Κυρίες και Κύριοι,
Κατατίθεται αύριο (σήμερα Πέμπτη) στη Βουλή, όπως γνωρίζετε, το σχέδιο Προϋπολογισμού για το 2019, το οποίο διαψεύδει τελικώς τους καταστροφολόγους και τους κινδυνολόγους.
Διαψεύδει όλους εκείνους που επί αρκετούς μήνες στήριξαν την αντιπολιτευτική τους τακτική απέναντι στην κυβέρνηση με διαστρεβλώσεις, ψευδείς ειδήσεις, αλλά και σε επιχειρήσεις υπονόμευσης με κάθε ευκαιρία.
Επιχειρήσεις υπονόμευσης μιας μεγάλης προσπάθειας που κατεβλήθη από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό, το υπουργείο Οικονομικών και το υπουργείο Εργασίας, ώστε να μην εφαρμοστεί το μέτρο της περικοπής των συντάξεων από 1/1/2019.
Οι θέσεις της ελληνικής κυβέρνησης ότι το μέτρο αυτό είναι δημοσιονομικού χαρακτήρα και φυσικά αχρείαστο για την επίτευξη του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 3,5% για το 2019 και εντεύθεν φαίνεται ότι έχουν βρει ευήκοα ώτα κατά την επεξεργασία του ελληνικού προϋπολογισμού στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού εξαμήνου και η έκθεση της Κομισιόν που θα αναρτηθεί, όπως ξέρετε, αύριο το πρωί είμαστε βέβαιοι ότι θα είναι θετική σχετικά.
Καταρρέει, επομένως, το αφήγημα της Νέας Δημοκρατίας περί 4ου Μνημονίου.
Αφήγημα που στηρίχθηκε αποκλειστικά στην υποτιθέμενη εφαρμογή μέτρων που είχαν προνομοθετηθεί κατά τη φάση ολοκλήρωσης της 2ης αξιολόγησης μετά τη σχετική επιμονή του ΔΝΤ.
Έχει, λοιπόν, τώρα ενδιαφέρον να δούμε τις αντιδράσεις της Νέας Δημοκρατίας μπροστά σε αυτήν την εξέλιξη.
Θα αναγνωρίσει ότι τόσον καιρό προσπαθούσε να διαστρεβλώσει την πραγματικότητα;
Θα αναγνωρίσει ότι κινδυνολογούσε ασύστολα;
Θα αναγνωρίσει ότι δεν υπάρχει 4ο Μνημόνιο και ότι η χώρα κάνει τα πρώτα της βήματα χωρίς τους περιορισμούς της μνημονιακής επιτροπείας;
Ή θα επιμείνει στη γραμμή του κυρίου Χατζηδάκη που το καλοκαίρι εγκαλούσε τον ίδιο τον Ευρωπαίο Επίτροπο κύριο Μοσκοβισί όταν εκείνος ενώπιον της ελληνικής Βουλής άφηνε ανοιχτό το ενδεχόμενο της μη περικοπής των συντάξεων;
Ο προϋπολογισμός, όμως, του 2019 είναι για πρώτη φορά μετά από μια ολόκληρη δεκαετία προϋπολογισμός και λελογισμένης δημοσιονομικής επέκτασης.
Θα περιλαμβάνει όλα τα μέτρα που εξήγγειλε ο Πρωθυπουργός στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης.
Τα μέτρα αυτά μάλιστα δεν θα είναι ύψους 750 εκατομμυρίων, όπως είχε προϋπολογιστεί αρχικά, αλλά θα ξεπεράσουν τα 900 εκατομμύρια, καθώς έχει εξασφαλιστεί ο σχετικός δημοσιονομικός χώρος για το 2019 και μετά.
Άλλη μια εξέλιξη που φέρνει σε αμηχανία τη Νέα Δημοκρατία, καθώς αποδεικνύει τη θετική πορεία των δημόσιων οικονομικών, αλλά και της ελληνικής οικονομίας εν γένει.
Ειδικότερα, όλοι οι θεμελιώδεις δείκτες εμφανίζουν, αυτήν τη στιγμή, σταθερή πορεία ανάκαμψης.
Η ελληνική οικονομία αναμένεται το 2018 να κλείσει με τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης της τελευταίας δεκαετίας.
