε με τόσο μεγάλη ευκολία να απαξιώσετε, είναι ένα πρόγραμμα από το οποίο σήμερα, κύριε Τσίπρα, έχουν ωφεληθεί παραπάνω από 50.000 επιχειρήσεις. Έχουμε ήδη ανακοινώσει ότι το πρόγραμμα θα ενισχυθεί και θα ξεπεράσει τα 2 δισεκατομμύρια ευρώ. Και επειδή εσείς μπορεί να μην συναντηθήκατε στη δική σας περιοδεία με επιχειρήσεις οι οποίες αξιοποίησαν το πρόγραμμα αυτό, να σας αναφέρω ορισμένα παραδείγματα μόνο από επιχειρήσεις μικρές και μεγαλύτερες, οι οποίες για πρώτη φορά με τόσο μεγάλη ταχύτητα είδαν ενίσχυση ρευστότητας από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Εταιρεία αγροτικών προϊόντων με έναν μόνο εργαζόμενο, στην Ηλεία, πήρε 4.000 ευρώ. Άλλη επιχείρηση, με επιπλωμένα δωμάτια στην Αργολίδα, πήρε 6.500 ευρώ. Μεγαλύτερες επιχειρήσεις, επιχείρηση διανομής βιβλίων και Τύπου στις Κυκλάδες που έχασε 110.000 ευρώ σε τζίρο, πήρε 60.000 ευρώ. Εταιρεία χρωμάτων στη Θεσσαλονίκη, που και αυτή είχε απώλειες τζίρου που ξεπέρασαν τα 100.000 ευρώ, εισέπραξε 75.000 ευρώ. Είναι σημαντικά ποσά αυτά. Σημαντική στήριξη ρευστότητας για πολλές επιχειρήσεις. Και η δεύτερη φάση της επιστρεπτέας προκαταβολής θα ενισχύσει ακόμα περισσότερο επιχειρήσεις που το έχουν σήμερα ανάγκη.
Όλα αυτά αθροίζονται τελικά στο ποσό για το οποίο μιλήσαμε. Είναι τα κονδύλια τα οποία και σήμερα που μιλάτε από αυτό το βήμα επιλέγετε, κύριε Τσίπρα, να αγνοείτε. Είναι κονδύλια τα οποία δόθηκαν την κατάλληλη στιγμή. Ούτε εμπροσθοβαρώς ούτε οπισθοβαρώς, όπως γράφετε στην ερώτησή σας. Δόθηκαν με το βάρος που απαιτεί η κάθε χρονική στιγμή, ώστε και να υπάρχει αποτέλεσμα, αλλά και να υπάρχουν εφεδρείες για την επόμενη στιγμή.
Μιλήσατε πολύ για τα ζητήματα του κόσμου της εργασίας και θα μιλήσω στη συνέχεια για το πρόγραμμα «Συν-εργασία». Αλλά θέλω να αναφέρω και στην Εθνική Αντιπροσωπεία ότι η στήριξη προς τις επιχειρήσεις δεν είναι μια στήριξη η οποία έρχεται χωρίς ελέγχους για τη συμμόρφωση με τους νέους κανόνες. Το τελευταίο τρίμηνο έχουν γίνει παραπάνω από 88.000 έλεγχοι, από το ΣΕΠΕ, την ΕΛ.ΑΣ. από τη Γενική Γραμματεία Εμπορίου, από την Αρχή Διαφάνειας, σε επιχειρήσεις, σε χώρους εργασίας. Ο πρώτος μας στόχος είναι να προστατεύσουμε τους εργαζόμενους, αλλά και τους πελάτες, από ανεύθυνες πρακτικές που τους εκθέτουν σε περιττούς κινδύνους.
