Αγαπητέ Θεόδωρε, αγαπητέ Σταύρο, δήμαρχε, φίλες και φίλοι,
Όταν ξεκίνησε ο Θόδωρος την ομιλία του αναζήτησε κάποιο τραγούδι της Άλκηστης Πρωτοψάλτη για να περιγράψει τη σημερινή Δράση. Προς στιγμήν σκέφτηκα ότι θα αναφερόταν στο τραγούδι «σαν ηφαίστειο που ξυπνά». Είμαι σήμερα εδώ μαζί σας γιατί θέλω πραγματικά να είμαι παρών στο Συνέδριό σας, αλλά, είμαι εδώ, και για να σας ευχαριστήσω για τη συνεργασία μας μέχρι σήμερα. Αλλά και για το νέο κεφάλαιο της συνεργασίας μας το οποίο ανοίγεται μετά τις αποφάσεις του Συνεδρίου σας. Πιστεύω ότι κανείς ποτέ δεν αμφισβήτησε την ιδεολογική συνέπεια των στελεχών της Δράσης: το θάρρος, την ποιότητα αλλά και την καθαρότητα των πολιτικών σας θέσεων.
Χαίρομαι πραγματικά, και το εννοώ, που είστε μαζί μας. Πριν από δύο χρόνια η Δράση στήριξε την προσπάθεια της Νέας Δημοκρατίας να αλλάξουμε τα πράγματα. Να φέρουμε στον τόπο μια πραγματική αναγέννηση. Με μια κυβέρνηση, όπως την περιέγραψε ο Θόδωρος, σοβαρή, μεταρρυθμιστική, η οποία θα απαλλάξει τη χώρα από τη χειρότερη εμπειρία της Μεταπολίτευσης, βγάζοντας επιτέλους, την Ελλάδα οριστικά από την κρίση. Και θέλω να σας ευχαριστήσω που αναστέλλετε τα κομματικά σας καθήκοντα, ώστε τα στελέχη σας να είναι πλάι μας στην ερχόμενη εκλογική μάχη. Και προσβλέπω και σε στελέχη της Δράσης τα οποία θα ενσωματωθούν στα ψηφοδέλτια της Νέας Δημοκρατίας, για να μπορούμε όλοι μαζί να δώσουμε αυτήν την πολύ μεγάλη μάχη. Αυτό είναι μία απόφαση ευθύνης. Γιατί στον αγώνα τον οποίον έχουμε να δώσουμε χρειάζονται όλοι, σίγουρα, δεν περισσεύει κανείς.
Όταν ανέλαβα την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας δεσμεύθηκα από την πρώτη μέρα ότι θα γίνουμε ένα ανοιχτό κόμμα. Μια παράταξη που θα έχει τη δυνατότητα να φιλοξενεί διαφορετικές απόψεις, διαφορετικούς ανθρώπους. Μια παράταξη που θέλει να συνθέτει με διάλογο, μια παράταξη που ξέρει να συνεργάζεται και να οδηγεί, τελικά, τη χώρα μπροστά. Πρόκειται για μια βαθιά προσωπική μου επιλογή. Σήμερα, ωστόσο, προβάλλει και ως αδήριτη ανάγκη μιας νέας εποχής καθώς τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι κοινωνίες είναι εξαιρετικά σύνθετα. Σίγουρα δεν είναι μονοσήμαντα, όπως συχνά στο παρελθόν. Τα κόμματα καλούνται, λοιπόν, ν’ απευθυνθούν σε όλους τους πολίτες, καλούνται να ιεραρχήσουν τους στόχους τους, αφού όμως, κατανοήσουν την ποικιλία και την πολυπλοκότητα των σύγχρονων προβλημάτων. Και να εκφράσουν με όσο το δυνατόν ευρύτερες δυνάμεις αυτές τις προκλήσεις της νέας πραγματικότητας.
