Μια διεθνής ομάδα αστρονόμων – ανάμεσα στους οποίους δύο ελληνικής καταγωγής επιστήμονες της διασποράς- ανακάλυψαν τον πιο αργά περιστρεφόμενο αστέρα νετρονίων (πάλσαρ) που έχει βρεθεί μέχρι σήμερα.
Το εν λόγω άστρο-σβούρα, που έχει ηλικία περίπου 14 εκατομμυρίων ετών και βρίσκεται στον αστερισμό της Κασσιόπης, περιστρέφεται γύρω από τον εαυτό του μία φορά κάθε 23,5 δευτερόλεπτα. Το ρεκόρ του πιο αργού πάλσαρ κατείχε έως τώρα ένα άστρο νετρονίων που έκανε μια περιστροφή κάθε 8,5 δευτερόλεπτα.
Το ρεκόρ του πιο γρήγορου πάλσαρ κατέχει ένα άστρο που κάνει μια περιστροφή σε μόλις 1,4 χιλιοστά του δευτερολέπτου. Συνεπώς το βραδύτερο πάλσαρ στριφογυρνάει περίπου 15.000 φορές πιο αργά από ό,τι το ταχύτερο, πράγμα που έχει εντυπωσιάσει τους επιστήμονες, οι οποίοι δεν περίμεναν να βρουν ένα τόσο…τεμπέλικο άστρο νετρονίων.
«Αυτό το πάλσαρ ήταν τελείως απρόσμενο. Είμαστε λιγάκι σοκαρισμένοι που ένα άστρο νετρονίων είναι δυνατό να περιστρέφεται τόσο αργά και παρόλα αυτά να δημιουργεί ισχυρούς ραδιοπαλμούς. Προφανώς τα πάλσαρ μπορούν να είναι βραδύτερα από ό,τι νομίζαμε, πράγμα που μας υποχρεώνει να αναθεωρήσουμε τις θεωρίες μας γι’ αυτά», δήλωσε ο ερευνητής Τζέισον Χέσελς του Ολλανδικού Ινστιτούτου Ραδιοαστρονομίας ASTRON και του Πανεπιστημίου του ‘Αμστερνταμ.
Οι ερευνητές, που πραγματοποίησαν την ανακάλυψη με το τηλεσκόπιο LOFAR της Ολλανδίας, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό αστροφυσικής “Astrophysical Journal”. Στην ερευνητική ομάδα συμμετείχαν οι αστρονόμοι Σωτήρης Σανιδάς του Πανεπιστημίου του ‘Αμστερνταμ και ‘Αρης Καραστεργίου των πανεπιστημίων της Οξφόρδης και του Δυτικού Ακρωτηρίου στη Νότια Αφρική.
Τα πάλσαρ περιστρέφονται σαν σβούρες και παράγουν ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία σε μορφή ακτίνων, οι οποίες γίνονται ορατές από τη Γη όπως το φως των φάρων από τα πλοία (γι’ αυτό τα άστρα αυτά λέγονται και «κοσμικοί φάροι»). Τα πάλσαρ δημιουργούνται, όταν ένα μεγάλο άστρο εκρήγνυται ως σούπερ-νόβα και απομένει μετά μια ταχέως περιστρεφόμενη σφαίρα πολύ μεγάλης πυκνότητας, με διάμετρο μόνο 20 χιλιομέτρων περίπου.
Σύνδεσμος για την επιστημονική δημοσίευση:
http://iopscience.iop.org/article/10.3847/1538-4357/aade88
ΑΠΕ-ΜΠΕ