Για εμάς η υποχρεωτική χρήση μάσκας, όπου αυτή επιβάλλεται, οι αναγκαίες αποστάσεις, όλα τα μέτρα θα εποπτεύονται αυστηρά από όλους τους ελεγκτικούς μηχανισμούς. Είναι ένα δείγμα σεβασμού και προστασίας των συνανθρώπων μας που εργάζονται. Και θα επιμείνω ότι η εφαρμογή των μέτρων αυτών, ιδιαίτερα στους κλάδους του τουρισμού και της εστίασης, πρέπει να γίνεται με απόλυτη συμμόρφωση στις υποδείξεις των ειδικών. Και η πολιτεία θα εξακολουθεί να είναι πάρα πολύ αυστηρή ως προς τους ελέγχους που θα κάνει σε επιχειρήσεις και θα επιβάλει, όπου αυτό απαιτείται, τα ανάλογα πρόστιμα.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, από την αρχή της υγειονομικής περιπέτειας είχα τονίσει ότι το βάρος αυτής της κρίσης πρέπει να το επιμεριστούμε με τρόπο δίκαιο. Πρώτα απ’ όλα το κράτος, μετά οι επιχειρήσεις, τελευταίοι οι εργαζόμενοι. Για να υπάρξει όμως αποτέλεσμα, η διαδικασία αυτή πρέπει να είναι ρεαλιστική. Ρεαλιστική στη βάση της και δυναμική στην εφαρμογή της. Να αντιστοιχεί με τις συνθήκες της πραγματικής οικονομίας, αλλά και να εναλλάσσει με ευελιξία τα τακτικά με τα στρατηγικά στοιχεία.
Ακριβώς αυτό επιχειρεί να κάνει το πρόγραμμα «Συν-Εργασία» για την απασχόληση. Το πρόγραμμα αυτό είναι μια σύμπραξη της πολιτείας με τις δυνάμεις της παραγωγής. Έχει ως κεντρική του προτεραιότητα να μη χαθούν πολλές θέσεις εργασίας. Δεν υπάρχει ανάπτυξη χωρίς επιχειρήσεις που να δημιουργούν νέο πλούτο. Όπως δεν υπάρχουν και επιχειρήσεις που προκόβουν χωρίς εργαζόμενους που προκόβουν και αυτοί μαζί τους.
Η εργασία είναι προϋπόθεση για την ανάπτυξη της οικονομίας. Είναι, όμως, ταυτόχρονα και ατομικό δικαίωμα που εξασφαλίζει την κοινωνική συνοχή. Η ανεργία σημαίνει πάνω απ’ όλα αδικία. Όποιος, λοιπόν, σήμερα σε αυτήν την αίθουσα επικαλείται κοινωνική ευαισθησία, οφείλει πριν απ’ όλα να δώσει μάχη για τη δουλειά. Και αυτό θα γίνει εάν η εργασία σε αναστολή συνδυαστεί για ένα διάστημα με την ενίσχυση της πραγματικής απασχόλησης με βάση την πραγματική ζήτηση.
Δεν γίνεται ένα εστιατόριο, ένα ξενοδοχείο το οποίο βρίσκεται αντιμέτωπο με πολύ μειωμένο τζίρο να κρατά όλες τις ημέρες ενεργό όλο το προσωπικό του, ανεξάρτητα από την πληρότητά του. Χωρίς πελατεία τα έξοδα θα λυγίσουν την επιχείρηση, στέλνοντας τελικά στην ανεργία τους εργαζόμενους. Σε αντίθετη κατεύθυνση, μεγάλη ζήτηση με λίγο προσωπικό, θα σήμαινε κακή εξυπηρέτηση και κακές υπηρεσίες.
Αυτές, λοιπόν, οι πρωτόγνωρες συνθήκες στην αγορά εργασίας απαιτούν λύσεις ρεαλιστικές, τολμηρές -και το τονίζω αυτό- προσωρινές. Προσωρινές για να αντιμετωπίσουμε αυτήν την έκτακτη κατάσταση. Και αυτό ακριβώς έρχεται να υπηρετήσει το Πρόγραμμα «Συν-Εργασία».