Η πολιτική συγκυρία απαιτεί οι επόμενες κάλπες να αναδείξουν μια κυβέρνηση που θα αποτυπώνει τη μεγαλύτερη δυνατή πλειοψηφία, στη βάση ενός σοβαρού μεταρρυθμιστικού σχεδίου. Γι’ αυτό και είπα εξ αρχής πως ακόμη κι αν η Νέα Δημοκρατία είναι αυτοδύναμη, εμείς θα επιδιώξουμε ευρύτερες συνεργασίες. Θα διεκδικήσουμε τη σύμπλευση με δυνάμεις αλλά και με αυτόνομες προσωπικότητες που, χωρίς να ανήκουν στο κόμμα μας, θα είναι διατεθειμένες σε αυτήν την κρίσιμη συγκυρία να στηρίξουν τις μεγάλες αλλαγές που χρειάζεται η πατρίδα μας. Σας μιλώ για μια στρατηγική αντίληψη, δεν μιλώ μόνο για ευκαιριακές προεκλογικές συμμαχίες. Θα πρέπει να αντιληφθούμε όλοι ότι βρισκόμαστε μπροστά στην τελευταία, ίσως, ευκαιρία της γενιάς μας να σταματήσει ο κατήφορος και να πάρει και πάλι μπροστά η χώρα.
Απευθύνομαι, λοιπόν, στις Ελληνίδες, στους Έλληνες, ανεξάρτητα από παλαιότερες κομματικές επιλογές. Και καλώ σε συμπαράταξη όλες τις δυνάμεις που αντιστάθηκαν στο λαϊκισμό, τις δυνάμεις που τελικά -αυτές- κράτησαν όρθια τη χώρα. Δυστυχώς, το ξέρετε και εσείς πολύ καλά, ο επίλογος του κ. Τσίπρα επιβαρύνει την οικονομική καταστροφή την οποία πολύ εύστοχα περιέγραψε ο Θεόδωρος Σκυλακάκης: τη διάλυση της μεσαίας τάξης, την υπερφορολόγηση, την έλλειψη παραγωγικών κινήτρων. Όλα αυτά τα οποία ο κ. Τσίπρας ονόμασε «το ατού του», το μεγάλο. Δυστυχώς αυτό το ατού της οικονομίας -κατά τον κ. Τσίπρα- επιβαρύνεται και με καταστροφικά πολιτικά αδιέξοδα: Με σκευωρίες κατά πολιτικών αντιπάλων, με απαράδεκτες, ανήκουστες, στην ιστορία της Μεταπολίτευσης επιθέσεις στη Δικαιοσύνη και τους θεσμούς. Ανοίγω μια παρένθεση: Έβλεπα χθες, αγαπητέ Τάσο που ασχολείται και με τα θέματα της Παιδείας, ότι διορίστηκε Πρόεδρος της Αρχής Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση ένα κομματικό στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ που είναι ο βασικός ιθύνων νους -μου λένε- πίσω από αυτήν την πρόχειρη και ανοργάνωτη συγχώνευση των Τεχνολογικών Ιδρυμάτων της χώρας με τα πανεπιστήμια. Είναι μια ακόμη ένδειξη του πως αντιλαμβάνεται αυτή η κυβέρνηση, όχι απλά την άλωση του κράτους, αλλά και Θεσμικών Αρχών που οφείλουν από το Σύνταγμα και από τους νόμους να είναι πραγματικά ανεξάρτητες για να μπορούν να επιτελούν το καθήκον τους.
Δυστυχώς, η σημερινή Κυβέρνηση επιδίδεται σε συνεχή κομματικά ρουσφέτια, εξυπηρετήσεις της τελευταίας στιγμής. Βλέπουμε ένα καινούργιο κύμα δημαγωγίας και ευτελούς προπαγάνδας, με παρασκηνιακές μεθοδεύσεις. Σε τι αποσκοπούν; Σε λίγους ακόμη μήνες εξουσίας. Και δυστυχώς, ο πολιτικός αυτό-εξευτελισμός των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, τις τελευταίες μέρες δεν έχει προηγούμενο στη Μεταπολίτευση. Η δημόσια ζωή δηλητηριάζεται από τις παλινδρομήσεις και από τις συνεχείς κωλοτούμπες των δύο τυχοδιωκτών συνεταίρων. Ενώ στο παρασκήνιο εκτυλίσσονται πρωτοφανή παζάρια με κάποιους γυρολόγους βουλευτές, πρόθυμους να μετατραπούν σε δεκανίκια μιας εξουσίας σε αποδρομή. Όλα αυτά, ενώ Τσίπρας και Καμμένος ασχολούνται μόνο με το πώς θα μείνουν για λίγο ακόμη στις καρέκλες τους. Αυτό είναι κάτι το οποίο εξηγεί γιατί ετεροκαθορίζονται σε όλα. Ακόμη και η προαναγγελθείσα, η υποτιθέμενη αδιαπραγμάτευτη παραίτηση του υπουργού Άμυνας, μπήκε στον πάγο λόγω της επίσκεψης Μέρκελ. Ενώ την επομένη πήρε νέα παράταση δήθεν -προσέξτε έχει σημασία αυτό- λόγω των εξελίξεων στο Σκοπιανό. Η πραγματικότητα είναι άλλη και αφορά μια σκανδαλώδη τροπολογία την οποία η κυβερνητική πλειοψηφία επιδιώκει να ψηφιστεί στη Βουλή την επόμενη Δευτέρα. Θέλω να δω αν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ θα συνταχθούν με αυτήν την επιλογή, να ψηφίσουν ονομαστικά μια τροπολογία η οποία στην ουσία επαναφέρει τα αμαρτωλά αντισταθμιστικά από το παράθυρο.