Οι άμεσες ξένες επενδύσεις παρουσιάζουν αύξηση 16,8% στο οκτάμηνο σε σχέση με το αντίστοιχο του 2017, που υπενθυμίζω ότι ήταν έτος ρεκόρ για τη δεκαετία σε ό,τι αφορά τις άμεσες ξένες επενδύσεις.
Την ίδια στιγμή, οι εξαγωγές, το λιανικό εμπόριο, η βιομηχανική παραγωγή, το ισοζύγιο ροών μισθωτής απασχόλησης, οι συστάσεις νέων επιχειρήσεων παρουσιάζουν αυξητική πορεία.
Είναι ακριβώς αυτή η αναντίστρεπτη πλέον τροχιά που δεν αφήνει καμία αμφιβολία ότι η Ν.Δ., που επένδυσε στην οικονομική καταστροφή, θα ψάξει αλλού για να οικοδομήσει την αντιπολιτευτική της ρητορική.
Δεν μας κάνει εντύπωση, λοιπόν, καθόλου που οι πρόσφατες αναφορές της δεν ασχολούνται με την πορεία της οικονομίας, αλλά διαρκώς προσπαθούν να μετατοπίσουν το ενδιαφέρον σε θέματα της ακροδεξιάς ατζέντας που η Ν.Δ. έχει υιοθετήσει.
Σε ό, τι αφορά τώρα το ζήτημα συμφωνίας Εκκλησίας – Πολιτείας ή της πρότασης συμφωνίας Εκκλησίας – Πολιτείας, η Κυβέρνηση έχει δηλώσει ότι θα εξαντλήσει κάθε περιθώριο διαλόγου και συνεννόησης με την Εκκλησία, στο πλαίσιο και στο πνεύμα της συμφωνίας, η οποία ανακοινώθηκε στις κοινές δηλώσεις του Πρωθυπουργού με τον Αρχιεπίσκοπο, καθώς πιστεύουμε ότι δεν μπορεί να βρεθεί επωφελέστερο πλαίσιο για την Εκκλησία, αλλά και για την Πολιτεία.
Η Κυβέρνηση ούτε βιάζεται ούτε πιέζεται. Επιχειρεί να επιλύσει ένα ζήτημα το οποίο παραμένει σε εκκρεμότητα εδώ και 80 περίπου χρόνια και διαθέτει τη σχετική πολιτική βούληση, στο πλαίσιο ενός ειλικρινούς διαλόγου.
Ωστόσο, η Εκκλησία οφείλει να κατανοήσει ότι δεν αποτελεί αρμοδιότητά της να αποφασίζει για θέματα τα οποία υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Πολιτείας, όπως, για παράδειγμα, ποιες ανάγκες υπάρχουν για δημοσίους υπαλλήλους.
Η πρόταση συμφωνίας προβλέπει τη νομοθετική κατοχύρωση της μισθοδοσίας των κληρικών, η οποία νομικά και θεσμικά δεν αναγνωρίζεται σήμερα ως ανταπόδοση της Πολιτείας προς την Εκκλησία.
Αν αυτό το βήμα, επ’ ωφελεία της Εκκλησίας, η ίδια δεν το επιθυμεί τότε μάλλον αφήνει την πρωτοβουλία των αποφάσεων αποκλειστικά στην Πολιτεία.
Το επόμενο διάστημα, εμείς, σε κάθε περίπτωση, θα εκπονήσουμε το σχετικό Σχέδιο Νόμου, διότι επιθυμία μας είναι η αλληλοκατανόηση και η συναίνεση.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Πρωθυπουργός έχει ήδη δώσει εντολή στον υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, κ. Γαβρόγλου, να εκκινήσει κύκλο συναντήσεων με τον Πατριάρχη, με τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, με τον Αρχιεπίσκοπο Κρήτης Ειρηναίο, αλλά και με τις ιερές Μητροπόλεις Δωδεκανήσων, ώστε να διευκρινιστούν πτυχές της πρότασης, οι οποίες μπορεί να μην ήταν σαφείς στην αρχή.
Σε κάθε περίπτωση, οι τελικές αποφάσεις επί του ζητήματος θα ληφθούν από τον Πρωθυπουργό και την Κυβέρνηση, όταν έρθει η κατάλληλη ώρα.