«Η ΚΑΠ (Κοινή Αγροτική Πολιτική) πρέπει να παραμείνει μια ισχυρή κοινή πολιτική, εξασφαλίζοντας μια δίκαιη εισοδηματική στήριξη σε όλους τους ευρωπαίους αγρότες, αλλά έχοντας ασφαλή, υψηλής ποιότητας και σε προσιτές τιμές τρόφιμα, αντιμετωπίζοντας, παράλληλα, τις περιβαλλοντικές και κλιματικές προκλήσεις.»
Τα παραπάνω τόνισε, μεταξύ άλλων, ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Σταύρος Αραχωβίτης, κατά τη διάρκεια της ενδελεχούς συζήτησης, που πραγματοποιήθηκε χθες το απόγευμα για περίπου τρεις ώρες στην αίθουσα της Γερουσίας στη Βουλή και κινήθηκε γύρω από τα βασικά θέματα που απασχολούν αυτή την περίοδο τη διαμόρφωση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής της περιόδου 2021-2027 στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η συζήτηση έγινε μεταξύ της ηγεσίας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και των βουλευτών-μελών των Επιτροπών Ευρωπαϊκών Υποθέσεων και Παραγωγής και Εμπορίου υπό την προεδρία της κας Χαράς Καφαντάρη.
Στην κοινή συνεδρίαση των δύο Επιτροπών συμμετείχαν ο κ. Αραχωβίτης, η Υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, κα Ολυμπία Τελιγιορίδου, ο Γενικός Γραμματέας Αγροτικής Πολιτικής και Διαχείρισης Κοινοτικών Πόρων, κ. Χαράλαμπος Κασίμης, ο Διευθυντής Στρατηγικής, Απλοποίησης και Ανάλυσης Πολιτικής της Γενικής Διεύθυνσης Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κ. Αναστάσιος Χανιώτης, καθώς και αρμόδιοι υπηρεσιακοί παράγοντες.
Ο Υπουργός ανέφερε, κατ’ αρχάς ότι λόγω των επικείμενων Ευρωεκλογών, η διαδικασία για την ψήφιση των νέων κανονισμών που θα διέπουν την ΚΑΠ θα καθυστερήσει, με αποτέλεσμα να ξεκινήσει η εφαρμογή της το 2022, μετά από μία μεταβατική περίοδο. Συγκεκριμένα, είπε στους βουλευτές ότι ενόψει των Ευρωεκλογών «οι όποιες αλλαγές, τα όποια σημεία διαπραγμάτευσης που είναι μείζονος πολιτικής σημασίας παγώνουν για το επόμενο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο».
Στη συνέχεια, ο κ. Αραχωβίτης ανέπτυξε τις βασικές προτάσεις που διέπουν το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ΚΑΠ μετά το 2020 και στάθηκε ιδιαίτερα στα εξής:
- Η Κομισιόν προτείνει χαμηλότερο προϋπολογισμό για την ΚΑΠ κατά 4,6% σε τρέχουσες τιμές.
- Η λογική της Νέας ΚΑΠ βασίζεται σε κοινές απαιτήσεις, όπως είναι η ενισχυμένη αιρεσιμότητα και οι κοινοί δείκτες.
- Η ενισχυμένη αιρεσιμότητα, έχει ενιαίες υποχρεώσεις για το σύνολο των γεωργών, έχει ενιαίες υποχρεώσεις για το περιβάλλον και για το κλίμα, αλλά και διοικητικές ποινές σε περίπτωση μη συμμόρφωσης των δικαιούχων.
- Οι κοινοί δείκτες που παρακολουθούν την πορεία, είναι οι δείκτες των εκροών για την ετήσια εκκαθάριση των δαπανών της ΚΑΠ, είναι οι κοινοί δείκτες των αποτελεσμάτων, για τον ετήσιο έλεγχο της προόδου έναντι των στόχων και είναι και οι κοινοί δείκτες των επιπτώσεων, για την αξιολόγηση της επίδοσης της ΚΑΠ.
