Τίθεται σήμερα προς ψήφιση στη Βουλή το Σχέδιο Νόμου της Κυβέρνησης με τίτλο «Εκσυγχρονισμός Περιβαλλοντικής Νομοθεσίας και λοιπές διατάξεις».
Περιλαμβάνει άρθρα που αλλάζουν άρδην τη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης των έργων, το σύστημα διακυβέρνησης των προστατευόμενων περιοχών, τις χρήσεις γης στις προστατευόμενες περιοχές, την κύρωση των δασικών χαρτών, την τροποποίηση του Ενεργειακού Κανονισμού Κτιρίων (ΚΕΝΑΚ), διατάξεις για την αγορά φυσικού αερίου, καθώς και κάποιες ρυθμίσεις για το κτηματολόγιο και τη διαχείριση αποβλήτων.
Η Περιφερειακή Παράταξη «ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ – ΠΡΑΣΙΝΗ ΛΥΣΗ», εκτιμώντας τις μεγάλες ανατροπές στην προστασία του περιβάλλοντος που θα επιφέρει αυτό το Ν/Σ, εάν ψηφισθεί από την Ελληνική Βουλή, διαπιστώνει ότι σε καμία περίπτωση δεν συνιστά «εκσυγχρονισμό», αλλά οπισθοδρόμηση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας στην Ελλάδα και τοποθετείται αρνητικά στο σύνολό του. Ειδικά, με τον τρόπο διεξαγωγής της διαβούλευσης εν μέσω υγειονομικής κρίσης και με την προσθήκη 64 νέων άρθρων στο υποβαλλόμενο Σ/Ν σε σχέση με την αρχική του μορφή, θεωρούμε τη διαβούλευση άκυρη και ότι η μόνη συνταγματικά ορθή λύση είναι η απόσυρσή του.
Αναλυτικότερα το προτεινόμενο Ν/Σ εξοστρακίζει και υποβαθμίζει τις γνωμοδοτήσεις των εμπλεκόμενων δημόσιων αρχών και τις απόψεων των πολιτών στο στάδιο της διαβούλευσης, την οποία μάλιστα καταργεί ρητά στις περιπτώσεις τροποποιήσεων των περιβαλλοντικών όρων των έργων. Οι περιορισμοί που εισάγονται στα έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας είναι αυθαίρετοι και γίνονται χωρίς την έρευνα και τον υπολογισμό της «φέρουσας ικανότητας» κάθε περιοχής. Ευνοούνται οι μεγαλοεπενδυτές, δημιουργώντας διακρίσεις εις βάρος των μικρών αλλά και των ενεργειακών κοινοτήτων. Ακόμη, το θέμα των οικιστικών πυκνώσεων παραπέμπεται στις καλένδες, ευνοώντας ουσιαστικά τους καταπατητές.
Σοβαρή οπισθοδρόμηση επιφέρει το σχέδιο Νόμου και στους 36 υπάρχοντες Φορείς Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών (Φ.Δ.Π.Π.). Υποβαθμίζεται δραματικά το προσωπικό, η διοίκησή του και ο ρόλος τους και μετατρέπονται σε 24 γραφειοκρατικές «Μονάδες Διαχείρισης» υπαγόμενες σε ένα κεντρικό και απομονωμένο – δυσκίνητο – απληροφόρητο όργανο του ΥΠΕΝ, ακυρώνοντας ουσιαστικά το συντονιστικό ρόλο του ΟΦΥΠΕΚΑ. Ακόμη και το αρχικά θετικό μέτρο, η πρόβλεψη επιμέρους ζωνών εντός των προστατευόμενων περιοχών, δημιουργεί στην πράξη νέους περιβαλλοντικούς κινδύνους, αφού νομιμοποιεί αστικές κερδοσκοπικές χρήσεις που έρχονται σε αντίθεση με πάγιες διεθνείς πρακτικές, την ευρωπαϊκή νομοθεσία και τις διεθνείς οδηγίες IUCN.
Αλλά και άλλες μικροβελτιώσεις που εισήχθησαν στην τελική μορφή του Σ/Ν, όπως π.χ. με τα βιοαπόβλητα ή τους χώρους οικοδομικών εργασιών και τους ενεργειακούς κανονισμούς κτηρίων, με την προχειρότητα και τη σαφή διάθεση των συντακτών του «όλα για τους επενδυτές», θα οδηγήσουν στον κατακερματισμό των οικοσυστημάτων, στην υποβάθμισή τους και εν τέλει σε σοβαρά και μη αναστρέψιμα περιβαλλοντικά, κοινωνικά, αλλά και οικονομικά προβλήματα.
Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στα 34 εμβόλιμα άρθρα του κεφαλαίου «Λοιπές Διατάξεις». Xαρακτηριστική είναι η σπουδή της κυβέρνησης να «εξυπηρετήσει» τα συμφέροντα των ημετέρων και φυσικά πάνω απ΄ όλα να στηρίξει τη μεταλλευτική δραστηριότητα, στην οποία εκχωρούνται δικαιώματα διέλευσης και εκτεταμένων τροποποιήσεων των εγκαταστάσεων και των διαδικασιών παραγωγής απλά με ένα ενημερωτικό σημείωμα προς τις ανίσχυρες πλέον δημόσιες αρχές.
Υπάρχει ανάγκη να ξεκινήσει μια ελεύθερη, σοβαρή, πολυσυμμετοχική και δημοκρατική συζήτηση για την πλήρη αναμόρφωση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας με βάση της αρχή της αποκέντρωσης, σύμφωνα με το ισχύον ενωσιακό δίκαιο, αλλά και ενόψει της ραγδαία εξελισσόμενης κλιματικής αλλαγής. Αυτή η συζήτηση πρέπει να γίνει με πρωτοβουλία του ΥΠΕΝ, και καίριο βήμα για αυτό θα είναι η απόσυρση του παρόντος Σχεδίου Νόμου και η διαμόρφωση ενός νέου νόμου με συμμετοχή των εμπλεκόμενων φορέων και των ενεργών πολιτών της χώρας.