Όταν τα ζητήματα της επικαιρότητας είναι τόσο σοβαρά όσο η ένταση με την Τουρκία και το προσφυγικό-μεταναστευτικό, είναι λογικό ο κόσμος να μην ενδιαφέρεται για κάτι άλλο αυτόν τον καιρό. Ωστόσο, αυτές τις μέρες ανέδειξε κι άλλα σοβαρά ζητήματα η επικαιρότητα, που όμως δεν απασχολούν την ελληνική κοινωνία όσο ενδεχομένως να έπρεπε, όπως το ζήτημα των επιδόσεων των νεαρών μαθητών της στο Πρόγραμμα PISA. Πρόκειται για τη διεθνή εκπαιδευτική έρευνα του ΟΟΣΑ που διεξάγεται κάθε τρία χρόνια και διαπιστώνει κατά πόσο οι μαθητές των χωρών-μελών τού εν λόγω οργανισμού έχουν πραγματική γνώση. Όπου «πραγματική γνώση», όχι να γνωρίζουν τη σχολική ύλη και να είναι καλοί μαθητές, αλλά να έχουν ώριμη σκέψη και αναλυτικές ικανότητες. Με άλλα λόγια, να έχουν ρεαλιστική προοπτική να εξελιχθούν σε παραγωγικούς και χρήσιμους πολίτες.
Όπως ανέφερε η σχετική είδηση, λοιπόν, (και) το 2018, οι Έλληνες μαθητές βρέθηκαν κάτω από τη βάση και στα τρία γνωστικά αντικείμενα που εξετάζει το PISA: Από τις 78 χώρες που συμμετείχαν, κατετάγησαν 42οι στην κατανόηση κειμένου και 45οι στα μαθηματικά και στις φυσικές επιστήμες, υπολειπόμενοι κατά πολύ του μέσου όρου.
Δεν είναι καθόλου εύκολο να πει κανείς συγκεκριμένα πώς μπορεί να αλλάξει αυτό, γιατί η παιδεία είναι ένα πολύ σύνθετο ζήτημα. Για την ακρίβεια, η παιδεία είναι παντού. Και, για αυτόν ακριβώς τον λόγο, ό,τι κάνουμε την επηρεάζει. Συνεπώς, μπορεί να υπάρχουν πολλά πράγματα που πρέπει να αλλάξει το υπουργείο Παιδείας, αλλά υπάρχουν πολλά περισσότερα που πρέπει να αλλάξουμε οι υπόλοιποι.
Αν, λ.χ., στην Ελλάδα δεν τιμωρείται η παραβίαση του νόμου, ακόμα και στα μικρά και ασήμαντα (ειδικά στα μικρά και ασήμαντα), δεν πρόκειται ποτέ τα παιδιά μας να γνωρίσουν στα αλήθεια τι σημαίνουν έννοιες όπως «συνέπειες» και «πειθαρχία», ό,τι κι αν τους λέμε ή τους διδάσκουμε με λόγια. Ομοίως, αν ζούμε με δανεικά ή απαγορεύεται να μας απολύσουν ό,τι κι αν κάνουμε στην εργασία μας, δεν θα καταλάβουν ποτέ τι είναι η «προσπάθεια». Τα παραδείγματα είναι πολλά…
Η παιδεία, εν ολίγοις, είναι μία συνεχής διαδικασία που εξελίσσεται ανάλογα με τις πράξεις μας. Αν δεν αλλάξουμε τα απλά και καθημερινά γύρω μας, δεν θα αλλάξει και ο τρόπος που σκέφτονται οι μαθητές μας. Και, βεβαίως, αυτοί οι μαθητές μετά γίνονται οι δάσκαλοι που δεν θα είναι ικανοί να μάθουν στους επόμενους μαθητές κατανόηση κειμένου, να τους περάσουν τη σημασία των φυσικών επιστημών κ.α., και ο κύκλος θα συνεχίζεται… Αυτά, στο στενό πεδίο της εκπαίδευσης. Στο κοινωνικό πεδίο, είναι ο ίδιος κύκλος που στη σχέση ενηλίκων-παιδιών αναπαράγει την αδιαφορία για τον διπλανό μας και μεταφράζεται σε καταλήψεις, πορείες στους δρόμους, καταχρηστικές απεργίες και μετά ξανά καταλήψεις, πορείες κ.ο.κ. Εδώ μπορεί οι μεγάλοι να νομίζουν ότι διδάσκουν στα παιδιά τι θα πει «αγώνας» – ειδικά αυτοί που δεν έχουν ιδέα τι σημαίνουν «πειθαρχία» και «προσπάθεια» – μόνο που η αντίληψη που έχουμε στη χώρα μας για τους κοινωνικούς αγώνες είναι ανάλογος του γνωσιακού μας επιπέδου, όπως αυτό αποκαλύπτεται από το δείκτη του PISA.
Για παράδειγμα, «αγώνας» συνήθως σημαίνει και θυσίες, κάτι που ποτέ δεν φαίνεται όταν «αγωνίζονται» οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των μεγάλων. Όσο για το περιεχόμενο καθεαυτό των συνδικαλιστικών «αγώνων», ας μην ανοίξουμε πάλι αυτή την πονεμένη για την Ελλάδα ιστορία. Για να μείνουμε στο πιο άμεσο περιβάλλον των μαθητών μας, αρκεί να πούμε πως το τελευταίο «αγωνιστικό» ανακοινωθέν από Ένωση Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης αφορούσε σε στήριξη κατάληψης δημόσιου κτιρίου από αντιεξουσιαστές (ΕΛΜΕ Χανίων). Αν παρ’ όλ’ αυτά για κάποιον δεν αρκεί μόνο το τελευταίο, το προτελευταίο αφορούσε την – γνωστή πια – μάχη κατά των ανεμογεννητριών (ΕΛΜΕ Δυτικής Αττικής) και αν δεν αρκεί και αυτό, μιλάμε πάντα για εκπαιδευτικούς που μέσω της ΟΛΜΕ αρνούνται πεισματικά οποιαδήποτε αξιολόγηση της δουλειάς τους, την ώρα που το Πρόγραμμα PISA, τα μαθήματα στο σχολείο, η αγορά εργασίας, η ζωή η ίδια, είναι όλα μία διαρκής αξιολόγηση.
Με τέτοιους εκπαιδευτικούς, αφενός, δεν μπορούμε να περιμένουμε από τις νεότερες γενιές κάτι καλύτερο και, αφετέρου, είναι δύσκολο να έχουμε απαιτήσεις κι από όλους τους υπολοίπους. Για αυτό και στην Ελλάδα θεωρείται πολύ φυσιολογικό να ασχολούμαστε κάθε τόσο με το τι άλλαξε στο μάθημα των Θρησκευτικών και με το πόσο καλούς πατριώτες βγάζει το μάθημα της Ιστορίας.
Στο μεταξύ, σε χώρες όχι πολύ μακρινές, όπως π.χ. στην Εσθονία ή την Ελβετία, παιδιά 15 χρονών ασχολούνται στο σχολείο με την ψηφιακή τεχνολογία και τα οικονομικά, χτίζοντας τις βάσεις για εθνική ευημερία και έχοντας ήδη αποδείξει ότι το μεγαλύτερο κεφάλαιο για ένα έθνος δεν είναι τα βουνά του, δεν είναι τα λαγκάδια του, δεν είναι οι παραλίες του και ο καλός καιρός του, δεν είναι καν το εύφορό του έδαφος ή το υπέδαφος με τα πετρέλαια και το φυσικό αέριο… Είναι οι άνθρωποί του.