Ως τα τέλη Οκτωβρίου επιχειρήσεις που είδαν τον τζίρο τους να γκρεμίζεται, που τώρα έχουν λιγότερη δουλειά, θα μπορούν να προσαρμόζουν ανάλογα το χρόνο εργασίας των υπαλλήλων τους. Οι τελευταίοι, ωστόσο, θα διατηρούν σχεδόν τον ίδιο μισθό και όλα τα ασφαλιστικά τους δικαιώματα, έστω και για τις μισές ημέρες απασχόλησης. Η «Συν-Εργασία», αξιοποιώντας το ευρωπαϊκό πρόγραμμα SURE, έρχεται να καλύψει αυτό το μέρος της διαφοράς στην αμοιβή. Και, βέβαια, έχουμε ένα σταθερό κατώτατο όριο και αυτό δεν είναι άλλο από τον βασικό μισθό. Και, βέβαια, έχουμε και την απαγόρευση των απολύσεων για όλους όσοι εντάσσονται στο πρόγραμμα.
Οι επιχειρήσεις οι οποίες χτυπήθηκαν τους δίνεται έτσι η δυνατότητα να ορθοποδήσουν, γιατί; Γιατί απαλλάσσονται από ένα μέρος του βάρους του μισθολογικού κόστους. Οι εργαζόμενοι, από την άλλη πλευρά, διατηρούν τις δουλειές τους. Με άλλα λόγια, από τα επιδόματα ανεργίας η κυβέρνηση προκρίνει την επιδότηση της εργασίας -αυτή είναι η βασική φιλοσοφική μας διαφορά- και αντί για τα λουκέτα, επιλέγει την απασχόληση. Και προκειμένου να σώσει θέσεις εργασίας δημιουργεί και αξιοποιεί αυτό το σύστημα, το καινούργιο πρόγραμμα το οποίο ονομάσαμε «Συν-Εργασία».
Ξέρετε, κύριε Τσίπρα, πού έχει τις ρίζες του αυτό το πρόγραμμα; Στην ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία. Ποιος ήταν ο πρώτος ο οποίος το εφάρμοσε; Εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στη Γερμανία από σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση, με πολύ μεγάλη επιτυχία. Έχει έρθει η ώρα να καταλάβετε -και να καταλάβουν οι επικριτές μας- ότι αυτή η κυβέρνηση, μια κεντροδεξιά φιλελεύθερη κυβέρνηση, γνωρίζει πολύ καλά πότε το κράτος πρέπει να παρεμβαίνει για να στηρίζει τον κοινωνικό του ρόλο και πότε πρέπει και μπορεί να επιτρέπει στην επιχειρηματικότητα να δράσει δημιουργικά.
Εξακολουθείτε και σήμερα, αντιπολιτεύεστε -σας το έχω πει αρκετές φορές αλλά φαίνεται ότι εξακολουθείτε να έχετε την ίδια τακτική- μια κυβέρνηση η οποία υπάρχει μόνο στο φαντασιακό σας κόσμο. Αυτή η νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση, την οποία δήθεν παρουσιάζετε στις ομιλίες σας, πολύ απλά δεν υπάρχει. Γιατί αυτή η κυβέρνηση όταν χρειάστηκε στήριξε τον κόσμο της εργασίας, έριξε χρήματα στην αγορά και απέδειξε ότι σε στιγμές κρίσης το κράτος πρέπει να είναι παρών και να αξιοποιεί όλα τα «πυρομαχικά» τα οποία έχει στη διάθεσή του.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα επιμείνω στη γλώσσα της αλήθειας. Η ευημερία της χώρας προφανώς και πληγώθηκε από το πέρασμα του ιού. Ναι, φέτος θα έχουμε ύφεση, σημαντική ύφεση, ενώ βρισκόμασταν σε τροχιά ανάπτυξης. Και ναι, αυτό το καλοκαίρι θα είναι ένα καλοκαίρι πολύ διαφορετικό το οποίο θα απαιτήσει την κινητοποίηση όλων των δυνάμεων της κοινωνίας, ώστε το καλό όνομα της Ελλάδος να γίνει τίτλος κάτω από τον οποίο θα γράψουμε το κεφάλαιο αναγέννησης της οικονομίας.