Όλοι οι πολίτες έχουν καταλάβει ότι τόσο ο κ. Τσίπρας, και σίγουρα, ο κ. Καμμένος δεν έχουν κανένα σχέδιο για το μέλλον της χώρας μας. Το μόνο που τους συνδέει είναι η αγωνία τους για το πότε θα χάσουν την εξουσία. Γι’ αυτό και δεν αντιλαμβάνονται ότι όσα κάνουν τους εκθέτουν ανεπανόρθωτα σε βαθμό που μοιάζει αυτό το οποίο συμβαίνει με μια πρωτοφανή πολιτική αυτοταπείνωση.
Όσο περνά ο καιρός, η οικονομική ζημία που επέφεραν στη χώρα οι κυβερνώντες μετατρέπεται σε θεσμικό, αλλά και σε ηθικό ναυάγιο. Αυτός ο αντιθεσμικός παροξυσμός του ΣΥΡΙΖΑ καθιστά ακόμη πιο κρίσιμη τη συμπαράταξη της αντιπολίτευσης σε ένα κοινό μέτωπο. Όπως επιβάλλει και την άμεση προσφυγή στις κάλπες. Γιατί εκτός από το Κράτος Δικαίου, εκτός από τη δημοκρατική τάξη, απειλείται σήμερα συνολικά και η αξιοπρέπεια του πολιτικού κόσμου. Οι συνεχείς πρωθυπουργικές παλινωδίες τραυμάτισαν, εκτός από τον ίδιο τον κ. Τσίπρα και το αξίωμα του. Αυτές η κακοφορμισμένες σχέσεις μεταξύ αυτών που κυβερνούν, αυτό το χυδαίο θέατρο που παίζεται σε δημόσια θέα, αυτή η νοσηρή εξάρτηση από την καρέκλα, μετατρέπει την άσκηση πολιτικής σε ένα συνονθύλευμα πανικού και συμφερόντων.
Η χώρα σήμερα δεν μπορεί, δεν αντέχει, να στηρίζεται σε μια ευκαιριακή κυβερνητική πλειοψηφία-κουρελού από πολιτικούς εραστές της καρέκλας. Και δεν μπορεί, επίσης, η συμπεριφορά του πρωθυπουργού και των υπουργών του να προσβάλλει έναν ολόκληρο λαό. Όλα αυτά, όμως, αγαπητέ Θόδωρε, φίλες και φίλοι της Δράσης, θέτουν τον πήχη μιας ακόμα πρόκλησης για τις επόμενες εκλογές. Γιατί η πρόκληση για όλους μας θα είναι -για να δανειστώ λίγο και από την συνταγματική ορολογία των ημερών- πώς θα μετατρέψουμε την κυρίαρχη κοινωνική δυσπιστία, που τελικά οδηγεί σε απάθεια και αδιαφορία, σε μια θετική ψήφο εμπιστοσύνης.
Φίλες και φίλοι,
Αυτή την αλήθεια μετέφερα και χθες στην Καγκελάριο Μέρκελ στη συνάντησή μας χθες. Δεν θα μπορούσα, άλλωστε, να μην το κάνω όταν -λίγο πριν από τις Ευρωεκλογές- παρακολουθούμε και στη χώρα μας πρωτοφανείς επιθέσεις κατά της διάκρισης των εξουσιών, της δημοκρατικής λειτουργίας και του ευρωπαϊκού κεκτημένου.
