Ιταλία: Η κυβερνητική πολιτική θα καταστήσει πιο «ευάλωτη» την οικονομία της χώρας, κρίνει το ΔΝΤ, η Ρώμη αντιδρά

Η οικονομική πολιτική που εφαρμόζει η κυβέρνηση της Ιταλίας υπάρχει κίνδυνος να καταστήσει τη χώρα πιο ευάλωτη σε περίπτωση νέας κρίσης εμπιστοσύνης των αγορών και οι συνέπειες θα είναι πιο οδυνηρές για τους φτωχότερους, προειδοποίησε χθες Τετάρτη το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), το οποίο στηλίτευσε ιδίως την απόφασή της Ρώμης να μειώσει το όριο ηλικίας για τη συνταξιοδότηση.

Η «ενδεχόμενη απώλεια της εμπιστοσύνης των αγορών θα μπορούσε να αναγκάσει την Ιταλία να προχωρήσει σε δημοσιονομική προσαρμογή», εξέλιξη που «θα οδηγούσε μια ήδη εξασθενημένη οικονομία σε ακόμα πιο βαθιά ύφεση και θα επέβαλε δυσανάλογα κόστη στους πλέον ευάλωτους» πολίτες, έκρινε το Ταμείο στην ετήσια έκθεσή του για τη χώρα, που δόθηκε στη δημοσιότητα χθες.

Ακόμη και μια απλή επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης θα μπορούσε να έχει αυτές τις συνέπειες, επισήμανε το ΔΝΤ, καθώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένεται σήμερα να αναθεωρήσει προς τα κάτω τις προβλέψεις της για την οικονομική ανάπτυξη της Ιταλίας.

Ο ρυθμός επέκτασης της οικονομίας της Ιταλίας δεν αναμένεται να ξεπεράσει το 0,6% του ΑΕΠ φέτος, κατά την εκτίμηση του ΔΝΤ, που απέχει πολύ από εκείνη της ιταλικής κυβέρνησης άκρας δεξιάς-λαϊκιστών που ανέλαβε την εξουσία τον Ιούνιο στη Ρώμη, ότι θα φθάσει το 1% του ΑΕΠ.

Αυτό μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες για μια χώρα που ήδη οι ανάγκες της για την αναχρηματοδότηση του χρέους της αντιπροσωπεύουν περίπου το 20% του ΑΕΠ.

«Μια μέτρια επιβράδυνση της ανάπτυξης θα προκαλούσε άνοδο του δημοσίου ελλείμματος και του λόγου χρέους», σημείωσε το Ταμείο, άρα, όπως εξήγησε, στον κίνδυνο να εκδηλωθεί κρίση εμπιστοσύνης των αγορών.

Αυτή η κρίση θα οδηγούσε αναπόφευκτα σε μια «δραστική δημοσιονομική προσαρμογή» και τη μείωση της ανάπτυξης, κατά το ΔΝΤ. Το κόστος αυτής της προσαρμογής, επέμεινε, θα επιβάρυνε «με δυσανάλογο τρόπο τους πιο ευάλωτους».

Αν η ανάπτυξη μειωθεί στο 0,5% την περίοδο 2019-2020, το έλλειμμα ενδέχεται να ξεπεράσει το όριο του 3% προκαλώντας ανησυχία στις αγορές, ανέφερε το ΔΝΤ.

Πάντως αυτό δεν συμβαίνει, αν κρίνει κανείς από τη ζήτηση ρεκόρ — κάπου 41 δισεκατομμύρια ευρώ — για τα 30ετή ομόλογα που διέθεσε χθες Τετάρτη το ιταλικό δημόσιο.

Ενώ το λεγόμενο σπρεντ, η διαφορά ανάμεσα στο επιτόκιο των δεκαετών ομολόγων του ιταλικού και του γερμανικού δημοσίου, κυμαίνεται πλέον μεταξύ των 250 και των 265 μονάδων βάσης, αν και πέρυσι είχε ξεπεράσει τις 300, είχε δηλαδή διπλασιαστεί, μετά την ανάληψη της εξουσίας από την κυβέρνηση συμμαχίας της Λέγκας (άκρα δεξιά) και του Κινήματος Πέντε Αστέρων (M5S, «αντισυστημικό»).