Ανοίγω μια παρένθεση, κύριε Τσίπρα, για άλλη μία φορά επιμένετε να ισχυρίζεστε ότι η εικόνα την οποία έχουν οι πολίτες για την κυβέρνηση και για τη συνολική πορεία της χώρας είναι αποτέλεσμα των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης τα οποία, όπως είπατε, «μπουκώνουμε» με κρατικό χρήμα. Λες και η καμπάνια, η οποία έγινε, ενημέρωσης για τον κορονοϊό, ήταν πεταμένα λεφτά. Όχι, πεταμένα λεφτά ήταν οι διαφημίσεις των ΔΕΚΟ τις οποίες βάζατε εσείς επί δική σας κυβέρνησης για να στηρίζετε μόνο εφημερίδες που στήριζαν εσάς.
Φαντάζομαι το ίδιο δεν ισχύει και για τον ξένο Τύπο. «Μπουκώσαμε» και τον ξένο Τύπο με λεφτά; Δώσαμε διαφημίσεις στη «Wall Street Journal»; Στους «Financial Times»; Στους «New York Times»; Όλοι αυτοί οι οποίοι σήμερα μιλάνε με καλά λόγια για τη χώρα μας και οι οποίοι κάνουν τη σύνδεση μεταξύ της αποτελεσματικής αντιμετώπισης της υγειονομικής κρίσης και της δυνατότητας ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, είναι και αυτοί «χρηματοδοτούμενοι» από την ελληνική κυβέρνηση; Όχι, κύριε Τσίπρα. Βλέπουν την πραγματικότητα. Και η πραγματικότητα έχει να κάνει με το γεγονός ότι όσο καλύτερα αντιμετωπίζει κανείς την υγειονομική κρίση, τόσο ενισχύεται η εικόνα της χώρας και τόσο τελικά θα είναι ευκολότερη η επάνοδος σε μια ταχύτερη και σε μια δυναμικότερη ανάκαμψη.
Σας μίλησα, ήδη, για το τι έγινε το πρώτο τρίμηνο του 2020. Και θα ήθελα πραγματικά να μου δώσετε τη δική σας ερμηνεία για το πως είναι δυνατόν μια οικονομία ή οποία -κατά τα δικά σας λεγόμενα- τα πήγαινε χειρότερα από την υπόλοιπη Ευρώπη, να βρίσκεται το πρώτο τρίμηνο του 2020 με τέσσερις φορές μικρότερη ύφεση από την υπόλοιπη Ευρώπη. Με τα νούμερα τα πηγαίνετε καλά. Μηχανικός είστε. Εξηγείστε μου, παρακαλώ πολύ, πώς συμβαίνει αυτό; Πώς μπορεί να γίνει αυτό αριθμητικά, εάν η πορεία της οικονομίας το πρώτο δίμηνο δεν ήταν πολύ καλύτερη από την υπόλοιπη πορεία της Ευρώπης; Πως είναι δυνατόν, δηλαδή, εμείς να είχαμε αυτήν την ύφεση; Η Ιταλία να έχει ύφεση 5,1%, Ισπανία 4,1%, η Γερμανία και η Γαλλία που χτυπήθηκαν αργότερα και αυτές από τον κορονοϊό, να έχουν ύφεση 2,2% και 5,8% αντίστοιχα.
