Η χρήση κάνναβης κατά την εφηβεία σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο κατάθλιψης μετά την ενηλικίωση, σύμφωνα με μια νέα διεθνή επιστημονική μελέτη. Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι μία στις 14 περιπτώσεις κατάθλιψης σε άτομα κάτω των 35 ετών (το 7% αυτών των περιστατικών) θα μπορούσε να αποφευχθεί, αν δεν είχαν κάνει χρήση κάνναβης σε μικρότερη ηλικία.
Ενώ μέχρι πρόσφατα η προσοχή των επιστημόνων είχε εστιαστεί στο ρόλο που παίζει η κάνναβη στην ψύχωση, πολύ λιγότερα πράγματα είναι γνωστά για το κατά πόσο η χρήση της αυξάνει την πιθανότητα πιο κοινών διαταραχών, όπως η κατάθλιψη και το άγχος.
Οι ερευνητές από τα πανεπιστήμια ΜακΓκιλ του Καναδά και Οξφόρδης της Βρετανίας, με επικεφαλής τους καθηγητές ψυχιατρικής Γκαμπριέλα Γκόμπι και Αντρέα Τσιπριάνι αντίστοιχα, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό περιοδικό ψυχιατρικής JAMA Psychiatry, ανέλυσαν στοιχεία 11 επιστημονικών ερευνών, που είχαν γίνει από το 1993 έως πρόσφατα και οι οποίες αφορούσαν συνολικά 23.317 ανθρώπους.
Η μετα-ανάλυση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η χρήση κάνναβης από τους εφήβους αυξάνει σημαντικά (κατά 37%) τον κίνδυνο κατάθλιψης και αυτοκτονικής τάσης, αλλά όχι άγχους, όταν έχουν ενηλικιωθεί. Μολονότι ο κίνδυνος σε προσωπικό επίπεδο είναι σχετικά περιορισμένος, αν ληφθεί υπόψη η ολοένα αυξανόμενη χρήση κάνναβης (μαριχουάνας) διεθνώς, τότε το μέγεθος του προβλήματος γίνεται περισσότερο αισθητό και ανησυχητικό, σύμφωνα με τους ερευνητές.
Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΕ, πάνω από το 17 εκατομμύρια άτομα ηλικίας 15 έως 34 ετών (το 14,1% αυτής της ηλικιακής ομάδας), έκαναν χρήση κάνναβης το 2018, μολονότι υπάρχουν σημαντικές διαφορές από χώρα σε χώρα της Ευρώπης.
«Αν και το μέγεθος των αρνητικών επιπτώσεων της κάνναβης μπορεί να ποικίλει ανάμεσα στους εφήβους, ούτε είναι δυνατό να προβλεφθεί ο ακριβής κίνδυνος για τον κάθε έφηβο, παρόλα αυτά η ευρεία χρήση της κάνναβης από τις νέες γενιές δημιουργεί ένα σημαντικό ζήτημα δημόσιας υγείας», δήλωσε ο Τσιπριάνι.
«Η συχνή χρήση κάνναβης στη διάρκεια της εφηβείας σχετίζεται με χειρότερες επιδόσεις στο σχολείο, εθισμό, ψύχωση, νευροψυχολογικά προβλήματα, αυξημένο κίνδυνο τροχαίων, καθώς επίσης αναπνευστικά προβλήματα που σχετίζονται με το κάπνισμα», πρόσθεσε.
Το πιο δραστικό συστατικό της κάνναβης, η τετραϋδροκανναβινόλη (THC), ευθύνεται για τις περισσότερες επιπτώσεις στον ψυχισμό, ενώ έχει και εθιστικές ιδιότητες. Πιστεύεται ότι η κάνναβη μπορεί να αλλάξει τη φυσιολογική νευροανάπτυξη του εφηβικού εγκεφάλου.
Σύνδεσμος για την επιστημονική δημοσίευση:
https://jamanetwork.com/journals/jamapsychiatry/fullarticle/2723657
ΑΠΕ-ΜΠΕ