- Στις άμεσες ενισχύσεις, στον πρώτο πυλώνα, θα υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ α) βασικής εισοδηματικής ενίσχυσης, β) συμπληρωματικής αναδιανεμητικής εισοδηματικής ενίσχυσης, γ) συνδεδεμένης εισοδηματικής ενίσχυσης σε συγκεκριμένους τομείς και δ) συμπληρωματικής εισοδηματικής ενίσχυσης για τους νέους γεωργούς.
- Προτείνεται, επίσης, η μείωση των άμεσων ενισχύσεων, όταν ο αγρότης λαμβάνει ποσά πάνω από 60.000 ευρώ ετησίως.
- Μια βασική διαφοροποίηση, που φέρνει η νέα φιλοσοφία στην Κοινή Γεωργική Πολιτική είναι τα στρατηγικά σχέδια.
Σε αυτό το σημείο στάθηκε ιδιαίτερα ο Υπουργός λέγοντας ότι «τα στρατηγικά σχέδια, λοιπόν, θα τα καθορίζουν τα κράτη – μέλη και θα έχουν μια λογική για την επίτευξη εννέα ειδικών στόχων, που αναφέραμε στην αρχή. Η διαφοροποίηση του σχεδίου θα στηρίζεται σε ανάλυση SWOT και εκτίμηση αναγκών. Το σχέδιο θα περιλαμβάνει μια στρατηγική παρέμβασης, στην οποία θα ορίζονται ποσοτικοί στόχοι και ορόσημα, για την επίτευξη των ειδικών στόχων.
Το στρατηγικό σχέδιο για την ΚΑΠ θα πρέπει να περιλαμβάνει:
- εκτίμηση αναγκών και στρατηγική παρέμβασης.
- την περιγραφή κοινών στοιχείων των διαφόρων παρεμβάσεων.
- τις άμεσες ενισχύσεις, την κατεύθυνσή τους, τις τομεακές παρεμβάσεις, αλλά και τις παρεμβάσεις στην αγροτική ανάπτυξη.
- σαφείς στόχους και δείκτες επίτευξής τους.
- περιγραφή του συστήματος διακυβέρνησης και συντονισμού
- περιγραφή των δράσεων για την απλούστευση και τη μείωση του διοικητικού βάρους των τελικών δικαιούχων.»
Για τις ελληνικές θέσεις, ο Υπουργός είπε ότι η χώρα μας «σε ανώτατο επίπεδο έχει εναντιωθεί στην οποιαδήποτε μείωση προϋπολογισμού, όπως δήλωσε ο Πρωθυπουργός, ο οποίος μάλιστα πρότεινε και τρόπους για την απόκρουση της οποιασδήποτε μείωσης. Συγκεκριμένα, προτάθηκε να έχουμε αύξηση του προϋπολογισμού από το 1,1 στο 1,3 του ευρωπαϊκού ΑΕΠ και να χρησιμοποιηθούν ως εργαλεία η θέσπιση φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, αλλά και η θέσπιση φόρου των μεγάλων επιχειρήσεων του διαδικτύου.»
Επίσης, είπε ότι «ένα δεύτερο σημείο που είναι κομβικό για τη χώρα μας είναι η εξωτερική σύγκλιση. Η κατανομή των άμεσων ενισχύσεων της ΚΑΠ στα κράτη – μέλη δεν πρέπει να χορηγείται με μοναδικό κριτήριο ή να εξετάζεται με μοναδικό κριτήριο την τιμή που απολαμβάνει ανά εκτάριο ο παραγωγός, αλλά να υπάρχουν μια σειρά από άλλα κριτήρια που πρέπει να ληφθούν ταυτόχρονα υπόψη ως δείκτες. Ένα από αυτά είναι το μέγεθος των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, είναι η βιωσιμότητά τους, είναι οι αγρονομικές δυνατότητες και οι διαφορετικές επιπτώσεις που δέχεται κάθε χώρα από την κλιματική αλλαγή και, κυρίως, οι ενισχύσεις κατά εκμετάλλευση και όχι ανά εκτάριο ή ανά στρέμμα.» Συμπερασματικά, επεσήμανε ότι η χώρα μας είναι κατά της σύγκλισης των άμεσων ενισχύσεων με βάση την έκταση.
