Υγεία: Οι μαστογραφίες δεν παρέχουν ουσιαστικό όφελος στις γυναίκες άνω των 75 ετών, σύμφωνα με αμερικανική έρευνα

Οι γυναίκες άνω των 75 ετών δεν φαίνεται να έχουν κάποιο ουσιαστικό όφελος από τις τακτικές μαστογραφίες, αντίθετα με τις νεότερες γυναίκες που μπορούν να μειώσουν τον κίνδυνο θανάτου από καρκίνο του μαστού, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική μελέτη.

Ενώ προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι οι μαστογραφίες που ξεκινούν στα 50, μπορούν όντως να αποτρέψουν θανάτους από καρκίνο, έως τώρα ήταν ασαφές κατά πόσο αυτό ισχύει και για τις πολύ ηλικιωμένες γυναίκες, με αποτέλεσμα να αποτελεί θέμα συζήτησης η ηλικία στην οποία πρέπει να σταματούν οι μαστογραφίες. Σε αρκετές ανεπτυγμένες χώρες περίπου οι μισές γυναίκες συνεχίζουν να κάνουν μαστογραφίες και μετά τα 75 τους, ενώ περίπου μία στις τρεις γυναίκες που πεθαίνει από καρκίνο του μαστού, διαγιγνώσκεται μετά τα 70 της.

Οι ερευνητές της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και του Γενικού Νοσοκομείου της Μασαχουσέτης, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό ιατρικό περιοδικό «Annals of Internal Medicine», ανέλυσαν στοιχεία για περισσότερες από ένα εκατομμύριο γυναίκες ηλικίας 70 έως 84 ετών, οι οποίες είχαν κάνει μαστογραφίες τακτικά και δεν είχαν προηγούμενη διάγνωση για καρκίνο. Οι γυναίκες παρακολουθήθηκαν σε βάθος οκταετίας, προκειμένου να μελετηθούν οι θάνατοι από καρκίνο που συνέβησαν στο μεταξύ.

Οι επιστήμονες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι υπάρχει μια μικρή μείωση της θνησιμότητας από καρκίνο του μαστού για τις γυναίκες που κάνουν τακτικά μαστογραφίες μεταξύ των 70 και των 74 ετών (ένας θάνατος λιγότερος ανά 1.000 γυναίκες), αλλά κανένα όφελος, δηλαδή σχεδόν μηδαμινή μείωση της θνησιμότητας από καρκίνο στη διάρκεια της οκταετίας, για τις γυναίκες που κάνουν μαστογραφίες σε ηλικία 75 έως 84 ετών. Η αιτία γι’ αυτό πιθανώς, σύμφωνα με τους ερευνητές, είναι ότι οι πιο ηλικιωμένες γυναίκες είναι πιθανότερο να πεθάνουν τελικά από άλλη αιτία, όπως καρδιοπάθεια ή άνοια, παρά από καρκίνο.

Σύνδεσμος για την επιστημονική δημοσίευση:

http://annals.org/aim/article/doi/10.7326/M18-1199

ΑΠΕ-ΜΠΕ
Προηγούμενο άρθροΈντεκα ελληνικές ποικιλίες αμπέλου διασώζονται από εξαφάνιση με πρωτοβουλία της ερευνητικής κοινότητας
Επόμενο άρθροΚοροναϊός: Εξάπλωση του ιού στην Φλωρεντία και στην Σικελία