Ο κορονοϊός, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, μπορεί να ανέκοψε προσωρινά την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Δεν έπληξε όμως τις βάσεις της. Αυτές που θεμελίωσαν την εμπιστοσύνη των εταίρων πριν ακόμα ενσκήψει η πανδημία. Και που σε λίγο θα πλαισιωθούν και από τα νέα ευρωπαϊκά κεφάλαια που εισηγήθηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Με ρωτήσατε να σας αναφέρω επενδύσεις οι οποίες έχουν γίνει στην Ελλάδα επί δικών μας ημερών. Θα σας αναφέρω τέσσερις επενδύσεις, οι οποίες έγιναν τους τελευταίους δύο μήνες, μέσα στην πανδημία. Δύο ελληνικά startups εξαγοράστηκαν από πολύ μεγάλες επιχειρήσεις του εξωτερικού. Δεν το ξέρετε; Δύο ελληνικά startups εξαγοράστηκαν για πολύ σημαντικά ποσά, νέες, νεοφυείς επιχειρήσεις. Τα ποσά; Δεκάδες εκατομμύρια και για τις δύο αυτές επιχειρήσεις. Σε τρίτη επιχείρηση εισήλθε σημαντικό κεφάλαιο από το εξωτερικό και η προβληματική Forthnet εξαγοράστηκε και αυτή από σημαντικό κεφάλαιο του εξωτερικού, διασώζοντας με αυτόν τον τρόπο θέσεις εργασίας και δίνοντας ψήφο εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία. Και αυτές είναι επενδύσεις οι οποίες έγιναν τους τελευταίους δύο μήνες. Δύο μήνες εντός της πανδημίας. Όταν ελάχιστοι, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, έκαναν επενδύσεις.
Ας έρθω, λοιπόν, λίγο τώρα στο πρόγραμμα υποστήριξης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, έτσι όπως αυτό ανακοινώθηκε. Μας ασκούσατε κριτική σε αυτήν εδώ την αίθουσα ότι είμαστε απόντες τελείως από τις ευρωπαϊκές εξελίξεις, ότι δεν συμμετέχουμε στα ευρωπαϊκά δρώμενα, ότι δεν ζητάμε ένα μεγάλο, φιλόδοξο ευρωπαϊκό πρόγραμμα, ότι δεν ενδιαφερόμαστε τάχα να πάρουμε εγγυήσεις και όχι δάνεια. Και έγινε ακριβώς αυτό το οποίο ζητούσαμε. Ήρθε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και έβαλε στο τραπέζι ένα πολύ φιλόδοξο πρόγραμμα, ύψους 750 δισεκατομμυρίων ευρώ, χρηματοδοτούμενο σε μεγάλο βαθμό από κοινό δανεισμό, το οποίο στηρίζεται πολύ περισσότερο σε επιχορηγήσεις και λιγότερο σε δανεικά. Και από το οποίο η χώρα έχει λαμβάνειν, τουλάχιστον στο αρχικό σχέδιο της Επιτροπής, περί τα 32 δισεκατομμύρια ευρώ. Όλα αυτά για τα οποία κατηγορούσατε την κυβέρνηση ότι δήθεν δεν θα μπορούσε να πετύχει έγιναν, κύριε Τσίπρα, από αυτήν την κυβέρνηση.
Και τουλάχιστον πρέπει να σας αναγνωρίσω ότι χαιρετίσατε αυτό το πρόγραμμα. Θα σας ήταν δύσκολο εξάλλου να κάνετε κάτι διαφορετικό. Αλλά εδώ πέρα θα πρέπει να επισημάνουμε τρία δεδομένα τα οποία είναι σημαντικά. Το πρώτο έχει να κάνει με το γεγονός ότι το πρόγραμμα αυτό ακόμα δεν έχει επισημοποιηθεί. Απαιτείται η έγκριση του Συμβουλίου και θα έχουμε μπροστά μας μία δύσκολη διαπραγμάτευση. Το δεύτερο σημαντικό στοιχείο είναι ότι το πρόγραμμα αυτό αφορά επενδύσεις οι οποίες θα ξεκινήσουν από το 2021. Όταν μας ζητάτε, δηλαδή, να ξοδέψουμε χρήματα σαν να μην υπάρχει αύριο το 2020, γιατί πήραμε κάποια χρήματα σημαντικά, τα οποία θα πέσουν στην ελληνική οικονομία το 2021, αυτό λέγεται «μήλα με πορτοκάλια», κύριε Τσίπρα. Άλλο ο κρατικός προϋπολογισμός και οι δυνατότητές του για το 2020, άλλο ένα αναπτυξιακό εργαλείο από το 2021 το οποίο θα έρθει να χρηματοδοτήσει πρωτίστως επενδύσεις. Συγχέετε δύο έννοιες τελείως διαφορετικές.