Ένα άλλο σημείο στο οποίο η χώρα μας έχει εκφράσει ανησυχίες, σύμφωνα με τον κ. Αραχωβίτη, είναι «σχετικά με το νέο μοντέλο παράδοσης. Θεωρούμε ότι το προτεινόμενο αυξημένο επίπεδο επικουρικότητας θα μπορούσε να λειτουργήσει θετικά δίνοντας στα κράτη – μέλη τη δυνατότητα να προσαρμόσουν την ΚΑΠ στις ιδιαίτερες ανάγκες τους και στις ιδιαιτερότητές τους. Ωστόσο, αυτό που πρέπει να προσέξουμε είναι η ισορροπία μεταξύ των κοινών και των εθνικών κανόνων, προκειμένου να μην υπονομεύεται μακροπρόθεσμα ο κοινός χαρακτήρας της γεωργικής πολιτικής, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια εθνικοποίηση της πολιτικής. Αυτό είναι ένα σημείο στο οποίο η χώρα μας και η πολιτική ηγεσία δίνει ιδιαίτερη προσοχή.
Η ΚΑΠ πρέπει να παραμείνει μια ισχυρή κοινή πολιτική, εξασφαλίζοντας μια δίκαιη εισοδηματική στήριξη σε όλους τους ευρωπαίους αγρότες, αλλά έχοντας ασφαλή, υψηλής ποιότητας και οικονομικά τρόφιμα, αντιμετωπίζοντας, παράλληλα, τις περιβαλλοντικές και κλιματικές προκλήσεις.»
Τέλος, ο Υπουργός διαβεβαίωσε τους βουλευτές ότι «η χώρα μας προετοιμάζεται με ταχύτατους ρυθμούς. Έχουμε ήδη ξεκινήσει και υλοποιούμε μια σειρά από δράσεις, προκειμένου να είμαστε έγκαιρα έτοιμοι παρά τη διαδικασία των συζητήσεων. Ήδη έχουμε συγκροτήσει και λειτουργήσει στο ΥΠΑΑΤ δύο ομάδες εργασίας. Η πρώτη που είναι επιτελική και η οποία παρακολουθεί και επιβλέπει την έγκαιρη ροή της πληροφορίας με σκοπό την επιλογή των στρατηγικών κατευθύνσεων και την κατάρτιση του εθνικού στρατηγικού σχεδίου και η δεύτερη ομάδα η επιχειρησιακή η οποία προβαίνει σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες προκειμένου να μεταφέρονται οι ελληνικές θέσεις στα αρμόδια κοινοτικά όργανα και να εκπονηθούν όλα τα απαραίτητα έγγραφα για τον στρατηγικό σχεδιασμό.
Δεύτερον, στο αμέσως επόμενο διάστημα θα εκδοθούν προκηρύξεις για την ανάθεση των απαιτούμενων μελετών προκειμένου η χώρα να είναι σύντομα σε θέση να εκπονήσει εθνικό στρατηγικό σχέδιο για τη νέα ΚΑΠ.
Συγκεκριμένα, πρόκειται να προκηρυχθεί η SWOT ανάλυση που είναι προϋπόθεση όπως είδαμε για τον σχεδιασμό του εθνικού στρατηγικού σχεδίου. Πρόκειται να προκηρυχθεί η μελέτη των μέτρων διαχείρισης κινδύνου (Risk Analysis), που και αυτή είναι προϋπόθεση για τον εθνικό σχεδιασμό. Ενώ παράλληλα γίνονται ενέργειες ώστε ο διοικητικός μηχανισμός του ΥΠΑΤ και τα πληροφοριακά του συστήματα να είναι σε θέση να υποδεχθούν και να φέρουν εις πέρας αυτό το απαιτητικό εθνικό στρατηγικό σχέδιο.