Η βούληση της νέας κυβέρνησης να αναζωογονήσει την ανάπτυξη είναι «ευπρόσδεκτη», επισημαίνεται στην έκθεση, αλλά «το προσωρινό κέρδος της ανάπτυξης» που προβλέπεται στον προϋπολογισμό του 2019, ο οποίος προβλέπει υψηλότερες δημόσιες δαπάνες, οδεύει να «ακυρωθεί από ουσιαστικό κίνδυνο επιδείνωσης» της οικονομικής κατάστασης, κατά το ΔΝΤ.

Το Ταμείο εισηγείται διάφορες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για να μπει η Ιταλία σε τροχιά μείωσης του κρατικού χρέους, του δεύτερου υψηλότερου μεταξύ των χωρών μελών της ευρωζώνης.

Προτείνει αύξηση της ανταγωνιστικότητας, μέτρα για τη βελτίωση του κλίματος για τις επιχειρήσεις, μεταρρυθμίσεις στο δικαστικό σύστημα, αλλαγές στους φορολογικούς συντελεστές ώστε να ευνοηθεί η ανάπτυξη.

«Ο φόρος στους μισθούς είναι βαρύς, ενώ αυτός στην περιουσία όχι», παρατηρεί το ΔΝΤ, το οποίο επικρίνει μια «φορολογική πολιτική που ευνοεί τους γηραιότερους αλλά τιμωρεί τους νεότερους και πιο δραστήριους».

Η κυβέρνηση κατήρτισε έναν προϋπολογισμό με σκοπό να αναζωογονηθεί η εσωτερική ζήτηση, θεσπίζοντας για παράδειγμα ένα ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα ή μειώνοντας το ηλικιακό όριο για τη συνταξιοδότηση.

«Θα διαψεύσουμε το ΔΝΤ, που εδώ και δεκαετίες καταδικάζει τους λαούς στην πείνα», ήταν η αντίδραση του αντιπρόεδρου της κυβέρνησης Λουίτζι ντι Μάγιο, αρχηγού του M5S.

Για τον έτερο αντιπρόεδρο της ιταλικής κυβέρνησης Ματέο Σαλβίνι, επικεφαλής της Λέγκας, αυτή η έκθεση το δίχως άλλο θα φέρει καλοτυχία στη Ρώμη, αφού το ΔΝΤ «πάντα προβλέπει το αντίθετο από αυτό που γίνεται».

Ο υπουργός Οικονομίας Τζοβάνι Τρία προτίμησε έναν λίγο πιο συγκρατημένο τόνο, δηλώνοντας ότι η Ρώμη «εκτιμά» τις τοποθετήσεις του ΔΝΤ για την οικονομική ανάπτυξη, αλλά «δεν μοιράζεται» τις άλλες κρίσεις του, ενώ έκρινε επίσης πως οι οικονομολόγοι του «υποτιμούν» τον ρόλο των πολιτικών της σημερινής κυβέρνησης για την τόνωση της οικονομικής ανάπτυξης.

«Το χρέος μας είναι απολύτως βιώσιμο και αναχρηματοδοτείται εύκολα στις αγορές», επέμεινε ο Τρία, αναγνωρίζοντας πάντως πως αποτελεί τροχοπέδη για την ανάπτυξη και διαβεβαιώνοντας πως η κυβέρνηση θα καταβάλλει προσπάθειες να το μειώσει.

 

ΑΠΕ-ΜΠΕ
Προηγούμενο άρθροΝυχτερινή ταλαιπωρία για τους επιβάτες σιδηροδρομικών δρομολογίων
Επόμενο άρθροΟ Γιάννης Καφάτος σχολιάζει την επικαιρότητα