Επανέλαβα, επίσης, τη σταθερή διαφωνία μας με τη Συμφωνία των Πρεσπών. Ένα συνολικό λάθος που έγινε σε λάθος στιγμή και με λάθος τρόπο. Αντί να λύνει ένα παλιό πρόβλημα δημιουργεί νέα προβλήματα και στις δύο χώρες. Όχι μόνο γιατί η αναγνώριση “μακεδονικής” ταυτότητας και γλώσσας ποτίζει τον αλυτρωτισμό και απορρίπτεται από τους Έλληνες. Αλλά και γιατί τα ίδια τα κείμενα της συμφωνίας, όπως και η χρήση και η ερμηνεία τους από τους γείτονες, ξυπνούν ήδη ακραίες φωνές και ξεπερασμένους εθνικισμούς και από τις δύο πλευρές.
Το ίδιο σαφής υπήρξα για το Προσφυγικό ζήτημα αλλά και για την ανάγκη υπεράσπισης των συνόρων μας, τα οποία είναι και σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αλλά και για τις ευθύνες της ίδιας της Ένωσης. Και για τα όσα σκοτεινά συμβαίνουν με τη διαχείριση των ευρωπαϊκών κονδυλίων, ώστε να έχουμε οδηγηθεί στο δράμα της Μόριας και την απαράδεκτη κατάσταση που επικρατεί σήμερα στα νησιά μας.
Μίλησα, όμως, και για την ελληνική οικονομία. Και περιέγραψα την πραγματικότητα όπως μίλησε γι’ αυτήν πολύ εύλογα πριν από λίγο ο Θόδωρος. Ορισμένοι στην Ευρώπη εθελοτυφλούν μπροστά στα τεράστια προβλήματα που η χώρα αντιμετωπίζει και σήμερα. Υποθέτω ότι για κάποιους είναι μια μορφή αντιπαροχής στη διαρκή υπακοή του κ. Τσίπρα. Σύντομα, όμως, η Ελλάδα θα ξαναβρεί τη δική της φωνή στην Ευρώπη. Με αλήθεια, με πειθώ, μέσα από τα απτά αποτελέσματα των πολιτικών μας.
Κυρίες και κύριοι σύνεδροι,
Ο κ. Τσίπρας αφήνει πίσω του μια χώρα με ανοιχτά όλα τα εθνικά μέτωπα. Μία δημοκρατία, τους θεσμούς της οποίας προσβάλλει διαρκώς. Ένα κράτος αναποτελεσματικό που φορτώνεται πάλι με κομματικούς πελάτες σε βάρος όλων των υπολοίπων. Και μια κοινωνία -και αυτό ίσως με προβληματίζει περισσότερο απ’ όλα και θα έπρεπε να μας προβληματίζει όλους- όπου οι πολίτες της, λόγω του πρωτόγνωρου κυνισμού της σημερινής κυβέρνησης, έχουν γίνει δυστυχώς πιο δύσπιστοι από ποτέ.
Με ρωτούν κάποιοι: «Ωραία, ο ΣΥΡΙΖΑ θα φύγει. Υπάρχει, όμως, ελπίδα όταν τα πάντα είναι ήδη ναρκοθετημένα; Πώς θα αλλάξουν οι δεσμεύσεις τις οποίες έχει αναλάβει ο Τσίπρας δένοντας χειροπόδαρα τη χώρα; Και γιατί οι δανειστές να εμπιστευτούν εσένα περισσότερο από εκείνον όταν τους έκανε όλα τα χατίρια;» Τους απαντώ: Οι Ευρωπαίοι εταίροι μας θα εκπλαγούν θετικά από την επόμενη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Θα είναι μια κυβέρνηση που θα προωθήσει από την πρώτη κιόλας μέρα διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις αλλά και τις τολμηρές αλλαγές στο κράτος για να απαλλαγούμε μια και καλή από τα δεσμά του κρατισμού που κρατούν πίσω την ελληνική οικονομία και δένουν χειροπόδαρα την ελληνική κοινωνία. Θα είναι μια κυβέρνηση που θα επιζητεί τη συναίνεση γιατί μέσα από συναινέσεις προχωρά Ευρωπαϊκή Ένωση. Αλλά θα μπορεί να λέει και “όχι” όταν οι επιλογές των Ευρωπαίων βλάπτουν τη χώρα. Και δυστυχώς τα τελευταία 3 χρόνια κάποιοι έκλεισαν τα μάτια στην Ευρώπη και σε επιλογές που έβλαψαν τη χώρα, γιατί έτσι μπορεί να τους βόλευε. Όπως “όχι” -θέλω να θυμίσω- είχαν ακούσει οι Ευρωπαίοι από τους Ιρλανδούς όταν τους ζήτησαν να αυξήσουν τους φόρους. Δικαιώθηκαν, τελικά, οι Ιρλανδοί. Αλλά “όχι” άκουσαν οι Ευρωπαίοι και από τις προ Τσίπρα κυβερνήσεις σχετικά με την μονομερή μείωση του Φ.Π.Α στην εστίαση και την υποθήκευση της δημόσιας περιουσίας. Αυτά τα είχαν ζητήσει και από εμάς αλλά εμείς είχαμε πει τότε όχι. Γιατί η αρετή της Ευρώπης είναι ότι στο τέλος βρίσκει γέφυρες με τη βούληση των λαών της. Όταν τα κράτη-μέλη, όμως, έχουν κυβερνήσεις με ρεαλισμό, αποτελεσματικότητα κι αποφασιστικότητα.