Τρίτον, διοργανώνουμε σειρά διαβουλεύσεων με εκπροσώπους των φορέων του αγροτικού τομέα, έτσι ώστε να υπάρχει η διάχυση της πληροφορίας από τη μια, αλλά ταυτόχρονα να υπάρχει και ανατροφοδότηση (feedback) των θέσεων των αγροτών, προκειμένου να διαμορφωθεί το εθνικό στρατηγικό σχέδιο, ενώ στο site του Υπουργείου διαθέτουμε μια πλατφόρμα που επιτρέπει τη συνεχή ροή πληροφορίας προς όλους τους ενδιαφερόμενους.»
Στη δευτερολογία του, ο Υπουργός απάντησε σε όλες τις τοποθετήσεις των βουλευτών της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης, ενώ ανέπτυξε περαιτέρω την πολιτική των συμμαχιών που ακολουθεί η Ελλάδα προκειμένου να επιτύχει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για τη νέα ΚΑΠ σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.
Από την πλευρά του ο κ. Χανιώτης ανέπτυξε τη λογική των προτάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Παραδέχτηκε ότι «σε τρέχουσες τιμές, όντως είναι η πρώτη φορά στην οποία υπάρχει μείωση της ΚΑΠ. Η μείωση είναι της τάξεως του 4,5% ως 4,8%. Είναι προφανές αυτό το οποίο έπρεπε να κάνουμε, είναι να προσπαθούμε να δούμε ποιος είναι πιο αποτελεσματικός τρόπος, αυτά τα λεφτά να μπορέσουμε να τα χρησιμοποιήσουμε καλύτερα. Εκεί γίνεται και η μεγάλη στροφή, από τους ελέγχους, που θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν», είπε ότι πηγαίνουμε «στις επιδόσεις που κρίνονται μακροχρόνια».
Ο κ. Χανιώτης τόνισε τη σημασία των στρατηγικών σχεδίων, «γιατί επιτρέπουν τη σύνδεση της λογικής της στήριξης του εισοδήματος ως ενός δικτύου ασφάλειας και ταυτόχρονα των διαρθρωτικών αλλαγών που χρειάζονται για να γίνει πιο παραγωγική η γεωργία».
Όσον αφορά τα τρέχοντα αγροτικά προγράμματα, ο κ. Κασίμης ανέφερε, μεταξύ άλλων, στους βουλευτές ότι «σε πολύ μεγάλο βαθμό είμαστε έτοιμοι να υπογράψουμε τη σύμβαση με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων για τα χρηματοδοτικά εργαλεία που θα στηρίξουν τα επενδυτικά σχέδια στην ελληνική γεωργία και το δεύτερο εργαλείο διαχείρισης κινδύνων, για το οποίο ήδη ξεκινήσαμε την ανάθεση της μελέτης, ώστε, στα πλαίσια των στρατηγικών σχεδίων, να μπορέσουμε να είμαστε προετοιμασμένοι για να εντάξουμε στις πολιτικές μας και τα εργαλεία διαχείρισης κινδύνου».
Σε σχέση με την μελλοντική ΚΑΠ, πρόσθεσε ότι «περνάμε σε μια νέα εποχή, στην οποία το στρατηγικό σχέδιο θα έχει μια ολιστική προσέγγιση της αγροτικής ανάπτυξης και χαιρόμαστε, γιατί εμείς έχουμε συντάξει στρατηγική για την αγροτική ανάπτυξη, η οποία έχει υιοθετηθεί από τους θεσμούς και έχει ενσωματωθεί στη στρατηγική της ανάπτυξης της χώρας. Άρα η λογική του ενιαίου στρατηγικού σχεδίου έχει ήδη περάσει μέσα στη λογική μας και στο σχεδιασμό της πολιτικής μας.»