Είναι σαν να μας λέτε -θα έπρεπε να τα ξέρετε αυτά μετά από τέσσερα χρόνια, τεσσεράμισι χρόνια, συγγνώμη, Πρωθυπουργός της χώρας- ότι τα λεφτά του ΕΣΠΑ μπαίνουν στο κρατικό προϋπολογισμό και μπορούμε να τα κάνουμε ό,τι θέλουμε. Όχι δεν μπορούμε να τα κάνουμε ό,τι θέλουμε αυτά τα λεφτά και δεν θα μπορούμε να τα κάνουμε ό,τι θέλουμε. Και να σας πω και κάτι; Τα χρήματα αυτά, το σημαντικό αυτό ποσό, σε όποιο ποσό και αν καταλήξουμε -εύχομαι να καταλήξουμε τελικά στο ποσό των 32 δισεκατομμυρίων, αλλά σε κάθε περίπτωση θα είναι ένα πολύ σημαντικό ποσό- αυτή η κυβέρνηση δεν θα το σπαταλήσει. Θα το επενδύσει για να χρηματοδοτήσει τη μεταμόρφωση της ελληνικής οικονομίας και της ελληνικής κοινωνίας.
Γιατί τα χρήματα αυτά, σε κάθε περίπτωση, θα είναι πάρα πολύ σημαντικά για να μπορέσουμε να χρηματοδοτήσουμε σημαντικές δράσεις, όπως η πράσινη ανάπτυξη και η μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Η κατάρτιση των εργαζομένων μας έτσι ώστε να μπορούν να προσαρμοστούν σε διαφορετικές συνθήκες, σε μία αγορά εργασίας η οποία αλλάζει συνέχεια. Να χρηματοδοτήσουμε ακόμα βασικές μας υποδομές, περιβαλλοντικές υποδομές, δίκτυα ύδρευσης, άρδευσης, φράγματα, στα οποία δυστυχώς έχουμε μείνει πίσω. Να χρηματοδοτήσουμε τον ψηφιακό μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας και του ελληνικού κράτους.
Αναρωτιέμαι μερικές φορές, βλέπω εσάς και βλέπω και τους Υπουργούς σας οι οποίοι διαχειρίστηκαν το σχετικό χαρτοφυλάκιο. Πόσο δύσκολο ήταν τελικά να γίνουν όλα αυτά τα αυτονόητα πράγματα τα οποία γίνονται σήμερα από το Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης; Για να μπορέσουν να εξυπηρετηθούν, επιτέλους, οι πολίτες με εύκολο και ψηφιακό τρόπο. Δεν κάνατε τίποτα σε όλα αυτά. Τίποτα δεν κάνατε. Μόνο με το διάστημα ασχολούσασταν. Φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Και βλέπετε ότι μέσα στην πανδημία καταφέραμε, χωρίς να δαπανήσουμε σχεδόν καθόλου χρήματα, να εξυπηρετήσουμε τους πολίτες με έναν τρόπο που μας πιστώνεται συνολικά και να κάνουμε ένα άλμα ψηφιακής μετάβασης για το μέλλον. Αλλά έχουμε ακόμα πολλά βήματα να κάνουμε.
Και βέβαια, σήμερα είμαι σε θέση, συμπληρώνοντας τις πρωτοβουλίες για τις οποίες έχουμε ήδη μιλήσει, να σας μιλήσω και για τέσσερις ακόμα νέες πρωτοβουλίες οι οποίες ενδυναμώνουν το υφιστάμενο πρόγραμμα το οποίο έχουμε ανακοινώσει.