Ο κ. Τσίπρας μπορεί να υπέγραψε πρόθυμα κάποιους δυσβάσταχτους αριθμητικούς στόχους. Εμείς, ωστόσο, δεν υπογράψαμε τίποτα σε ό,τι αφορά τα μέσα τα οποία θα χρησιμοποιήσουμε για να πετύχουμε αυτούς τους στόχους. Εκείνος κατέφυγε συνειδητά -πιστεύω και για λόγους βαθιά ιδεολογικούς και ταξικούς- στην υπερφορολόγηση διαλύοντας την πραγματική οικονομία. Εμείς θέλουμε να φέρουμε χρήματα στα δημόσια ταμεία με μαζική προσέλκυση επενδύσεων, με μείωση φόρων και δαπανών αλλά κυρίως με ανάπτυξη. Η Ευρώπη, προσέξτε, μόνο κερδισμένη θα είναι από μια κυβέρνηση η οποία θα βάλει τη χώρα στον δρόμο της συλλογικής ευημερίας. Κανείς σήμερα στην Ευρώπη, κανείς στη Γερμανία, δεν θέλει να κρέμεται πάνω από το κεφάλι του η δαμόκλειος σπάθη ενός νέου προγράμματος.
Η λέξη κλειδί είναι εμπιστοσύνη. Εμπιστοσύνη της κοινωνίας στην κυβέρνηση της χώρας. Εμπιστοσύνη των εταίρων στη συνέπειά της. Εμπιστοσύνη των αγορών στην αποφασιστικότητα της. Η δική μας κυβέρνηση θα είναι μια κυβέρνηση έργου και αποτελέσματος. Γιατί αυτό ακριβώς, το αποτέλεσμα των πολιτικών μας, θα είναι και το κλειδί για να ανοίξει ο δρόμος της επανεξέτασης των υπερβολικών πλεονασμάτων. Για να το πω αλλιώς και πιο απλά: Μεγαλύτερη ανάπτυξη θα φέρει και λιγότερες υποχρεώσεις. Από πολύ νωρίς, εξάλλου, η εικόνα της Ελλάδας θα είναι διαφορετική: Με ένα κράτος το οποίο θα είναι πραγματική στην υπηρεσία του πολίτη και όχι του κόμματος. «Πολίτες, όχι πελάτες» είναι το σύνθημα σας και είναι ένα σύνθημα το οποίο παραμένει σήμερα εξαιρετικά επίκαιρο. Με μια εκπαίδευση, ελεύθερη, πραγματικά συνδεδεμένη με την αγορά εργασίας, την οικονομία να λειτουργεί στην αντίθετη κατεύθυνση από αυτήν που την οδηγεί ο ΣΥΡΙΖΑ: Αντί ο δημόσιος πλούτος διαρκώς να συρρικνώνεται ώστε να μοιράζεται με την μορφή πελατειακών επιδομάτων, θα αυξάνεται το συνολικό εισόδημα προς όφελος όλων. Οι αμοιβές να συνδέονται με την ανάπτυξη της χώρας -και ναι, γιατί όχι- οι χαμηλότεροι μισθοί να έχουν μεγαλύτερη, διπλάσια αύξηση σε σχέση με το ρυθμό αύξησης τους εθνικού μας προϊόντος. Όλα αυτά σε ένα σταθερό και ασφαλές περιβάλλον μειωμένων φόρων και εισφορών. Με κίνητρα για επενδύσεις και νέες δουλειές και ένα ευρύ πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων. Δεν γίνεται σήμερα η φορολογία και το ασφαλιστικό μας σύστημα να θέτει τόσα αντικίνητρα για την πραγματική εργασία. Δεν γίνεται να ωθεί τους νέους μας, είτε στην παράνομη εργασία, είτε να τους εμποδίζει να βρουν δουλειά επειδή δεν έχει ο εργοδότης κίνητρο να τους προσλάβει. Ή τελικά να καταλήγει σε συνεννόηση με τους νέους και να τους προσλαμβάνει με καθεστώς μαύρης απασχόλησης. Αυτά πρέπει να τα αφήσουμε πίσω μας. Πρέπει να αλλάξουμε το ίδιο το πλαίσιο των κινήτρων και των αντικινήτρων με το οποίο είναι οργανωμένη η ελληνική κοινωνία και η ελληνική οικονομία.
Και, βέβαια, πρέπει επίσης να αντιμετωπίσουμε και το ζήτημα της τραπεζικής πίστης ώστε να επανέλθουν οι καταθέσεις και η ρευστότητα. Και να αντιμετωπίσουμε τολμηρά το ζήτημα των κόκκινων δανείων, ώστε οι τράπεζες να επανακτήσουν τον βασικό τους ρόλο, που δεν είναι άλλος από το να προσφέρουν ασφάλεια στους καταθέτες, αλλά να χρηματοδοτούν ταυτόχρονα την πραγματική οικονομία.
Φίλες και φίλοι,
Κλείνω λέγοντάς σας αυτό το οποίο ήδη γνωρίζετε: Το 2019 είναι έτος εκλογών. Αυτές είτε γίνουν χωριστά είτε γίνουν μαζί με τις τοπικές εκλογές -τις περιφερειακές και τις δημοτικές- και τις ευρωεκλογές, θα έχουν το ίδιο μήνυμα προς την κυβέρνηση: Φύγετε! Φύγετε γιατί διαλύσατε τη χώρα. Το δικό μας χρέος, όμως, το χρέος όλων μας, είναι να μετατρέψουμε αυτό το πλειοψηφικό αίτημα σε ένα θετικό κύμα ελπίδας. Πόσο μάλλον όταν μέχρι να στηθούν κάλπες θα έχουμε δει και άλλη λάσπη και άλλα ψέματα από τους λαϊκιστές που μας κυβερνούν.
Η Νέα Δημοκρατία -το ανέφερα και στην αρχή- είναι ανοιχτό κόμμα. Αλλά στην τρέχουσα συγκυρία, η Νέα Δημοκρατία δεν είναι απλά η μεγαλύτερη πολιτική δύναμη της χώρας. Είναι ο κορμός ενός μεγάλου πολιτικού-κοινωνικού μετώπου κόντρα στο ψέμα και τη δημαγωγία. Ίσως, οι πιο κατάλληλοι αγγελιαφόροι αυτού του μηνύματος είστε εσείς, τα στελέχη της Δράσης. Γιατί έχοντας δουλέψει μαζί μας, μπορείτε να μεταφέρετε τις θετικές εμπειρίες αυτής της συνεργασίας. Και γιατί αποτελείτε και ζωντανά παραδείγματα ότι σχηματισμοί που δεν ταυτίζονται, μπορούν να συμβαδίσουν αμβλύνοντας τις όποιες διαφορές τους -που δεν θεωρώ ότι είναι και πάρα πολλές- προτάσσοντας το κοινό καλό. Σας θέλω, λοιπόν, δίπλα μου στην προσπάθεια να έλθουν μαζί μας όσο το δυνατόν περισσότεροι Έλληνες! Για να φανεί, πραγματικά, ότι η Νέα Δημοκρατία μπορεί να συνθέσει όλες τις υγιείς δυνάμεις της χώρας. Για να γίνουμε κυβέρνηση όλων των Ελλήνων, με επικεφαλής τους πιο άξιους των Ελλήνων. Γιατί μπορούμε και αξίζουμε καλύτερα. Όλοι μαζί μπορούμε καλύτερα. Καλή επιτυχία στο συνέδριό σας! Καλή συμπόρευση στον δύσκολο αγώνα τον οποίο έχουμε μπροστά μας. Σας ευχαριστώ πολύ.