Το πρώτο. Έχουν, ήδη, μιλήσει για αυτό οι δύο αρμόδιοι Υπουργοί. Η «Συν-Εργασία» ενισχύεται με ακόμα σχεδόν 200 εκατομμύρια και έτσι μέχρι τα τέλη Ιουλίου θα καλύπτει και το 60% των εργοδοτικών εισφορών για τους εργαζόμενους στο πρόγραμμα. Και εάν χρειαστεί, αυτή η επιδότηση των εργοδοτικών εισφορών θα επεκταθεί και για τον Αύγουστο και για τον Σεπτέμβριο.
Ακούσαμε την αγορά. Μίλησα προσωπικά με πολλούς επιχειρηματίες και πείστηκα, πράγματι, ότι το αίτημά τους να έρθει το κράτος να καλύψει ένα μέρος των εργοδοτικών εισφορών, όταν αυτοί απασχολούν εργαζόμενους για το 50% του χρόνου τους, ήταν ένα αίτημα δίκαιο. Γι’ αυτό και ερχόμαστε σήμερα να κάνουμε αυτή τη διόρθωση στο Πρόγραμμα «Συν-Εργασία» και να καλύψουμε ένα κομμάτι των εργοδοτικών εισφορών.
Ερχόμαστε, όμως, να βοηθήσουμε και ως προς την εξόφληση των φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων. Μπορώ, λοιπόν, σήμερα να ανακοινώσω ότι οι οφειλές Μαρτίου έως και το Σεπτέμβριο, που έχουν ανασταλεί, θα αποτελέσουν ένα ξεχωριστό σύνολο που θα αποπληρωθεί σε 12 άτοκες δόσεις ή 24 δόσεις μειωμένου επιτοκίου, και μάλιστα από το 2021.
Μπορώ, επίσης, σήμερα να ανακοινώσω ότι έχουμε αποφασίσει με το Οικονομικό Επιτελείο να αυξήσουμε τον αριθμό των δόσεων για φόρο εισοδήματος και για ΕΝΦΙΑ. Τα φυσικά πρόσωπα θα μπορούν να εκπληρώσουν τις φετινές τους υποχρεώσεις σε οκτώ μηνιαίες αντί τριών διμηνιαίων δόσεων. Οι εταιρείες σε οκτώ δόσεις αντί έξι μηνιαίων και οι ιδιοκτήτες σε έξι αντί πέντε. Ο στόχος, πάντα, είναι να διευκολυνθεί η ρευστότητα των φορολογούμενων.
Και τέταρτον, ανακοινώνω σήμερα ότι επανερχόμαστε σε μια λογική επιβράβευσης των συνεπών φορολογουμένων. Όσοι αποπληρώνουν εφάπαξ τις φετινές τους υποχρεώσεις θα έχουν άμεση έκπτωση φόρου ύψους 2%. Ο στόχος είναι να πληρώσουν λιγότερο φόρο όλοι οι υπόχρεοι, αλλά να εξασφαλιστεί και η ομαλή και έγκαιρη ροή εσόδων στα δημόσια ταμεία.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, κλείνω με τις ίδιες σκέψεις που διατύπωσα και στην αρχή. Είμαστε πια στη φάση που από το μέτωπο της υγείας περνάμε στον αγώνα για την οικονομία. Παραμένουμε, όμως, και θέλω να το τονίσω αυτό, σε απόλυτη επιφυλακή για την ασφάλειά μας. Το πρώτο μας μέλημα, όμως, είναι η στήριξη της εργασίας, η προστασία της εργασίας, η στήριξη εργαζόμενων, η στήριξη επιχειρήσεων, ώστε να τεθούν και πάλι σε κίνηση οι μηχανές της παραγωγής.
Δίνουμε έτσι στις εποχές το νόημα που απαιτεί το εθνικό συμφέρον. Μετατρέπουμε το καλοκαίρι σε καιρό σποράς της φροντίδας, ώστε το φθινόπωρο να γίνει η άνοιξη της ελπίδας και να ανατείλει μέσα στον χειμώνα του 2020 και στην άνοιξη του 2021 ο ζεστός ήλιος της ανάπτυξης. Σας ευχαριστώ πολύ.